Αν και όλοι είμαστε απολύτως ταυτισμένοι με το Γρηγοριανό Ημερολόγιο και με τον τρόπο που έχουν κατανεμηθεί οι ημέρες και οι μήνες, δίσεκτο έτος κάθε 4 χρόνια κλπ, μόλις... 100 χρόνια κλείνουν από την 1η Μαρτίου 1923, όταν, σαν σήμερα, τέθηκε σε ισχύ στη χώρα μας το Γρηγοριανό Ημερολόγιο και από τις 16 Φεβρουαρίου 1923... «πηδήξαμε» (sic) 13 ολόκληρες ημέρες. Η απόφαση ιστορική αλλά και δύσκολη για την Πολιτεία καθώς μόνο εύκολο δεν είναι να πείσεις τους ανθρώπους πως θα πρέπει να αλλάξουν τον τρόπο με τον οποίο μετρούν τον χρόνο! Είναι χαρακτηριστικό πως η έλευση του Νέου ή Γρηγοριανού Ημερολογίου προκάλεσε έντονες αντιδράσεις σε όλο τον κόσμο, μέχρι τελικά να υιοθετηθεί από τα περισσότερα κράτη.
Επίσης, ενδεικτικό των αντιδράσεων που υπήρξαν, ακόμη και στα μέρη μας, είναι πως αν και η Ελληνική Πολιτεία εφάρμοσε το Γρηγοριανό ημερολόγιο το 1923, ονομάζοντας την 16η Φεβρουαρίου, 1η Μαρτίου, η Εκκλησία της Ελλάδος το εφάρμοσε στο εορτολόγιό της ένα χρόνο αργότερα αφήνοντας στο «χρονοντούλαπο» της Ιστορίας το Ιουλιανό Ημερολόγιο...
Και... γενηθήτω Γρηγοριανό Ημερολόγιο
Όλα ξεκίνησαν επί εποχής Ιουλίου Καίσαρα, στην αρχαία Ρώμη. Το τότε ημερολόγιο που χρησιμοποιούσαν οι Ρωμαίοι δημιουργούσε προβλήματα πολλά και δυσεπίλυτα, καθώς με βάση τον υπολογισμό του ημερολογίου, ο χρόνος είχε... μόλις 355 ημέρες. Το 44 π.Χ., λοιπόν, κατόπιν εντολής του Ιουλίου Καίσαρα, δημιουργήθηκε ένα νέο ημερολόγιο, το γνωστό και ως Ιουλιανό Ημερολόγιο. Αυτό το νέο ημερολόγιο ανταποκρινόταν πολύ περισσότερο από το παλιό στη διαδοχή των εποχών και η διάρκεια του έτους προσδιορίστηκε στις 365,25 ημέρες.
Η μικρή διαφορά καλυπτόταν από μία επιπλέον ημέρα που προστίθετο κάθε τέσσερα χρόνια, μετά την «έκτη προ των καλένδων του Μαρτίου», που ονομαζόταν «bis sextus». Έτσι, η ημέρα αυτή, επειδή τη μετρούσαν δύο φορές, ονομάζεται ακόμα και σήμερα «δις έκτη», και το έτος που την περιέχει δίσεκτο.
Παρά το ότι το Ιουλιανό Ημερολόγιο ήταν πολύ πιο ακριβές από το ρωμαϊκό, δεν ήταν σε καμία περίπτωση τέλειο. Είχε ένα σφάλμα 11 λεπτών και 14 δευτερολέπτων ανά έτος, που μακροπρόθεσμα δεν μπορούσε να μη φανεί. Έτσι, τον 16ο αιώνα το ημερολόγιο είχε χάσει 11 ολόκληρες μέρες και υπήρχε πλέον ο κίνδυνος να φθάσουμε κάποια στιγμή τα Χριστούγεννα να είναι... φθινόπωρο και το Πάσχα... χειμώνας.
Μία αλλαγή έπρεπε να υπάρξει, κάτι που τελικά αποφάσισε να πράξει ο Πάπας Γρηγόριος ο 13ος μετατρέποντας το σύστημα μέτρησης του χρόνου σε αυτό που γνωρίζουμε σήμερα. Συγκεκριμένα, στις 4 Οκτωβρίου του 1582, με διάταγμά του, προστέθηκαν 10 ημέρες (δηλαδή η 4η Οκτωβρίου έγινε... 15η Οκτωβρίου) για να... ευθυγραμμιστεί το ημερολόγιο, ενώ για να αποφευχθούν ανάλογες ασυμφωνίες και στο μέλλον, αποφασίστηκε κάθε τέσσερις αιώνες να θεωρούνται δίσεκτα, αντί για 100 χρόνια, μόνο τα 97.
