Μενού

Άρης Χατζηστεφάνου στο Reader: «Ο καπιταλισμός σκοτώνει τη δημιουργικότητα»

Aris Chatzistefanou
Eurokinissi
  • Α-
  • Α+

Όσο μπορείς, μάζευε εικόνες και δημιούργησε μια ιστορία να έχεις να λες, να διηγείσαι, παρουσιάζοντάς την πιο... σέξι, δίχως όμως να χάσεις τίποτα από την έρευνα και τη σοβαρότητα της ανάλυσης και των συνεντεύξεων.

Εδώ ο καταξιωμένος δημοσιογράφος Άρης Χατζηστεφάνου θα μπορούσε να μιλά για τη μοναξιά του ντοκιμαντερίστα που είναι από μόνη της πηγή έμπνευσης, που τον κάνει να απορεί, να φαντάζεται, να αναζητά τη γενική και κυκλική σκέψη γύρω από το αντικείμενό του και από άλλες πολιτιστικές καταστάσεις.

Θα μπορούσε επίσης να περιγράφει την εικοσαετή διαδρομή του INFOWAR, ενός από τα δημοφιλέστερα και παλαιότερα ελληνικά podcast που επέστρεψε φέτος στην τηλεόραση μέσω του Attica TV, μεταφέροντας εικόνες και ιστορίες από τη Νέα Υόρκη. 

Το «Μεγάλο Μήλο» είναι ένας γεμάτος στιγμές κόσμος που διηγείται τα μυστικά του σε μια ανατρεπτική σειρά ντοκιμαντέρ που ξεκινούν από ένα κομμάτι πίτσας, για να φτάσουν να εξηγήσουν τη σύγχρονη οικονομία, προκαλώντας τον τηλεθεατή με έναν τρόπο ιδιαίτερο και βάζοντας στην εξίσωση το στοιχείο της έκπληξης.

Το τηλεοπτικό INFOWAR είναι ένα κουτί γεμάτο εκπλήξεις και o Άρης Χατζηστεφάνου μιλά στο Personas του Reader για τη νέα του δουλειά που αναλύει με συναρπαστικό, ευφυή και συχνά αστείο τρόπο τις τάσεις της διεθνούς πραγματικότητας.

- Τι θέση έχει το ντοκιμαντέρ στην Ελλάδα των fake news, της έλλειψης παιδείας και της τηλεοπτικής αποχαύνωσης;

«Δυστυχώς, το ντοκιμαντέρ δεν παίζει τον ρόλο που θα έπρεπε στην Ελλάδα, μολονότι υπάρχουν εξαιρετικοί κινηματογραφιστές που θα μπορούσαν να το υποστηρίξουν. Ο λόγος έχει να κάνει με το ότι δεν μπορούν να βρουν χρηματοδότηση αν το θέμα τους αγγίζει έστω και στο ελάχιστο οποιαδήποτε οικονομικά ή πολιτικά συμφέροντα.

Αυτό το ζήτημα, όπως και όλα τα πράγματα στη δημοσιογραφία, σχετίζεται επίσης με το μέγεθος της αγοράς. Δεν λέω ότι τα πράγματα είναι καλύτερα στην Αγγλία ή στην Αμερική, αφού και εκεί επικρατεί χυδαία μορφή προπαγάνδας στα κυρίαρχα Μέσα Ενημέρωσης, όμως μια αγγλόφωνη παραγωγή σου αφήνει πολλά περιθώρια για να κινηθείς. 

Στην Ελλάδα είναι μετρημένοι οι τρόποι χρηματοδότησης και ελέγχονται σε μεγάλο βαθμό από την εκάστοτε κυβέρνηση, είτε αφορά τον κρατικό τομέα είτε τον ιδιωτικό. Ο έλεγχος είναι κοινός. Θα έλεγα μάλιστα ότι είναι πολύ πιο σκληρός στον ιδιωτικό τομέα απ’ ό,τι στον κρατικό. Πλέον βλέπουμε μια τάση σε θέματα που απλώς δεν ενοχλούν.

