Μενού
koutalianoi
Ο Παναγής (αριστερά) και ο Δημήτρης (δεξιά) Κουταλιανός | Τύπος της εποχής
  • Α-
  • Α+

«Σίδερα μασάει ο Κουταλιανός, τρένα σταματάει ο Κουταλιανός, πέτρες ροκανίζει ο Κουταλιανός  και βουνά γκρεμίζει ο Κουταλιανός. Κι αν μασάει σίδερα και κάνει το λιοντάρι, στο τσαρδί του ο Κουταλιανός, τρέμει σαν το ψάρι στην κυρά του μπρος, αχ πώς τη φοβάται ο φτωχός Κουταλιανός, τρέμει σαν το ψάρι στην κυρά του μπρος, αλλά μην το πείτε κανενός». Σίγουρα οι περισσότεροι, αν όχι όλοι, θα έχετε ακούσει το γνωστό λαϊκό τραγούδι που πρωτοερμήνευσε ο Γιάννης Καλατζής σε στίχους του Λευτέρη Παπαδόπουλου και μουσική του Μάνου Λοΐζου.

Και σίγουρα οι περισσότεροι, αν όχι όλοι, θα θεωρείτε πως μιλάει για τον θρυλικό Κουταλιανό. Θα μπορούσε αλλά όχι. Το τραγούδι κυκλοφόρησε το 1972 και σύμφωνα με τον Λευτέρη Παπαδόπουλο μιλάει για τον αρχιπραξικοπηματία Γεώργιο Παπαδόπουλος ο οποίος ήταν σκληρός με τους πολιτικούς του αντιπάλους τους οποίους έστελνε στα ξερονήσια και στα μπουντρούμια της ΕΣΑ αλλά μπροστά στην κυρά Δέσποινα ήταν... γατούλης! Αλλά μιας και αναφερθήκαμε στον Κουταλιανό, να αναφερθούμε σε μια συνηθισμένη παρεξήγηση. Ο περισσότερος κόσμος μπερδεύεται και αναρωτιέται πως είναι δυνατόν ένας άνθρωπος, όσο δυνατός και να είναι, να έζησε πάνω από 150 χρόνια! Ο Κουταλιανός δεν είναι ένας άνθρωπος. Είναι... δυο!

Ο Παναγής Κουταλιανός

Ας ξεκαθαρίσουμε, λοιπόν, τα πράγματα. Το 1847, σε ένα μικρό νησάκι της Προποντίδας, την Κούταλη, γεννιέται ο Παναγής Αντωνίου. Ο πατέρας του ήταν κύπριος ναυτικός. Ο μικρός Παναγής λίγο πριν ενηλικιωθεί αποφασίζει να ακολουθήσει τα χνάρια του πατέρα του και να γίνει ναυτικός. Ταυτόχρονα, όμως, λέγεται πως είχε τεράστια δύναμη στα χέρια και όλοι τον ήθελαν κοντά τους για να τους κάνει τις βαριές δουλειές στα χωράφια. Εκείνος, όμως, το είχε πάρει απόφαση. Θα έφευγε με το καράβι για ΗΠΑ. Στα 19 του χρόνια, σήκωσε την άγκυρα με τα χέρια του και σάλπαρε. Λάθος; Όχι. Κανένα λάθος. Ο θρύλος αυτό ακριβώς, λέει. Υποτίθεται πως η άγκυρα του πλοίου είχε ένα πρόβλημα και δεν σηκωνόταν και έτσι την τράβηξε με τα χέρια του ο Παναγής Κουταλιανός, ο Παναγής, δηλαδή, από την Κούταλη.

Η τρομακτική μυική δύναμη που είχε στα χέρια, δεν τον άφησε να μακροημερεύσει ως ναυτικό. Ο νεαρός μούτσος έμαθε την πάλη στα λιμάνια που σταματούσε με το εμπορικό του και τελικά γύρισε όλο τον κόσμο ως παλαιστής και αρσιβαρίστας αρχικά, πριν ξεκινήσει την περιπέτεια με τις απόκοσμες επιδείξεις του, με τα κανόνια να πυροδοτούνται στην αγκαλιά του και τα άγρια θηρία να τον τρέμουν! Ο θρύλος τον θέλει να μην έχει χάσει ποτέ αγώνα πάλης ή δύναμης.

