Μενού
emmettill
Η μητέρα θρηνεί πάνω από το ανοιχτό φέρετρο του γιου της | YouTube
  • Α-
  • Α+

Ένα στοίχημα μεταξύ εφήβων; Ένα αθώο φλερτ; Ένα περιπαιχτικό σφύριγμα; Όλα αυτά μαζί; Τίποτα απ' όλα αυτά; Τι σημασία έχει... Ο ρατσισμός δε χρειάζεται παρά μικρές αφορμές ή και αφορμές που απλά υπάρχουν στα άρρωστα μυαλά κάποιων για να αρχίσει να «φτύνει» το φαρμάκι του. Για να σκορπάει τον τρόμο. Τον θάνατο. Για να δολοφονεί.

Όταν πριν από 68 χρόνια, στον αμερικανικό νότο, μια χαροκαμένη μάνα ζήτησε να μείνει ανοιχτό το φέρετρο του 14χρονου παιδιού της ανοιχτό το έκανε για να σοκάρει τους πάντες. Το έκανε για να δείξει πως αυτό δεν ήταν το πρόσωπο του σπλάχνου της. Αυτό ήταν το πρόσωπο του ρατσισμού. Το πρόσωπο του μίσους.

Ο χαρούμενος Έμετ Τιλ

«Για τον Έμετ, η ζωή ήταν γέλιο και το γέλιο ήταν ζωογόνο. Υπήρχε τόση χαρά στον ανέμελο κόσμο του που ήθελε να τη μοιραστεί με όλους γύρω του». Αυτό έλεγε η Μέιμι Τιλ-Μόμπλεϊ για τον γιο της. Αυτό επιβεβαιώνουν και όσοι πρόλαβαν να τον γνωρίσουν ή να βρεθούν κοντά του στα μόλις 14 χρόνια της ζωής του.

Ο  Έμετ είχε γεννηθεί στο Σικάγο. Εκεί είχαν καταφύγει οι γονείς του για να ξεφύγουν από τη βία των ρατσιστών του αμερικανικού νότου. Βρέθηκε στο Μισισίπι (απ' όπου καταγόταν η μητέρα του), φιλοξενούμενος της θείας του για να περάσει τις καλοκαιρινές διακοπές του. Ο  Έμετ δεν είχε μεγαλώσει στο νότο και δεν ήξερε τι σημαίνει να είσαι μαύρος εκεί. Τον είχε προειδοποιήσει η μητέρα του να είναι προσεκτικός. Πώς μπορείς να περιορίσεις, ωστόσο, την εφηβική διάθεση για ζωή;

Ο μικρός είχε μεγαλώσει διαφορετικά από τα παιδιά της ηλικίας τους στις κοινότητες των αφροαμερικανών του νότου. Εκείνος πήγαινε σε σχολείο που υπήρχαν και λευκά παιδιά. Έκανε παρέα μαζί τους. Έπαιζαν μαζί. Όταν πήγαινε, λοιπόν, στο Μισισίπι τα υπόλοιπα παιδιά της ηλικίας του τον κοιτούσαν σαν... εξωγήινο. Και ο Έμετ τους πείραζε. Λέγεται, μάλιστα, πως είχε μαζί του συνέχεια μια φωτογραφία του με την παρέα του στο σχολείο του Σικάγο όπου ανάμεσα στα μαύρα παιδιά, υπήρχαν και τα λευκά. Και υπερηφανευόταν πως είχε και... θαυμάστριες λευκές. Και όσο πιο πολύ «ψάρωναν» οι φίλοι του, τόσο περισσότερο τους πείραζε ο Έμετ και οι πλάκες έδιναν και έπαιρναν. Μάταια η μητέρα του προσπαθούσε να τους εξηγήσει πως οι «νόμοι» του αμερικανικού νότου είναι σκληροί και πως μπορεί να μπλέξει. Ο  Έμετ χαιρόταν όλο αυτό το «παιχνίδι» με τους φίλους του.

Όταν δεν πείραζαν ο ένας τον άλλο ο Έμετ και η παρέα του έπαιζαν... μανιασμένα μπέιζμπολ από το πρωί μέχρι το βράδυ. Μετά καθόντουσαν και έκαναν όνειρα για το τι θέλουν να γίνουν όταν μεγαλώσουν. Ο  Έμετ έλεγε πως ήθελε να γίνει κομμωτής.

Για το τι έγινε εκείνο τον τραγικό Αύγουστο του 1955, ακόμα και σήμερα, τόσες δεκαετίες μετά, κανείς δεν μπορεί να είναι σίγουρος. Το μόνο βέβαιο είναι πως το απόγευμα της 24/8 τα παιδιά είχαν συγκεντρωθεί έξω από ένα τοπικό παντοπωλείο στην πόλη Μάνι στο Δέλτα του Μισισίπι, για να αγοράσουν αναψυκτικά και να ξεκουραστούν. Ως συνήθως έκαναν πλάκα με διάφορα πράγματα και ο Έμετ βρισκόταν στο επίκεντρο.

