Μενού
golfis
Ο Αλέξης Γκόλφης | Τύπος της εποχής
  • Α-
  • Α+

Η περίπτωση του ηθοποιού Αλέξη Γκόλφη δεν είναι μια απλή υπόθεση. Δείχνει με ξεκάθαρο και ταυτόχρονα τραγικό τρόπο τη δύναμη της δημοφιλίας και της αναγνωρισιμότητας. Αυτό που μπορεί να σε ανεβάσει στην κορυφή, αυτό μπορεί να σε ρίξει γυμνό στο δρόμο να ψάχνεις στα σκουπίδια για να φας. Δεν είναι λίγο, άλλωστε, να περπατάς στο δρόμο και οι άνθρωποι (μέσα στην αφέλειά τους) να σπεύδουν να σου φυλάνε τα πόδια και τα χέρια και λίγα χρόνια αργότερα να πεθαίνεις μόνος, ξεχασμένος και άστεγος επειδή σε εγκατέλειψαν οι πάντες. Ο ηθοποιός που ενσάρκωσε τον Ιησού Χριστού στην τηλεοπτική σειρά «Ο Χριστός ξανασταυρώνεται» είχε ένα τέλος που δεν του άξιζε. Ένα τέλος που, πιθανότατα, δεν αξίζει σε κανέναν άνθρωπο.

Ο ηθοποιός με το αγγελικό πρόσωπο

Η αρχή της σκληρής αυτής ιστορίας είναι εντελώς διαφορετική από το τέλος της. Η αρχή είναι γεμάτη όνειρα και ελπίδες. Ο Αλέξανδρος Γκολφινόπουλος γεννήθηκε μια ημέρα σαν σήμερα, στις 9 Μαρτίου 1948. Η οικογένειά του δεν ήταν πλούσια. Δεν ήταν, όμως, και φτωχή. Ζούσαν με αξιοπρέπεια σε μια εξαιρετικά δύσκολη εποχή. Ας μην ξεχνάμε πως ακόμα τότε ήταν σε πλήρη εξέλιξη ο εμφύλιος πόλεμος και μπορεί η ζωή στην πρωτεύουσα να μην ήταν τόσο δύσκολη όσο στην επαρχία, δεν παύει, όμως, να είναι μια δύσκολη και σκοτεινή περίοδος για ολόκληρη τη χώρα.

Στην αρχή της ζωής του ο Αλέξανδρος δεν είχε καμία ιδιαίτερη... «καούρα» να γίνει ηθοποιός. Λάτρευε τον αθλητισμό και ήθελε να γίνει πρωταθλητής. Αυτό ήταν το όνειρό του από μικρός. Έπαιξε διάφορα αθλήματα αλλά σε αυτό που ξεχώρισε ήταν η επιτραπέζια αντισφαίριση όπου διακρίθηκε για το ταλέντο του. Το ζήτημα, ωστόσο, ήταν πως γρήγορα και ο ίδιος αντιλήφθηκε πως στην Ελλάδα της δεκαετίας του 1960 δεν μπορείς να έχεις και μεγάλες ελπίδες πως θα έχεις μια καλή ζωή παίζοντας Πινγκ – Πονγκ.

Κάπως έτσι στράφηκε στην έτερη αγάπη του, την υποκριτική. Είχε ήδη κάνει τα πρώτα του βήματα συμμετέχοντας στο Θίασο Χατζίσκου και αναλαμβάνοντας μικρούς ρόλους σε θεατρικά έργα. Στα 25 του θα κάνει και τις πρώτες του εμφανίσεις στον κινηματογράφο. Θα παίξει μικρούς ρόλους σε διάφορες ταινίες με πιο γνωστές αυτές δίπλα στον Θανάση Βέγγο που τότε χάριζε το γέλιο ως ο φαλακρός πράκτωρ Θου Βου! Αν παρατηρήσετε στους τίτλους αρχής θα δείτε και το όνομα του Αλέξανδρου Γκολφινόπουλου που, πλέον, έχει γίνει Αλέξης Γκόλφης.

