Μενού
mahhatan
Η «αγοροπωλησία» του Μανχάταν | Wikipedia
  • Α-
  • Α+

Σίγουρα θα έχετε ακούσει την έκφραση «πουλούσε φύκια για μεταξωτές κορδέλες». Είναι μια έκφραση που συνήθως τη χρησιμοποιούμε μεταφορικά για να δείξουμε πως κάποιος με μεγάλα λόγια προσπαθεί να κοροϊδέψει ή να εντυπωσιάσει κάποιους άλλους. Αν, πάντως, αυτή η έκφραση, έστω για μια φορά, δεν είχε μεταφορική αλλά κυριολεκτική έννοια τότε σίγουρα αυτό θα μπορούσε να το είχε κάνει ο Πίτερ Μίνουιτ. Και τώρα, βέβαια θα αναρωτηθείτε ποιος είναι ο Πίτερ Μίνουιτ. Και θα έχετε απόλυτο δίκιο. Ο Πίτερ Μίνουιτ, λοιπόν, ήταν ένας Ολλανδός έποικος ο οποίος μια ημέρα σαν σήμερα, πριν από 397 χρόνια, αγόρασε το Μανχάταν δίνοντας στους Ινδιάνους ως αντίτιμο... μπιχλιμπίδια αξίας 24 δολαρίων. Η επιτομή δηλαδή του ανθρώπου που θα μπορούσε να πουλήσει φύκια για μεταξωτές κορδέλες. Κυριολεκτικά.

Το «λοφώδες νησί» που «γυάλισε» στους έποικους

Η λέξη Μανχάταν προέρχεται από τη γλώσσα των Αλγκονκούιαν - των παλαιότερων γνωστών κατοίκων της περιοχής - και σημαίνει «λοφώδες νησί». Σε αυτό το λοφώδες νησί, οι Ινδιάνοι είχαν βρει έναν επίγειο παράδεισο όπου κυνηγούσαν και ψάρευαν χωρίς να τους ενοχλεί. Μέχρι που εμφανίστηκαν οι Ευρωπαίοι έποικοι. Ένα από τα πρώτα πράγματα που τους εντυπωσίασε ήταν το Μανχάταν. Το μάτι τους «γυάλισε» διότι εκεί είδαν αυτό που δεν έβλεπαν (ή δεν τους ένοιαζε να δουν) οι ιθαγενείς. Είδαν ένα κομβικό λιμάνι το οποίο αφενός ήταν προφυλαγμένο από τις θύελλες του βόρειο Ατλαντικού ωκεανού και αφετέρου τους έδινε πρόσβαση στην ενδοχώρα μέσω του ποταμού Χάτσον, ο οποίος πήρε το όνομά του από τον Βρετανό ναυτικό που τον ανακάλυψε στις αρχές του 17ου αιώνα.

Όταν το 1624 έφτασαν στην περιοχή Ολλανδοί αποικιοκράτες της εταιρία Dutch West India Company ίδρυσε στο νότιο τμήμα του νησιού το Νέο Άμστερνταμ, το οποίο στην πραγματικότητα ήταν ένας σταθμός εμπορικών συναλλαγών. Δυο χρόνια μετά εκεί έφτασε και ο Πίτερ Μίνουιτ ο οποίος έφτασε εκεί για να εμπορευτεί με τους Ινδιάνους προϊόντα. Ο Μίνουιτ, ωστόσο, ήξερε πως το Μανχάταν έπρεπε να περάσει στα χέρια του.

Κάπως έτσι, γέμισε ένα μπαούλο με φανταχτερά μπιχλιμπίδια («τα φύκια και οι μεταξωτές κορδέλες» για τα οποία λέγαμε νωρίτερα) πήγε στον αρχηγό της τοπικής φυλής και του ζήτησε να αγοράσει το Μανχάταν. Ως αντάλλαγμα θα του έδινε ολόκληρο (ναι, ολόκληρο) το μπαούλο! Ο Μίνουιτ, βέβαια, παραβίαζε ανοιχτές θύρες. Οι Ινδιάνοι ζούσαν απόλυτα ελεύθεροι. Ελεύθεροι από την έννοια της ιδιοκτησίας και, κυρίως, ελεύθεροι από την έννοια των χρημάτων.