Από εκεί και πέρα υπάρχουν δυο εκδοχές. Η πρώτη είναι πως ανάμεσα στα πειράγματα ο Έμετ τους έδειξε μια φωτογραφία του με μια λευκή κοπέλα από το σχολείο του και τους είπε πως ήταν ζευγάρι! Μέσα σε γέλια και πειράγματα, αυτοί που δεν τον πίστεψαν έβαλαν ένα στοίχημα μαζί του για το ότι δεν τολμάει να φλερτάρει την όμορφη, λευκή, ιδιοκτήτρια του παντοπωλείου. Εκείνος «σήκωσε το γάντι», μπήκε στο εσωτερικό του καταστήματος, δήθεν για να πάρει ένα αναψυκτικό ακόμα και εκεί φλέρταρε έντονα με την λευκή κοπέλα, την οποία, μάλιστα, κάποια στιγμή αποκάλεσε «μωρό μου».

Σύμφωνα με τη δεύτερη εκδοχή, που ανατρέπει την πρώτη, ο Έμετ ποτέ δεν μπήκε στο μαγαζί, συνέχισε να κάνει πλάκα με τους υπόλοιπους και απλά όταν κάποια στιγμή βγήκε έξω από το παντοπωλείο εκείνος σφύριξε δήθεν αδιάφορα. Όταν είδε πως το σφύριγμα αυτό παρεξηγήθηκε από τους λευκούς, ένιωσε αμέσως άσχημα και φοβήθηκε αλλά δεν μπορούσε να κάνει κάτι για να το αλλάξει.

Μια άγρια δολοφονία που σόκαρε τις ΗΠΑ

Η νεαρή κοπέλα ήταν η 21χρονη Κάρολιν Μπράιαντ. Λευκή, όμορφη και παντρεμένη κάτι που σήμαινε πως, σύμφωνα με τους νόμους του νότου, οι μαύροι απαγορευόταν, όχι να τη φλερτάρουν αλλά ακόμα και να την κοιτάξουν.

Η Μπράιαντ ενημέρωσε για τα όσα είχαν συμβεί τον 26χρονο σύζυγό της Ρόι. Του είπε όλα όσα (υποτίθεται πως) είχαν συμβεί με βάση την πρώτη εκδοχή την οποία φρόντισε να «εμπλουτίσει» με χυδαίες εκφράσεις όπως για παράδειγμα ότι ο Έμετ της είχε πει «μην ανησυχείς, μωρό μου, έχω πάει και με άλλες λευκές γυναίκες»! Τα ίδια ισχυρίστηκε και αργότερα στο δικαστήριο. Χρόνια αργότερα, ωστόσο, παραδέχθηκε πως τίποτα από αυτά δεν είχε συμβεί.

Όταν ο άντρας της έμαθε για τα όσα είχαν συμβεί (ή δεν είχαν συμβεί) ανέλαβε δράση χωρίς να χάσει χρόνο. Άρχισε να κάνει... ανακρίσεις για να μάθει ποιος ήταν αυτός «ο αυθάδης νέγρος», όπως τον αποκάλεσε στο δικαστήριο που «τόλμησε» να πειράξει τη γυναίκα του. Με τους συνεργούς του ξεκίνησαν το «κυνήγι». Μαζί τους, μάλιστα, ήταν και η Κάρολιν προκειμένου μόλις εντοπιστεί ο «ένοχος» να τον αναγνωρίσει. Αξίζει να σημειωθεί πως σε όλο αυτό το κυνήγι σημαντικό ρόλο έπαιξε και ο Τζόνι Ουάσιγκτον, ένας αφροαμερικανός που βοήθησε τους λευκούς ρατσιστές! Ήταν από αυτούς τους μαύρους που ο Μάλκολμ Χ χαρακτήριζε υποτιμητικά «kneegrow» (ομόηχο του negro = νέγρος), δηλαδή αυτός που γονάτιζε μπροστά στα λευκά αφεντικά του!

Όταν, ξημερώματα της 28ης Αυγούστου, βρήκαν που έμενε ο Έμετ, μπούκαραν μέσα στο σπίτι, κρατώντας όπλα και φακούς, τον σήκωσαν με τη βία από το κρεβάτι που κοιμόταν και τον έσυραν έξω. Στη συνέχεια τον πέταξαν μέσα σε ένα αγροτικό αυτοκίνητο και τον πήγαν σε μια ερημική περιοχή, κοντά στον ποταμό Ταλαχάτσι. Κανείς δεν αντέδρασε σε όλο αυτό. Οι αρπαγές μαύρων από λευκούς, άλλωστε, ήταν μια κανονικότητα στον αμερικανικό νότο. Κανείς δεν αντιδρούσε έστω και αν όλοι ήξεραν τι θα ακολουθήσει.