Ο Κουταλιανός συνήθιζε να φορά το δέρμα μιας τίγρης, την οποία φέρεται να είχε στραγγαλίσει σε έναν από τους αγώνες του που έμοιαζαν με ρωμαϊκή αρένα. Σε εκείνον τον αγώνα, σύμφωνα με τον θρύλο, οι Μεξικανοί διοργανωτές ήθελαν να κάνουν ντόρο και αντί, όπως είχαν συμφωνήσει, να του βάλουν ως αντίπαλο έναν άλλο παλαιστή, «έριξαν» στο ρινγκ μια τίγρη! Ο Κουταλιανός, όμως, δεν... μασούσε. Η καημένη η τίγρης, πάλεψε και τραυμάτισε τον Κουταλιανό αλλά τελικά υπέκυψε τελικά στις μέγγενες που είχε για χέρια ο μασίστας. 

Και επειδή, ούτως ή άλλως, κινούμαστε στα όρια του παραμυθιού και του θρύλου, ας αναφέρουμε και την έτερη εκδοχή που υπάρχει για τη συγκεκριμένη ιστορία. Λέγεται, λοιπόν, πως ο αγώνας αυτός δεν έγινε στο Μεξικό αλλά στην Κωνσταντινούπολη! Εκεί ο Κουταλιανός νίκησε τον καλύτερο παλαιστή της Υψηλής Πύλης, γι’ αυτό και του ρίξανε λέει την τίγρη, για να τον κατασπαράξει για την ντροπή που προκάλεσε στον σουλτάνο. Ο Παναγής όμως την έσκισε στα δυο και πέρασε στη σφαίρα του θρύλου.

Μεγαλώνοντας, παράτησε τα ρινγκ και τους αγώνες και πέρασε πια στις επιδείξεις δύναμης. Έσπαγε αλυσίδες, πέτρες, βράχους, βέργες. Έκανε άρση βαρών με τα δόντια. Λύγιζε κέρματα με τα δάχτυλα. Ξερίζωνε δέντρα και πολλά άλλα που αλήθεια ή υπερβολές έχουν όλα τη δική τους αξία. Με την πάροδο του χρόνου, ωστόσο, φαίνεται πως ο Παναγής κουράστηκε, εγκατέλειψε τις επιδείξεις και τα ίχνη του χάθηκαν. Κατά μια εκδοχή, πέθανε στην Κωνσταντινούπολη το 1916, από γάγγραινα. Λέγεται ότι αφαίρεσε μόνος του έναν κάλο που είχε και το σημείο μολύνθηκε προκαλώντας τελικά γάγγραινα. Καθόλου ηρωικός θάνατος. Σύμφωνα με άλλες μαρτυρίες ο Παναγής Κουταλιανός πνίγηκε ψαρεύοντας ή δηλητηριάστηκε από τους Τούρκους! Περισσότερο ταιριαστό αυτό.

Ο Δημήτρης Κουταλιανός

Ο Μικρασιάτης λογοτέχνης και ζωγράφος Φώτης Κόντογλου έγραφε το 1951, στην εφημερίδα Ελευθερία, όπου διατηρούσε μόνιμη εβδομαδιαία στήλη με τίτλο «Κυριακάτικα θέματα»: «Μου φαίνεται πως κανένα όνομα δεν έδεσε τους Έλληνες μεταξύ τους ύστερα από τον Κωνσταντίνο Παλαιολόγο, όσο ο Κουταλιανός. Γιατί είχε μεγάλη σημασία, για μια φυλή ρημαγμένη, φτωχιά, σκόρπια σε κάθε μέρος του κόσμου, βασανισμένη και πολλές φορές στερημένη και πεινασμένη να βγάλει τον πιο χειροδύναμο άνθρωπο της οικουμένης, που έβαζε κάτω όλους τους παλληκαράδες που βγήκανε από έθνη πλούσια, δυνατά και καλοπερασμένα».