Ο Πίτερ Μίνουιτ, λοιπόν, έκανε το μεγαλύτερο deal της ζωής του. Αγόρασε μια τεράστια έκταση που ήταν πραγματικό χρυσάφι έναντι 24 δολαρίων, όσο δηλαδή κόστιζαν τα φανταχτερά μπιχλιμπίδια που υπήρχαν μέσα σε εκείνο το μπαούλο. Η εξαγορά του Μανχάταν ήταν γεγονός και έμεινε στην ιστορία μέσα από μια επιστολή προς τη διοίκηση της ολλανδικής εταιρίας. Κάπως έτσι έχουμε μάθει και για μια άλλη αγοραπωλησία, αυτή του νησιού Στάτεν, στην οποία και πάλι ο αδίστακτος Πίτερ Μίνουιτ, πήρε από τα χέρια των Ινδιάνων μια εξαιρετική περιοχή και έδωσε σαν αντάλλαγμα, όχι μπιχλιμπίδια, αλλά κατσαρόλες, τσεκούρια, φτυάρια και άλλα αγαθά. Του... κόστισε, δηλαδή, κάτι παραπάνω.

Οι Ινδιάνοι και οι Άγγλοι

Σύμφωνα, πάντως, με μελετητές και ιστορικούς αν εμείς θεωρούμε πως με βάση τα δεδομένα μας ο... πονηρός Πίτερ Μίνουιτ, κορόιδεψε τους Ιθαγενείς, το ίδιο θεωρούσαν και οι ιθαγενείς για τον Πίτερ Μίνουιτ. Το αστείο, μάλιστα, είναι πως τελικά εκείνοι ήταν που δικαιώθηκαν! Αυτό το τελευταίο, ωστόσο, χρειάζεται μια μικρή εξήγηση.

Όπως ήδη αναφέρθηκε οι Ινδιάνοι ζούσαν απόλυτα ελεύθεροι. Ελεύθεροι από την έννοια της ιδιοκτησίας και, κυρίως, ελεύθεροι από την έννοια των χρημάτων. Όταν, λοιπόν, ο Μίνουιτ πήγε και ζήτησε να του πουλήσουν το Μανχάταν εκείνοι δεν το πολυσκέφτηκαν και αυτό γιατί εκείνοι δεν είχαν σαν μόνιμη βάση του το νησί. Πήγαιναν εκεί μόνο για να ψαρέψουν και να κυνηγήσουν και στη συνέχεια έφευγαν. Το πιθανότερο, λοιπόν, σύμφωνα πάντα με μελετητές και ιστορικούς είναι πως θεωρούσαν ότι ουσιαστικά δεν του πουλάνε τη γη, η οποία ούτως ή άλλως, δεν τους άνηκε, αλλά του πουλούσαν τα «δικαιώματα» να κυνηγάει και να ψαρεύει. Και, επίσης, κάτι που πιθανότατα θεωρούσαν ήταν το γεγονός πως και ο Πίτερ Μίνουιτ θα έφευγε κάποια στιγμή. Άρα είναι πολύ πιθανό οι ινδιάνοι να θεωρούσαν ότι τον... έπιασαν κορόιδο.

Σε αυτό που έπεσαν μέσα, πάντως, οι Ινδιάνοι είναι πως και ο «πονηρός» Πίτερ Μίνουιτ κάποια στιγμή θα έφευγε. Και αυτό δεν άργησε να γίνει. Για την ακρίβεια έγινε περίπου τέσσερα χρόνια αργότερα. Στις 27 Αυγούστου 1664 όταν στην περιοχή έσπευσαν τέσσερις φρεγάτες των Βρετανών, οι οποίες «έδεσαν» στο λιμάνι του Νέου Άμστερνταμ. Όπως και οι Ολλανδοί έτσι και οι Βρετανοί είδαν στο Μανχάταν μια εξαιρετική ευκαιρία για τη δημιουργία ενός κομβικού λιμανιού. Οι Βρετανοί, όμως, με την υπεροψία της υπερδύναμης δεν μπήκαν σε διαπραγματεύσεις με τους Ολλανδούς. Λιτά και απέριττα τους είπαν πως είτε θα τους παραδώσουν το Μανχάταν θα επιτεθούν και θα το μετατρέψουν σε οικόπεδο. Κάπως έτσι οι Ολλανδοί και ο Πίτερ Μίνουιτ που στο μεταξύ είχε αυτοανακηρυχθεί και κυβερνήτης, μάζεψαν τα «μπογαλάκια» τους και πήγαν στο νησί Ραν το οποίο τους παραχώρησαν οι Άγγλοι.

Για την ιστορία και μόνο να αναφερθεί πως, οι νέοι κυρίαρχοι του Μανχάταν, το 1665, «βάπτισαν» το λοφώδες νησί σε Νέα Υόρκη, προς τιμήν του αδερφού του Βασιλιά Καρόλου του Β', Δούκα της Υόρκης.

Google News

Ακολουθήστε το Reader.gr στα Google News για να είστε πάντα ενημερωμένοι για όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.