Το 1963 βγήκε στις κινηματογραφικές αίθουσες η ταινία «Η Μεγάλη Απόδραση» με τον Στιβ ΜακΚουίν. Αν και γινόταν ξεκάθαρο από την αρχή πως πρόκειται για την κινηματογραφική μεταφορά μιας αληθινής ιστορίας, οι περισσότεροι από τους θεατές, βγαίνοντας από τις αίθουσες προβολής έλεγαν πως «αυτά δε γίνονται ούτε στον κινηματογράφο». Και όμως... Η «μεγάλη απόδραση» από το ναζιστικό στρατόπεδο συγκέντρωσης «Στάλαγκ Λουφτ 3», ήταν μια συγκλονιστική και πέρα για πέρα αληθινή ιστορία.
Κάτω από τη μύτη των Ναζί
Στο μέσω του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου και συγκεκριμένα το 1943 οι Ναζί αποφασίζουν να δημιουργήσουν στην κατεχόμενη Πολωνία ένα ακόμα στρατόπεδο συγκέντρωσης. Αυτό, ωστόσο, θα ήταν διαφορετικό από τα άλλα. Το ονόμασαν «Στάλαγκ Λουφτ 3» και ήταν υψίστης ασφαλείας. Εκεί μετέφεραν τους πιο... άτακτους από τους αιχμαλώτους πολέμου. Τους έβαλαν εκεί για να δείξουν πως ακόμα και οι πιο σκληροί λυγίζουν. Ο διοικητής του στρατοπέδου συνταγματάρχης φον Λούγκερ έλεγε και ξαναέλεγε πως «δε θα υπάρξουν αποδράσεις από αυτό το στρατόπεδο».
Το μέρος που είχε χτιστεί το στρατόπεδο ήταν ένα κακοτράχαλο, ορεινό τοπίο και βέβαια υπήρχε λόγος για αυτό. Οι Ναζί αξιωματικοί είχαν σκεφτεί τα πάντα. Ακόμα και το να ανοίξουν οι κρατούμενοι τούνελ ώστε να αποδράσουν. Σε ένα τέτοιο έδαφος ήταν δύσκολο να ανοίξουν τούνελ.
Σε αντίθεση με ότι γινόταν στα υπόλοιπα στρατόπεδα συγκέντρωσης, στο «Στάλαγκ Λουφτ 3» οι κρατούμενοι (οι οποίοι ήταν αξιωματικοί διαφόρων εθνικοτήτων, η πλειονότητα των οποίων είχε συλληφθεί μετά από τραυματισμούς στα πεδία των μαχών) δεν υποβάλλονταν σε βασανιστήρια ή σε εξοντωτικές καταναγκαστικές εργασίες. Είχαν μετατρέψει μέχρι και την δεξαμενή νερού για την πυρόσβεση σε πισίνα! Έπαιζαν μπάσκετ, ποδόσφαιρο, βόλεϊ. Οι Ναζί ήξεραν πως αφενός από εκεί δεν μπορεί να αποδράσει κανείς και αφετέρου οι κρατούμενοι ήταν αξιωματικοί άρα οι συνθήκες κράτησης θα έπρεπε να είναι διαφορετικές.
Ακόμα και σε χρυσό κλουβί, ωστόσο, να κρατάς ένα πουλί εκείνο θα αναζητά τρόπους για να πετάξει ελεύθερο. Και αυτό ακριβώς σκέφτηκε και ο Βρετανός επισμηναγός Ρότζερ Μπούσελ ο οποίος οργάνωσε την «Επιτροπή Αποδράσεων». Μια ημέρα μάζεψε τους πλέον... άτακτους από τους κρατούμενους και τους αποκάλυψε το αδιανόητο μέχρι και εκείνη τη στιγμή σχέδιό του. Τους μίλησε για τον Τομ, τον Ντικ και τον Χάρι. Τρία ονόματα τα οποία, όμως, δεν άνηκαν σε ανθρώπους. Ανήκαν σε... τούνελ! Ο Βρετανός επισμηναγός τους είπε πως θα σκάψουν όχι ένα, όχι δυο αλλά τρία τούνελ με στόχο ακόμα και να ανακαλύψουν οι Γερμανοί ένα από αυτά, να πανηγυρίσουν για την επιτυχία τους, να επιβάλλουν, ίσως, κάποιες ποινές αλλά να μην ψάξουν για τα άλλα δυο.
Στόχος ήταν να φύγουν όλοι οι κρατούμενοι που με τον έναν ή με τον άλλο τρόπο θα βοηθούσαν στο εγχείρημα. Περίπου 600 άτομα, δηλαδή. Δεν του έφτανε να κάνει τη μαζικότερη απόδραση από στρατόπεδο συγκέντρωσης. Ήθελε να ξεφτιλίσει τους Ναζί. Τελικά, μετά από συμβουλές που δέχθηκε αποφάσισε να φύγουν πρώτα όσοι μιλούσαν Γερμανικά και σε δεύτερη φάση να αρχίσει η σταδιακή απόδραση των υπολοίπων, ανάλογα με το πόσο είχαν βοηθήσει στην υλοποίηση του σχεδίου.
