Μενού
andros
Η ναυμαχία της Άνδρου
  • Α-
  • Α+

Ο ξεσηκωμός των υπόδουλων Ελλήνων κατά των Οθωμανών δεν ήταν ένα γεγονός που προέκυψε ξαφνικά, ούτε «γεννήθηκε» στα μυαλά και την καρδιά των ανθρώπων που δημιούργησαν τη Φιλική Εταιρεία. Η ιδέα της επανάστασης ήταν διαχρονική απλά οι συνθήκες, όπως αποδείχθηκε, δεν ήταν ποτέ (μέχρι και το 1821) οι ιδανικές. Μέσα στο πέρασμα των χρόνων υπήρξαν πολλοί άνδρες οι οποίοι έκαναν ότι περνούσε από το χέρι τους – και από το όπλο τους – προκειμένου να ξεσηκωθούν οι Έλληνες. Και το έκαναν αυτό ακόμα και αν ήξεραν πως σε αυτή την προσπάθεια ήταν μόνοι τους. Ένας από αυτούς ήταν ο Λάμπρος Κατσώνης ο οποίος έκανε τη ζωή των Τούρκων όχι απλά δύσκολη αλλά αφόρητη.

Ο κουρσάρος που πέρασε το πλοίο του πάνω από τη στεριά

Ο Λάμπρος Κατσώνης γεννήθηκε στη Λιβαδειά το 1752. Αναγκάστηκε να εγκαταλείψει την αγαπημένη του γενέτειρα όταν ήταν μόλις 16 ετών επειδή κατηγορήθηκε πως σκότωσε έναν Τούρκο. Σύμφωνα με όσα είναι γνωστά, ο Κατσώνης που ήταν κουμπάρος σε εκείνο το γάμο, διασκέδαζε με την ψυχή του και εξαιτίας του ποτού η κατάσταση... ξέφυγε. Όταν στον γάμο έφτασε ο γιος ενός μπέη, ο Κατσώνης θέλησε να τον γελοιοποιήσει δημόσια και άρχισε να τον κερνάει διαρκώς κούπες με κρασί.

Όταν ο γιος του Μπεη ένιωσε πως δεν μπορεί να πιει άλλο είπε στον Κατσώνη να σταματήσει αλλά εκείνος συνέχισε με μεγαλύτερη ένταση. Κάποια στιγμή ο Τούρκος αντέδρασε στην πιεστικότητα του Κατσώνη, άρπαξε την κούπα και πέταξε το κρασί στο πρόσωπο του Έλληνα. Ο Κατσαντώνης χωρίς να το πολυσκεφτεί τράβηξε το όπλο του και τον σκότωσε!

Όπως είναι φυσικό μετά από αυτό το γεγονός ο Κατσαντώνης έπρεπε να φύγει από τη Λιβαδειά. Αρχικά πήγε στις Λιβανάτες όπου κρύφτηκε για ένα διάστημα και από εκεί πήγε αρχικά στην Ύδρα, μετά στη Ζάκυνθο. Όταν ο Λάμπρος Κατσαντώνης έφτασε στο Ιόνιο ερωτεύτηκε σφοδρά. Όχι κάποια γυναίκα. Ερωτεύτηκε με πάθος της θάλασσα.

Στη συνέχεια πήγε στο Λιβόρνο της Ιταλίας όπου στρατολογήθηκε από τα αδέρφια Ορλώφ που προετοίμαζαν την εξέγερση του 1770 (που έμεινε γνωστή στην Ιστορία ως «Ορλωφικά»). Ο Κατσαντώνης είχε κάθε λόγο να μισεί τους Τούρκους και έτσι αυτή η ευκαιρία που του δινόταν ήταν εξαιρετική. Πολέμησε εναντίον τους με γενναιότητα και θάρρος που τον έκαναν να ξεχωρίσει..

Μετά τη συνθήκη του Κιουτσούκ Καϊναρτζή (1774), ο νεαρός Λάμπρος εγκαταστάθηκε στην Κριμαία. Υπηρέτησε στο ρωσικό στρατό κατά τη διάρκεια της εκστρατείας του στην Περσία και προάχθηκε για τη δράση του σε λοχαγό. Στη Ρωσία ο Κατσαντώνης απέκτησε γρήγορα τον σεβασμό της αυτοκρατορικής αυλής. Στις 21 Απριλίου 1785 ο Λάμπρος Κατσώνης έγινε μέλος της «Τάξης των Ρώσων Ευγενών και εγγράφεται στον Δεύτερο Τόμο του Γενεαλογικού Βιβλίου της αριστοκρατίας της Ταυρίδας».

