Όταν από αυτό που στην αρχή έμοιαζε με μια απλή απόπειρα κλοπής ενός αυτοκινήτου σε μια γειτονιά της Αθήνας, φτάνουμε σε μια καταδικαστική για το ελληνικό δημόσιο απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπων και στο ενδιάμεσο έχει υπάρξει ένας νεκρός και η εξάρθρωση της σημαντικότερης ένοπλης οργάνωσης στη μετά 17Ν εποχή, είναι ξεκάθαρο πως πρόκειται για μια υπόθεση που μόνο απλή δεν είναι. Τα κενά και τα ερωτήματα που υπάρχουν ακόμα και σήμερα, 14 χρόνια μετά την αιματηρή συμπλοκή στη Δάφνη όπου σκοτώθηκε ο αναρχικός Λάμπρος Φούντας, απλά επιβεβαιώνουν όλα τα παραπάνω.
Η αιματηρή συμπλοκή στη Δάφνη
Ξημερώματα 10ης Μαρτίου 2010. Ώρα 04:43. Στην οδό Κουντουριώτου 33 στη Δάφνη δυο άγνωστοι άνδρες προσπαθούν να κλέψουν ένα αυτοκίνητο. Εκείνη την ώρα ένα περιπολικό της Άμεσης Δράσης περνάει από το σημείο. Αντιλαμβάνεται τις κινήσεις των δυο ανδρών και επιχειρεί να τους συλλάβει. Οι δυο άγνωστοι ανοίγουν πυρ κατά των αστυνομικών οι οποίοι ανταποδίδουν. Από την ανταλλαγή των πυροβολισμών ένας άνδρας πέφτει νεκρός ενώ ο δεύτερος καταφέρνει να διαφύγει. Τις πρώτες ώρες η αστυνομία κάνει λόγο για συμπλοκή με μικροκακοποιούς που δεν είναι κάτι το ιδιαίτερο. Η πληροφορία, αυτή, ωστόσο, είναι παραπλανητική και αποσκοπούσε στο να μεταδοθεί από τα ΜΜΕ και να μπερδευτούν οι συνεργοί του νεκρού άνδρα.
Η πραγματικότητα είναι πως από την αρχή, ήδη πριν ξημερώσει, η ΕΛΑΣ ήξερε πως πρόκειται για μια εξαιρετικά σοβαρή υπόθεση. Ο άνδρας που έπεσε νεκρός, μια ημέρα σαν σήμερα, φόραγε διπλά γάντια. Το παντελόνι του και το μπουφάν του, στα χέρια και τα πόδια, είχαν λάστιχα προκειμένου να μην αφήσει στο σημείο ιδρώτα ή τρίχες. Είχε μαζί του ένα περίστροφο τύπου Zastava, μια επιθετική χειροβομβίδα ρωσικής κατασκευής και έναν ασύρματο. Δεν είχε μαζί του κινητό τηλέφωνο, δεν είχε μαζί του ταυτότητα. Ποιος μικροκακοποιός πηγαίνει να κλέψει ένα... ταπεινό και παλιό SEAT Ibiza έχοντας κάνει μια τέτοια προετοιμασία;
Αμέσως ενημερώνεται η Αντιτρομοκρατική Υπηρεσία, τα στελέχη της οποίας αντιλαμβάνονται πως κάτι σοβαρό συμβαίνει. Αυτοί είναι που δίνουν την εντολή να διοχετευτεί στις πρώτες ώρες η παραπλανητική πληροφορία περί μικροκακοποιών. Ήθελαν να κερδίσουν χρόνο και κυρίως ήθελαν να προκαλέσουν σύγχυση στους συνεργούς του.
Οι υποψίες τους επιβεβαιώνονται όταν από τον δακτυλοσκοπικό έλεγχο προκύπτει ότι ο νεκρός είχε συλληφθεί στο παρελθόν. Είχε φάκελο. Και ο φάκελος αυτός είχε ανοιχτεί στις 18 Νοεμβρίου του 1995. Μια ημέρα μετά τα σοβαρά επεισόδια και την κατάληψη του Πολυτεχνείου. Ο νεκρός ήταν ανάμεσα στους 520 συλληφθέντες. Το όνομά του ήταν Λάμπρος Φούντας. Αναρχικός με δράση ο οποίος, όμως, από το 1995 και έπειτα δεν είχε απασχολήσει ξανά την Ελληνική Αστυνομία.
