«Είμαι ο πιο διάσημος, νέος σχεδιαστής στον κόσμο. Επίσης ο πιο όμορφος». Αυτό είχε πει ο Μπίλι Μπο σε μια συνέντευξή που είχε δώσει σε αμερικανικό τηλεοπτικό σταθμό στα εγκαίνια της μπουτίκ του στη Νέα Υόρκη, στις αρχές της δεκαετίας του 1980. Μπορεί σε πολλούς να φαίνεται πως τα λόγια αυτά «κρύβουν» μία έπαρση και μια αλαζονεία αλλά στη δική του περίπτωση ίσως και να δικαιολογείται. Δεν είναι λίγο, άλλωστε, να ξεκινήσεις από μια φτωχογειτονιά του Πειραιά και στο τέλος της (σύντομης) πορείας σου να έχεις κατακτήσει την κορυφή του κόσμου.
Ο Μπίλι Μπο, όμως, δεν ήταν αλαζόνας. Μετά από εκείνη τη δήλωση προς τους αμερικανούς δημοσιογράφους είχε σπεύσει να συμπληρώσει χαμογελώντας: «καταλαβαίνετε τα αγγλικά μου, έτσι»; Και έκανε πλάκα και μιλούσε με όλους και προσιτός ήταν και απολάμβανε τα όσα είχε πετύχει. Όλη αυτή η «τρελή» πορεία, ωστόσο, σταμάτησε μια ημέρα σαν σήμερα. Στις 13 Ιουνίου 1987 όταν έφυγε χτυπημένος από το AIDS, μένοντας για πάντα στην ιστορία ως ο Έλληνας σχεδιαστής με το αγγελικό πρόσωπο.
Ζωή που θα μπορούσε να γίνει ταινία
Στις 8 Φεβρουαρίου 1954 γεννιέται στα Καμίνια του Πειραιά, ο Βασίλης Κουρκουμέλης. Παιδί μιας φτωχής και πολύτεκνης οικογένειας, αντιλαμβάνεται πως το μέλλον του βρίσκεται μακριά από τις φτωχογειτονιές του μεγαλύτερου λιμανιού της χώρας.
Όπως έλεγε και ο ίδιος, μπάλα δεν έπαιξε ποτέ. Χόρευε, όμως, και χόρευε πολύ καλά. προκειμένου να βγάλει τα πρώτα του χρήματα αρχικά δουλεύει ως χορευτής σε διάφορες μπουάτ της Πλάκας. Σε μια από αυτές χόρευε μαζί με τις αδελφές Μπρόγιερ. Άνθρωποι που τον είδαν να χορεύει θα πουν αργότερα πως την ίδια ποσότητα λουλουδιών που έριχναν στις αδελφές Μπρόγιερ έριχναν και στο νεαρό, ψηλόλιγνο πανέμορφο αγόρι. Είναι, όμως, και προσγειωμένος. Ότι λεφτά βγάζει τα «επενδύει» στο να γίνει καλύτερος. Γράφεται σε σχολές προκειμένου να καλλιεργήσει το ταλέντο του. Ξέρει πως αυτό το ταλέντο είναι το διαβατήριό του για μια καλύτερη ζωή.
Από μικρός ήταν ανήσυχο πνεύμα και αυτή ακριβώς η ανησυχία του, τον οδήγησε στα 16 του χρόνια να κάνει τη γνωριμία που θα άλλαζε τη ζωή του. Θα γνωρίσει τον κατά 10 χρόνια μεγαλύτερο του Μάκη Τσέλιο. Ανάμεσα στους δυο θα αναπτυχθεί μια ιδιαίτερη σχέση μέσω της οποίας ο ένας έπαιρνε από τον άλλο δύναμη για να πραγματοποιήσουν το όνειρο τους: Να κατακτήσουν τον κόσμο της μόδας.
«Ο Βασίλης είχε δύσκολα παιδικά χρόνια, όπως άλλωστε όλοι οι άνθρωποι τότε. Οι δρόμοι στις γειτονιές ήταν από χώμα και φαντάσου ότι ακόμα περνούσε ο νερουλάς. Γεννήθηκε τον Φεβρουάριο του 1954, Υδροχόος το ζώδιο. Την ημέρα που τον είδα πρώτη φορά, ξαφνιάστηκα. Είχε μια ιδιαιτερότητα, ήταν σαν ένα πριγκιπόπουλο σε λάθος περιβάλλον. Σαν να είχε γεννηθεί σε λάθος σπίτι.
