Μενού
xounta
Άρμα μάχης μπροστά από τη Βουλή το πρωινό της 21ης Απριλίου 1967 | eurokinissi
  • Α-
  • Α+

Μια ημέρα σαν σήμερα, στις 21 Απριλίου 1967, μια χούφτα αξιωματικών του στρατού έβαλε την Ελλάδας «εις τον γύψον». Η χώρα για τα επόμενα επτά χρόνια έζησε τη μεγαλύτερη νύχτα στη σύγχρονη Ιστορία της. Συλλήψεις, διώξεις, βασανιστήρια, φόβος και αίμα. Πολύ αίμα. Οι θιασώτες της χούντας όταν μιλούν για την 21η Απριλίου μιλάνε για την επιβολή ενός αναίμακτου πραξικοπήματος.

Το ίδιο ακριβώς, δηλαδή, που λένε για την καταστολή της μεγάλης εξέγερσης του Πολυτεχνείου το 1973. Παίζουν με τις λέξεις και λένε πως «μέσα στο Πολυτεχνείο δεν υπήρχαν νεκροί» την ίδια ώρα που αδιαφορούν για το μακελειό που έγινε έξω από το ιστορικό ίδρυμα της Πατησίων. Όπως στην εξέγερση του 1973, ωστόσο, έτσι και στην επιβολή του πραξικοπήματος, νεκροί υπάρχουν. Ήταν άνθρωποι με ονοματεπώνυμο και οικογένειες στις οποίες απαγορεύτηκε ακόμα και να θρηνήσουν.

Η επιβολή της χούντας της 21ης Απριλίου

Χαράματα της 21ης Απριλίου 1967, ο ήχος από τις ερπύστριες των τανκς στους δρόμους της Αθήνας, ξυπνά τους κατοίκους της πρωτεύουσας, οι οποίοι ανήσυχοι ανοίγουν τα ραδιόφωνά τους προκειμένου να μάθουν τι συμβαίνει. Αυτό που άκουγαν ήταν μόνο στρατιωτικά εμβατήρια! Περίπου στις 6 το πρωί ακούστηκε το πρώτο μήνυμα: «Λόγω της δημιουργηθείσης εκρύθμου καταστάσεως, από του μεσονυκτίου ο στρατός ανέλαβε την διακυβέρνησιν της χώρας», λέει ο εκφωνητής και στη συνέχεια αναφέρει τα άρθρα του Συντάγματος που έμπαιναν «εις τον γύψον» και κυρίως πως είχε εφαρμοστεί στρατιωτικός νόμος «καθ' άπασαν την Επικράτειαν».

Αυτό που όλοι φοβόντουσαν είχε συμβεί. Κυβέρνηση ήταν η ΕΡΕ και πρωθυπουργός ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος. Η χώρα όδευε προς τις εκλογές του Μάη και ήταν δεδομένο πως η Ένωση Κέντρου είχε τέτοια δυναμική που δύσκολα θα τις έχανε. Και δε φοβόντουσαν τον «Γέρο της Δημοκρατίας» αλλά τον γιό του. Τον απρόβλεπτο Ανδρέα Παπανδρέου. Έχοντας ζήσει την περίοδο της «Αποστασίας» και των «Ιουλιανών», το μετεμφυλιακό δεξιό παρακράτος δεν είχε καμία διάθεση να χάσει την εξουσία. Η περιβόητη υπόθεση του «ΑΣΠΙΔΑ» και τα όσα αποκαλύφθηκαν ήταν ένα ξεκάθαρο σημάδι.

Το παλάτι και ο νεαρός τότε βασιλιάς Κωνσταντίνος είχε ξεκινήσει τις διαδικασίες προκειμένου να προχωρήσει σε συνταγματική εκτροπή αν το αποτέλεσμα των εκλογών δεν ήταν αυτό που ήθελε. Είχε, μάλιστα, σφυγμομετρήσει και τις αντιδράσεις του Λευκού Οίκου. Το πραξικόπημα του Κωνσταντίνου θα γινόταν από τους ανώτατους αξιωματικούς των Ενόπλων Δυνάμεων. Η «Χούντα των Στρατηγών», ωστόσο, έμεινε στα χαρτιά διότι τους πρόλαβε η «Χούντα των Συνταγματαρχών».

Όλοι περίμεναν πως η «κίνηση» θα γίνει από τον βασιλιά και σίγουρα όχι πριν βγουν τα αποτελέσματα των εκλογών του Μάη. Το βράδυ της 20ης Απριλίου στο υπουργικό συμβούλιο κανείς δεν μπορούσε να προβλέψει αυτό που ερχόταν. Τα ίδια και στην Αριστερά. Η «Αυγή» το επόμενο πρωί θα κυκλοφορούσε με βασικό άρθρο το οποίο είχε τίτλο «Γιατί δεν πρόκειται να γίνει πραξικόπημα»! Τελικά, δεν κυκλοφόρησε ποτέ. Ακόμα και ο ίδιος ο Κωνσταντίνος λίγες ώρες πριν τα τανκς βγουν στους δρόμους ήταν στο Τατόι ξέγνοιαστος και μαζί με την αδερφή του έβλεπαν ένα έργο στον προσωπικό τους κινηματογράφο! Θα τα καταλάβαινε όλα το επόμενο πρωί όταν θα έβλεπε μπροστά του το πιστόλι του Παττακού.