Όπως προέκυψε από την έρευνα των αστυνομικών ο Λάμπρος Φούντας έμενε στην οδό Άλδου Μανουτίου και Βουρνάζου στους Αμπελόκηπους. Ήταν πτυχιούχος του τμήματος Βιολογίας του Πανεπιστημίου Πάτρας και εργαζόταν από το 2003 σε γνωστό διαγωνιστικό κέντρο, στην περιοχή του Γηροκομείου. Είχε ζητήσει άδεια για την Πέμπτη, 11 Μαρτίου, με το αιτιολογικό ότι ήθελε να πάει τη μητέρα του στο Αγρίνιο, που είναι ο τόπος καταγωγής τους. Τίποτα δεν έδειχνε πως ο άνθρωπος αυτός είχε την οποιαδήποτε σχέση με το εγχώριο αντάρτικο πόλης. Τίποτα εκτός από τη χειροβομβίδα η οποία ήταν όμοια με αυτές που χρησιμοποιούσε ο «Επαναστατικός Αγώνας». Και κάπως έτσι το κουβάρι άρχισε να ξετυλίγεται.
Μέχρι το μεσημέρι εκείνης της ημέρας η Αντιτρομοκρατική είχε μια σχεδόν πλήρη εικόνα για το τι είχε συμβεί. Τα αποτελέσματα από τα εγκληματολογικά εργαστήρια όπου είχαν σταλεί όσα κατασχέθηκαν από την έρευνα που έγινε στο σπίτι του, απλά επιβεβαίωσαν πως ο 35χρονος βιολόγος Λάμπρος Φούντας ήταν, κατά την ΕΛΑΣ, μέλος του Επαναστατικού Αγώνα και προφανώς η κλοπή του αυτοκινήτου ήταν προπαρασκευαστική ενέργεια για το επόμενο χτύπημα της οργάνωσης. Ακριβώς ένα μήνα αργότερα, 10 Απριλίου, ακολούθησαν συλλήψεις φερόμενων ως μελών του «Επαναστατικού Αγώνα». «Αναλαμβάνουμε την πολιτική ευθύνη για συμμετοχή στον Επαναστατικό Αγώνα. Δηλώνουμε πως ο σύντροφος Λάμπρος Φούντας που έπεσε νεκρός στη Δάφνη στις 10 Μαρτίου του 2010 ύστερα από μάχη με τους μπάτσους, συμμετείχε επίσης στον Επαναστατικό Αγώνα. Η μάχη που έδωσε ήταν για την υλοποίηση του ανατρεπτικού σχεδίου που συλλογικά ο Επαναστατικός Αγώνας είχε αποφασίσει. Ήταν μια μάχη για την επανάσταση και την ελευθερία» ανέφεραν σε κείμενο που είχαν δημοσιεύσει εκείνη την εποχή ο Νίκος Μαζιώτης, η Πόλα Ρούπα και ο Κώστας Γουρνάς.
Ένα χρόνο μετά την αιματηρή συμπλοκή της Δάφνης η οικογένεια του νεκρού αναρχικού είχε δημοσιεύσει μια ανακοίνωση στην οποία μεταξύ άλλων τόνιζε: «Όσοι μιλούν για το Λάμπρο, πρέπει να μη λησμονούν ότι δεν υπάρχει η φυσική δυνατότητά του για αντίλογο. Κάποιοι φρόντισαν να του στερήσουν αυτό το δικαίωμα. Ο λόγος που εκφέρει η οικογένειά του ας θεωρηθεί δικαίωμα κατά παραχώρηση, που διασφαλίζεται μόνο με τον ποταμό των δακρύων και τον άφατο ψυχικό πόνο. Για τους άλλους, η ''Μαρία Νεφέλη'' είναι αφοπλιστική: ''Είναι αγένεια να κάνεις του Χάρου χειροφιλήματα''».
Σε κάθε περίπτωση ο θάνατος του Λάμπρου Φούντα μνημονεύεται ακόμα και σήμερα από τους αναρχικούς στην Ελλάδα και το εξωτερικό. Το όνομά του έγινε σύνθημα στα χείλη των συντρόφων του, σύνθημα στους τοίχους ακόμα και τραγούδι.
Τα κενά στην έρευνα της Αντιτρομοκρατικής
Όπως ήδη αναφέρθηκε ο (τουλάχιστον ένας) συνεργός του Λάμπρου Φούντα κατάφερε να διαφύγει μετά την αιματηρή συμπλοκή. Προφανώς, ακόμα και να ήθελε να μιλήσει για τα όσα έγιναν δεν θα μπορούσε, για ευνόητους λόγους, να το κάνει. Δημόσια τουλάχιστον. Έτσι το 90% των όσων γνωρίζουμε προέρχονται από την ΕΛΑΣ και συγκεκριμένα την Αντιτρομοκρατική. Και αυτά, όπως αποδείχθηκε, έχουν πολλά κενά.