Μπορεί, δηλαδή, ένα ντοκιμαντέρ να είναι πραγματικά ωραίο όμως δεν αντιμετωπίζει το μεγάλο πρόβλημα της προπαγάνδας και της παραπληροφόρησης. Εν προκειμένω, επιλέγεις τη θεματολογία με τρόπο που γνωρίζεις εξ αρχής ότι δεν θα ενοχλήσεις έτσι ώστε να πάρεις μια χρηματοδότηση και να μπορέσεις να κάνεις τη δουλειά σου. Οπότε μένει το crowdfunding (σ.σ. χρηματοδότηση ενός project με τη συγκέντρωση πόρων μέσω του διαδικτύου) το οποίο βοηθάει αλλά δύσκολα μπορεί να στηρίξει μια μεγάλη παραγωγή. 

Από την άλλη πλευρά, μπορεί πράγματι να ασχοληθείς με κάτι πολύ δημιουργικό και ριζοσπαστικό γιατί ενδέχεται εκείνη τη στιγμή κάποιος σταθμός να θέλει να το προβάλει ενάντια στα συμφέροντα ενός άλλου σταθμού. Αλλά εδώ δεν μιλάμε για ελευθερία έκφρασης. Στην πραγματικότητα, σε βάζουν να σερφάρεις ανάμεσα σε ιδιωτικά συμφέροντα μπας και καταφέρεις να κάνεις τη δουλειά σου».

«Βλέπουμε μια τάση σε θέματα που απλώς δεν ενοχλούν»

infowar
Still EP05/ Aris Chatzistefanou

- Ποιος είναι ο ρόλος του INFOWAR σε αυτό το τοπίο όπου η Ελλάδα βρίσκεται στον πάτο των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των Βαλκανίων αναφορικά με την ελευθερία του Τύπου;

«Δυο επισημάνσεις πάνω σε αυτό… Αρχικώς, το πρόβλημα δεν εμφανίστηκε το 2024. Συμφωνούμε ότι το μεγαλύτερο κομμάτι της έρευνας ενός δημοσιογράφου σε μεγάλα ελληνικά ΜΜΕ είναι να βεβαιωθεί ότι δεν ενοχλεί το αφεντικό του. Και μετά μπορεί να ξεκινήσει την έρευνα για τα στοιχεία του ρεπορτάζ. Πρώτα, δηλαδή, πρέπει να βεβαιωθείς ότι δεν θα σε απολύσουν αν πεις ή αν γράψεις κάτι. Γιατί μπορεί το αφεντικό σου να έχει μια επιχειρηματική σχέση με αυτόν που επικρίνεις… 

Πάντως δεν μου αρέσει να ωραιοποιώ το παρελθόν. Σε όλα τα θέματα. Συνεπώς, δεν μου αρέσει να ωραιοποιώ το παρελθόν της δημοσιογραφίας και να μιλάω για τις… παλιές καλές ημέρες. Τα προβλήματα υπάρχουν εδώ και πολλές δεκαετίες. Προσωπικά, ξεκίνησα σε έναν ραδιοφωνικό σταθμό και στο διπλανό γραφείο ήταν ο Κακαουνάκης και ο Τράγκας! Άνθρωποι, δηλαδή με τους οποίους δεν έχω καμία σχέση δημοσιογραφικά. 

Αυτό που θέλω να πω είναι ότι δεν ήταν καλύτερη η εποχή που ξεκινούσα. Από ‘κει και πέρα, δεν είμαστε μόνοι μας. Υπάρχουν νέα πράγματα που γίνονται στη χώρα μας αναφορικά με την ερευνητική δημοσιογραφία, τα οποία είναι ελπιδοφόρα. Μιλάμε για σοβαρή ερευνητική δημοσιογραφία. 

