Στις φυλακές Κορυδαλλού επικρατεί ησυχία. Είναι πρωί Τετάρτης και το αποκρουστικό τρίξιμο από τις σιδερένιες πόρτες που ανοιγοκλείνουν, δημιουργεί αντίλαλο που επεκτείνεται κατά μήκος των απέραντων διαδρόμων.
Περνάμε από τον έλεγχο τις τσάντες μας και ανταλλάσουμε τις ταυτότητες στην είσοδο με ένα πορτοκαλί καρτελάκι, που φέρει το νούμερο 32. Γινόμαστε και εμείς ένα κομμάτι της ιδιόμορφης αυτής συνθήκης που πλέον δεν ονοματίζεται, αλλά χαρακτηρίζεται από έναν αριθμό.
Περνάμε από ένα προαύλιο για να κατευθυνθούμε στο δεύτερο κτίριο, όπου στεγάζεται η διεύθυνση των φυλακών, και να περάσουμε από δεύτερο έλεγχο που θυμίζει αυτόν που γίνεται στο αεροδρόμιο. Μια ακόμα σιδερένια πόρτα ανοίγει και μπροστά απλώνεται μια έκταση πρασίνου, η οποία απαρτίζεται από γκαζόν, ένα γήπεδο ποδοσφαίρου, ένα μικρό καφενεδάκι με πολύχρωμες καρέκλες και πολλά φυτά και λουλούδια.
Εκεί περιφέρονται γάτες, κότες, παγώνια. Σαν ένα κομμάτι που «σπάει» για λίγο τη μουντίλα από το ξεφτισμένο χρώμα των κελιών και τους τόνους τσιμέντου που μέσα τους είναι εγκλωβισμένες χιλιάδες ζωές. Ωστόσο εκεί δεν έχουν πρόβαση οι κρατούμενοι, παρά μόνο οι εργαζόμενοι των φυλακών.
Στη μέση υπάρχει ένας διάδρομος πλακόστρωτος, ο οποίος οδηγεί στο κτίριο που είναι οι πτέρυγες. Περνάμε ξανά από έλεγχο, δείχνοντας τα καρτελάκια μας και οι σωφρονιστικοί καταγράφουν τα ονόματά μας.
Ο Μιχάλης Ξιφαράς, θεραπευτής της Μονάδας Απεξάρτησης του 18 Άνω, μας συνοδεύει σε όλη τη διαδρομή. Καθ' όλη τη διάρκεια, όλοι -είτε είναι εργαζόμενοι στο σωφρονιστικό κατάστημα, είτε κρατούμενοι- τον σταματάνε για να τον χαιρετήσουν.
Είναι «κεφάλαιο» στις φυλακές, όπου δουλεύει τα 20 τελευταία χρόνια, μαζί με την θεραπεύτρια Ιωάννα Μαντούκα, η οποία καταφθάνει μετά από λίγο. Οι δυο τους τα «τρέχουν» όλα, διαθέτουν προσωπικό χρόνο για να φτιάξουν ένα οικείο περιβάλλον για τους κρατούμενους που παλεύουν με τις εξαρτήσεις και πέρα από το θεραπευτικό-τυπικό κομμάτι, εμβαθύνουν σε ένα πιο βαθύ, ανθρώπινο επίπεδο. Και αυτό είναι εμφανές.
Ο διάδρομος που περνάμε καθώς μπαίνουμε στην καρδιά των φυλακών, είναι σκοτεινός και μακρύς, με παλιά μωσαϊκά, ένα πνιγηρό κίτρινο χρώμα που με τα χρόνια έχει σβήσει και ο τοίχος καλύπτεται μέχρι τη μέση με λευκά πλακάκια. Κάθε λίγο, διακόπτεται από τις σιδερένιες πόρτες, αμέτρητες και βαριές. Μερικοί κρατούμενοι τριγυρνούν.
Φτάνουμε έξω από την αίθουσα του 18Άνω, την είσοδο της οποία κοσμεί ένα graffiti του street artist Hambas, που απεικονίζει την ελευθερία – ένα γαλάζιο ουρανό και πουλιά να πετούν μέσα από σπασμένο τσιμέντο.
Μπαίνουμε μέσα και βρισκόμαστε σε ένα εντελώς διαφορετικό σκηνικό: μια αίθουσα φρεσκοβαμμένη με χρώμα εκρού εναλλάξ με το χρώμα της μέντας, αντίγραφα πινάκων ζωγραφικής που έχουν παραχωρήσει στη Μονάδα επιφανείς ζωγράφοι (Γ. Ρόρρης, Μ. Φιλοπούλου, Ε. Ηλιοπούλου) και ένα ακόμα graffiti με μια σφιγμένη γροθιά, μέσα από την οποία περνούν οι ακτίνες του ήλιου.