Και επειδή το επίθετο δεν έπρεπε να «χαθεί» ο συνεχιστής είχε βρεθεί στο πρόσωπο του Δημήτρη Κουταλιανού ο οποίος ήταν (κατά την πιθανότερη εκδοχή) εγγονός του Παναγή.

Ο Δημήτρης Μακρής γεννήθηκε το 1915 (και αυτός) στην Κούταλη και από την ηλικία των 20 ξεκίνησε να κάνει επιδείξεις δύναμης με το ψευδώνυμο Κουταλιανός. Ο Δημήτρης σαν εγγονός του Παναγή θέλησε να συνεχίσει τον μύθο του πατέρα του και από πολύ μικρός είχε δείξει τη δύναμη του.

Λέγεται ότι στην Κάσο έσυρε μόνος του ένα καΐκι στη θάλασσα. Το γεγονός μαθεύτηκε και τότε όλοι θυμήθηκαν τον Παναγή, ο θρύλος ξαναζωντάνεψε και όλα στη συνέχεια πήραν τον δρόμο τους. Σε νεαρή ηλικία λέγεται ότι ένας γάιδαρος είχε δαγκώσει τον Δημήτρη και ο μικρός νευρίασε τόσο πολύ που του έριξε μία μπουνιά και τον έριξε αναίσθητο. Τότε ο δάσκαλος του τον παρότρυνε να ασχοληθεί με τις επιδείξεις, και έτσι κι έκανε. Όσο μεγάλωνε τόσο πιο μεγάλα ρίσκα έπαιρνε. Αν και κάθε άλλο παρά με γίγαντα έμοιαζε, ο σύγχρονος Κουταλιανός σταματούσε αυτοκίνητα με τα χέρια του, τραβούσε νταλίκες με ιμάντα.

Όπως και ο πρόγονός του έτσι και αυτός ξεσήκωνε τα πλήθη με φοβερές επιδείξεις οι οποίες, ουσιαστικά, ήταν νεότερες εκδοχές αυτών που έκανε ο Παναγής. Μια από αυτές ήταν το κανόνι: Σε αυτό το αγώνισμα ο Κουταλιανός κρατώντας στα χέρια του ένα κανόνι μεγάλου βάρους το πυροδοτούσε και κατάφερνε να μείνει ατράνταχτος στη θέση του. Μια άλλη ήταν τα αυτοκίνητα: Κρατώντας στο κάθε χέρι έναν ιμάντα κατόρθωνε να συγκρατεί αυτοκίνητα (Πολλές φορές πάνω από ένα στο κάθε χέρι) ανεξαρτήτως κυβισμού τα οποία πάσχιζαν να ξεφύγουν. Λέγεται πως πρόσφερε μεγάλη αμοιβή σε όποιον κατάφερνε να ξεφύγει με το αυτοκίνητό του από τα χέρια του κάτι που όμως δεν κατάφερε ποτέ κανείς. Τέλος, ήταν και η λάμα: Με τη μυική του δύναμη λύγιζε μία παχιά μεταλλική λάμα σε σχήμα σπιράλ.

Ο άνθρωπος που ανησυχούσε πιο πολύ από όλους για τον Κουταλιανό και βρισκόταν πάντα στις επιδείξεις του ήταν η γιαγιά του. Καθόταν με το σκαμνάκι της κοντά στο σημείο των επιδείξεων και έκλαιγε από τον φόβο της, μέχρι να τελειώσουν τα επικίνδυνα νούμερα και να βεβαιωθεί ότι ο εγγονός της είναι σώος και αβλαβής.

Τα τελευταία χρόνια της ζωής του ζούσε με την οικογένειά του στην Αθήνα, συνήθιζε όμως να ταξιδεύει συχνά. Σε ένα από αυτά τα ταξίδια του στη Ρόδο, μια ημέρα σαν σήμερα πριν από 24 χρόνια, έφυγε από τη ζωή και μαζί του έσβησε και ο τελευταίος μασίστας. Οι καιροί, πλέον, έχουν αλλάξει και χώρος για μύθους δεν υπάρχει.

Google News

Ακολουθήστε το Reader.gr στα Google News για να είστε πάντα ενημερωμένοι για όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.