Το 1991 η Ελλάδα βρισκόταν στα «κάγκελα». Η ταραγμένη περίοδος στην Παιδεία που ξεκίνησε από τα τέλη του προηγούμενου έτους και κορυφώθηκε με τη δολοφονία Τεμπονέρα και τα τραγικά γεγονότα στην Αθήνα με την πυρπόληση του «Κ. Μαρούσης» όπου έχασαν τη ζωή τους τέσσερις άνθρωποι, συνεχίστηκε σχεδόν για όλη τη χρονιά. Την ίδια ώρα η χώρα συγκλονιζόταν από το σκάνδαλο Κοσκωτά. Για πολλούς, που έζησαν από «μέσα» εκείνη την περίοδο, αυτά τα δυο άσχετα μεταξύ τους γεγονότα, «συναντήθηκαν» στα τέλη Οκτωβρίου. Στο επίκεντρο βρέθηκε το ιστορικό κτίριο του Πολυτεχνείου στην οδό Πατησίων.
Η κατάθεση Κοσκωτά και μια «ακίνδυνη πορεία»
Το πρωί της 24ης Οκτωβρίου ο Γιώργος Κοσκωτάς καταθέτει. Τα κόμματα βρίσκονται σε αναβρασμό καθώς οι περισσότεροι θεωρούν πως με την κατάθεσή του αυτή ο Κοσκωτάς θα «κάψει» τον Ανδρέα Παπανδρέου. Ταυτόχρονα, για μια ακόμα ημέρα, χιλιάδες μαθητές έχουν βγει στους δρόμους. Πραγματοποιούν πορεία η οποία ξεκίνησε από τα Προπύλαια του Πανεπιστημίου με προορισμό το Υπουργείο Παιδείας που εκείνη την εποχή βρισκόταν στην οδό Μητροπόλεως. Μετά τη διαμαρτυρία εκεί οι μαθητές και οι φοιτητές ακολουθούν το αντίστροφο δρομολόγιο. Στα Προπύλαια σημειώνονται μικρής έκτασης επεισόδια στη διάρκεια των οποίων πυρπολήθηκε ένα βαν εξωτερικών μεταδόσεων του τηλεοπτικού σταθμού Ant1. Οι διαδηλωτές πέταξαν στους αστυνομικούς πέτρες και διάφορα άλλα αντικείμενα, εκείνοι απάντησαν με χρήση δακρυγόνων και χημικών και κάπου εκεί φάνηκε πως η ένταση θα εκτονωνόταν χωρίς άλλα προβλήματα.
Η αστυνομία «σπρώχνει» τους διαδηλωτές προς το Πολυτεχνείο. Δεν τους «κόβει» στην Ομόνοια, δεν τους «κόβει» στα Εξάρχεια, δεν τους «κόβει» στην Ακαδημίας. Οι αξιωματικοί της ΕΛΑΣ θεωρούν πως εκεί θα μπορέσουν να εκτονώσουν ευκολότερα την κατάσταση που ούτως ή άλλως έβαινε πως πλήρη εκτόνωση καθώς ο μεγάλος όγκος των διαδηλωτών είχε «σπάσει» σε μικρότερα κομμάτια. Παρ' όλα αυτά, ο πετροπόλεμος, οι μολότοφ, το κυνηγητό και τα δακρυγόνα συνεχίζονται μέχρι και το ιστορικό ίδρυμα της οδού Πατησίων.
Όταν οι διαδηλωτές έφτασαν στο Πολυτεχνείο μια ομάδα από αυτούς κλείστηκε στο εσωτερικό του και πραγματοποιούσε μικρές επιθέσεις με πέτρες στους αστυνομικούς που μέσα σε χρόνο μηδέν είχαν περικυκλώσει το ίδρυμα με εκατοντάδες άνδρες και «κλούβες». Η ένταση αναζωπυρώνεται από το πουθενά και τα επεισόδια που – λογικά – θα έληγαν σε εκείνο το σημείο, ξαφνικά κλιμακώθηκαν!