Ήθελε πάρα πολύ να ανέβει, χωρίς να έχει εφόδια όμως. Εγώ τον βρήκα να κάνει μαθήματα χορού στη σχολή Ντε Πιαν. Συναντηθήκαμε μερικές φορές κι έβλεπα ότι αναζητούσε την παρέα σοβαρότερων ανθρώπων. Άρχισε να χορεύει στου Μοστρού στην Πλάκα, με τις αδελφές Μπρόγιερ και στο θέατρο, στο ''Μαριχουάνα Στοπ'', με τον Μεταξόπουλο. Ήταν τόσο ωραίος, που πετούσαν περισσότερα λουλούδια σε αυτόν παρά στις Μπρόγιερ» είχε πει σε τηλεοπτική του συνέντευξη, πολλά χρόνια αργότερα, ο Μάκης Τσέλιος.
Οι δυο τους κάνουν μαζί ένα τολμηρό βήμα που ή θα τους «απογείωνε» ή θα τους κατέστρεφε. Ανοίγουν την μπουτίκ «Μπίλι Μπο» στο κέντρο της Αθήνας, στην οδό Σόλωνος. Ο ίδιος το υιοθετεί άμεσα ως… επαγγελματικό ψευδώνυμο. Και «απογειώνονται». Στα τέλη της δεκαετίας του 70 και στα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του 80, κυριολεκτικά σαρώνουν τα πάντα στο πέρασμα τους. Ανοίγουν το ένα μαγαζί μετά το άλλο. Μύκονος, Θεσσαλονίκη, Ψυχικό και δυο ακόμα στο κέντρο της Αθήνας. Ντύνουν όλες τις μεγάλες φίρμες της εποχής.
Βουγιουκλάκη, Λάσκαρη, Ναθαναήλ κλπ κλπ κλπ! Μαζί με τον Τσέλιο αναλαμβάνουν, το 1981, να σχεδιάσουν τις στολές των αεροσυνοδών της Ολυμπιακής Αεροπορίας και έτσι τα ρούχα τους... ταξιδεύουν σε κάθε γωνιά του πλανήτη. «Εκτοξεύονται» και στο εξωτερικό, κερδίζοντας διαγωνισμούς και διοργανώνοντας επιδείξεις μόδας. Οι δυο τους ανοίγουν μια μπουτίκ 370 τετραγωνικών (!) στην «καρδιά» της Νέας Υόρκης, στη φημισμένη Park Avenue. Η επιτυχία είναι πρωτοφανής και ο Μπίλι Μπο είναι πλέον κάτι παραπάνω από επιτυχημένος σχεδιαστής μόδας.
Το AIDS και το δύσκολο τέλος
Δυστυχώς, όμως, η αντίστροφή μέτρηση για τον ίδιο είχε ήδη ξεκινήσει. Ο Μπίλι Μπο λείπει από τα εγκαίνια της μπουτίκ. Νιώθει αδύναμος, χωρίς το παραμικρό ίχνος ενέργειας. Συνεχώς αδυνατίζει και δεν έχει διαθέσει για να κάνει το οτιδήποτε. «Πήγαμε στην Τήνο, που το ήθελε πολύ. Έχω μια φωτογραφία μας στα σκαλοπάτια της Παναγίας. Ο Βασίλης έχει αδυνατίσει πολύ, αλλά το ίδιο και εγώ − είχα πάθει κατάθλιψη και είχα χάσει 19 κιλά. Του είπα ότι έπρεπε να πάμε σε έναν άλλο γιατρό, για να μην ταλαιπωρείται. Ωστόσο, πήγαμε στην Τήνο, ήθελε να προσκυνήσει στην Παναγία.
» Ο Βασίλης ήταν πολύ ευσεβής. Πάρα πολύ μικρός ήταν παπαδοπαίδι στον Άγιο Λευτέρη στον Πειραιά. Μου λέει να πάμε στο Μοναστήρι της Κυράς των Αγγέλων που έχει ένα εκκλησάκι υπόσκαφο, με ζωγραφισμένες εικόνες στον τοίχο. Πολύ ήρεμο μέρος, όπου μπορείς να προσευχηθείς, αν το θέλεις. Φτάνουμε και μου λέει: "Θέλω να μπω μόνος μου". Βγαίνοντας από το εκκλησάκι, μου λέει: "Μάκη, είδα την Παναγία και δεν με χαιρέτησε, έφυγε τρέχοντας. Δεν είναι καλό, δεν με ήθελε η Παναγία". "Έλα, μωρέ, τι λες;" του απαντώ» είχε πει ο Μάκης Τσέλιος.
Ο Μπίλι Μπο αποφασίζει να πάει για εξετάσεις. Η ασθένεια που εκείνη την εποχή θέριζε τους νέους ανθρώπους είχε «χτυπήσει την πόρτα» του Μπίλι Μπο. Το AIDS ήταν ακόμα μια άγνωστη ασθένεια η οποία ισοδυναμούσε με θάνατο.