Ενώ δηλαδή από την πλευρά των κυρίαρχων Μέσων ζούμε ενδεχομένως στη χειρότερη εποχή που έχουμε γνωρίσει ποτέ σε περίοδο δημοκρατίας, υπάρχουν κάποιες εστίες αντίστασης που ισχυροποιούνται και βελτιώνονται».

«Ο καπιταλισμός σκοτώνει τη δημιουργικότητα»

Stills
Stills EP04/Aris Chatzistefanou

- Πώς έγινε η επιλογή της θεματολογίας στο τηλεοπτικό INFOWAR και πώς σχετίζεται με το podcast;

«Κάποιες από τις ιδέες που χρησιμοποιούμε τώρα στην τηλεόραση έχουν δοκιμαστεί τα τελευταία χρόνια στο podcast και προέρχονται από εκεί. Δεν είναι αντιγραφή. Ούτως ή άλλως, δεν υπάρχει αντιγραφή από το ραδιόφωνο στην τηλεόραση. Είναι μια εντελώς νέα παραγωγή. Εξάλλου, στο ντοκιμαντέρ πρέπει να χρησιμοποιήσεις άλλη "γλώσσα" στο αισθητικό κομμάτι. Θα δώσω ένα παράδειγμα. 

Το ραδιοφωνικό podcast στηρίζεται πολύ σε στίχους τραγουδιών. Παίρνω, δηλαδή, αφορμές ή χρησιμοποιώ τραγούδια σε συνέχεια του δικού μου δημοσιογραφικού λόγου. Αυτό δεν μπορείς να το κάνεις στην τηλεόραση αν δεν έχεις το μπάτζετ του BBC ή του CNN και ο λόγος έχει να κάνει με τα πνευματικά δικαιώματα. Εξάλλου, είναι γνωστό ότι ο καπιταλισμός σκοτώνει τη δημιουργικότητα... 

Δεν μιλάω για τραγούδια που θες να χρησιμοποιήσεις γιατί απλώς ακούγονται ωραία. Αλλά για τραγούδια που πλαισιώνουν το ρεπορτάζ σου. Που τα χρειάζεσαι για να εξηγήσεις τον λόγο που οι U2 ή ο Μπομπ Ντίλαν είπαν αυτόν τον στίχο πριν από κάποιες δεκαετίες. Αυτό σημαίνει ότι η διαδικασία αλλάζει πολύ. Σε κάθε περίπτωση, πάντα υπάρχουν τρόποι προκειμένου το αποτέλεσμα να παραμείνει ελκυστικό και να διατηρήσει τα στοιχεία αυτού που λέμε ποπ κουλτούρα. 

Μπορεί, δηλαδή, να βρεις αφορμές από την καθημερινότητα, τις κινηματογραφικές παραγωγές ή τα νέα βιβλία που κυκλοφορούν και να τα αξιοποιήσεις στη δουλειά σου. Αυτό το κάνουμε πολύ στο τηλεοπτικό κομμάτι. Θα δείτε αναφορές σε ταινίες, δελτία ειδήσεων και standup comedy. Είναι στοιχεία που μας βοηθούν στην αφήγηση».

- Για ποια δουλειά σου όλα αυτά τα χρόνια είσαι περισσότερο περήφανος;

«Σίγουρα ξεχωρίζω τις δουλειές που συνδέονται με αποστολές στο εξωτερικό. Θυμάμαι, δηλαδή, τις αποστολές για τη συμπλήρωση 20 χρόνων από την κατάρρευση του Ανατολικού Μπλοκ, όταν ταξίδεψα σε πέντε χώρες. Ήταν ένας συνδυασμός της δουλειάς που γίνεται στο στούντιο με συνεντεύξεις, εικόνες και ηχογραφήσεις στο εξωτερικό. 