Ο πατέρας του Λάμπρου Φούντα προσέφυγε στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπων το οποίο με απόφαση που εκδόθηκε τον Οκτώβριο του 2019 τον δικαίωσε καθώς η έρευνα για τον θάνατο του γιου του έγινε μεν από ανεξάρτητες δικαστικές Αρχές, όμως δεν ήταν αποτελεσματική με την έννοια ότι δεν υπήρξε μια βασική εγγύηση, η πρόσβαση της οικογένειας στο υλικό της δικογραφίας. Το ΕΔΔΑ «κρίνει ότι υπήρξε παραβίαση του άρθρου 2 της Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, στο πλαίσιο του διαδικαστικού σκέλους της υπόθεσης, εξαιτίας της ανεπαρκούς συμμετοχής του προσφεύγοντος στη διεξαγωγή έρευνας για το θάνατο του γιου του», σημειώνεται στο διά ταύτα. Το Ευρωδικαστήριο έκρινε ότι το Ελληνικό Δημόσιο πρέπει να καταβάλει αποζημίωση 15.000 ευρώ στον Γιώργο Φούντα για ηθική βλάβη.
Αλλά το ζήτημα δεν είναι αυτό. Ή μάλλον δεν είναι μόνο αυτό. Με φάση το σκεπτικό της απόφαση του ΕΔΔΑ (Fountas v. Greece, 50283/13) δημιουργούνται διάφορα ερωτήματα τα οποία, μέχρι και σήμερα, δεν έχουν απαντηθεί. Αρχικά από το αποτέλεσμα της βαλλιστικής εξέτασης και της αυτοψίας στο σημείο της αιματηρής συμπλοκής προέκυψε πως το άτομο που πυροβόλησε κατά των αστυνομικών στεκόταν στον αριθμό 44 της οδού Κουντουριώτου και όχι στο 33 όπως ανέφερε η επίσημη έκθεση της ΕΛΑΣ. Η διαφορά είναι μεγάλη. Ενδεικτικό είναι πως ανάμεσα στους δυο αριθμούς υπάρχει ένας κυκλικός κόμβος! Μιλάμε για μια απόσταση περίπου 100 μέτρων!
Ο ιατροδικαστής υπηρεσίας διενήργησε την ίδια ημέρα αυτοψία στο σημείο της συμπλοκής και εξέταση στη σορό του Φούντα στο νεκροτομείο. Δεν αναφέρει τι ώρα έγινε η εξέταση. Ο πατέρας του Λάμπρου Φούντα ειδοποιήθηκε περίπου στη 1 το μεσημέρι και ζήτησε να διορίσει δικό του τεχνικό πραγματογνώμονα. Ενημερώθηκε, ωστόσο, πως η αυτοψία (σε ένα υποτίθεται μη ταυτοποιημένο πτώμα) είχε ήδη ολοκληρωθεί.
Όταν η Αντιτρομοκρατική σχημάτισε τη δικογραφία για τον «Επαναστατικό Αγώνα», εκτός από τους έξι κατηγορούμενους, υπήρχε τόσο το όνομα του Λάμπρου Φούντα όσο και η υπόθεση της αιματηρής συμπλοκής στη Δάφνη. Εκεί οι αστυνομικοί αναφέρουν πως η συμπλοκή έγινε στον αριθμό 48 (όχι στον αριθμό 33 ή στον αριθμό 44)! Επίσης, ανέφερε πως η χειροβομβίδα βρέθηκε δίπλα στον νεκρό Λάμπρο Φούντα και όχι στην τσάντα του όπως αρχικά είχαν πει, ενώ ένα εξάρτημα της ενδοεπικοινωνίας που είχε μαζί του ήταν στην αριστερή του τσέπη και όχι στο αυτί του όπως αρχικά είχε αναφερθεί.
Πέρα από όλα αυτά, ωστόσο, υπάρχουν και δυο ακόμα γεγονότα που προκαλούν πολλά ερωτήματα. Στην αναφορά που κατέθεσε ο Γιώργος Φούντας, τονίζει πως στο σημείο της συμπλοκής βρέθηκαν ίχνη αίματος που άνηκαν στον γιο του σε απόσταση 40 μέτρων κάτι που μπορεί να δείχνει πως δεν πέθανε ακαριαία όπως ανέφερε η έκθεση της ΕΛΑΣ. Τέλος, ο πατέρας του Λάμπρου Φούντα, στρατιωτικός γιατρός εν αποστρατεία, είχε αναφέρει πως οι ίδιοι οι αστυνομικοί του είχαν πει ότι πριν τη συμπλοκή ο γιος του βρισκόταν στο διαμέρισμά του. Αυτό είναι κάτι που θεωρητικά δε θα μπορούσαν να το ξέρουν. Εκτός και αν ο 35χρονος αναρχικός βρισκόταν υπό παρακολούθηση κάτι που η Αντιτρομοκρατική διαψεύδει κατηγορηματικά.
Ακολουθήστε το Reader.gr στα Google News για να είστε πάντα ενημερωμένοι για όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.