Αυτό το ημερολόγιο ονομάστηκε Γρηγοριανό, και παρότι προκάλεσε σφοδρές αντιδράσεις ιδιαίτερα στις Ορθόδοξες Εκκλησίες, τελικά έπειτα από πολλά χρόνια υιοθετήθηκε πλήρως από τις περισσότερες χώρες.
Στις άλλες χώρες…
Πολύ λίγες χώρες χρησιμοποίησαν το νέο ημερολόγιο από την 15η Οκτωβρίου 1582. Μόνο η Ιταλία, η Πολωνία, η Ισπανία και η Πορτογαλία. Άλλες, μη Καθολικές χώρες αρνήθηκαν να υιοθετήσουν μια Καθολική εφεύρεση. Η Αγγλία, η Σκωτία και κατά συνέπεια και η υπόλοιπη Βρετανική αυτοκρατορία (συμπεριλαμβανομένου μέρους από τις σημερινές ΗΠΑ) δεν το υιοθέτησαν πριν το 1752, οπότε και ήταν απαραίτητο να διορθωθεί η ημερομηνία κατά έντεκα ημέρες (η 2η Σεπτεμβρίου 1752 ακολουθήθηκε από την 14η Σεπτεμβρίου 1752). Η Βρετανία θεσμοθέτησε ειδικές ρυθμίσεις για να εξασφαλίσει ότι μηνιαίες ή ετήσιες πληρωμές δε θα γίνονταν μέχρι τις ημερομηνίες που θα γίνονταν αρχικά, με το Ιουλιανό ημερολόγιο.
Η Δανία-Νορβηγία και τα Προτεσταντικά κομμάτια της Γερμανίας υιοθέτησαν το κομμάτι του νέου ημερολογίου που αφορούσε στον ήλιο το 1700, λόγω της επιρροής του Όλε Ρέμερ, αλλά δεν υιοθέτησαν το σεληνιακό κομμάτι. Αντίθετα, αποφάσισαν να υπολογίζουν την ημέρα του Πάσχα αστρονομικά, χρησιμοποιώντας την ημέρα της εαρινής ισημερίας και την πανσέληνο σύμφωνα με τους Ρουδολφιανούς Πίνακες (1672) του Κέπλερ. Τελικά, υιοθέτησαν και το σεληνιακό κομμάτι του Γρηγοριανού ημερολογίου το 1776.
Η σχέση της Σουηδίας με το Γρηγοριανό ημερολόγιο, πάλι, είχε δύσκολη αρχή. Η Σουηδία άρχισε να αλλάζει από το παλιό της ημερολόγιο στα 1700, αλλά αποφασίστηκε να γίνει η μετατόπιση των 11 ημερών σταδιακά, αφαιρώντας τις επιπλέον ημέρες από τα δίσεκτα έτη μεταξύ 1700 και 1740. Στο μεταξύ, το Σουηδικό ημερολόγιο θα ήταν εκτός συνοχής και με το Γρηγοριανό και με το Ιουλιανό ημερολόγιο για 40 χρόνια, και επίσης η διαφορά δε θα ήταν σταθερή αλλά θα άλλαζε κάθε 4 χρόνια. Είναι προφανές ότι το σύστημα αυτό ευνοούσε τη σύγχυση όσον αφορά στην ημερομηνία των γεγονότων που συνέβαιναν στη Σουηδία την περίοδο αυτή. Και σαν να μην έφτανε αυτό, το σύστημα υπέστη κακή διαχείριση, με αποτέλεσμα να... μετρηθούν κανονικά οι επιπλέον ημέρες των ετών 1704 και 1708! Έτσι, ενώ μετά το 1708 η Σουηδία θα έπρεπε να είναι 8 ημέρες πίσω από τις χώρες που είχαν υιοθετήσει το Γρηγοριανό ημερολόγιο, ήταν πίσω 10 ημέρες. Ο βασιλιάς Κάρολος ο ΙΒ κατάλαβε τότε ότι η σταδιακή αλλαγή δεν λειτουργούσε σωστά και αποφάσισε να εγκαταλειφθεί. Ωστόσο, αντί να προχωρήσει τη χώρα 10 ημέρες ώστε να συμπέσει με το Γρηγοριανό ημερολόγιο, αποφάσισε να επαναφέρει τη χώρα στο Ιουλιανό. Αυτό επιτεύχθηκε μετρώντας τη μοναδική ημερομηνία 30ή Φεβρουαρίου στο έτος 1712. Η Σουηδία τελικά υιοθέτησε το Γρηγοριανό ημερολόγιο το 1753, οπότε μετά την 17η Φεβρουαρίου ακολούθησε η 1η Μαρτίου.