Το 1973 κάνει και τα πρώτα του βήματα στην τηλεόραση καθώς συμμετέχει στη σειρά «Επικίνδυνα βήματα» που μετέδιδε η ΥΕΝΕΔ. Ο νεαρός ηθοποιός, ανάμεσα στους μικρούς ρόλους που αναλαμβάνει, «κρατάει» και δυο στις ταινίες «Ομφαλός» και «Συνωμοσία στη Μεσόγειο» (αμφότερες το 1975) του σκηνοθέτη Βασίλη Γεωργιάδη ο οποίος φαίνεται να ποντάρει στο αγγελικό πρόσωπο του Γκόλφη.

Ούτε η χρονιά, ούτε ο σκηνοθέτης αναφέρθηκαν τυχαία. Το 1975 ο Βασίλης Γεωργιάδης αποφασίζει να μεταφέρει στη μικρή οθόνη το αριστούργημα του σπουδαίου κρητικού συγγραφέα Νίκου Καζαντζάκη «Ο Χριστός Ξανασταυρώνεται». Η υπόθεση της σειράς εκτυλίσσεται στην ενδοχώρα της Μικράς Ασίας και πιο συγκεκριμένα στο χωριό Λυκόβρυση το 1921. Οι κάτοικοι του είχαν ένα παλιό έθιμο, κάθε επτά χρόνια έκαναν την αναπαράσταση των Παθών του Χριστού και έπρεπε να διαλέξουν μερικούς από τους άνδρες του χωριού που θα υποδύονταν κατά βάση τους Αποστόλους και έναν που θα υποδυόταν τον Ιησού Χριστό. Οι δημογέροντες του χωριού ήταν αυτοί που αποφάσιζαν την κατανομή των ρόλων. Εκείνη τη χρονιά έδωσαν τον ρόλο του Ιησού στον Μανωλιό, τον πιο αγνό κάτοικο της Λυκόβρυσης, έναν νεαρό, όμορφο άντρα, που είναι βοσκός στη δούλεψη ενός πλούσιου γαιοκτήμονα, του άρχοντα Πατριαρχέα. Ο Μανωλιός θα βιώσει βαθιά μέσα του τα Πάθη και τη Σταύρωση του Ιησού και με αυτό σαν αφορμή θα περάσει μέσα από μια επώδυνη διαδικασία συνειδησιακής επιφοίτησης η οποία, ωστόσο, θα έχει τραγική κατάληξη.

Το πρώτο επεισόδιο της σειράς προβλήθηκε στις 29 Μαΐου 1975 και το τελευταίο στις 11 Ιουνίου 1976. Ήταν συνολικά 50 επεισόδια των 45 λεπτών που στην κυριολεξία καθήλωσαν μπροστά στις μικρές οθόνες τους Έλληνες τηλεθεατές. «Ο Χριστός Ξανασταυρώνεται» θεωρείται σήμερα σειρά – ορόσημο για την ιστορία της Ελληνικής τηλεόρασης και διασώζεται ολόκληρη στο αρχείο της ΕΡΤ (η παλαιότερη σωζόμενη ελληνική τηλεοπτική σειρά).

Ο σκηνοθέτης Βασίλης Γεωργιάδης επιλέγει τον Αλέξη Γκόλφη για τον ρόλο του Μανωλιού – Ιησού εξαιτίας του ταλέντου του αλλά κυρίως εξαιτίας της εξωτερικής του εμφάνισης. Τοποθετεί τον Γκόλφη δίπλα στην αφρόκρεμα του θεάτρου και του κινηματογράφου (Κάτια Δανδουλάκη, Ανδρέα Φιλιππίδη, Γιώργο Φούντα, Γεωργία Βασιλειάδου, Νάσο Κεδράκα, Δήμο Σταρένιο, Λυκούργο Καλλέργη, Μαίρη Ιγγλέση και άλλους) και το αποτέλεσμα καθηλώνει τους πάντες. Είναι ενδεικτικό πως, σύμφωνα με τις τότε μετρήσεις, υπήρξε επεισόδιο που έκανε τηλεθέαση ακόμα και 80%!

