Πρέπει να έχεις μεγάλο ταλέντο στη διαφθορά για να προκαλέσεις ένα σκάνδαλο μεγατόνων στη διάρκεια μιας επτάχρονης διεφθαρμένης δικτατορίας. Ο Μιχάηλ Μπαλόπουλος το κατάφερε και αυτό όταν γέμισε τα ελληνικά κρεοπωλεία με σάπια κρέατα που έφερε (ακόμα και αυτή) τη χούντα των συνταγματαρχών απολογούμενη. Βέβαια, εκείνη την περίοδο τα αλληλομαχαιρώματα ανάμεσα στους πρωτεργάτες της δικτατορίας έδιναν και έπαιρναν αλλά σε κάθε περίπτωση, ο Μπαλόπουλος, ο οποίος πέθανε μετά από έμφραγμα μια ημέρα σαν σήμερα, την 2α Μαρτίου 1978, μέσα στο κελί του στις φυλακές του Κορυδαλλού, θα είναι για πάντα η απόδειξη πως την ώρα που κάποιοι «κοιμόντουσαν με ανοιχτά παράθυρα» κάποιοι άλλοι, πίσω από κλειστές πόρτες, είχαν στήσει... μέγα «φαγοπότι» σε βάρος τους!
Ο χουντικός Μιχαήλ Μπαλόπουλος
Για να μπούμε στο... κλίμα της υπόθεσης θα πρέπει πρώτα να «γνωρίσουμε» τον πρωταγωνιστή της. Ο Μιχαήλ Μπαλόπουλος ήταν στρατιωτικός. Γεννήθηκε στη Σμύρνη το 1921. Σπούδασε στη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων και σταδιοδρόμησε ως τον βαθμό του Συνταγματάρχη Πυροβολικού. Υπήρξε ένας από τους επικεφαλής του πραξικοπήματος της 21ης Απριλίου 1967. Διετέλεσε Γενικός Γραμματέας του Ε.Ο.Τ. (1967-1968 και 1969-1972) και του υπουργείου Συγκοινωνιών (1968-1969) και υφυπουργός Εθνικής Οικονομίας επί θεμάτων Εμπορίου (31/7/1972- 28/9/1973). Και σε αυτή τη θέση δημιουργήθηκε από τον ίδιο ένα από τα δυο μεγαλύτερα σκάνδαλα της περιόδου της χούντας.
Το μέγα σκάνδαλο με τα σάπια κρέατα
Οι απολογητές του Απριλιανού καθεστώτος, ακόμα και σήμερα, προσπαθούν (μάταια) να μας πείσουν πως την περίοδο της χούντας όλα ήταν καλώς καμωμένα και πως, ούτε λίγο – ούτε πολύ, η «Επανάστασις» δημιούργησε ένα οικονομικό θαύμα χωρίς, μάλιστα, να δημιουργήσει το παραμικρό σκάνδαλο. Αφενός η χούντα δε δημιούργησε κανένα οικονομικό θαύμα και αφετέρου μέσα σε λιγότερο από επτά χρόνια (αν αφαιρέσουμε την περίοδο Ιωαννίδη) κατάφερε να προκαλέσει δυο τεράστια (και πολλά μικρότερα) οικονομικά σκάνδαλα: Το ένα είναι οι ατελείωτες «ιερές μπίζνες» με το περιβόητο Τάμα του Έθνους και το άλλο τα σάπια κρέατα του Μπαλόπουλου. Ήταν τέτοιο το μέγεθος του σκανδάλου με πρωταγωνιστή τον Μπαλόπουλο που ήταν το μόνο που έφτασε σε δίκη στην περίοδο της χούντας και αυτό επειδή ο «αόρατος δικτάτορας» Ιωαννίδης ήθελε να βγάλει στη φόρα τα «άπλυτα» της περιόδου του Παπαδόπουλο στη φόρα.