Με την κήρυξη του Ρωσοτουρκικού Πολέμου (1787-1792), ο Κατσώνης ζήτησε άδεια από τον διοικητή του Ποτέμκιν για να οργανώσει απελευθερωτικό κίνημα στην Ελλάδα. Με εισφορές ομογενών αγόρασε μια φρεγάτα, την οποία ονόμασε «Αθηνά της Άρκτου» προς τιμήν της Μεγάλης Αικατερίνης της Ρωσίας. Το πλοίο αυτό ήταν τρικάταρτο εμπορικό έως τότε, με αρματωσιά ιστιοφόρου φρεγάτας, το οποίο ο Κατσώνης εξόπλισε με 28 κανόνια. Τον Φεβρουάριο του 1788 κατέπλευσε στη Ζάκυνθο, αφού καθ' οδόν ενίσχυσε τον στόλο του με άλλα 14 τουρκικά πλοία, τα οποία αιχμαλώτισε. Το καλοκαίρι του 1788 ο Κατσώνης αρχίζει την πολεμική του δράση στο Αιγαίο. Από εκεί και πέρα ο Κατσαντώνης έγινε ο φόβος και ο τρόμος των Τούρκων οι οποίοι θορυβημένοι έφτιαξαν μια ειδική (πανίσχυρη) ναυτική μοίρα η οποία είχε σαν μοναδικό στόχο την εξολόθρευση του Λάμπρου Κατσώνη. Η πρώτη μεγάλη σύγκρουση ανάμεσα στις δυο πλευρές έγινε ανατολικά της Καρπάθου όπου οι Τούρκοι έφυγαν ηττημένοι και μετρώντας μεγάλες απώλειες.

Τον Ιούνιο του 1789 ο Κατσώνης ελέγχει όλες τις Κυκλάδες. Με επιστολή του, μάλιστα, προς τους προύχοντες των νησιών τους κάλεσε να μην καταβάλουν φόρους στη Μεγάλη Πύλη και να ενεργούν με απόλυτη ελευθερία.

Τον επόμενο μήνα, τον Αύγουστο του 1789 ο Κατσώνης έκανε κάτι που μέχρι και σήμερα μοιάζει αδιανόητο. Ο Κατσώνης βρίσκεται στην Τζιά και μάχεται κατά των Τούρκων οι οποίοι θεωρούν πως τον έχουν παγιδεύσει με 26 πλοία στο «Στενό της Κόκκας», απέναντι από το Βουρκάρι. Η νύχτα, όμως, έπεσε και οι Τούρκοι θεωρώντας πως ο Κατσώνης δεν μπορεί να τους ξεφύγει περίμεναν να ξημερώσει για να τον αποτελειώσουν.

Όταν, όμως, βγήκε το πρώτο φως της ημέρας οι Τούρκοι έκπληκτοι είδαν πως ο Κατσώνης είχε... εξαφανιστεί. Ο ατρόμητος Έλληνας κουρσάρος στη διάρκεια της νύχτας είχε εκμεταλλευτεί το γεγονός πως σε εκείνο το σημείο υπήρχε μικρή λωρίδα γης με αμμουδιά, και χρησιμοποιώντας κορμούς δέντρων αλειμμένων με χοιρινό λίπος, ανέβασε το πλοίο του εκεί και έπειτα χάθηκε στην ανοιχτή θάλασσα! Σήμερα, αυτό η μικρή λωρίδα γης στην Τζιά ονομάζεται «Το Πέρασμα του Κατσώνη»!

«Αν σ' αρέσει Μπάρμπα-Λάμπρο ξαναπέρνα από την Άνδρο»

Αν σ' αρέσει Μπάρμπα-Λάμπρο ξαναπέρνα από την Άνδρο» που σημαίνει σε μια (εξαιρετικά ελεύθερη μετάφραση) θυμήσου τι έπαθες και κοίτα μην το ξανακάνεις γιατί θα πάθεις τα ίδια. Σοφές οι παροιμίες. Βγαλμένες μέσα από τη ζωή. Αποστάγματα εμπειρίας. Κάπως έτσι είναι και η συγκεκριμένη. Αυτή, ωστόσο, έχει και μια ιδιαιτερότητα που δεν συναντάμε συχνά σε άλλες παροιμίες. Αυτή έχει στηριχθεί σε ένα ιστορικό γεγονός το οποίο, μάλιστα, έγινε μια ημέρα σαν σήμερα.

Στις 17 Μαίου 1790 ο Κατσαντώνης, αν και πολέμησε ηρωικά, ηττήθηκε από τους Οθωμανούς. Το ιστορικό αυτό γεγονός είναι η Ναυμαχία της Άνδρου, εξού και η αναφορά της παροιμίας στην Άνδρο. Σε εκείνη τη ναυμαχία ενεπλάκησαν τα (λιγότερα από δέκα) πλοία του Λάμπρου Κατσώνη (ναι, αυτός είναι ο κυρ Λάμπρος της παροιμίας) ένας τουρκικός στόλος 16 πλοίων υπό τον Μουσταφά Πασά. Η πρώτη ημέρα της ναυμαχίας έληξε με τις δυνάμεις του Κατσώνη να πανηγυρίζουν αφού κατάφεραν να αποκρούσουν όλες τις επιθέσεις και ετοιμάζονταν να περάσουν στην αντεπίθεση.