Σύντομα άρχισαν και τα κουτσομπολιά που έφτασαν σε σημείο υστερίας. Στις εφημερίδες της εποχής είχαν φιλοξενηθεί και δηλώσεις έντρομων μοντέλων που δεν ήξεραν αν είχαν κολλήσει και εκείνες επειδή έκαναν… πρόβες στα ρούχα του Μπίλι Μπο. Ο Τσέλιος έστειλε ένα τηλεγράφημα με την υπογραφή του Βασίλη σε όλα τα ΜΜΕ και τους ζήτησε να σεβαστούν ένα πρόβλημα υγείας του που τον κρατάει μακριά από τις επαγγελματικές του υποχρεώσεις.
Η ανθρωποφαγία, ωστόσο, δεν είχε τελειωμό. Δημοσιογράφοι έφτασαν σε σημείο να γράφουν πως ο σχεδιαστής είχε πεθάνει, είχε αποτεφρωθεί και οι στάχτες του είχαν σκορπιστεί στο Αιγαίο.
Μαζί με τον Μάκη Τσέλιο κάνουν ένα τελευταίο ταξίδι στις ΗΠΑ, με την ελπίδα κάποιες πειραματικές τότε θεραπείες να τον σώσουν. Ο οργανισμός του, ωστόσο, δεν αντιδρά και το πανέμορφο αγόρι, είχε μείνει σκιά του εαυτού του.
Η επιστροφή τους στην Ελλάδα ήταν... κινηματογραφική. Κανείς δεν έπρεπε να δει τον Μπίλι Μπο ή (όσο σκληρό και αν ακούγεται) αυτό που είχε απομείνει από το άλλοτε πανέμορφο αγόρι. Λίγο πριν το τέλος είχε μείνει μόλις 40 κιλά! Ο Μάκης Τσέλιος «έστησε» ολόκληρο σχέδιο διαφυγής προκειμένου ο Μπίλι Μπο να περάσει «κάτω από τη μύτη» των δημοσιογράφων χωρίς να τον πάρουν χαμπάρι.
Το αεροπλάνο έφτασε στο αεροδρόμιο του Ελληνικού. Η άφιξη της πτήσης ανακοινώθηκε και ξαφνικά, στην αίθουσα αφίξεων, επικράτησε αναβρασμός. Οι ταξιδιώτες αλλά και όσοι περίμεναν τους δικούς τους ανθρώπους αναστατώθηκαν όταν ξαφνικά ένα... μπούγιο φωτογράφων αλληλοστριμώχνεται για το ποιος θα πάρει την καλύτερη θέση. Μια και μόνο φωτογραφία άξιζε «χρυσάφι» εκείνη την εποχή.
Οι επιβάτες του αεροπλάνου, άρχισαν σταδιακά και κάνουν την εμφάνισή τους στην αίθουσα αφίξεων. Έδειχναν κι αυτοί σαστισμένοι. Μία ηλικιωμένη γυναίκα καθηλωμένη σε αναπηρικό αμαξίδιο, έχοντας το κεφάλι της καλυμμένο με ένα σκούρο μαντίλι, πέρασε ανάμεσα από το πλήθος χωρίς να δώσει την παραμικρή σημασία.
Ούτε και κανείς άλλος, βέβαια, έδωσε σημασία στην εξαιρετικά λεπτή γυναίκα με το σκυφτό, σχεδόν σκεβρωμένο, σώμα. Μερικές στιγμές αργότερα με τη βοήθεια του άντρα που τη συνόδευε, μπήκαν σε ένα ταξί και έφυγαν προς άγνωστη κατεύθυνση.
Το σχέδιο διαφυγής είχε πετύχει. Κανείς από το πλήθος των παπαράτσι που είχαν κάνει το Ελληνικό δεύτερο σπίτι τους αναμένοντας την επιστροφή του καταβεβλημένου από το AIDS Μπίλι Μπο από το Παρίσι, δεν πήρε χαμπάρι πως μόλις είχε περάσει κάτω από τη «μύτη» τους, μεταμφιεσμένος σε ηλικιωμένη γυναίκα.
Αυτό ήταν και το τελευταίο highlight μιας ζωής σύντομης αλλά γεμάτης από ιδιαίτερες στιγμές. Τις τελευταίες ημέρες της ζωής του, ο Μπίλι Μπο, τις έζησε σε ένα σπίτι στο Καβούρι. «Πού θες να μείνεις;» τον είχε ρωτήσει ο Μάκης Τσέλιος. «Θέλω να βλέπω θάλασσα. Εγώ είμαι Πειραιωτάκι» του είχε απαντήσει εκείνος. Ο Μπίλι Μπο άφησε την τελευταία του πνοή, μια ημέρα σαν σήμερα, στις 13 Ιουνίου του 1987. Μόλις εννέα μήνες αφού είχε ανακαλύψει πως έπασχε από την ασθένεια που τελικά θα τον σκότωνε.
Ακολουθήστε το Reader.gr στα Google News για να είστε πάντα ενημερωμένοι για όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.