Μια σπουδαία ηθοποιός από την Ινδία με τραγική μοίρα. Ένα σπουδαίο λαϊκό τραγούδι από την Ελλάδα με τραγικό παρασκήνιο. Μπορεί να συνδέονται αυτά τα δύο; Απόλυτα! Και όχι απλά συνδέονται αλλά έχουν και ένα κοινό όνομα που στους περισσότερους Έλληνες είναι οικείο: Μαντουμπάλα. Αυτή είναι η ηθοποιός με την τραγική ιστορία. «Μαντουμπάλα» είναι ο τίτλος του τραγουδιού που ακούστηκε πρώτη φορά από τον Στέλιο Καζαντζίδη και το οποίο έχει ένα τραγικό παρασκήνιο πίσω από τη δημιουργία του. Σαν σήμερα, πριν από 54 χρόνια, πέθανε το πιο «γλυκό κορίτσι» του Μπόλιγουντ.
Το «γλυκό κορίτσι»
Για την Μουμτάζ Γεχάν Μπεγκούμ Ντεχλαβί η μοίρα έκανε συνεχώς διάφορα «παιχνίδια». Γεννήθηκε ανήμερα του Αγίου Βαλεντίνου του 1933 στο Δελχί της τότε Βρετανίκης Ινδίας. Γεννήθηκε σε μια πολυμελή και πάμφτωχη οικογένεια. Ήταν τόσο φτωχή η οικογένεια της που αναγκάστηκε να μετακομίσει σε μια παραγκούπολη. Δίπλα σε εκείνη την παραγκούπολη βρισκόντουσαν τα κινηματογραφικά στούντιο, η καρδιά, του Μπόλιγουντ!
Όταν η Μουμτάζ Γεχάν Μπεγκούμ Ντεχλαβί ήταν ακόμη βρέφος, ένας σούφι (ο σουφισμός, γνωστός ως «tasawwuf» στον αραβόφωνο κόσμο, είναι μια μορφή ισλαμικού μυστικισμού) κάνει μια προφητεία και λέει στους γονείς της πως μεγαλώνοντας η κόρη τους θα γινόταν πλούσια και διάσημη, αλλά θα πέθαινε νέα και δυστυχισμένη.
Από την πείνα η Μουμτάζ θα χάσει έξι αδέρφια! Ο πατέρας της πήγαινε σχεδόν καθημερινά στα κινηματογραφικά στούντιο με την ελπίδα κάποιος να του δώσει ένα μεροκάματο. Μαζί του πήγαινε και η μικρή η οποία μαγεύτηκε από τον κόσμο του θεάματος. Ένας παραγωγός που είδε πόσο γλυκό και όμορφο κοριτσάκι ήταν είπε στον πατέρα της να της επιτρέψει να παίξει έναν μικρό ρόλο σε μια ταινία. Αυτή ήταν η αρχή. Η Μουμτάζ έπαιξε στην πρώτη της ταινίας σε ηλικία μόλις 9 ετών! Υιοθετεί το ψευδώνυμο Μπέιμπι Μουμτάζ. Στα 14 της ήταν το «παιδί θαύμα» του κινηματογράφου στην Ινδία. Το 1947 προσέλκυσε την προσοχή της ηθοποιού και συνιδρύτριας του στούντιο Ντεβίκα Ρανί, η οποία την ανέδειξε και της πρότεινε το καλλιτεχνικό ψευδώνυμο Μαντουμπάλα (γλυκιά σαν μέλι στα ινδικά), με το οποίο δοξάστηκε.
Από εκείνο το σημείο και έπειτα κάθε χρονιά έπαιζε σε πολλές ταινίες. Εκείνη ήταν, πλέον, που είχε την οικονομική άνεση, ώστε, να φροντίζει ολόκληρη την οικογένεια της. Ο ρόλος της ως το φάντασμα μιας νεαρής γυναίκας στο υπερφυσικό δράμα αγωνίας «Mahal» (1949), δίπλα στον καθιερωμένο ηθοποιό Ασόκ Κουμάρ, την έκανε αστέρι πρώτου μεγέθους στην Ινδία. Δύο χρόνια αργότερα ο έρωτάς της με τον συμπρωταγωνιστή της Ντιλίπ Κούμαρ στο ρομαντικό δράμα «Tarana» (1951), έγινε πρωτοσέλιδο στον ινδικό Τύπο.
