Υπάρχει μια ιστορία. Κανείς δεν ξέρει αν είναι αληθινή ή όχι. Αν μέσα στο πέρασμα του χρόνου έχει αλλοιωθεί ή όχι. Σε κάθε περίπτωση, πάντως, μικρή σημασία έχει. Αυτή η ιστορία είναι άκρως διδακτική και ως τέτοια συνεχίζει να μεταφέρεται από στόμα σε στόμα. Ένα πρωινό του 1929, λοιπόν, ο Τζόζεφ Κένεντι, πατέρας του μετέπειτα δολοφονηθέντος προέδρου των Ηνωμένων Πολιτειών, Τζον Φ.Κένεντι, πήγαινε στο χρηματιστήριο της Wall Street. Πριν μπει στο «Ναό του Χρήματος», σταμάτησε για να γυαλίσει τα παπούτσια του. Εκεί, άκουσε με έκπληξη τον λούστρο να του δίνει μια... «εμπιστευτική πληροφορία» για το χρηματιστήριο. Ο Κένεντι σοκαρίστηκε! «Αν ο λούστρος μου γνωρίζει περισσότερα από εμένα, κάτι δεν πάει καλά στη χρηματιστηριακή αγορά». Λίγη ώρα μετά πούλησε όλες τις μετοχές του και κάπως έτσι γλίτωσε την περιουσία του!
Ακόμα και σήμερα, στις Ηνωμένες Πολιτείες, το χρηματιστηριακό κραχ του 1929 είναι μαζί με την «ημέρα της Ανεξαρτησίας» και την ιαπωνική επίθεση στο Περλ Χάρμπορ, τρεις από τις σημαντικότερες ημερομηνίες στην πορεία της χώρας. Είναι ένα γεγονός που έχει αφήσει βαθύ σημάδι στο υποσυνείδητο των Αμερικανών. Ακόμα και την εποχή των «golden boys» η μόνη σκέψη που μπορούσε να «σκοτεινιάσει» τις σκέψεις όσων ήταν εκείνες οι «μαύρες ημέρες» της Wall Street που μπορεί κάποια στιγμή να επιστρέψουν.
Από το οικονομικό θαύμα στον οικονομικό όλεθρο
Η αυγή της δεκαετίας του 1920 βρήκε τις ΗΠΑ στα καλύτερά τους. Σε μια περίοδο πραγματικής ευημερίας. Σημαντικό ρόλο σε αυτό έπαιξε το γεγονός πως η Ευρώπη είχε ρημάξει από τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο και οι Ηνωμένες Πολιτείες είχαν αναλάβει το μεγαλύτερο μέρος της παγκόσμιας παραγωγής. Η ανεργία ήταν μια άγνωστη λέξη για τους Αμερικανούς αφού στα... χειρότερα της ίσα - ίσα που άγγιξε το 4%. Την ίδια περίοδο το μέσο κατά κεφαλήν εισόδημα αυξήθηκε από τα 6.500 δολάρια στα 8.000 δολάρια! Η αυτοκινητοβιομηχανία «εκτοξεύτηκε» αφού 26.000.000 αυτοκίνητα κυκλοφορούσαν μόνο στις ΗΠΑ. Οι κυβερνήσεις δαπάνησαν περίπου 1 δισ. δολάρια για να φτιάξουν υποδομές που σχετίζονται με την κίνηση στους δρόμους.
Το βιωτικό επίπεδο του μέσου Αμερικανού εκτινάχθηκε. Σχεδόν σε όλα τα σπίτια, πλέον, υπήρχαν πλυντήρια, ψυγεία, ηλεκτρικές σκούπες. Οι άνθρωποι της υπαίθρου βλέποντας αυτή την ευημερία άφηναν τα χωράφια τους και μετακόμιζαν στα μεγάλα αστικά κέντρα για να κάνουν και αυτοί τη... μεγάλη ζωή. Όλοι ζούσαν μέσα σε μια επίπλαστη ευημερία και ήταν χαρούμενοι με τα λεφτά που νόμιζαν πως είχαν.