Από την τεράστια επιτυχία στην απόλυτη εξαθλίωση

Ο Αλέξης Γκόλφης βρέθηκε ξαφνικά να ζει μέσα στην απόλυτη επιτυχία. Ο κόσμος τον ταύτισε πλήρως με τον Ιησού. Μέσα στην αφέλεια της εποχής πολλοί τον έβλεπαν στον δρόμο και έπεφταν στα γόνατα προκειμένου να του φιλήσουν τα πόδια. Άλλοι του ζητούσαν απλά να τους αγγίξει προκειμένου να πάρουν την ευλογία του ενώ κάποιοι επιχείρησαν να του σκίσουν τα ρούχα για να κρατήσουν ένα μικρό κομμάτι ύφασμα!

Ο Γκόλφης είναι σούπερ – σταρ. Βγαίνει έξω και προκαλεί κομφούζιο στους δρόμους αφού οι θαυμαστές του κλείνουν την κυκλοφορία. Δίνει τη μια συνέντευξη μετά την άλλη. Όλοι ζητούν μια δήλωσή του. Και εκείνος το κάνει. Ταυτόχρονα, όμως, μέσα από τις συνεντεύξεις του και τις δηλώσεις του, «φωνάζει», «κραυγάζει» για βοήθεια. Κανείς, ωστόσο, δεν τον ακούει. «Εκείνο που με συναρπάζει πραγματικά είναι η ίδια η μορφή του Χριστού όταν προσπαθώ να τον πλησιάσω με τον νου και την καρδιά. Και συχνά αισθάνομαι πως με συντρίβει καθώς προσπαθώ να την ενσαρκωθώ. Πώς να ενσαρκωθείς καλλιτεχνικά, θεατρικά μια τιτανική μορφή όπως του Ιησού; Είτε Θεός, είτε Θεάνθρωπος, είτε και μόνο άνθρωπος, όπως θέλουν να τον βλέπουν εκείνοι που αρνούνται να θρησκεύονται ή όσοι ανήκουν σε άλλα θρησκεύματα, ο Ναζωραίος προβληματίζει κατά τρόπο συντριπτικό κάθε καλλιτέχνη που αποτολμά να τον υποδύεται στη σκηνή ή την οθόνη. Και από την άποψη αυτή, μπορείτε να μαντέψετε εύκολα τη συγκλονιστική επίδραση που δέχομαι όταν μελετώ αυτόν τον ρόλο ή όταν στέκομαι μπροστά στον φακό και αγωνίζομαι να τον αποδώσω», είχε πει σε μια από τις συνεντεύξεις του χωρίς κανείς να παρατηρήσει πως μέσα σε λίγες αράδες χρησιμοποιεί δυο φορές τη λέξη «συντριβή».

Και αυτή είναι μια λέξη που θα χρησιμοποιήσει ξανά, σε μια άλλη του συνέντευξη, μερικά χρόνια αργότερα. Όταν η σειρά ολοκληρώθηκε ο κόσμος είχε ταυτίσει τον Αλέξη Γκόλφη με τον Ιησού σε τέτοιο βαθμό που δεν μπόρεσε να τον δει να υποδύεται κάτι άλλο. Όσες κινηματογραφικές, θεατρικές ή τηλεοπτικές προσπάθειες και να έκανε, απέτυχαν όλες παταγωδώς. Κανείς παραγωγός ή σκηνοθέτης δεν τον ήθελε. «Ο Χριστός με συνέτριψε» θα πει ο Αλέξης Γκόλφης σε μια του συνέντευξη στο νεανικό περιοδικό «Μαρί – Λένα».

Άνοιξε δυο μπαρ στην Αθήνα. Τη «Σφίγγα» και το «Λούκι», που έγιναν στέκια της νεολαίας αλλά κανένα από τα δυο δεν «στέριωσε». Έμεινε μόνο η ανάμνηση και το τραγούδι των αδελφών Κατσιμίχα «Μια βραδιά στο Λούκι» που αναφέρεται στο μπαρ του Γκόλφη, για να θυμίζουν εκείνη την εποχή.

