Λέμε πως η Ιστορία διδάσκει. Και το λέμε αυτό διότι κάθε φορά που συμβαίνει κάτι, το αποτύπωμα που αφήνει πάνω στον χρόνο λειτουργεί σαν «δάσκαλος» για τους ανθρώπους οι οποίοι ανά τακτά χρονικά διαστήματα την επικαλούνται ως παράδειγμα ή ως «πυξίδα» για το μέλλον. Βέβαια, όλο το παραπάνω «θεώρημα» αφορά αυτές τις πτυχές της ιστορίας που είναι ξεκάθαρες ακόμα και μέσα σε συνθήκες πόλωσης. Τι γίνεται με αυτές τις πτυχές που είναι ένα μυστήριο; Πού κανείς δεν μπόρεσε ποτέ να δώσει μια απάντηση; Τι γίνεται αν κανείς δεν ξέρει τι ακριβώς έχει συμβεί; Αν κανείς δεν ξέρει καν για τον πρωταγωνιστή; Τότε η ιστορία μένει κενή. Ένα άλυτο μυστήριο. Αυτή ακριβώς είναι και η ιστορία του Κάσπαρ Χάουζερ.
Ποιος ήταν ο νεαρός περιπλανώμενος, Κάσπαρ Χάουζερ;
Η ιστορία μας ξεκινάει κάπως έτσι: Μια ημέρα σαν σήμερα, πριν από 195 χρόνια, εμφανίζεται στη Νυρεμβέργη ένα νεαρό αγόρι. Δεν είναι κάτι διαφορετικό από τα υπόλοιπα έφηβα αγόρια. Δε φοράει κάποιο... παρδαλό ρούχο, ούτε κρατάει ή σέρνει κάτι. Μαγνητίζει, όμως, τα βλέμματα όλων. Αιτία είναι το περπάτημά του. Μοιάζει σαν να είναι ζαλισμένο. Ή σαν να είναι μεθυσμένο. Βέβαια, ήταν μικρός για να είναι μεθυσμένος.
Κάποιοι, οι πιο τολμηροί, πλησιάζουν το αγόρι και το ρωτάνε αν είναι καλά ή αν χρειάζεται κάποια βοήθεια. Αντιλαμβάνεται τις φωνές, όμως, έχει μια δυσκολία στο να ανταποκριθεί σε αυτά που του λένε. Άρα, κουφό δεν είναι το αγόρι. Βέβαια, ούτε καλά δε μιλάει. Μπορεί αλλά, μάλλον, δεν ξέρει. Η επικοινωνία μαζί του είναι δύσκολη και αυτό μεγαλώνει την περιέργεια του κόσμου που ολοένα και πυκνώνει γύρω από το αγόρι.
Κάποια στιγμή ένας από τους παρευρισκόμενους διαπιστώνει πως το αγόρι κρατάει στο χέρι του ένα γράμμα. Το σφίγγει μέσα στη χούφτα του τόσο πολύ που το χέρι του έχει κοκκινίσει και ίσα - ίσα που φαίνεται ότι υπάρχει κάτι μέσα εκεί. Χωρίς να το τρομοκρατήσουν το αγόρι, οι παρευρισκόμενοι παίρνουν το γράμμα από το χέρι του. Ένας τσαγκάρης είναι αυτός που το παίρνει στο δικό του. Ο φάκελος είναι σφραγισμένος και απ' έξω γράφει μόνο το ονοματεπώνυμο και τα στοιχεία του αποδέκτη: «Αξιότιμο Διοικητή του 6ου Συντάγματος Ελαφρού Ιππικού στη Νυρεμβέργη, τον Διοικητή von Wessenig».
Αμέσως, όλοι θεωρούν πως το μυστήριο θα λυθεί σύντομα. Ο τσαγκάρης παίρνει από το χέρι το παιδί και τον οδηγεί στον Διοικητή von Wessenig. Φεύ! Ο διοικητής δεν έχει την παραμικρή ιδέα ποιο είναι αυτό το παιδί και κυρίως δεν μπορεί να καταλάβει τι θέλει. Μετά κόπων και βασάνων, το παιδί του λέει πως «θέλω να γίνω ιππέας, όπως ο πατέρας μου». Σε κάθε άλλη ερώτηση απαντούσε σχεδόν μονότονα «άλογο, άλογο». Ο διοικητής μην μπορώντας να βγάλει άκρη ούτε από την κουβέντα με το παιδί, ούτε από το γράμμα, λέει στο τσαγκάρη να πάρει το νεαρό αγόρι και να το οδηγήσει στην αστυνομία.