«Το χέρι συμβολίζει τον εαυτό μας και το φως του ήλιου τον στόχο που επιδιώκουμε να φτάσουμε. Οι ακτίνες που περνούν μέσα από το χέρι, είναι η ελπίδα της απελευθέρωσης από τα προσωπικά μας κελιά. Γιατί ο νους μας είναι κυρίως αυτός που βρίσκεται σε καθεστώς εγκλεισμού και απομόνωσης, οπότε πρέπει να παλέψουμε και με αυτόν», μου είχε πει ο Hambas καθώς ήμουν παρούσα όταν δημιουργούσε το έργο.
Καθόμαστε με τον Μιχάλη και την Ιωάννα αντικριστά στις πλαστικές καρέκλες. Το Πρόγραμμα Φυλακών λειτουργεί συστηματικά από το 1993, υπάγεται στο Συμβουλευτικό Σταθμό, της Μονάδας Απεξάρτησης 18 Άνω του Ψυχιατρικού Νοσοκομείου Αττικής και δραστηριοποιείται στα Καταστήματα Κράτησης Κορυδαλλού Ι και ΙΙ και στο Ψυχιατρείο Κρατουμένων Κορυδαλλού.
Ωστόσο, μόλις τα τελευταία δύο χρόνια τους παραχώρησαν κατ' αποκλειστικότητα τη συγκεκριμένη αίθουσα για να πραγματοποιούνται οι θεραπευτικές ομάδες. Όπως μου εξηγούν, το 18Άνω λειτουργεί με βάση τον ανθρωποκεντρισμό, την ισοτιμία και τη συλλογικότητα.
Η διαδικασία απεξάρτησης στηρίζεται στην ψυχοκοινωνική προσέγγιση και αποφεύγει τους στενά ιατροκεντρικούς περιορισμούς και τη χορήγηση υποκατάστατων ουσιών, με στόχο τη σωματική και ψυχολογική απεξάρτηση του ατόμου και την πλήρη κοινωνική του επανένταξη.
Το προφίλ των χρηστών
Αναλύοντας το προφίλ του χρήστη, εξηγούν πως παλιότερα, η πλειοψηφία των χρηστών στη φυλακή, ήταν άτομα εξαρτημένα από την ηρωίνη, ενώ πλέον οι περισσότεροι είναι χρήστες χασίς, κοκαΐνης, χαπιών και αλκοόλ.
Αυτό σημαίνει, ότι η εικόνα του χρήστη με τα έντονα σωματικά στερητικά δεν είναι τόσο συχνό φαινόμενο στη φυλακή. Αυτό όμως είναι παραπλανητικό, καθώς οι περισσότεροι χρήστες θεωρούν ότι η απουσία σωματικών στερητικών σημαίνει ότι μπορούν από μόνοι, να ελέγξουν και να διαχειριστούν την εξάρτηση τους.
Όπως εξηγεί ο Μιχάλης, «γενικά υπάρχει πάντοτε κύκλος με τα ναρκωτικά, ξεκινάς με χασίς και μετά συνεχίζεις με κοκαΐνη, ηρωίνη, χάπια και πάει λέγοντας. Ένας άνθρωπος που είναι εξαρτημένος, μπορεί να κάνει ένα τσιγάρο και να μπει ξανά στον κύκλο των ουσιών και να καταλήξει στο ίδιο σημείο. Οι επιλογές είναι δύο: είτε κάνεις χρήση, είτε δεν κάνεις. Επειδή το αλκοόλ, για ένα άτομο που βρίσκεται σε φάση θεραπείας είναι εξαρτησιογόνος ουσία, δεν επιτρέπεται η χρήση του κατά τη διάρκεια της απεξάρτησης».
«Εδώ δεν τους διαχωρίζουμε ανάλογα με την ουσία που χρησιμοποιούν, όλες οι ουσίες είναι ψυχοτρόπες, ανεξάρτητα από την επίδραση και την ευφορία που δημιουργούν στον χρήστη», εξηγεί η Ιωάννα. «Συχνά, οι χρήστες έχουν κάποια χρονικά διαστήματα αποχής από τις ουσίες και διατηρούν την ψευδαίσθηση ότι έχουν απεξαρτηθεί. Στις θεραπευτικές ομάδες, ο κρατούμενος συνειδητοποιεί ότι υπάρχει διαφορά μεταξύ της αποτοξίνωσης και της απεξάρτησης», προσθέτει.