Ήταν Πέμπτη 21 Σεπτεμβρίου 1972 όταν ο αρχιπραξικοπιματίας Στυλιανός Παττακός έδωσε μια εντολή που με μια πρώτη ανάγνωση έμοιαζε ακατανόητη: «όπως διατεθούν το ταχύτερον εις την κατανάλωσιν τα κρέατα». Η σωστή ερώτηση είναι «ποια κρέατα». Και κάπου εδώ ξεκινάει η ιστορία μας.
Για την ακρίβεια η ιστορία μας ξεκινάει από το 1972. Υφυπουργός Οικονομικών αρμόδιος για θέματα Εμπορίου τότε ήταν ο Μπαλόπουλος. Τότε, λοιπόν, βρήκαν την ευκαιρία διάφοροι μεγαλέμποροι να βγάλουν «χοντρά» λεφτά. Έπεισαν (εννοείται με το... αζημίωτο) τον Μπαλόπουλο να τους εξασφαλίσει άδειες εισαγωγής κρεατικών από τη Ροδεσία (σημερινή Ζιμπάμπουε) και την Αργεντινή. Αυτό που κατάφερε να δημιουργήσει ο Μπαλόπουλος ήταν ένα σχεδόν μονοπωλιακό τραστ που είχε τον έλεγχο της αγοράς κρέατος.
Το πρόβλημα, ωστόσο, ήταν πως τις περισσότερες φορές αυτά τα κρέατα ήταν σάπια. Ακατάλληλα. Μαύρα και οι πολίτες απέφευγαν να τα αγοράσουν με αποτέλεσμα τα κρέατα αυτά να μένουν στις αποθήκες των «φίλων» του Μπαλόπουλου ο οποίος, με δεδομένο πως είχε πληρωθεί αδρά από τους μεγαλέμπορους, έπρεπε να βρει μια λύση.
Ο υφυπουργός Εμπορίου, λοιπόν, απαγόρευσε τις σφαγές ζώων στην Αττική. Σου λέει «αν δε σφάξουν ζώα, αναγκαστικά θα φάνε τα σάπια». Ο κόσμος, όμως, και πάλι δεν αγόραζε τα κρέατα των φίλων του Μπαλόπουλου και πάλι οι αποθήκες γέμιζαν με σάπια κρέατα και πάλι έπρεπε ο Μπαλόπουλος να βρει μια λύση. Και έτσι απαγόρευσε τις εισαγωγές στην Αττική κρεάτων από την επαρχία!
Και πάλι, όμως, αυτοί οι ατίθασοι πολίτες δεν έτρωγαν τα σάπια κρέατα. Οπότε και οι κρεοπώλες δεν τα προτιμούσαν. Έτσι ο Μπαλόπουλος «επιστράτευσε» τους εκβιασμούς. Αν ο κρεοπώλης δεν αγόραζε και από τα κρέατα των φίλων του Μπαλόπουλου, ο Οργανισμός Κεντρικής Λαχαναγοράς Αθηνών δεν σφράγιζε τα τιμολόγια και έτσι δεν θα μπορούσαν να πουλήσουν ούτε τα καλά κρέατα! Πρακτικά, λοιπόν, ο Μπαλόπουλος αφού δεν μπορούσε να επιβάλει στους καταναλωτές να αγοράσουν τα σάπια κρέατα, ανάγκαζε τους επαγγελματίες να τα αγοράζουν. Και ας τα πέταγαν αυτοί μετά...