Το καλοκαίρι του 1929 ήταν η απόλυτη αποθέωση. Είναι ενδεικτικό πως ακόμα και ο μέσος εργάτης δανειζόταν από τις τράπεζες προκειμένου να «παίζει» με σίγουρες μετοχές στο χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης. Ο βιομηχανικός δείκτης Dow Jones έφθασε στο υψηλότερο σημείο του, στις 381.17 μονάδες στις 3 Σεπτεμβρίου 1929. Το χρηματιστήριο υποσχόταν γρήγορα κέρδη, η συντριπτική πλειονότητα όσων έκαναν επενδύσεις έβγαιναν κερδισμένοι και θεωρούσαν ότι θα συνέχιζε να αναπτύσσεται επ’ αόριστον. Κανείς δεν έβλεπε την «τέλεια καταιγίδα» που ερχόταν. Ή μάλλον, για να είμαστε ακριβείς, λίγοι ήταν αυτοί που την έβλεπαν να έρχεται. Προειδοποίησαν αλλά μέσα σε αυτό το διαρκές πανηγυρικό κλίμα που είχε δημιουργηθεί κανείς δεν τους άκουγε ή δεν ήθελε να τους ακούσει. Έκαναν λόγο για «φούσκα» η οποία ήταν έτοιμη να σκάσει και να παρασύρει τα πάντα στο πέρασμα της. Φωνή βοώντος εν τη ερήμω. Όλα, ωστόσο, άλλαξαν δραματικά, την Πέμπτη 24 Οκτωβρίου 1929. Την «Μαύρη Πέμπτη».
Την προηγούμενη ημέρα, στις 23 Οκτωβρίου 1929, ο Dow Jones σημείωσε πτώση 6,3%. Ήταν η προειδοποιητική βολή. Τα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων έκαναν λόγο για το «μεγάλο ξεπούλημα». Τότε ήταν που οι περισσότεροι είδαν αυτό που ερχόταν. Την Πέμπτη, την επομένη ημέρα δηλαδή, λίγα λεπτά μετά το κουδούνι της έναρξης ο βιομηχανικός δείκτης της Wall Street βρέθηκε στο -11%. Το «party» μόλις είχε ξεκινήσει. Μέσα στις επόμενες ώρες 13 εκατομμύρια μετοχές άλλαξαν χέρια, αριθμός ρεκόρ για τα χρηματιστηριακά χρονικά. Πανικός! Οι μεγάλοι «παίκτες» της Wall Street άρχισαν να αγοράζουν μαζικά τα καλά χαρτιά (blue chips), σε μια προσπάθεια να συγκρατήσουν την πτώση. Η τακτική αυτή είχε αποδώσει στη χρηματιστηριακή κρίση του 1907, όχι όμως και τώρα. Ήταν τέτοια η πτώση που κάποιες μετοχές δεν ήταν δυνατόν να πουληθούν σε οποιαδήποτε τιμή.
Μεγάλο πλήθος επενδυτών συγκεντρώθηκαν έξω από τη Wall Street πεπεισμένοι πως κάτι συμβαίνει μέσα στην αίθουσα. Κανείς δεν μπορούσε να δικαιολογήσει όλο αυτό τον πανικό και όλοι έπλαθαν διάφορα σενάρια για το τι συμβαίνει. Χρειάστηκε η επέμβαση της αστυνομίας για να συγκρατήσει το πλήθος. Μέχρι το μεσημέρι 11 πολλοί γνωστοί «παίκτες» είχαν αυτοκτονήσει πηδώντας από τα παράθυρα. Ήταν ένας πραγματικός εφιάλτης.