Από την άλλη πλευρά, μού έχουν μείνει στο μυαλό ιστορίες που ξεκινούν με τέτοιο τρόπο που ο τηλεθεατής δεν περιμένει ότι θα καταλήξουν σε μια σοβαρή πολιτική ανάλυση. Και αυτό βρίσκεται στον πυρήνα του τηλεοπτικού INFOWAR που προβάλλεται τις τελευταίες εβδομάδες στο Attica TV. Έχουμε, δηλαδή, μια εκπομπή που παίρνουμε το κουτί της πίτσας και πάνω σε αυτό κάνουμε ολόκληρη οικονομική ανάλυση σχετικά με την πορεία του πληθωρισμού σε όλο τον κόσμο. 

Εξηγούμε το πώς έχει καθηλωθεί η ανάπτυξη στις δυτικές καπιταλιστικές χώρες, κυρίως στις ΗΠΑ, από τη δεκαετία του 1970 ενώ όλοι νομίζουμε ότι παράγουν νέα τεχνολογία. Και αυτό θελήσαμε να το δείξουμε με ένα χαρτόνι πίτσα! Επίσης, προσπαθήσαμε να δείξουμε τις ταξικές διαφορές ανάμεσα στους κατοίκους της Νέας Υόρκης παρακολουθώντας τα ποντίκια στο Μανχάταν! Μου αρέσει πολύ το στοιχείο της έκπληξης. Να ξεκινάει, δηλαδή, η εκπομπή με κάτι "ασήμαντο" και να καταλήγει στην πολιτική ανάλυση που εμείς θέλουμε να παρουσιάσουμε».

«Δεν τολμούν να αλλάξουν ούτε τον τίτλο από τα δελτία Τύπου»

Aris Chatzistefanou
Stills EP04/Aris Chatzistefanou

- Πώς αντιλαμβάνεσαι το κομμάτι της ερευνητικής δημοσιογραφίας και με ποιον τρόπο μπορεί να σταθεί όρθια σε μια χώρα όπου τα ΜΜΕ ασθμαίνουν;

«Θα ξεκινήσω λέγοντας ότι πραγματικά δεν ξέρω πώς μπορεί να σταθεί όρθια και βγάζω το καπέλο σε ανθρώπους που συνεχίζουν να το κάνουν, ειδικά τα τελευταία χρόνια. Για παράδειγμα, οι αποκαλύψεις που ήλθαν στη δημοσιότητα για τις υποκλοπές και τις ισραηλινές εφαρμογές που χρησιμοποιήθηκαν για αυτές… Στο εξωτερικό βλέπουμε τέτοια ρεπορτάζ σε πολύ μεγάλα Μέσα Ενημέρωσης με μπάτζετ δεκάδων ή εκατοντάδων χιλιάδων ευρώ προκειμένου να γίνουν τέτοιες έρευνες.

Δυστυχώς, τα κυρίαρχα ΜΜΕ στην Ελλάδα έχουν μετατραπεί στη συντριπτική πλειονότητά τους σε δακτυλογράφους δελτίων Τύπου. Όπως προσπάθησα να εξηγήσω στο τελευταίο βιβλίο μου, το "Προπαγάνδα και Παραπληροφόρηση", έχουμε φτάσει στο σημείο να βλέπουμε δελτία Τύπου στα οποία οι συντάκτες δεν τολμούν να αλλάξουν ούτε τη φωτογραφία που στέλνει μια εταιρεία ή ένα Υπουργείο! 

Δεν τολμούν να αλλάξουν ούτε τον τίτλο με αποτέλεσμα να βγάζουν όλοι σαν δικό τους κομμάτι ένα πανομοιότυπο κείμενο. Αυτό είναι η μια πλευρά της ιστορίας που δεν είναι δημοσιογραφία. Μέχρι να φτάσεις στην ερευνητική δημοσιογραφία, θα καταλάβεις πόσο τεράστιο χάσμα υπάρχει. Δυστυχώς η οικονομική κρίση έπαιξε καταστροφικό ρόλο στην εξαφάνιση της ερευνητικής δημοσιογραφίας. 