Οι συγκρούσεις ανάμεσα στους διαδηλωτές και των δυνάμεων της αστυνομίας συνεχίστηκαν μέχρι το βράδυ. Όταν το σκοτάδι έπεσε έκαναν την εμφάνισή τους στο Πολυτεχνείο οι λεγόμενες τότε ομάδες «αγανακτισμένων πολιτών». Αυτοί υποτίθεται πως ήταν πολίτες οι οποίοι δεν άντεχαν άλλο τα επεισόδια που γίνονταν κάθε τόσο στο κέντρο της Αθήνας και... αναλάμβαναν δράση υπό την απροκάλυπτη ανοχή των αστυνομικών δυνάμεων.
Στην πραγματικότητα βέβαια οι «αγανακτισμένοι πολίτες» δεν ήταν τίποτε άλλο από ομάδες ακροδεξιών, νεοναζί και μελών της εγκληματικής οργάνωσης της Χρυσής Αυγής που τότε μετρούσε περίπου μια δεκαετία ζωής, έχοντας ξεκινήσει ως ένα «εθνικοσοσιαλιστικό περιοδικό».
Έτσι και εκείνο το βράδυ, επαναλήφθηκε το ίδιο σκηνικό εκατοντάδες «αγανακτισμένοι πολίτες» συγκεντρώθηκαν έξω από το Πολυτεχνείο και ανά διαστήματα πραγματοποιούσαν επιθέσεις σε όσους βρίσκονταν μέσα στο ίδρυμα. Η αστυνομία είχε υποχωρήσει και όπως ήταν φυσιολογικό αντί η κατάσταση να εκτονωθεί οδηγήθηκε σε «ανάφλεξη» με τα επεισόδια να γίνονται πιο άγρια και έντονα. Τότε ήταν που έκαναν την εμφάνισή τους και οι πρώτες φωτιές, τις οποίες άναψαν όσοι παρέμεναν μέσα στο Πολυτεχνείο προκειμένου να αντιμετωπίζουν την επίδραση των δακρυγόνων που είχαν μετατρέψει την περιοχή σε «θάλαμο αερίων».
Επεισόδια «από το πουθενά» και η πυρπόληση της Πρυτανείας
Τελικά, η αστυνομία αποφασίζει κάποια στιγμή να επέμβει. Αφού πρώτα απομακρύνει τις ομάδες των «αγανακτισμένων πολιτών», στρέφεται κατά των όσων βρίσκονταν μέσα στο ΕΜΠ και τα επεισόδια για μια ακόμα φορά γενικεύονται. Λίγο πριν τα μεσάνυχτα της 25ης Οκτωβρίου, οι αστυνομικές δυνάμεις προχωρούν σε μια έφοδο στη διάρκεια της οποίας κάνουν εκτεταμένη χρήση χημικών και δακρυγόνων πολλά από τα οποία τα εκτόξευσαν από τα ειδικά τυφέκια με στόχο να δημιουργήσουν αποπνικτική ατμόσφαιρα μέσα στους χώρους του Πολυτεχνείου.
Με τα γεγονότα να παίρνουν μια τροπή που κανείς δεν περίμενε και υπό τον φόβο να βγει η κατάσταση εκτός κάθε έλεγχου, ο τότε δήμαρχος της Αθήνας, Αντώνης Τρίτσης, φτάνει στο Πολυτεχνείο και διαπραγματεύεται με τους επικεφαλής αστυνομικούς τονίζοντας πως αν οπισθοχωρήσουν και διασφαλίσουν πως δε θα επανεμφανιστούν οι ομάδες των «αγανακτισμένων πολιτών», τότε η κατάσταση θα εκτονωθεί.