Τότε, ωστόσο, προσέτρεξε προς βοήθεια των Τούρκων ένας αλγερινός στόλος αποτελούμενος από 13 πλοία, συγκροτώντας έτσι ένα πανίσχυρο στόλο 29 πλοίων! Από τους αριθμούς είναι ξεκάθαρο πως η μάχη αυτή ήταν άνιση αλλά ο Λάμπρος Κατσώνης δεν έκανε πίσω. Εκείνος και οι άνδρες του έπεσαν με λύσσα στον εχθρό, ωστόσο, έτσι και σε αυτή, τα... μαθηματικά είναι αμείλικτα!

Οι Τούρκοι κυρίευσαν τα περισσότερα πλοία του και στο τέλος της ναυμαχίας ο Κατσώνης έμεινε να αγωνίζεται σχεδόν μόνος με τη ναυαρχίδα του «Η Αθηνά της Άρκτου». Όταν είδε το μάταιο του αγώνα την πυρπόλησε κι έφυγε με δύο μικρά πλοία για τα Κύθηρα. Από τους άνδρες του Κατσώνη, 565 έχασαν τη ζωή τους και 53 αιχμαλωτίστηκαν. Οι απώλειες των Τούρκων έφθασαν τους 3.000 άνδρες. Στη συνέχεια ο Κατσώνης ανασυγκροτώντας το υπόλοιπο του στόλου του κατέφυγε στο Πόρτο Κάγιο στο Ακρωτήριο Ταίναρο και περιορίσθηκε σε μικροεπιδρομές στο Αιγαίο.

Το Μάρτιο του 1791, ο Κατσώνης ήλθε σε συνεννόηση με τους Μανιάτες για γενικότερη εξέγερση, αλλά χρειάζονταν πολλά χρήματα για ένα τέτοιο εγχείρημα τα οποία και ζήτησε από τους Ρώσους. Η λήξη του ρωσσοτουρκικού πολέμου και η υπογραφή της Συνθήκης του Ιασίου, ωστόσο, είχε αλλάξει τις ισορροπίες και οι Ρώσοι δεν τον στήριξαν. «Εάν η αυτοκράτειρα συνωμολόγησεν ειρήνη, ο Κατσώνης δεν συνομώλογησεν ακόμη την ιδική του» διαμήνυσε στον Ρώσο στρατηγό Ταμάρα.

Μετά και από αυτό ό σπουδαίος Έλληνας κουρσάρος συνέχισε τη δράση του στη Μάνη και στην Ιθάκη αλλά χωρίς ποτέ να πλησιάσει έστω το μεγαλείο της τετραετίας 1788-1792 που σάρωνε τους Οθωμανούς. Προς το τέλος της ζωής του πήγε στην Πετρούπολη όπου η υποδοχή της Αικατερίνης ήταν ιδιαίτερα ψυχρή. Η προσφορά του Κατσώνη αναγνωρίστηκε από τον διάδοχο του τσαρικού θρόνου.

Με την οικογένειά του και αρκετούς συμπολεμιστές του ο Κατσώνης εγκαταστάθηκε στο χωριό Καράσοϊ το οποίο σήμερα είναι το χωριό Λιβαδιά της Κριμαίας, που θεωρείται προάστιο της Γιάλτας (εκεί που χρόνια αργότερα θα πραγματοποιηθεί η περιβόητη Διάσκεψη της Γιάλτας ανάμεσα στους ηγέτες των Συμμάχων στη διάρκεια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου). Στη Λιβαδιά ο Κατσώνης ασχολήθηκε με τη γεωργία και συγκεκριμένα με την αμπελοκαλλιέργεια και την παραγωγή ενός είδους κονιάκ το οποίο διαφήμιζε ως «βότκα από σταφύλι» (έφτιαξε, μάλιστα, και ένα εργοστάσιο παραγωγής) αλλά και με το θαλάσσιο εμπόριο.

Ήταν πνευματικός πατέρας του Οδυσσέα Ανδρούτσου και τα κατορθώματά του ενέπνευσαν την επόμενη γενιά, που πραγματοποίησε την Επανάσταση του 1821. Ο Λάμπρος Κατσώνης δολοφονήθηκε το 1805 πιθανότατα από Τούρκο κατάσκοπο που είχε σταλεί στην Κριμαία ειδικά για αυτόν τον σκοπό. Ο Γάλλος πρόξενος στην Σμύρνη Ζασόντ έγραψε το 1809: «Αν ποτέ οι Έλληνες περιληφθούν μεταξύ τών ανεξάρτητων κρατών, ούτοι οφείλουν να εγείρουν αγάλματα εις τον Λάμπρον, όστις υπήρξεν ο παλινορθωτής τής ελευθερίας, διδάξας εις αυτούς δια τού παραδείγματός του ότι ελαφρά τινά πλοία εξερχόμενα εκ τινός σκοπέλου τού Αρχιπελάγους ήτο δυνατόν να αντισταθούν εις τας δυνάμεις μιας τών πλέον αχανών Αυτοκρατοριών…».

Google News

Ακολουθήστε το Reader.gr στα Google News για να είστε πάντα ενημερωμένοι για όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.