Σταμάτησαν να γίνονται αποστολές… Ένας συντάκτης, ακόμα και αν έχει την ελευθερία από τον αρχισυντάκτη του, δεν την έχει από το ίδιο το οικονομικό σύστημα. Αν, δηλαδή, ο ρεπόρτερ πρέπει να γράψει και να παρουσιάσει δυο ειδήσεις τη μέρα, ενώ θα έπρεπε να ερευνά και να γράφει ένα θέμα την εβδομάδα ή τον μήνα για να το κάνει σωστά, το ίδιο το σύστημα ρίχνει την ποιότητα. 

Δεν χρειάζεται να έχεις μια παραδοσιακού τύπου λογοκρισία όπου έρχεται ο διευθυντής ή η αστυνομία και σε… μαζεύουν. Μπορούν να σε αφήσουν με μια αυταπάτη ελευθερίας, ότι "Εντάξει, τι πρόβλημα έχεις; Δεν σου λέει κανείς τι να γράψεις" αλλά ξέρουν ότι δεν μπορείς να ψάξεις σε  βάθος για να αποκαλύψεις πράγματα. Ξέρουν ότι θα αυτολογοκριθείς σε δεύτερο επίπεδο και όλα αυτά καταστρέφουν την ερευνητική δημοσιογραφία».

- Πώς μετράς την επιτυχία μιας δουλειάς; Σε αγχώνουν τα νούμερα;

«Εντάξει, πάντα θες να δουν τη δουλειά σου όσο περισσότεροι άνθρωποι γίνεται. Από εκεί ξεκινάς και γι’ αυτό το κάνεις. Ειδικά στις δικές μας δουλειές που… ψιλομέσα μπαίνουμε κάθε φορά. Μερικές φορές όμως υπάρχει και κάτι άλλο που σου δίνει ικανοποίηση. Να βλέπεις, δηλαδή, ότι υπάρχει ανταπόκριση δίνοντας παράλληλα νέες ιδέες σε ανθρώπους που θα κάνουν κάτι δικό τους, δημιουργικό. 

Από το να πάρει κάποιος, ακόμα και ένας πολιτικός, τη δική σου έρευνα και να τη χρησιμοποιήσει μέχρι να εμπνεύσεις έναν άλλο ντοκιμαντερίστα ή κάποιον άλλο δημοσιογράφο… Μου έχει τύχει κι εμένα με κείμενα και εκπομπές που αισθάνθηκα ότι δεν πήγαν τόσο καλά να βλέπω ότι επηρέασαν κάποιους ανθρώπους στον τρόπο σκέψης τους. Είναι και αυτό κάτι. Να βλέπεις νέους ανθρώπους που κατάλαβαν τι έχεις να τους πεις, που συμφώνησαν κατ’ αρχήν και πήγαν ένα βήμα παραπέρα».

- Πώς σχολιάζεις τη μαζική παραγωγή podcast; Με δεδομένο ότι ήσουν από τους πρωτοπόρους σε αυτό το κομμάτι… Ενδεχομένως παράγουμε περισσότερα podcast από όσα μπορούμε να καταναλώσουμε;

«Δεν είναι ότι ανακάλυψα την Αμερική. Το INFOWAR ήταν μια ραδιοφωνική εκπομπή, από τις πρώτες ουσιαστικά που “ανέβαιναν” σε σταθερά χρονικά διαστήματα και έτσι μετατρέπονταν σε podcast. Υπό αυτή την έννοια, ήταν από τα πρώτα podcast που εμφανίστηκαν στην Ελλάδα, κλείνοντας σχεδόν 20 χρόνια. Βλέποντας τη μεγάλη εικόνα σήμερα, είναι πολύ θετικό ότι υπάρχει ποικιλία. 