Εκείνη την ώρα, ωστόσο, φάνηκε πως δεν υπήρχε η παραμικρή διάθεση για να γίνει κάτι τέτοιο. Η αστυνομία «σφίγγει» τον κλοιό γύρω από το ΕΜΠ παρά το γεγονός πως, πλέον, οι επιθέσεις από το εσωτερικό του έχουν σταματήσει. Ήταν τόσο ήσυχα, πλέον, τα πράγματα που ακόμα και η Πατησίων είχε δοθεί ξανά στην κυκλοφορία. Οι περισσότεροι δημοσιογράφοι και φωτορεπόρτερ θεωρώντας πως τα επεισόδια έχουν τελειώσει, φεύγουν. Τα ξημερώματα, ωστόσο, οι αστυνομικοί δέχονται μια μικρή επίθεση από πέτρες και ανταποδίδουν με «βροχή» από δακρυγόνα. Μερικά λεπτά αργότερα η οροφή του κτιρίου της Πρυτανείας φλέγεται από τη μια άκρη μέχρι την άλλη. Ένα «κόσμημα» για το κέντρο της Αθήνας, ένα μνημείο της νεότερης ιστορίας της χώρας, έχει παραδοθεί στις φλόγες. Η καταστροφή είναι ανυπολόγιστη καθώς έγιναν στάχτη ιστορικά αντικείμενα, το αρχείο του ΕΜΠ και πολλά άλλα. Η στέγη κατέρρευσε και καταστράφηκαν μαρμάρινα αρχιτεκτονικά έργα, σπάνιας τέχνης και δεξιοτεχνίας. Χρειάστηκε να περάσουν εννέα ολόκληρα χρόνια προκειμένου να αποκατασταθούν οι ζημιές και η Πρυτανεία να λειτουργήσει ξανά.
Ακόμα και σήμερα κανείς δεν μπορεί να πει με βεβαιότητα πως ξεκίνησε η φωτιά. Μόνο υποθέσεις μπορούν να γίνουν, ανάλογα με την «πλευρά» που στέκει αυτός που αφηγείται εκείνα τα δραματικά γεγονότα. Σύμφωνα με καταγγελίες που είδαν το φως της δημοσιότητας τις επόμενες ημέρες την ώρα που ξεκίνησε η φωτιά η συντριπτική πλειονότητα των καταληψιών βρίσκονταν στο πίσω μέρος του ιδρύματος μαζί με καθηγητές και διαπραγματεύονταν την ασφαλή έξοδο τους από του ΕΜΠ με το πρώτο φως της ημέρας. Η αστυνομία, από την άλλη, στις 9 το πρωί επενέβη και συνέλαβε δεκάδες άτομα (όχι πάνω από 40 και αυτό είναι ενδεικτικό ότι οι συγκρούσεις είχαν τελειώσει) που είχαν μείνει μέσα στο ιστορικό ίδρυμα και η κυβέρνηση Μητσοτάκη είχε δείξει πως το Πανεπιστημιακό Άσυλο μπορεί να αρθεί όταν το επιβάλλουν οι συνθήκες.
Πολλοί μίλησαν για προβοκάτσια που στήθηκε προκειμένου να αλλάξει η ατζέντα. Ο τότε Πρύτανης κ. Νίκος Μαρκάτος είχε καταγγείλει πως κάποιοι από αυτούς που συμμετείχαν στα επεισόδια όλη τη νύχτα, το πρωί συνομιλούσαν σαν... φίλοι με τους αστυνομικούς και τόνισε πως στις 3 το ξημέρωμα είχε υπάρξει συμφωνία για αποχώρηση των καταληψιών αλλά η αστυνομία αρνήθηκε. Ενδεικτικό του κλίματος που επικρατούσε ήταν πως τη μια ημέρα τα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων ήταν μονοθεματικά και μιλούσαν για τη δίχως αποτέλεσμα και νόημα κατάθεση του Γιώργου Κοσκωτά και την επόμενη ημέρα ήταν... μονοθεματικά για την καταστροφή της πρυτανείας του Πολυτεχνείου!
Ακολουθήστε το Reader.gr στα Google News για να είστε πάντα ενημερωμένοι για όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.