Η Ελλάδα ήταν μία από τις βασικές υποψήφιες πόλεις για τη διεξαγωγή των Ολυμπιακών Αγώνων του 1996. Το βασικό επιχείρημα για την υποψηφιότητα εκείνη ήταν ότι οι συγκεκριμένοι αγώνες συνέπιπταν με τη συμπλήρωση των 100 χρόνων από τη διεξαγωγή των πρώτων σύγχρονων Ολυμπιακών Αγώνων που είχαν γίνει στην Αθήνα το 1896.
Τελικά, οι συγκεκριμένοι αγώνες διοργανώθηκαν στην Ατλάντα και έμειναν στην ιστορία για το άναμμα της ολυμπιακής φλόγας από τον Μοχάμεντ Άλι, για τις απίστευτες επιδόσεις του τεράστιου Μάικλ Τζόνσον αλλά και για την έξοδο του μεγάλου βασιλιά Καρλ Λιούις. Υπήρχε όμως και κάτι ακόμα.
Μία μέρα σαν και αυτή, δηλαδή στις 27 Ιουλίου του 1996, μία πολύ ισχυρή έκρηξη ακούγεται στο Ολυμπιακό Πάρκο. Λίγο αργότερα γίνεται γνωστό ότι είχε τοποθετηθεί βομβιστικός μηχανισμός και ότι οι τραυματίες από την έκρηξη αυτή ανέρχονταν σε δεκάδες.
Αξίζει να τονιστεί εδώ ότι η ασφάλεια των Αγώνων ήταν ένα από τα βασικά ζητήματα. Οι Αμερικανοί είχαν ξοδέψει εκατοντάδες εκατομμύρια δολάρια προκειμένου να αποκτήσουν σύγχρονα προγράμματα ασφαλείας. Επιπλέον είχαν προσληφθεί 30.000 αστυνομικοί και στρατιώτες με αποκλειστικό σκοπό τη φύλαξη των εγκαταστάσεων.
Το χρονικό της έκρηξης
Οι Ολυμπιακοί Αγώνες είχαν μπει στη δεύτερη εβδομάδα της διεξαγωγής τους και περισσότεροι από 10.000 άνθρωποι παρακολουθούσαν μία συναυλία. Εκείνη τη στιγμή στη σκηνή ήταν ο Jack Mack με τους Heart Attack που μόλις είχε τελειώσει ένα από τα τραγούδια του.
Ξαφνικά ακούστηκε μία ισχυρή έκρηξη, ακολούθησε σιγή λίγων δευτερολέπτων και στη συνέχεια ο απόλυτος πανικός. Άνθρωποι έτρεχαν δεξιά και αριστερά προκειμένου να σώσουν τη ζωή τους, άλλοι ούρλιαζαν και άλλοι έψαχναν να βρουν διόδους για να φύγουν όσο το δυνατόν πιο σύντομα από τον χώρο. Επικρατούσε ένα άνευ προηγούμενου χάος και οι μνήμες όλων πήγαν στους Ολυμπιακούς του Μονάχου.
Η κίνηση που έσωσε ανθρώπινες ζωές
Όλα ξεκίνησαν όταν ο φύλακας Ρίτσαρντ Τζούελ που δούλευε για τη διοργάνωση είχε υποπτευθεί ότι κάτι δεν πήγαινε καλά με μία παρέα που είχε βρεθεί εκεί. Ήταν κάποιοι νεαροί άντρες που κάθονταν σε παγκάκια και φαινόταν ότι είχαν δύο τσάντες μαζί τους, το ένα κάτω από το παγκάκι. Το γεγονός αυτό, καθώς και το ότι ήταν μεθυσμένοι, τον ανησύχησε.
Πήγε, λοιπόν, να ειδοποιήσει ένα μέλος του Γραφείο Έρευνας της Πολιτείας της Georgia. Όταν γύρισαν, οι άντρες είχαν εξαφανιστεί αλλά είχε μείνει μόνο η μία τσάντα. Κινούμενοι άμεσα και σύμφωνα με το πρωτόκολλο απευθύνθηκαν στην ειδική ομάδα της διοργάνωσης που διαχειριζόταν τα ύποπτα αντικείμενα. Σύντομα, βρήκαν τα άτομα της παρέας και ανακάλυψαν ότι η τσάντα δεν ανήκε σε κανένα από αυτούς.
Άμεσα ειδοποίησαν τις αρχές και άρχισαν να απομακρύνουν τον κόσμο, την ώρα που ένας άνδρας κάλεσε ανώνυμα τις αρχές και προειδοποίησε ότι μία βόμβα επρόκειτο να εκραγεί μίση ώρα αφού έκλεινε το τηλέφωνο. Τελικά η βόμβα εξερράγη λίγα λεπτά νωρίτερα και αυτό είχε ως αποτέλεσμα να τραυματιστούν πάνω από 100 άτομα και να χάσει τη ζωή της μία γυναίκα.
Από ήρωας...τρομοκράτης
Η κίνησή του Τζούελ ήταν σωτήρια για εκατοντάδες ζωές αλλά δυστυχώς οι αρχές δεν πρόλαβαν να αδειάσουν όλον τον χώρο στη συναυλία. Οι βομβιστές είχαν βάλει στη τσάντα και καρφιά με αποτέλεσμα τα θραύσματα να εκτιναχτούν πολλά μέτρα μακριά από το σημείο. Ο ίδιος ο Τζούελ ήταν στον χώρο κατά τη στιγμή της έκρηξης αλλά τραυματίστηκε ελαφρά. Τα δύσκολα όμως για εκείνον μόλις θα άρχιζαν.
Αρχικά, λοιπόν, αντιμετωπίστηκε ως ήρωας χάρη στην παρατηρητικότητά του. Στη συνέχεια όμως οι έρευνες στράφηκαν προς αυτόν. Τα media δεν άργησαν να τον καταστήσουν ύποπτο χωρίς βέβαια να έχουν την παραμικρή απόδειξη αλλά μόνο κάποιες αβάσιμες πληροφορίες. Σύντομα, από «ύποπτος» έγινε στην τηλεόραση ο βασικός κατηγορούμενος.
Ο τρόπος που αντιμετωπίστηκε ήταν απάνθρωπος. Δεν άργησε να αποδειχτεί όμως ότι όλα αυτά ήταν ένα ψέμα. Ελέγχθηκε εξονυχιστικά από τις αρχές και τελικά απαλλάχθηκε από όλες τις κατηγορίες. Τα media, που νωρίτερα τον είχαν καταδικάσει, έθαψαν την είδηση της αθώωσής του. Λίγο αργότερα πέθανε, μόλις στα 44 του χρόνια, από καρδιακό επεισόδιο.
H ιστορία του έγινε τελικά ταινία από τον Clint Eastwood με τίτλο «Η μπαλάντα του Ρίτσαρντ Τζούελ». Ο πραγματικός δράστης βρέθηκε το 1998 και συνελήφθη τυχαία στα Απαλλάχια Όρη το 2003. Ήταν ο Έρικ Ρούντολφ που ήταν φανατικός εναντίον των αμβλώσεων και των δικαιωμάτων της ΛΟΑΤΚΙ κοινότητας.
Ακολουθήστε το Reader.gr στα Google News για να είστε πάντα ενημερωμένοι για όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.