Στη συνεδρίαση της επόμενης ημέρας οι απώλειες κάπως συγκεντρώθηκαν αλλά αυτό, όπως αποδείχθηκε, ήταν απλά το κύκνειο άσμα. Το Σαββατοκύριακο οι εφημερίδες, που όλα τα προηγούμενα χρόνια στήριζαν το χρηματιστηριακό παιχνίδι, έκαναν λόγο για καταστροφή η οποία έρχεται. Και ήρθε. Η συνεδρίαση της Δευτέρας (28/10) ήταν ένας όλεθρος. Εκείνη της Τρίτης (29/10) η απόλυτη καταστροφή καθώς μέσα σε λίγες ώρες οι επενδυτές πούλησαν περίπου 16 εκατομμύρια μετοχές. Χάθηκαν δισεκατομμύρια δολάρια, χρεοκοπώντας χιλιάδες επενδυτές.
«Μαύρη Δευτέρα» και «Μαύρη Τρίτη» χαρακτηρίστηκαν. Εκατομμύρια τίτλοι μετοχών μετατράπηκαν σε απλά χαρτιά. Η αγορά, μέσα σε λίγα 24ωρα έχασε 14 δισ. Δολάρια. Οι συνολικές απώλειες της πρώτης εβδομάδας του «κραχ» έφτασαν τα 30 δισ. δολάρια ποσό που ξεπερνούσε κατά δέκα φορές τον ετήσιο προϋπολογισμό της ομοσπονδιακής κυβέρνησης. Περίπου 140 δισ. δολάρια καταθέσεων «εξανεμίστηκαν»! Αδιανόητα νούμερα. Και όλα αυτά, ήταν μόνο η αρχή. Από τον Οκτώβρη του 1929 μέχρι και τον Ιούλη του 1932 ο βιομηχανικός δείκτης έχασε το 89% της αξίας του. Χρειάστηκαν 25 χρόνια για να ξαναπιάσει τα προ του «κραχ» επίπεδα.
Το δράμα ξεκίνησε όταν όλο αυτό πέρασε στην πραγματική οικονομία. Έως το 1932 οι νέοι άνεργοι είχαν φτάσει τα 14 εκατομμύρια, που σημαίνει ότι περίπου 12.000 άνθρωποι έχαναν ημερησίως τη δουλειά τους! Χιλιάδες άστεγες οικογένειες άρχισαν να δημιουργούν παραγκούπολεις και στριμώχνονταν καθημερινά στα συσσίτια προκειμένου να βρουν ένα πιάτο φαγητό ώστε να μην πεθάνουν από την πείνα.
Οι επιπτώσεις στην Ελλάδα, η πτώχευση και το πολιτικό τέλος του Βενιζέλου
Σύντομα το «τσουνάμι» από την κατάρρευση της Wall Street έφτασε και στην Ευρώπη. Η ύφεση είχε γίνει, πλέον, παγκόσμια. Στη Γερμανία, που εκείνη την εποχή ήταν η δεύτερη ισχυρότερη βιομηχανική χώρα, πάνω από 6 εκατομμύρια άνθρωποι έμειναν άνεργοι. Ο Αδόλφος Χίτλερ εκμεταλλεύτηκε την οργή των πολιτών και ανήλθε στην εξουσία. Τίποτα δεν έμεινε όρθιο στις δυο πλευρές του Ατλαντικού και ο πλανήτης αργά αλλά σταθερά οδηγούνταν στο Β Παγκόσμιο Πόλεμο.
Η Ελλάδα προφανώς και δεν μπορούσε να μείνει ανεπηρέαστη από αυτή την καταστροφή. Πτώχευσε (1932) και γράφτηκε το πολιτικό τέλος του Ελευθερίου Βενιζέλου. Τα πρώτα σημάδια φάνηκαν με τη μείωση των εξαγωγών (ιδίως των αγροτικών) και άρα στη μείωση των τιμών, της παραγωγής και των εισοδημάτων. Ο αριθμός των ανέργων μεταξύ του 1929 και 1932 υπερδιπλασιάστηκε.