Η Ανατολική Ορθόδοξη Εκκλησία επί αιώνες δεν δεχόταν να χρησιμοποιήσει το Γρηγοριανό ημερολόγιο με τον φόβο μήπως αυτό γίνει αιτία παραπλάνησης του πληρώματος, δηλαδή των πιστών. Η εξέλιξη του πολιτισμού, όμως, επέβαλε νέες ανάγκες και το θέμα άρχισε να αντιμετωπίζεται από άλλη σκοπιά. Ο οικουμενικός πατριάρχης Άνθιμος Ζ’ το 1895 εξέφρασε την ευχή να υπάρξει ενιαίο ημερολόγιο για όλους τους χριστιανικούς λαούς. Και ο Ιωακείμ Γ’ έστειλε το 1902 εγκύκλιο σε όλες τις Ορθόδοξες Εκκλησίες να μελετήσουν το ζήτημα του ημερολογίου και ζητούσε τις απόψεις τους. Η Εκκλησία της Ελλάδος απάντησε ότι δεν απορρίπτει καταρχήν την προοπτική αλλαγής του ημερολογίου. Συστήθηκε μάλιστα επιτροπή μελέτης, η οποία (1919) αποφάνθηκε ότι: «η μεταβολή, μη προσκρούουσα εις δογματικούς και κανονικούς λόγους, ηδύνατο να γίνη μετά συνεννόησιν πασών των αυτοκεφάλων Εκκλησιών, ιδία δε του Οικουμενικού Πατριαρχείου». Περιμένοντας να γίνει μια τέτοια συνεννόηση, η Εκκλησία της Ελλάδος συνέχισε να χρησιμοποιεί το Παλαιό Ιουλιανό ημερολόγιο, συμφώνησε δε να εισαγάγει η Πολιτεία το Γρηγοριανό ημερολόγιο μόνο για πολιτική χρήση.
Με βασιλικό διάταγμα εισήχθη στην Ελλάδα το Γρηγοριανό ημερολόγιο την 1 Μαρτίου 1923 ακριβώς γι' αυτόν το σκοπό.
Τελευταία και... καταϊδρωμένη η Ελλάδα
Η Ελλάδα, τελικά, ήταν από τις τελευταίες που το εφάρμοσαν, το 1923, κατόπιν εισήγησης (από το 1919!) του αστρονόμου και ακαδημαϊκού Δημήτριου Αιγινήτη. Επειδή όμως, όταν αποφάσισε η Ελλάδα να υιοθετήσει το Γρηγοριανό Ημερολόγιο, είχαν χαθεί 13 ολόκληρες ημέρες, για να γίνει ο εναρμονισμός στο νέο ημερολόγιο, μετά την 15η Φεβρουαρίου ξημέρωσε η 1η Μαρτίου. Με απλά λόγια, μετά τις 15 Φεβρουαρίου 1923 «εξαφανίστηκαν» 13 ημέρες και ακολούθησε η 1η Μαρτίου 1923.
Πρέπει να σημειωθεί πάντως ότι ακόμα και σήμερα -σε θρησκευτικό επίπεδο- υπάρχουν Ορθόδοξες Εκκλησίες που δεν αποδέχονται το νέο ημερολόγιο. Τέτοιες είναι οι Εκκλησίες της Ρωσίας, της Σερβίας, της Ιερουσαλήμ, καθώς και μερικοί επίσκοποι που αποσχίσθηκαν από την Εκκλησία της Ελλάδος (Παλαιοημερολογίτες), που εξακολουθούν να γιορτάζουν τη γέννηση του Χριστού στις 25 Δεκεμβρίου με βάση το παλιό, Ιουλιανό Ημερολόγιο (δηλαδή στις 7 Ιανουαρίου του νέου, Γρηγοριανού Ημερολογίου).
Ακολουθήστε το Reader.gr στα Google News για να είστε πάντα ενημερωμένοι για όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.