Εκεί ακολουθεί ένας νέος γύρος προσπάθειας να βγει άκρη. Στις πρώτες ερωτήσεις των αστυνομικών ο νεαρός απαντάει «θέλω να γίνω ιππέας, όπως ο πατέρας μου». Σε κάθε άλλη ερώτηση απαντούσε σχεδόν μονότονα «άλογο, άλογο»! Κάποια στιγμή ένας από τους αστυνομικούς σκέφτεται πως μπορεί να μη μιλάει καλά, αλλά μπορεί να γράφει καλά. Ή έστω να γράφει, τέλος πάντων. Πράγματι, του δίνουν ένα χαρτί και το παιδί γράφει πάνω σε αυτό «Κάσπαρ Χάουζερ».
Αυτό μπορεί να μη βοηθάει αλλά σίγουρα είναι μια αρχή. Οι αστυνομικοί παίρνουν στα χέρια του το γράμμα και αρχίζουν να το εξετάζουν, με την ελπίδα πως θα βγάλουν από εκεί κάποια άκρη. Δυστυχώς, ωστόσο, το γράμμα είναι ανυπόγραφο. Αυτός που το έγραψε, ανέφερε πως στις 7 Οκτωβρίου 1812 αυτό το παιδί του είχε δοθεί για υιοθεσία. Έγραφε επίσης πως του έμαθε γραφή και ανάγνωση. Το έκανε πιστό χριστιανό αλλά δεν το άφησε ποτέ να βγει από το σπίτι και να δει τον κόσμο γύρω του. Στο γράμμα γινόταν αναφορά στο αίτημα του παιδιού. Έγραφε, δηλαδή, πως θέλει να γίνει ιππέας όπως ο πατέρας του. Δεν ανέφερε όμως ποιος είναι ο πατέρας του. Στο τέλος το γράμμα έκλεινε με μια φρικτή υποσημείωση: «Αν δεν μπορείτε να τον κρατήσετε, σφάξτε τον ή κρεμάστε τον από την καπνοδόχο»!
Οι αστυνομικοί που το διαβάζουν «παγώνουν». Μετά το πρώτο σοκ, λένε στο μικρό παιδί να τους δώσει ότι αντικείμενα έχει πάνω του. Εκείνο, τους δίνει διάφορα αντικείμενα όπως κλειδιά, ένα μαντήλι και ένα βιβλίο με τίτλο: «Η τέχνη της αντικατάστασης του χαμένου χρόνου και των ετών που ξοδεύτηκαν άσκοπα». Κανείς δεν μπορεί να καταλάβει τι γίνεται...
Μέχρι που οι αστυνομικοί ανακαλύπτουν πως το αγόρι έχει μαζί του και ένα άλλο γράμμα. Το γράμμα αυτό φαίνεται να το έχει γράψει η βιολογική μητέρα του παιδιού (το οποίο το είχε δώσει στον άγνωστο άνδρα που το είχε υιοθετήσει) και σε αυτό έγραφε πως το όνομά του ήταν Κάσπαρ, πως γεννήθηκε στις 30 Απριλίου 1812 και πως ο βιολογικός του πατέρας ήταν ιππέας αλλά είχε πεθάνει!
Η απόπειρα δολοφονίας και ο μυστηριώδης άνδρας
Και εκεί που οι αστυνομικοί χαίρονται για λίγο και θεωρούν πως έχουν αρχίσει να βγάζουν μια άκρη, ένας από αυτούς διαπιστώνει πως τα δυο γράμματα έχουν ολόιδιο γραφικό χαρακτήρα. Μετά από μια εξέταση, πράγματι οι αστυνομικοί διαπιστώνουν πως αυτά τα δυο γράμματα είναι γραμμένα από το ίδιο χέρι.