Άμεσα άρχισαν οι εργασίες. Το τούνελ «Τομ» ξεκινούσε σε ένα «τυφλό» σημείο ενός κτιρίου της Βόρειας Πτέρυγας όπου δεν έπεφταν τα φώτα των φρουρών, ούτε περνούσε από εκεί περίπολος . Η είσοδος του «Ντικ» ήταν μέσα σε ένα φρεάτιο αποστράγγισης στις τουαλέτες. Το τούνελ «Χάρι» ξεκινούσε κάτω από μια σόμπα. Το κάθε τούνελ είχε βάθος εννέα μέτρα και το πλάτος του ήταν μόλις 60 πόντους. Οι κρατούμενοι είχαν φτιάξει ακόμα και αεραγωγούς, ενώ χρησιμοποιούσαν σαν υποστηλώματα, τις σανίδες από τα κρεβάτια τους. Κυριολεκτικά κάτω από τη μύτη των Ναζί είχε στηθεί μια γιγαντιαία επιχείρηση απόδρασης.
Όπως είχε προβλεφθεί οι Γερμανοί ανακάλυψαν ένα από τα τούνελ διαφυγής . Τον «Τομ». Και πανηγύριζαν και κόμπαζαν πως το «Στάλαγκ Λουφτ 3» δε φεύγει κανείς. Τότε τέθηκε σε εφαρμογή το σχέδιο απόδρασης. Θα έφευγαν το βράδυ της 24ης Μαρτίου του 1944. Για κακή τους τύχη, ωστόσο, το πυκνό χιόνι έφραξε την έξοδο του «Ντικ». Μόνη διαφυγή το τούνελ «Χάρι». Από εκεί θα έφευγαν.
Ο κρατούμενος «Νο 1822»
Μετά από αυτές τις αναποδιές ήταν δεδομένο πως δεν θα μπορούσαν να φύγουν 600 άτομα (200 από κάθε τούνελ). Δεν μπορούσαν να φύγουν καν 200. Έπρεπε να είναι λιγότεροι. Τελικά, αποφασίζεται να είναι 100. Αυτοί που είχαν εργαστεί πιο σκληρά απ' όλους τους άλλους. Ανάμεσα σε αυτούς και ο κρατούμενος «Νο 1822». Ο Έλληνας ανθυποσμηναγός Σωτήρης Σκάντζικας. Ο «Νικ» όπως τον αποκαλούσαν οι συγκρατούμενοι του.
Γεννημένος το 1921 στην Αθήνα, ο πόλεμος βρίσκεται τον Σκάντζικα δόκιμο στη Σχολή της Αεροπορίας. Όταν έσπασε το μέτωπο έφυγε για τη Μέση Ανατολή όπου συνέχισε να εκπαιδεύεται. Έλαβε μέρος στις συμμαχικές επιχειρήσεις του Αφρικανικού Μετώπου ως κυβερνήτης. Στην τελευταία του αποστολή πετάει στην κατεχόμενη Κρήτη προκειμένου να χτυπήσει Γερμανικούς στόχους στο πλαίσιο της επιχείρησης «Θέτις». Ο Σκάντζικας πετάει με ένα Hurricane, το οποίο στη διάρκεια της μάχη δέχεται πυρά από το ναζιστικό αντιαεροπορικό πυροβολικό και πέφτει. Ο Σκάντζικας προλαβαίνει να το εγκαταλείψει αλλά πέφτει στα χέρια του εχθρού. Με συνοπτικές διαδικασίες οι Ναζί τον μεταφέρουν στο «Στάλαγκ Λουφτ 3».
Τη νύχτα της μεγάλης απόδρασης ο Σκάντζικας είχε το νούμερο 49 (μεταξύ των 100) και είχε στα χέρια του μια πλαστή ταυτότητα ενώ τον είχαν εφοδιάσει και με πολιτικά ρούχα. Η απόδραση γίνεται και είναι η μαζικότερη που έγινε στα χρόνια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Συνολικά 76 κρατούμενοι καταφέρνουν να αποδράσουν. Τα νέα φτάνουν στο Βερολίνο και ο Χίτλερ εξοργισμένος ζητά τη σύλληψη όλων όσων είχαν καταφέρει να διαφύγουν. Ήταν τέτοια η οργή του «Φύρερ» που έβαλε στο κυνήγι των κρατουμένων ακόμα και την Γκεστάπο.
Ο Σκάντζικας ήθελε να κατευθυνθεί προς τα τσεχοσλοβάκικα σύνορα, να περάσει στην Ελλάδα και, μέσω Τουρκίας, να φτάσει στη Μέση Ανατολή για να συνεχίσει να πολεμά. Η τύχη του, ωστόσο, σταμάτησε στον σιδηροδρομικό σταθμό του Τσίμπσντορφ. Εκεί έπεσαν πάνω σε γερμανικό μπλόκο. Την Τετάρτη, 28 Μαρτίου 1944, στις 2:00 μετά το μεσημέρι, ο Σκάντζικας οδηγήθηκε στο απόσπασμα. Σε μια από τις δίκες της Νυρεμβέργης αποκαλύφθηκε ότι εκτελέστηκε στις 29 Μαρτίου από στρατιώτη της Γκεστάπο, κάτω «από αδιευκρίνιστες συνθήκες». Η σορός του αποτεφρώθηκε στο κρεματόριο της πόλης Χίρσμπεργκ και η τεφροδόχος του στάλθηκε πίσω στο στρατόπεδο απ’ όπου είχε δραπετεύσει.
Από τους 76 της μεγάλης απόδρασης, οι 50 εκτελέστηκαν με συνοπτικές διαδικασίες, μόλις τρεις, δύο Νορβηγοί και ένας Ολλανδός αξιωματικός, κατάφεραν να διαφύγουν από την κατεχόμενη Ευρώπη και να σωθούν, ενώ οι υπόλοιποι επέστρεψαν στα κελιά τους.
Ακολουθήστε το Reader.gr στα Google News για να είστε πάντα ενημερωμένοι για όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.