Μέσα στη δεκαετία του 1990 έπαιξε διάφορους μικρούς ρόλους σε ταινίες (όπως οι «Πάμφτωχοι Α.Ε.») ή τηλεοπτικές σειρές (όπως το «Λόγω τιμής») αλλά τίποτα το ιδιαίτερο. Τίποτα που να μπορεί να τον κρατήσει μακριά από το αλκοόλ, τα ναρκωτικά και την κατάθλιψη στα οποία βυθιζόταν ολοένα και περισσότερο. Ειδικά τα ναρκωτικά ο Γκόλφης τα είχε γνωρίσει από μικρή ηλικία όταν σαν πιτσιρικάδες «πειραματίζονταν» με τον συμμαθητή και κολλητό του. Τον Παύλο Σιδηρόπουλο. Η επιτυχία, όμως, είχε απομακρύνει για πολλά χρόνια τον εφιάλτη της ηρωίνης. Το τελειωτικό χτύπημα ήρθε με το θάνατο της μητέρας του. Η αγάπη και η αδυναμία που της είχε έκαναν τη σχέση τους μοναδική και ο θάνατός της ήταν σαν τη σπρωξιά σε έναν άνθρωπο που στέκει στην άκρη του γκρεμού.

Μένει άστεγος, παλεύει με τους εθισμούς του και ψάχνει στα σκουπίδια για να βρει κάτι να φάει. Ξεχασμένος απ' όλους έζησε τα τελευταία του χρόνια σε ένα ερειπωμένο σπίτι στα Πατήσια στο οποίο είχε κάνει κατάληψη. Ο ίδιος βέβαια, περήφανος άνθρωπος, αρνούνταν πως έψαχνε στα σκουπίδια για να φάει όπως έλεγαν οι περίοικοι. «Ούτε από τα σκουπίδια τρώω ούτε στα παγκάκια κοιμάμαι. Ζω αξιοπρεπώς, αλλά πολύ δύσκολα. Με 1.000 ευρώ τον χρόνο που μου έδωσε ως επίδομα το Υπουργείο Πολιτισμού, έχω κάνει κατάληψη σε ένα παλιό σπίτι, τρώω από το συσσίτιο του Αγίου Λουκά. Δεν πιστεύω στην κατάρα των ηθοποιών που έπαιξαν τον Χριστό. Τα λεφτά δεν τα υπολόγισα ποτέ, τα είχα όταν άνοιξα τα δύο μπαρ στο Κολωνάκι. Μετά τα έχασα όλα. Ίσως, να με βοηθήσει ο Θεός, που τον πλησίασα στο σίριαλ, να στηριχτώ ξανά στα πόδια μου», είχε πει το 2006 σε συνέντευξη που έδωσε στην εφημερίδα «Espresso».

Την επόμενη χρόνια, στις 3 Αυγούστου 2007 ο Αλέξης Γκόλφης βρέθηκε ημιλιπόθυμος στην Πλατεία Κολιάτσου και μεταφέρθηκε στον Ερυθρό Σταυρό. Εκεί διαπιστώθηκε πως είχε υποστεί οξύ έμφραγμα του μυοκαρδίου. Δυο ημέρες αργότερα πέθανε. Κατέληξε στα αζήτητα του νεκροτομείο αφού κανείς δεν αναγνώρισε τον άνθρωπο που κάποτε ήταν ο απόλυτος σταρ της τηλεόρασης. Στις 9 Οκτωβρίου 2007 ο ιατροδικαστής Φίλιππος Κουτσάφτης έτυχε να δει το πτώμα και το αναγνώρισε. Τραγική ειρωνεία; Ο Φίλιππος Κουτσάφτης είναι ο σύζυγος της Μαίρης Ιγγλέση, τη συμπρωταγωνίστριας του Αλέξη Γκόλφη στο «Ο Χριστός Ξανασταυρώνεται»! Η κηδεία του ηθοποιού έγινε δυο ημέρες αργότερα, στο νεκροταφείο Ζωγράφου, με δαπάνη της ΕΡΤ.

Google News

Ακολουθήστε το Reader.gr στα Google News για να είστε πάντα ενημερωμένοι για όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.