Εξάλλου, το podcast είναι ένα μέσο που σου επιτρέπει να αντιμετωπίσεις οικονομικά προβλήματα. Μπορεί δηλαδή να γίνει μια σχετικά φθηνή παραγωγή που θα έχεις την ευκαιρία να πεις πράγματα και να το κάνεις γρήγορα. Εν αντιθέσει με την τηλεόραση που μπορεί να έχεις μια αποκάλυψη αλλά μέχρι να βγει το ντοκιμαντέρ, ενδέχεται να περάσουν κάποια χρόνια και το θέμα να μην είναι πια στην επικαιρότητα…

Δεν λέω ότι το podcast είναι απλή υπόθεση, ότι απλώς παίρνεις το μικρόφωνο και μιλάς. Προφανώς χρειάζεται να γίνει δουλειά αλλά με λιγότερα μέσα σε σχέση με την τηλεόραση και αυτό είναι σίγουρα θετικό. Όσο ο κόσμος ζητάει πράγματα on demand, είτε είναι στο ραδιόφωνο, είτε στην τηλεόραση, θα αυξηθούν και τα podcast. Πλέον έχεις τη δυνατότητα να επιλέξεις τα πράγματα που θες να ακούσεις. Δεν έχεις έναν ραδιοφωνικό σταθμό όπου μπορεί να σε ενδιαφέρει μόνο μια εκπομπή και στη συνέχεια να ακούς 23 ώρες... σαβούρα ή άσχετα πράγματα».

«Δεν ανέχεται πλέον η κρατική τηλεόραση να κάνει σοβαρές δουλειές»

Aris Chatzistefanou
Aris Chatzistefanou

- Γιατί έχουν περιοριστεί οι ποιοτικές παραγωγές ντοκιμαντέρ; Έχει να κάνει μόνο με το οικονομικό κομμάτι; Ή ο μέσος τηλεθεατής δεν έχει εκπαιδευτεί να παρακολουθεί τέτοιες δουλειές;

«Δεν πρέπει να είμαστε απόλυτοι σε αυτό. Γίνονται ωραία πράγματα κατά καιρούς. Για να απαντήσω όμως στην ερώτησή σου, το ζήτημα έχει να κάνει με τις αλλαγές στην κρατική τηλεόραση. Τα ντοκιμαντέρ που με επηρέασαν στο παρελθόν και με ώθησαν να ασχοληθώ με αυτό το είδος τα έβλεπα στην ΕΡΤ. Ήταν οι δουλειές του Κούλογλου και του Αυγερόπουλου, το "Ρεπορτάζ χωρίς Σύνορα" και ο "Εξάντας". 

Τέτοια ντοκιμαντέρ δεν μπορούν να γίνουν σήμερα, δεν ανέχεται πλέον η κρατική τηλεόραση που έχει τα χρήματα να κάνει σοβαρές δουλειές. Έχει πέσει μαύρο σε τέτοιου είδους ανεξάρτητες παραγωγές. Θεωρώ, λοιπόν, πολύ σημαντικό παράγοντα τον τερματισμό αυτών των προσπαθειών. Μετά ξεκινούν τα ζητήματα που ανέφερα νωρίτερα σχετικά με τις οικονομικές δυσκολίες, τη χρηματοδότηση και ποιος την ελέγχει. 

Προσωπικά, η μόνη φορά που απευθύνθηκα σε κρατικό φορέα ζητώντας χρηματοδότηση ήταν για το ντοκιμαντέρ "Το Τελευταίο Ταξίδι" που έχει στο επίκεντρο τα δυο ταξίδια του Νίκου Καζαντζάκη στην Ιαπωνία. Έστειλα το σενάριο εξηγώντας ότι στηρίζεται στο βιβλίο του Καζαντζάκη, το "Ταξιδεύοντας Ιαπωνία-Κίνα" αλλά εγώ θα ασχοληθώ μόνο με την Ιαπωνία. Και μου απάντησαν λέγοντάς μου "δυστυχώς δεν εγκρίνεται, παρά το γεγονός ότι βρήκαμε εξαιρετικές τις εικόνες που μεταφέρετε από την... Κίνα"!