Ωστόσο, κανείς δεν γίνεται τυχαία τοξικοερξαρτημένος, αφού ακόμη και η χρήση συνδέεται με περιστάσεις που δίνουν την εντύπωση του τυχαίου. Όταν κάποιος κάνει την εξάρτηση τρόπο ζωής, αυτό σχετίζεται με λόγους συνυφασμένους με την ψυχοπαθολογία του, όσο και με το οικογενειακό και κοινωνικό του περιβάλλον.
Οι προκλήσεις της απεξάρτησης
Οι δυο τους λειτουργούν σαν ένα διορθωτικό γονεϊκό πρότυπο για τους κρατούμενους. Η μικρή αυτή κοινωνία των ανθρώπων που αναπνέουν μέσα στα κελιά, ξέρουν ότι υπάρχει ισοτιμία και απουσία επικριτικών σχολίων. Οι ομάδες συμβουλευτικής – ευαισθητοποίησης γίνονται μια φορά τη βδομάδα και οι εξαρτημένοι κρατούμενοι πηγαίνουν εκεί για να εναποθέσουν ένα ακόμα κομμάτι του εαυτού τους, να στηριχθούν ψυχολογικά και να αποκτήσουν κίνητρα για απεξάρτηση.
Βέβαια, οι προκλήσεις είναι πολλές. Ο άνθρωπος που είναι στη χρήση, έχει συνηθίσει να δρα μόνος, οπότε -επειδή έχει πολύ χαμηλή αυτοεκτίμηση και αυτοπεποίθηση- δεν μπορεί να εκφραστεί μέσα στο πλαίσιο μιας ομάδας.
Ακόμα και ανάμεσα στους χρήστες υπάρχουν διακρίσεις ανάλογα με την ουσία, οπότε οι θεραπευτές προσπαθούν να τους εξηγήσουν ότι όλοι είναι ίδιοι, εξαρτημένοι ψυχικά και εγκεφαλικά, και χρειάζονται βοήθεια.
Πολλοί φοβούνται να μιλήσουν ανοιχτά και να εκφράσουν συναίσθημα, γιατί αυτόματα θα εξαπλωθεί σε όλη τη φυλακή. «Το συναίσθημα μέσα στη φυλακή θεωρείται αδυναμία. Μέσα στη φυλακή όποιος κλάψει ή δείξει αδύναμος, την πατά», λέει ο Μιχάλης.
«Εγώ από την πλευρά μου, βρίσκομαι σε έναν ανδροκρατούμενο χώρο που αντιλαμβάνονται διαφορετικά τη γυναικεία υπόσταση, διότι δεν ξέρουν πως μπορούν να ταυτιστούν με μια γυναίκα και δυσκολεύονται να αναγνωρίσουν τον θεραπευτικό μου ρόλο. Αναρωτιούνται πως εγώ που δεν υπήρξα εξαρτημένη, μπορώ να τους καταλάβω και να τους βοηθήσω. Και γενικά έχουν μια στρεβλή πεποίθηση ότι όποιος εξαρτηθεί δεν θεραπεύεται. Αυτό συμβαίνει γιατί βλέπουν επαναληπτικότητα στον εαυτό τους κατά την προσπάθεια τους να σταματήσουν τις ουσίες μόνοι τους. Στη φυλακή είναι πολύ έντονη η ματαίωση» λέει η Ιωάννα.
Η θεωρητική και κλινική προσέγγιση του 18 Άνω λέει πως η απεξάρτηση δεν μπορεί να γίνει μέσα στο καταναγκαστικό πλαίσιο του εγκλεισμού, αλλά μέσα σε καθεστώς ελευθερίας. «Όταν οι κρατούμενοι αποφυλακίζονται, θέλουμε να συνεχίσουν την απεξάρτηση στο πρόγραμμα εκτός φυλακής, αλλά δυστυχώς το ποσοστό είναι σχετικά μικρό. Τους δυσκολεύει να βγουν από τον εγκλεισμό της φυλακής για να πάνε στον εγκλεισμό μιας κλειστής δομής απεξάρτησης.
Μεγάλο ρόλο παίζει η ύπαρξη ενός οικογενειακού ή υποστηρικτικού περιβάλλοντος που θα τους ωθήσει να συνεχίσουν την προσπάθεια που ξεκίνησαν στη φυλακή. Πολλοί δεν έρχονται και τους συναντάμε ξανά στη φυλακή».
«Η παραβατικότητα σχετίζεται με την εξάρτηση»
Ωστόσο, «ένα κοινό, επαναλαμβανόμενο μοτίβο πολλών χρηστών, είναι ότι η παραβατικότητα σχετίζεται με την εξάρτηση, οπότε πρέπει να διαχειριστούν παράλληλα και την εξάρτηση που βιώνουν μέσα από την παραβατικότητα. Η αδρεναλίνη της παραβατικότητας τούς εξιτάρει, έχουν μάθει να αυτοπροσδιορίζονται μέσα από αυτή, να νιώθουν σημαντικοί και αυτάρκεις δηλαδή παρόμοια χαρακτηριστικά με αυτά που προσδίδονται στις ουσίες», αναφέρει η Ιωάννα.