Με αυτά και με αυτά τα κρέατα του Μπαλόπουλου κυριάρχησαν στην αγορά (πήγαιναν κυρίως σε ξενοδοχεία και κοσμικά κέντρα) και οι μεγαλέμποροι φίλοι του έτριβαν τα χέρια τους από ικανοποίηση καθώς το κέρδος που είχαν ήταν τρομακτικό. Αρκεί κάποιος να αναλογιστεί πως ειδικά τα κρέατα από την Ροδεσία ήταν για αυτούς «χρυσάφι» επειδή το ρατσιστικό καθεστώς του Ίαν Σμιθ που δεν αναγνωρίστηκε από τον ΟΗΕ, «πνιγόταν» οικονομικά από το εμπάργκο που του είχε επιβληθεί, και έκανε εξαγωγές κρεατικών σε εξευτελιστικές τιμές. Από το 1972 ως το 1974, μάλιστα, προκειμένου η χούντα να «σπάει» το εμπάργκο του ΟΗΕ, τα κρέατα Ροδεσίας έφταναν στην Ελλάδα με πλαστά πιστοποιητικά που ανέφεραν άλλες χώρες προέλευσης.
Ενδεικτικό του κέρδους είναι το γεγονός που αποκάλυψε, τον Μάη του 1974, σε ρεπορτάζ του για τον «Ταχυδρόμο» ο Γιάννης Καψής σύμφωνα με το οποίο μόνο η εταιρεία «Τσώνης ΑΕ» εισήγαγε την επίμαχη περίοδο 240.000 τόνους κρέατος και αποκόμισε καθαρά κέρδη περίπου 10.000.000 δραχμών! Επιπλέον, στη δίκη που ακολούθησε αποκαλύφθηκε πως έμποροι αγόραζαν τα κρέατα με 39 δραχμές το κιλό και τα πουλούσαν 120 δραχμές το κιλό!
Στο σκάνδαλο είχαν εμπλοκή τόσο ο γαμπρός του Παττακού όσο και ο αδελφός του Γεωργίου Παπαδόπουλου, Χαράλαμπος. Η δίκη άρχισε στο Στρατοδικείο του Ρουφ στις 5 Ιουνίου 1974 και ολοκληρώθηκε στις 27 του ίδιου μήνα. Ο Μιχαήλ Μπαλόπουλος καταδικάστηκε σε 3.5 χρόνια από το στρατοδικείο τον Ιούνιο του 1974 και η ποινή του μειώθηκε σε 2.5 χρόνια από το Πενταμελές Εφετείο ένα χρόνο αργότερα που η Δημοκρατία είχε... αποκατασταθεί. Το Νοέμβριο του 1976, μετά από αναίρεση, η ποινή του κατέβηκε στους 14 μήνες. Είχε όμως ήδη καταδικαστεί σε ισόβια στη δίκη των «πρωταιτίων του πραξικοπήματος». Στο εδώλιο του κατηγορούμενου για τα σάπια κρέατα, εκτός από τον, Μπαλόπουλο, κάθισαν: ο Ζαφείρης Παπαμιχαλόπουλος (οι δικές του μίζες ξεπέρασαν τα 9 εκατ. δραχμές), άλλοτε Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Εμπορίου και «φυτευτός» από τη χούντα πρόεδρος της ΑΔΕΔΥ και ακόμα εισαγωγείς κρεάτων (ανάμεσα στους οποίους και ο Τσώνης), μεσάζοντες και υπάλληλοι.
Για αυτά που δεν τιμωρήθηκε ο Μπαλόπουλος ήταν για τα πεπραγμένα του στον ΕΟΤ. Όταν ήταν γραμματέας του Οργανισμού είχε το παρατσούκλι ο «κύριος 10%». Το 10% ήταν το λεγόμενο «μπαλόσημο», το πόσο δηλαδή που έπαιρνε ως μίζα ο πατριώτης συνταγματάρχης για να βάλει την υπογραφή του για κάθε επένδυση που ενέκρινε στον κλάδο του τουρισμού.
Το σκάνδαλο των σάπιων κρεάτων ενέπνευσε και τους... φιλάθλους. Εάν κάποιος ποδοσφαιριστής δεν απέδιδε καλά, η κερκίδα τον αποκαλούσε «βόδι Αργεντινής» ή «κρέας του Μπαλόπουλου».
Ακολουθήστε το Reader.gr στα Google News για να είστε πάντα ενημερωμένοι για όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.