Όσο, όμως, όλοι αυτοί που φοβόντουσαν ή προετοίμαζαν ένα πραξικόπημα περίμεναν τις εκλογές του Μάη ως το σημείο καμπής, ο συνταγματάρχης πυροβολικού Γεώργιος Παπαδόπουλος, ο ταξίαρχος των Τεθωρακισμένων Στυλιανός Παττακός και ο συνταγματάρχης πυροβολικού Νικόλαος Μακαρέζος είχαν θέσει σε εφαρμογή το «Σχέδιο Προμηθεύς» και μετρούσαν αντίστροφα τα λεπτά για να πάρουν στα χέρια τους την εξουσία.

Το «Σχέδιο Προμηθεύς»  ήταν ένα ψυχροπολεμικό σχέδιο έκτακτης ανάγκης του ΝΑΤΟ που είχαν σαν στόχο την ανάληψη εξουσίας από τον στρατό με σκοπό την εξουδετέρωση της «κομμουνιστικής απειλής». Το σχέδιο προέβλεπε την κατάληψη νευραλγικών κτιρίων και εγκαταστάσεων από τον στρατό και τη σύλληψη στελεχών της αριστεράς. Ότι δηλαδή έγινε ξημερώματα της 21ης Απριλίου 1967.

Παπαδόπουλος, Παττακός και Μακαρέζος συναντήθηκαν λίγο πριν τα μεσάνυχτα στο αρχηγείο των Τεθωρακισμένων στο Γουδί. Παπαδόπουλος και Μακαρέζος ήθελαν να αναβληθεί για 24 ώρες η εκδήλωση του πραξικοπήματος. Ο Παττακός διαφωνούσε και τελικά είπε πως εκείνος θα ξεκινήσει ακόμα και αν ήταν μόνος του. Οι υπόλοιποι συμφώνησαν και λίγη ώρα αργότερα οι ΛΟΚατζηδες είχαν καταλάβει όλα τα τηλεπικοινωνιακά κέντρα. Στη δεύτερη φάση του σχεδίου ξεκίνησαν οι συλλήψεις πολιτικών (κάθε κόμματος) και η κατάληψη από τον στρατό κομβικών σημείων της πρωτεύουσας.

Μέχρι τις 3 το πρωί είχαν όλα τελειώσει. Η χούντα είχε επιβληθεί, ο έλεγχος της πρωτεύουσας ήταν καθολικός, ενώ πολιτικοί και αγωνιστές της Αριστεράς συλλαμβάνονταν με ρυθμούς πολυβόλου και οδηγούνταν στον Ιππόδρομο και στα στάδια του Ολυμπιακού, του Παναθηναϊκού και της ΑΕΚ που μέσα σε μια νύχτα μεταβλήθηκαν σε μεγάλες ανοιχτές φυλακες. Στις 7 το απόγευμα της 21ης Απριλίου η «νέα Εθνική Κυβέρνησις υπό τον εισαγγελέα του Αρείου Πάγου κ. Κόλλιαν Κωνσταντίνον» είχε «ωρκίσθη ενώπιον της Αυτού Μεγαλειότητος του Βασιλέως εις τα Ανάκτορα Αθηνών υπό του Αρχιεπισκόπου Αθηνών και πάσης Ελλάδος».

«Μήνυμα στέλνουν οι πρώτοι νεκροί»

Στις 27 Απριλίου 1967, ο αρχιπραξικοπηματίας Γεώργιος Παπαδόπουλος, ενημέρωνε τους Έλληνες και ξένους δημοσιογράφους πως «η Επανάστασις υπήρξε τελείως αναίμακτος». Προφανώς, ένας άνθρωπος που είχε επιβάλει μια χούντα, δεν είχε το παραμικρό πρόβλημα να πει ένα τέτοιο ψέμα. Το πρωί της 21ης Απριλίου, οι Αθηναίοι παρακολουθούσαν αποσβολωμένοι την άγρια παρέλαση των τανκς μέσα στην πόλη τους.

Στην οδό Πατησίων, στο ύψος του «Ράδιο Σίτυ», στην Κυψέλη, μια 24χρονη κοπέλα, η Μαρία Καλαβρού (έμενε στην οδό Δροσοπούλου) μαζί με την αδερφή της παρακολουθούσαν τα όσα συνέβαιναν. «Καθώς βαδίζαμε με την αδελφή μου, άκουσα έναν πυροβολισμό και μετά είδα την αδελφή μου να σωριάζεται στο πεζοδρόμιο. Νόμισα πως λιποθύμησε. Αλλά όταν έσκυψα είδα τα αίματα» είχε καταθέσει η αδερφή της.