Την αποκαλούν «Αφροδίτη της μεγάλης οθόνης» και η Μαντουμπάλα γνωρίζει ημέρες ασύλληπτης δόξας. Μόνο που από εκείνη την προφητεία του σούφι, είχε εκπληρωθεί μόνο το πρώτο μέρος. Δυστυχώς, ήταν η ώρα να εκπληρωθεί και το δεύτερο μέρος. Αρχικά ο πατέρας της δεν την άφησε να παντρευτεί τον Ντιλίπ Κουμάρ, τον μοναδικό άνθρωπο που αγάπησε. Η Μαντουμπάλα παντρεύτηκε τον κωμικό ηθοποιό Κισόρ Κουμάρ. Πήρε διαζύγιο γρήγορα, ωστόσο, γιατί ήταν ένας γάμος που την έκανε δυστυχισμένη. Στα μέσα της δεκαετίας του ‘50 η Μαντουμπάλα μαθαίνει ότι πάσχει από κοιλιακό σηπτικό ελάττωμα (VSD)μία συγγενής καρδιακή πάθηση για την οποία τότε δεν υπήρχε θεραπεία. Η «ασθένεια της τρύπιας καρδιάς» όπως λέγεται. Κάθε χρόνος που περνάει η ίδια είναι σε χειρότερη κατάσταση, παρά το γεγονός ότι συνεχίζει και παίζει σε ταινίες. Προς το τέλος... εγκατέλειψε. Δεν μπορούσε άλλο. Μια ημέρα σαν σήμερα, το 1969, σε ηλικία μόλις 36 ετών, η Μαντουμπάλα έφυγε από τη ζωή.
Η «Μαντουμπάλα» του Καζαντζίδη
Ο σπουδαίος Στέλιος Καζαντζίδης εμπνεύστηκε όταν είδε τον «Αλήτη της Βομβάης». Αυτή την ταινία είδε και αποφάσισε να γράψει ένα τραγούδι με τον ρυθμό που ακουγόταν στην ταινία αλλά που θα είχε το όνομα της Μαντουμπάλα. Ζήτησε τη βοήθεια της Ευτυχίας Παπαγιαννοπούλου για τους στίχους. Το ζήτημα, ωστόσο, είναι πως εκείνη την περίοδο η σπουδαία στιχουργός ήταν βυθισμένη στον πόνο, το πένθος και τη θλίψη καθώς είχε χάσει την κόρη της. Για τον λόγο αυτό οι στίχοι μιλάνε για πόνο, ενώ ο ρυθμός είναι σαφώς πιο ευχάριστος.
«Μαντουμπάλα, αγάπη γλυκιά μου,
λαχταρώ να ’ρθεις πάλι κοντά μου.
Από τότε που σ’ έχασα λιώνω,
τ’ όνομά σου φωνάζω με πόνο,
Μαντουμπάλα, Μαντουμπάλα.
Με μάτια κλαμένα στους δρόμους γυρνώ,
μια χαμένη αγάπη ζητάω να βρω,
μια χαμένη αγάπη ζητάω να βρω.
Να σε δω κι ας πεθάνω, καλή μου.
Αυτό μόνο ζητάει η ψυχή μου».
Αυτοί ήταν οι στίχοι που έγραψε η Παπαγιαννοπούλου για το τραγούδι και είναι σαφές πως αν κάποιος βγάλει το όνομα Μαντουμπάλα από αυτούς, τότε γίνεται ξεκάθαρο το πόσο πονούσε εκείνη την περίοδο η σπουδαία στιχουργός για την απώλεια του παιδιού της.
Όταν η Παπαγιαννοπούλου παρέδωσε τους στίχους στον Καζαντζίδη, εκείνος προσπάθησε να προσαρμόσει τη μουσική, αλλά δεν ήταν τόσο εύκολη υπόθεση. Η Μαρινέλλα τον συμβούλεψε να μιλήσει με τον Θόδωρο Δερβενιώτη, ώστε να το αναλάβει αυτός. Πράγματι, ο έμπειρος μαέστρος λίγες μέρες αργότερα παρέδωσε στον Καζαντζίδη τη «Μαντουμπάλα».
Το τραγούδι σε αριθμούς αποτέλεσε το απόλυτο σουξέ. Κυκλοφόρησε το 1959, έκανε το ρεκόρ των 100.000 δίσκων των 45 στροφών και για μία δεκαετία ήταν στην κορυφή. Οι απλοϊκοί του στίχοι και ο πόνος που έβγαζαν αυτοί σε συνδυασμό με τη μουσική, τραγουδήθηκαν απ’ όλους. Η «Μαντουμπάλα» ή «Μαντουβάλα» είναι μέχρι και σήμερα ένα από τα κλασικά κομμάτια του παλιού καλού ελληνικού λαϊκού τραγουδιού, όμως, λίγοι ξέρουν την τραγική αληθινή ιστορία της.
Ο «Αλήτης της Βομβάης», πάντως. δεν ενέπνευσε μόνο τον Στέλιο Καζαντζίδη. Το ίδιο εμπνεύστηκε τόσο ο Βασίλης Καραπατάκης όσο και ο Χρήστος Κολοκοτρώνης που το 1958 έγραψαν το τραγούδι «ΕΛΜΠΙ- γλυκιά μου αγάπη» που έντυσε με τη φωνή του ο άλλος σπουδαίος του ελληνικού λαϊκού τραγουδιού, Μανώλης Αγγελόπουλος στο ξεκίνημα της καριέρας του. Το τραγούδι αυτό ήταν και το ξεκίνημα για τη διασκευή των ινδικών τραγουδιών στα ελληνικά.
Ακολουθήστε το Reader.gr στα Google News για να είστε πάντα ενημερωμένοι για όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.