«Όταν αποφυλακίζεται κάποιος, το πρώτο που νιώθει είναι φόβος. Έχει συνηθίσει τον εγκλεισμό, αφού εδώ βλέπει τοίχους, χώμα, κελιά και συρματοπλέγματα και, όταν βγαίνει έξω, βλέπει χρώματα, αυτοκίνητα, ανθρώπους και ένα τρόπο ζωής που έχει χάσει. Οπότε θέλει χρόνο. Επιπλέον, στη φυλακή, τους ανοιγοκλείνουν τέσσερις φορές τη μέρα τα κελιά με ένα μεγάλο κλειδί που κάνει ήχο. Όταν πάνε για ύπνο και δεν το ακούνε, τους κάνει εντύπωση. Παράλληλα, επειδή έχουν μάθει να κινούνται σε πολύ μικρούς χώρους, δυσκολεύονται μέχρι να προσαρμοστούν στο χώρο τους», σημειώνει ο Μιχάλης.
Η κοινωνική επανένταξη δυστυχώς δεν είναι επαρκής. «Όταν εξαρτημένος βγει από τη φυλακή, πέρα από τα προγράμματα που θα πρέπει να ακολουθήσει, θα πρέπει να υπάρχουν δομές, επιμελητές κοινωνικής αρωγής ή κοινωνικοί λειτουργοί που θα τον παρακολουθούν και θα του δίνουν επίδομα μέχρι να βρει δουλειά. Με λίγα λόγια, να υπάρχει δηλαδή κοινωνική πρόνοια στα πρώτα χρόνια της αποφυλάκισης», λέει ο Μιχάλης.
Ο ίδιος θυμάται την περίπτωση ενός κρατούμενου, που βγήκε από τη φυλακή μετά από 20 έτη, χρόνιος χρήστης ουσιών, ο οποίος διέπραττε ληστείες, είχε ένα πατρικό σπίτι για να μείνει, που όμως δεν μπορούσε να συντηρήσει και δεν είχε τη στοιχειώδη οικονομική δυνατότητα να επιβιώσει. «Πώς θα ζήσει αυτός ο άνθρωπος; Δε θα έπρεπε να τον είχαν βάλει σε μια δομή, να τον φροντίσουν, να του βρουν δουλειά; Παρ' όλα αυτά, όταν τον ρωτάω αν έχει μπει στη διαδικασία να σκεφτεί να παρανομήσει μου αναφέρει ότι δεν αντέχει να βγάλει άλλα χρόνια φυλακής. Όμως, για πόσο καιρό ο παραπάνω παράγοντας θα λειτουργεί ανασταλτικά σε αυτόν τον άνθρωπο αν δεν καταφέρει να επιβιώσει;», αναρωτιέται.
Βγαίνοντας, μετά από τις πόρτες που ανοιγοκλείνουν πάλι στο πέρασμά μας, τους ρωτώ πως καταφέρνουν να διαχειριστούν το βάρος των ιστοριών που ακούνε καθημερινά από ανθρώπους που βασανίζονται μέσα στα κελιά και παλεύουν με τους «δαίμονες» στο κεφάλι τους.
«Πολλές φορές εμπλεκόμαστε συναισθηματικά και μπορεί να διαχειριστούμε κάτι πολύ έντονα. Δυστυχώς δεν υπάρχει εποπτεία στους επαγγελματίες ψυχικής υγείας, εγώ προσωπικά πληρώνω για ατομικές θεραπείες», λέει η Ιωάννα.
«Η δική μου αποφόρτιση είναι να συζητάω με την Ιωάννα όσα συμβαίνουν. Τα πρώτα χρόνια έβγαινα από τη φυλακή και δεν μπορούσα να περπατήσω, πήγαινα σπίτι και κοιμόμουν. Τώρα, όταν κλείσει η πόρτα, τα αφήνω όλα πίσω. Έχω μάθει να το διαχειρίζομαι», μου λέει ο Μιχάλης. Η τελευταία πόρτα κλείνει, παραδίδουμε τα καρτελάκια και παίρνουμε πίσω τις ταυτότητές μας. Οι τοίχοι που οριοθετούν μέσα τους τις υπάρξεις, μοιάζουν πιο ψηλοί από ποτέ.
Ακολουθήστε το Reader.gr στα Google News για να είστε πάντα ενημερωμένοι για όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.