Τους είπα, δηλαδή, ότι θα κάνω ένα ντοκιμαντέρ για την Ιαπωνία και μου είπαν "πολύ ωραία μας τα λέτε για την Κίνα" (γέλια). Τώρα αυτό ήταν πολιτική απόφαση; Ήταν... τσαπατσουλιά εκείνου που έπρεπε να κρίνει; Θέλω να πω ότι υπάρχει ένα πρόβλημα χρηματοδότησης, όπως θέλει να το δει κανείς».

- Έπαιξε ρόλο η απαξίωση των δημοσιογράφων από τον κόσμο; Απαξίωση για την οποία έχουν και οι ίδιοι οι δημοσιογράφοι ευθύνη.

«Σε ό,τι μας αφορά, κάνουμε τη δουλειά μας. Και έχουμε τη δυνατότητα, λόγω του επαγγέλματος, να ψάχνουμε κάποια πράγματα και να τα παρουσιάζουμε. Το ότι μειώνονται αυτοί που το κάνουν, για τους λόγους που εξηγήσαμε, δεν σημαίνει ότι είμαστε εμείς κάτι φοβερό ή κάτι παραπάνω. Κάνουμε τα απολύτως απαραίτητα της δημοσιογραφίας.

Δεν αισθάνθηκα ποτέ αλήτης ή ρουφιάνος. Δεν με πείραξε όμως όταν ο κόσμος φώναζε "Αλήτες Ρουφιάνοι Δημοσιογράφοι". Αυτός ο κόσμος καταλαβαίνει ότι υπάρχουν δημοσιογράφοι που το παλεύουν. Δεν μπορείς όμως να βγεις σε μια πορεία και να πεις "Αλήτες Ρουφιάνοι Δημοσιογράφοι... Εξαιρουμένων του τάδε και του δείνα". 

Είναι ένα σύνθημα που εκφράζει τη γενική δυσφορία και πολύ καλά κάνει και την εκφράζει. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχουν άνθρωποι που κάνουν ό,τι μπορούν στον χώρο».

Aris Chatzistefanou

- Νιώθεις ότι το INFOWAR τραβάει, τρόπον τινά, τον δικό του μοναχικό δρόμο; Και πώς βλέπεις την εξέλιξή του τα τελευταία 20 χρόνια;

«Το INFOWAR έχει μια περίεργη διαδρομή αφού η βασική ιδέα του ξεκίνησε μέσα στα κυρίαρχα Μέσα Ενημέρωσης. Ο κορμός του ήταν η δουλειά που έκανα για το BBC World Service όταν ήμουν στο Λονδίνο αλλά πολύ περισσότερο ως ανταποκριτής στην Κωνσταντινούπολη, όταν έστελνα μικρές ιστορίες μέσα από τραγούδια, μικρές συνεντεύξεις και ηχητικά. Αυτό μετατράπηκε στη συνέχεια σε μια ραδιοφωνική εκπομπή, πάλι σε μεγάλο Μέσο Ενημέρωσης. Μέχρι που έφυγα από εκεί.

Ακολούθως, απέκτησε τον δικό του χαρακτήρα ως ανεξάρτητη ραδιοφωνική εκπομπή. Σε λίγο κλείνουμε δυο δεκαετίες. Γύρω από το ραδιοφωνικό INFOWAR στήθηκε το site, υπάρχει σελίδα στην Εφημερίδα των Συντακτών και πλέον επέστρεψε ως τηλεοπτικό. Υπήρξε μια χρονιά, το 2007, που ήταν τηλεοπτικό και φέτος επέστρεψε ως μια σειρά από δέκα μίνι ντοκιμαντέρ. Δεν είναι απόλυτα ερευνητική δημοσιογραφία. Είναι περισσότερο παρουσίαση σοβαρών πολιτικών και οικονομικών αναλύσεων με έναν εντελώς διαφορετικό τρόπο.

Πρόκειται για αναλύσεις τις οποίες συνήθως βλέπουμε να παρουσιάζονται είτε με πολύ… ακαδημαϊκό τρόπο, είτε με μια ξύλινη γλώσσα. Σε αυτές τις περιπτώσεις, το περιεχόμενό τους μπορεί να είναι εξαιρετικό όμως δεν καταφέρνουν να προσεγγίσουν ένα ευρύτερο ακροατήριο. Το INFOWAR, σε όλες τις μορφές του, θέλει να πετύχει ακριβώς αυτό.