Εκείνες τις κρίσιμες ημέρες το χρηματιστήριο της Αθήνας παρέμενε ανοιχτό, παρά την πτωτική του πορεία, χάρη στο χαμηλό όγκο συναλλαγών πράγμα που έκανε εύκολη τη χειραγώγηση του μέσω των τραπεζών που με τη σειρά τους προτρέπονταν από την κυβέρνηση σε μια προσπάθεια δημιουργίας κλίματος. Η κυβέρνηση αισιοδοξούσε, ο Ελ. Βενιζέλος μάλιστα έδινε «προσωπική διαβεβαίωση» ότι η Ελλάδα δε θα επηρεαστεί από την κρίση χάρη στο μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα που εγκαινιάστηκε το 1928. Το συγκεκριμένο πρόγραμμα δεν ήταν τίποτα περισσότερο από την ίδρυση της Τράπεζας της Ελλάδος και την ταυτόχρονη πρόσδεση της δραχμής στην αγγλική λίρα, η μετατρεψιμότητα της οποίας σε χρυσό την καθιστούσε το νόμισμα των διεθνών συναλλαγών.
Με τον τρόπο αυτό η καταστροφή άργησε να έρθει στην Ελλάδα. Αλλά ήρθε όταν η Βρετανία εγκατέλειψε τον «κανόνα του χρυσού» τον Σεπτέμβριο του 1931. Τότε ήταν που η κυβέρνηση αποφάσισε να κλείσει το χρηματιστήριο το οποίο παρέμεινε κλειστό για 15 μήνες. Από τις 20 Σεπτεμβρίου 1931 μέχρι τις 16 Δεκεμβρίου, παραμονές Χριστουγέννων του 1932. Ο Βενιζέλος έκανε μια λάθος εκτίμηση που τελικά τερμάτισε την πολιτική του καριέρα. Θεώρησε, εσφαλμένα όπως αποδείχθηκε, πως η Βρετανία θα επανέλθει στον «κανόνα του χρυσού». Μέχρι τότε, όμως, η Ελλάδα θα έπρεπε να συνεχίσει την ίδια πολιτική και η δραχμή να παραμείνει ένα σκληρό νόμισμα, οπότε τη συνέδεσε με το δολάριο για να στείλει και το κατάλληλο μήνυμα στις αγορές. Ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Εμμανουήλ Τσουδερός δήλωνε ότι η κρίση είχε εισέλθει σε μια νέα, «δυσοίωνη» φάση.
Στην πραγματικότητα, ωστόσο, τη συγκεκριμένη πολιτική δεν μπορούσαν να την υπηρετήσουν ούτε οι Ηνωμένες Πολιτείες και κάπως έτσι οι κερδοσκόποι έστησαν... γλέντι. Η Τράπεζα της Ελλάδος προσπάθησε να κάνει κάποιες διορθωτικές κινήσεις, στηριζόμενη κυρίως σε υποδείξεις από το εξωτερικό οι οποίες, όμως, δε βοήθησαν καθόλου.
Ο Βενιζέλος πήγε στο εξωτερικό για να καταφέρει να πάρει δάνεια αλλά δεν τα κατάφερε. Τον Απρίλιο του 1932 η κυβέρνηση κήρυξε προσωρινό χρεοστάσιο και παράλληλα η δραχμή υποτιμήθηκε κατά 60%! Ακολούθησε πολιτική κρίση, ο Βενιζέλος παραιτήθηκε, σχηματίστηκαν κυβερνήσεις ανίκανες να αντιμετωπίσουν το πρόβλημα, δυο απόπειρες πραξικοπήματος, επαναφορά της μοναρχίας και τελικά η δικτατορία του Ιωάννη Μεταξά.
Ακολουθήστε το Reader.gr στα Google News για να είστε πάντα ενημερωμένοι για όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.