Αφού είδαν και απόειδαν, οι αστυνομικοί παίρνουν τον μικρό και τον πηγαίνουν στο νοσοκομείο για εξετάσεις. Το παιδί περνάει από μια σειρά γιατρών, διαφόρων ειδικοτήτων, οι οποίοι προσπαθούν να δουν τι δεν πάει καλά. Τελικά, διαπιστώνεται πως αφενός ο Κάσπαρ, ούτε τρελός είναι, ούτε διανοητική υστέρηση έχει. Οι γιατροί, ωστόσο, λένε στους αστυνομικούς πως τους προβληματίζουν κάποια πράγματα. Για παράδειγμα, το παιδί έχει πρόβλημα στα γόνατα, κάτι που δείχνει πως σπάνια (ή και ποτέ) στεκόταν όρθιο. Επιπλέον, φαίνεται πως δεν υπάρχει το παραμικρό ίχνος κοινωνικοποίησης κάτι που σημαίνει πως το παιδί δεν ερχόταν σε επαφή με άλλους ανθρώπους, πέρα από τον άνθρωπο που το μεγάλωσε. Αυτό που τους έκανε μεγαλύτερη εντύπωση, ωστόσο, απ' οτιδήποτε άλλο είναι πως ο Κάσπαρ, λειτουργούσε καλύτερα τη νύχτα. Ένιωθε πιο άνετα, κινούταν με μεγαλύτερη ευκολία και το κυριότερο, στο σκοτάδι έβλεπε καλύτερα απ' ότι στο φως! Επίσης, αυτό που παρατήρησαν οι γιατροί ήταν πως ενώ το παιδί πεινούσε, δεν έτρωγε τίποτε άλλο πέρα από ψωμί. Ότι άλλο φαγητό και να του πήγαιναν, σχεδόν... δεν το αναγνώριζε!
Επιπλέον, οι γιατροί παρατήρησαν πως ο Κάσπαρ δεν αναγνωρίζει τη διαφορά ανάμεσα στα δυο φύλα, δεν ξέρει τι είναι ο καθρέπτης, δεν καταλαβαίνει τι είναι η φωτιά και λέει όλα τα ζώα... «άλογα»!
Οι αστυνομικοί απογοητευμένοι και σίγουροι πως δεν πρόκειται να βγάλουν άκρη, παραχώρησαν την κηδεμονία του παιδιού στο δημοτικό συμβούλιο της πόλης που του έδωσε στέγη και τροφή και έκανε αυτό που τους είπαν οι γιατροί: άφησαν τον χρόνο να δουλέψει υπέρ τους. Πράγματι. Όσο περνούσε ο καιρός, η επαφή του Κάσπαρ με τους υπόλοιπους ανθρώπους γινόταν και πιο εύκολη. Σιγά – σιγά το παιδί από μόνο του άρχισε να λέει διάφορες ιστορίες από τη ζωή του. Θυμήθηκε πως ζούσε σε ένα μικρό σκοτεινό δωμάτιο, σαν κελί. Εκεί μέσα είχε μόνο τα ξύλινα παιχνιδάκια του. Τον ρώτησαν για τον άνθρωπο που τον είχε κλεισμένο εκεί και ο Κάσπαρ είπε πως δεν τον είχε δει ποτέ γιατί κάθε φορά που εκείνος έμπαινε στο κελί τον ανάγκαζε να έχει γυρισμένη την πλάτη προς την πόρτα και το πρόσωπό του να είναι σχεδόν κολλημένο στον τοίχο. Έλεγε επίσης πως κάθε ημέρα έβρισκε στο κελί του νερό και ψωμί. Τόνιζε, μάλιστα, πως του έκανε εντύπωση πως κάποιες φορές το νερό είχε μια περίεργη, ξινή, γεύση και μετά από λίγο τον έπαιρνε ο ύπνος. Όταν πια ξυπνούσε φορούσε άλλα ρούχα, ενώ πάντα στη διάρκεια του ύπνου, κάποιος του έκοβε τα μαλλιά και τα νύχια.
Όταν ο Κάσπαρ έκανε αυτή την επισήμανση για το νερό οι αστυνομικοί ενημέρωσαν τους γιατρούς και εκείνοι έδωσαν στον Κάσπαρ να δοκιμάσει από ένα ποτήρι που θα του έδιναν εκείνοι. Όταν το ήπιε, ρώτησαν τον Κάσπαρ αν του θυμίζει κάτι αυτή η γεύση. Ο νεαρός την αναγνώρισε αμέσως. Οι γιατροί είπαν στους αστυνομικούς πως είχαν βάλει στο νερό όπιο!