Να πιάσει νεότερο κόσμο και να του παρουσιάσει θέματα για τα οποία μπορεί να σκέφτεται: "ωχ, τώρα! Δεν μπορώ να κάτσω να ακούσω μισή ώρα για τη Γενοκτονία στη Γάζα". Θέλουμε να παρουσιάσουμε το περιεχόμενο με έναν τρόπο που θα σε κρατήσει στο ραδιόφωνο, που θα σε κάνει να διαβάσεις μια ολόκληρη σελίδα στην εφημερίδα ή να κάτσεις να δεις μια εκπομπή».

Cops
Stills/Aris Chatzistefanou

- Και πώς μπορείς να το πετύχεις;

«Υπάρχει μια λεπτή γραμμή όταν προσπαθείς να κάνεις ένα θέμα πιο ελκυστικό για το κοινό. Μερικές φορές πρέπει να κινηθείς σε… ξένα χωράφια. Ακόμη και στον χώρο της σάτιρας. Το αντίστροφο γίνεται αρκετά συχνά και με μεγάλη επιτυχία. 

Δηλαδή, γνωστοί κωμικοί όπως ο Τζον Όλιβερ στις ΗΠΑ ή ο Χριστόφορος Ζαραλίκος στην Ελλάδα έχουν φτάσει να κάνουν σοβαρή ερευνητική δημοσιογραφία. Αυτό που πρέπει όμως να προσέξει ο δημοσιογράφος είναι να μην ρίξει το επίπεδο φτάνοντας να προσβάλει το κοινό του και το ίδιο του το θέμα».

- Ποια είναι τα επόμενα πλάνα σου μετά την επιστροφή του INFOWAR στην τηλεόραση;

«Σε αυτές τις παραγωγές δουλεύουμε λίγο... ελληνικά. Μη φανταστείτε, δηλαδή, ότι τελειώσαμε τα δέκα επεισόδια και τώρα απλώς προβάλλονται στο Attica. Είναι σαν τους Ολυμπιακούς Αγώνες, μέχρι την τελευταία μέρα... σκάβαμε. Οπότε δεν μπορώ να σκεφτώ τίποτα μέχρι να ολοκληρωθεί το project. 

Σίγουρα θα θέλαμε να τα δούμε στο εξωτερικό. Στο παρελθόν έχουμε κάνει κάποια ντοκιμαντέρ που "πατάνε" στην Ελλάδα προκειμένου να είναι ελκυστικά στο ελληνικό κοινό, έχοντας παράλληλα μια διεθνή θεματολογία.  Το "INFOWAR: Ιστορίες από το Gotham City" έρχεται από τη Νέα Υόρκη, επομένως θέλουμε να απευθυνθούμε σε ένα διεθνές κοινό και θα δούμε πού θα μας βγάλει. Τα άλλα παραμένουν. Το podcast και η Εφημερίδα των Συντακτών συνεχίζουν κανονικά»

***

* Το «INFOWAR: Ιστορίες από το Gotham City» προβάλλεται αποκλειστικά από το Attica TV, σε πρώτη προβολή τα μεσάνυχτα της Παρασκευής και σε επανάληψη το Σάββατο στις 20:00.

Το μοντάζ και τη σκηνοθετική επιμέλεια υπογράφει ο Άρης Τριανταφύλλου. 

Έρευνα: Χρήστος Αβραμίδης. 

Διεύθυνση φωτογραφίας: Θάνος Τσάντας. 

Οργάνωση παραγωγής: Κατερίνα Κωνσταντοπούλου. 

Πρωτότυπη μουσική: Ερμής Γεωργιάδης. 

Google News

Ακολουθήστε το Reader.gr στα Google News για να είστε πάντα ενημερωμένοι για όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.