Από εκείνο το σημείο και μέχρι το τέλος, οι στιγμές που έζησε ο 14χρονος Έμετ ήταν φρικτές και απάνθρωπες. Τον έδεσαν στο πίσω μέρος του αγροτικού και τον χτυπούσαν με τα όπλα τους μέχρι που λιποθύμησε. Όταν έφτασαν στον τόπο του μαρτυρίου, τον πέταξαν μέσα σε έναν αχυρώνα. Τον ξυλοκόπησαν άγρια. Τον μαστίγωσαν. Τον χτυπούσαν με ξύλα. Τον λιθοβολούσαν. Οι κραυγές πόνου και αγωνίας του Έμετ δε συγκίνησαν κανέναν. Στο τέλος, του έβγαλαν το ένα μάτι, τον ακρωτηρίασαν, τον πυροβόλησαν στο κεφάλι, πάνω από το δεξί αυτί, έδεσαν στο σώμα του έναν μεγάλο ανεμιστήρα που είχαν κλέψει από εκκοκκιστήριο βαμβακιού και τον πέταξαν από μια γέφυρα στον ποταμό Ταλαχάτσι.

Το άψυχο σώμα του 14χρονου βρέθηκε τρεις ημέρες αργότερα, από δύο αγόρια που είχαν πάει για ψάρεμα. Οι Αρχές του Μισισίπι αφού έκαναν μια (για γέλια και για κλάματα) έρευνα, βρήκαν ποιοι το είχαν κάνει, τους παρέπεμψαν σε δίκη και... τους άφησαν ελεύθερους. Στο μεταξύ το φέρετρο με τον νεκρό Έμετ έφτασε πίσω στο Σικάγο με την προειδοποίηση στη μητέρα του να μην το ανοίξει. Εκείνη, ωστόσο, επέμενε. Όταν τελικά είδε το νεκρό παιδί της, αποφάσισε το φέρετρο να παραμείνει ανοιχτό σε όλη τη διάρκεια της κηδείας προκειμένου να το δουν όλοι. Ήταν μια εικόνα που σόκαρε τις Ηνωμένες Πολιτείες. Ακόμα και αρκετούς υπέρμαχους της «λευκής ανωτερότητας» που δεν είχαν δει ποτέ παρόμοια εικόνα.

Η δίκη, όπως ήταν αναμενόμενο, εξελίχθηκε σε παρωδία. Οι λευκοί ένορκοι (όλοι τους άνδρες) αθώωσαν τους λευκούς κατηγορούμενους και όλοι μαζί κατηγόρησαν τη μητέρα του 14χρονου ότι... δεν έκλαιγε αρκετά όταν κάθισε στο εδώλιο του μάρτυρα. Για να λάβουν την απόφασή τους συνεδρίασαν 67 λεπτά! Ένας από τους ενόρκους χρόνια αργότερα είχε πει σε συνέντευξή του πως «και μπύρες να είχαμε πάει να πιούμε, περισσότερο χρόνο θα καθόμασταν». Βασικό στοιχείο για την αθώωση ήταν το παραμορφωμένο πρόσωπο του 14χρονου αφού σύμφωνα με την υπεράσπιση δεν μπορούσε να αναγνωριστεί και άρα κανείς δεν μπορεί να είναι σίγουρος πως ο Έμετ πέθανε! Οι κατηγορούμενοι, άλλωστε, είχαν ισχυριστεί πως αφού ξυλοκόπησαν τον 14χρονο τον άφησαν ελεύθερο. Μετά δεν ξέρουν που πήγε...

Και σαν να μην έφταναν όλα αυτά, λίγους μήνες μετά τη δίκη, οι δολοφόνοι παραδέχτηκαν ότι σκότωσαν τον Έμετ Τιλ, σε συνέντευξη που έδωσαν στο περιοδικό «Look». Γνώριζαν ότι προστατεύονταν από τον νόμο που απαγορεύει να δικαστούν οι ίδιοι ύποπτοι για το ίδιο έγκλημα, αν έχουν προηγουμένως αθωωθεί.

Η φρικτή αυτή υπόθεση, αν και οι δολοφόνοι ουδέποτε τιμωρήθηκαν, έγινε η αφορμή για να ξεσηκωθεί ο βοράς των ΗΠΑ ενάντια στο ρατσισμό του νότου. Οι μνήμες του εμφυλίου «ξύπνησαν» σε όλη τη χώρα. Η διαφορά ήταν πως, πλέον, υπήρχαν πολλοί λευκοί του νότου που εναντιωνόντουσαν ανοιχτά στους λευκούς, χριστιανούς, οικογενειάρχες με τις λευκές κουκούλες και τους φλεγόμενους σταυρούς. Ακόμα και εφημερίδες του Μισισίπη έκαναν λόγο για αποτρόπαιο έγκλημα δίχως προηγούμενο. Το κράτος και το παρακράτος στο νότο των Ηνωμένων Πολιτειών, ωστόσο, έκανε «καλή δουλειά» και οι φωνές αυτές απομονώθηκαν. Με το καλό ή το κακό.   

Google News

Ακολουθήστε το Reader.gr στα Google News για να είστε πάντα ενημερωμένοι για όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.