Κάποια στιγμή ο Κάσπαρ τους αποκάλυψε πως λίγο πριν να βρεθεί περιπλανώμενος στη Νυρεμβέργη, ο άνθρωπος που τον κρατούσε στο κελί του έμαθε να περπατάει και να λέει την έκφραση «θέλω να γίνω ιππέας, όπως ο πατέρας μου»!
Η ιστορία του Κάσπαρ είχε γίνει, όπως θα λέγαμε σήμερα, viral! Άνθρωποι ακόμα και από πόλεις που απείχαν πολλά χιλιόμετρα από τη Νυρεμβέργη έσπευδαν στην περιοχή για να δουν το «θέαμα» και κυρίως να που την άποψή τους για το τι είχε πραγματικά συμβεί. Οι αρχές της πόλης για να προστατεύσουν τον Κάσπαρ τον έδωσαν για υιοθεσία στον καθηγητή πανεπιστημίου George Friedrich Daumer οποίος είχε αναπτύξει μια εξαιρετική μεθοδολογία πάνω στην εκπαίδευση. Ο Κάσπαρ μπόρεσε ακόμα και κάτι σαν απομνημονεύματα να γράψει δίπλα στον καθηγητή.
Και εκεί που όλα έδειχναν να «στρώνουν» το μυστήριο πυκνώνει ξανά. Μια ημέρα ένας άγνωστος μαυροντυμένος άνδρας πλησίασε τον Κάσπαρ και επιχείρησε να τον δολοφονήσει. Προσπάθησε να τον μαχαιρώσει στο λαιμό αλλά ο μικρός ενστικτωδώς έσκυψε και η μαχαιριά τον βρήκε στο μέτωπο. Ο άνδρας στη συνέχεια έσπευσε να εξαφανιστεί, ενώ όταν οι αστυνομικοί ρώτησαν τον Κάσπαρ τι είχε συμβεί εκείνος τους είπε πως ο μαυροφορεμένος άνδρας πριν τον μαχαιρώσει του είπε χαμηλόφωνα «πρέπει να πεθάνεις πριν φύγεις από τη Νυρεμβέργη»! Ο μικρός φαινόταν πως ήταν σε σοκ αλλά έδωσε στους αστυνομικούς ένα ακόμα στοιχείο. Είχε αναγνωρίσει τη φωνή του άγνωστου άνδρα. Ήταν εκείνος που τόσα χρόνια τον κρατούσε κλειδωμένο στο κελί.
Οι αστυνομικοί έκαναν έρευνες αλλά δεν τον εντόπισαν. Λέγεται πως κάποιοι μάρτυρες είχαν πάει μέρες μετά, στην αστυνομία και είχαν πει πως ένας άγνωστος και μαυροντυμένος άνδρας ρωτάει διαρκώς αν ξέρει κάποιος κάτι για την υγεία του Κάσπαρ.
Μια βασιλική θεωρία συνωμοσίας
Με τον καιρό η υπόθεση του Κάσπαρ άρχιζε να ξεχνιέται. Ο νεαρός έκανε μια σχεδόν φυσιολογική ζωή και είχε πιάσει ακόμα και δουλειά σε ένα γραφείο. Ο κόσμος, ωστόσο, συνέχιζε να μιλάει για εκείνον. Κυρίως επικριτικά τονίζοντας πως όλο αυτό το είχε σχεδιάσει ο ίδιος για να τραβάει τα βλέμματα πάνω του. Υπήρχε, όμως, και μια άλλη θεωρία. Μια θεωρία συνωμοσίας η οποία πήγαινε την όλη ιστορία σε άλλο επίπεδο.
Σύμφωνα με αυτή τη θεωρία, λοιπόν, ο Κάσπαρ ήταν ο γιος του Καρόλου, του Μέγα Δούκα του Μπάντεν κάτι που αυτόματα τον έκανε διάδοχο του θρόνου! Τραβηγμένο; Ας το δούμε πιο αναλυτικά. Ο Μέγας Δούκας του Μπάντεν είχε παντρευτεί με τη Στεφανί Ντε Μπουαρνέ, την υιοθετημένη κόρη του Ναπολέοντα. Μαζί είχαν αποκτήσει δυο παιδιά. Δυο αγοράκια. Και τα δυο πέθαναν σε νηπιακή ηλικία. Ένα από αυτά πέθανε τον Σεπτέμβριο του 1912. Πάνω – κάτω την ίδια εποχή με τον Κάσπαρ δηλαδή.