Αυτός που πυροβόλησε την Καλαβρού ήταν ο ανθυπίλαρχος Ιωάννης Αλμπάνης ο οποίος έστρεψε τον πυργίσκο του τανκ προς το μέρος της και με μια ριπή από τα πέντε μέτρα! Όπως κατέθεσαν αυτόπτες μάρτυρες αλλά και συνάδελφοι του Αλμπάνη, την πυροβόλησε επειδή μούντζωσε το τανκ! «Της έριξα της πουτάνας για να μάθει να φασκελώνει», είχε πει όλο καμάρι ο Αλμπάνης οποίος όταν έπεσε η χούντα είχε προαχθεί σε Ίλαρχο. Το 1997 καταδικάστηκε σε μόλις τρία χρόνια φυλάκιση.

Δεύτερος νεκρός ήταν ο 15χρονος Βασίλης Πεσλής στην πλατεία Αττικής. Εκεί είχε μαζευτεί αρκετός κόσμος προκειμένου να μάθει τι είχε συμβεί. Ο λοχίας Λυμπέρης Ανδρικόπουλος, ωστόσο, όταν είδε το πλήθος συγκεντρωμένο πυροβόλησε προκειμένου να το διαλύσει. Μια από τις σφαίρες του βρήκε στο κεφάλι τον 15χρονο ο οποίος σωριάστηκε νεκρός. Ο Ανδρικόπουλος είπε πως πυροβόλησε στον αέρα και πως η σφαίρα εξοστρακίστηκε (συνηθισμένο... φαινόμενο αυτό). Αυτό έδειξε και η επίσημη ΕΔΕ που διέταξε ο Παττακός μετά από αίτημα του πατέρα του νεκρού παιδιού. Αυτόπτες μάρτυρες, ωστόσο, κατέθεσαν αργότερα πως ο Ανδρικόπουλος έλεγε ότι τον πυροβόλησε επειδή μετά τις πρώτες σφαίρες ο μικρός γύρισε και του φώναξε «γιατί πυροβολείς ρε μαλάκα»; Ο Ανδρικόπουλος, που όταν κατέρρευσε το δικτατορικό καθεστώς ήταν αστυφύλακας στον Πειραιά, καταδικάστηκε το 1976 σε οκτώ χρόνια κάθειρξη.

Ο τρίτος νεκρός της χούντας ήταν ο αγωνιστής της Αριστεράς Παναγιώτης Ελλής ο οποίος δολοφονήθηκε εν ψυχρώ στις 25 Απριλίου, στον Ιππόδρομο όπου κρατούνταν μαζί με άλλους συναγωνιστές του. Ο Ελλής δολοφονήθηκε από τον μόνιμο ανθυπίλαρχο Κότσαρη Κωνσταντίνο επειδή δεν... περπατούσε τόσο γρήγορα όσο οι υπόλοιποι κρατούμενοι! Μετά το έγκλημά του, μάλιστα, υπερηφανευόταν στους συναδέλφους του και έλεγε πως θα πάρει και προαγωγή. Δεν έπεσε έξω.

Το τέλος της δικτατορίας, βρήκε τον Κότσαρη, διοικητή ίλης της 30ης επιλαρχίας μέσων αρμάτων, έχοντας πάρει μέρος και στην καταστολή της εξέγερσης του Πολυτεχνείου. Τον Ιούνιο του 1975 καταδικάστηκε σε έξι χρόνια κάθειρξη.

Την 31 Οκτωβρίου του 1975 ο τότε υπουργός Εθνικής Άμυνας, Ευάγγελος Αβέρωφ, αποκάλυψε στη βουλή (απαντώντας σε επίκαιρη ερώτηση του βουλευτή της Ένωσης Κέντρου, Θωμά Ανδρεάδη) πως «από τις 21 Απριλίου ώς τις 8 Μαΐου 1967 σκοτώθηκαν επτά στρατιωτικοί και τραυματίσθηκαν άλλοι δέκα, γιατί αντέδρασαν στα σχέδια των πραξικοπηματιών».

Παρά το γεγονός ότι στα πρακτικά της βουλής θα έπρεπε να υπάρχουν τα έγγραφα με τα στοιχεία που κατέθεσε ο Ευάγγελος Αβέρωφ, αυτά δε βρέθηκαν ποτέ. Ενώ τα υπόλοιπα πρακτικά εκείνης της συνεδρίασης υπάρχουν κανονικά, τα σημαντικά αυτά τεκμήρια που αποδεικνύουν πως επτά στρατιωτικοί εκτελέστηκαν από ανθρώπους της χούντας, μυστηριωδώς... «εξαφανίστηκαν»!

Google News

Ακολουθήστε το Reader.gr στα Google News για να είστε πάντα ενημερωμένοι για όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.