Χωρίς διάδοχο από την πλευρά του Καρόλου, τον θρόνο θα έπαιρνε είτε ο θείος του Μέγα Δούκα ο Λούις είτε ο αδερφός του ο Λεοπόλδος. Σύμφωνα με αυτή τη θεωρία, λοιπόν, η μητέρα των δυο θείων του Καρόλου που έριζαν για τη διαδοχή, η κόμισσα του Χόκμπεργκ, ήταν αυτή που απήγαγε τον Κάσπαρ και τον αντάλλαξε με ένα ετοιμοθάνατο μωρό. Τελικά, ο Λεοπόλδος ήταν αυτός που το 1930 ανέβηκε στο θρόνο. Τυχαία (;) η απόπειρα δολοφονίας του Κάσπαρ έγινε λίγο καιρό μετά το θάνατο του Μέγα Δούκα του Μπάντεν.
Στις 14 Δεκεμβρίου 1832, ο, πλέον, 20χρονος Κάσπαρ έπεσε θύμα μιας ακόμα δολοφονικής επίθεσης. Είχε πάει σε ένα δάσος όπου υποτίθεται πως θα συναντούσε κάποιον που θα του έδινε πληροφορίες για τη μητέρα του. Τελικά, από εκείνο το ραντεβού ο Κάσπαρ επέστρεψε βαριά τραυματισμένος από μαχαίρι στα πλευρά.
Ο Κάσπαρ είχε συναντήθει με τον μυστηριώδη άνδρα που τον κρατούσε φυλακισμένο. Όταν βρέθηκαν ο άγνωστος άνδρας του έδωσε ένα πορτοφόλι μέσα στο οποίο είχε ένα σημείωμα το οποίο ήταν γραμμένο σε αντίστροφη γραφή και θα μπορούσε να διαβαστεί μόνο με τη βοήθεια καθρέπτη. Το σημείωμα έγραφε: «Ο Χάουζερ μπορεί να σας δώσει την περιγραφή μου, από που ήρθα και ποιος είμαι. Αλλά για να τον απαλλάξω από τον κόπο θα σας πω μόνος μου. Είμαι από ... στα Βαυαρικά σύνορά και το όνομά μου είναι MLO». Κανείς δεν μπόρεσε να μάθει ποτέ ποιος ήταν αυτός ο άνδρας καθώς λίγο αργότερα ο Κάσπαρ υπέκυψε στα τραύματα του. Θάφτηκε στο Άνσμπαχ της Βαυαρίας και στην ταφόπετρα έγραψαν: «Ενθάδε κείται ο Κάσπαρ Χάουζερ, ένα αίνιγμα της εποχής του. Η γέννησή του ήταν άγνωστη, ο θάνατός του ένα μυστήριο».
Για την ιστορία και μόνο να αναφερθεί πως με την εξέλιξη της επιστήμης έγιναν, τη δεκαετία του 1990, ακόμα και τεστ DNA προκειμένου επιτέλους να δοθεί λύση στο μυστήριο. Στο πρώτο τεστ, αναλύθηκαν κηλίδες αίματος από ένα εσώρουχο που υποτίθεται άνηκε στον Κάσπαρ. Η σύγκριση με το DNA ενός απογόνου της Στεφανί Ντε Μπουαρνέ έδειξε πως δεν ήταν η μητέρα του. Πολλοί, ωστόσο, αμφισβήτησαν πως το εσώρουχο ήταν του Κάσπαρ και έτσι έγινε και δεύτερο τεστ DNA, αυτή τη φορά από μια τούφα μαλλιών. Εκεί υπήρξε ταύτιση αλλά χωρίς να μπορούν να δοθούν οριστικές απαντήσεις. Και κάπως έτσι η υπόθεση έμεινε ένα άλυτο μυστήριο.
Ακολουθήστε το Reader.gr στα Google News για να είστε πάντα ενημερωμένοι για όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.