Στην πολιτική-φιλοσοφική πραγματεία του, «Κριτική της Εγελιανής Φιλοσοφίας το Κράτους και του Δικαίου», ο Καρλ Μαρξ επιδόθηκε σε μία εξαιρετικά παραγωγική ανάλυση της φύσης και του ρόλου της θρησκείας στις μετά-βιομηχανικές κοινωνίες, χρησιμοποιώντας συνάμα τη φράση «Η θρησκεία είναι το όπιου του λαού».
Έκτοτε, αυτή η απομονωμένη φράση έχει χρησιμοποιηθεί εκτός πλαισίου και άνευ συμφραζομένων για να υπονοήσει ότι ο Μαρξ, ο Μαρξισμός και οι παράγωγες πολιτικές φιλοσοφίες του προκρίνουν τον ριζικό αθεϊσμό και την κατάργηση της θρησκείας.
Ιστορικότητα
Το πρώτο παραστράτημα όσων «πολέμιων» της μαρξιστικής φιλοσοφίας καταφεύγουν σε αυτή την επιδερμική κριτική είναι η παντελής ιστορική μόνωση. Το να προσεγγίσει κανείς αυτή τη φράση χωρίς το ιστορικό της πλαίσιο αποτελεί τουλάχιστον έργο παραχάραξης.
Αρχικά, πρέπει να καταλάβουμε ότι την περίοδο της συγγραφής του βιβλίου, το 1843, το όπιο είναι μία ουσία που χρησιμοποιείται όχι ως ψυχαγωγικό ναρκωτικό, αλλά ως αναλγητικό στην ιατρική. Άρα, η λογική που θέλει τον Μαρξ να εξισώνει τη θρησκεία με μέσο κατάπνιξης της λαϊκής βούλησης είναι στείρα.
Θρησκεία: Λαϊκή κραυγή
Στην παράγραφο του βιβλίου απ' όπου έχει βίαια αποκοπεί αυτή η φράση διαβάζει κανείς: «Η βάση της άθρησκης κριτικής είναι αυτή: "Ο άνθρωπος κάνει τη θρησκεία, δεν κάνει η θρησκεία τον άνθρωπο"... Αλλά ο άνθρωπος δεν είναι ένα αφαιρετικό ον που ζει έξω από την πραγματικότητα. Ο άνθρωπος είναι ο κόσμος του ανθρώπου -η πόλις, η κοινωνία.
Αυτή η πόλις και η κοινωνία παράγουν τη θρησκεία, που είναι μία ανεστραμμένη συνείδηση του κόσμου...Η θρησκεία είναι η γενική θεωρία αυτού του κόσμου, η εγκυκλοπαιδική του σύνοψη, η λογική του σε λαϊκή μορφή...Ως εκ τούτου, το θρησκευτικό βάσανο είναι την ίδια στιγμή έκφραση του πραγματικού βάσανου και διαμαρτυρία εναντίον του.
Η θρησκεία είναι ο αναστεναγμός του καταπιεσμένου όντος, η καρδιά ενός άκαρδου κόσμου, και η ψυχή των άψυχων συνθηκών. Είναι το όπιο του λαού».
Για τον Μαρξ λοιπόν, η θρησκεία δεν είναι ο εχθρός του κράτους, παρά η άμεσα προσιτή έκφραση της κοινωνικής και πολιτικής κατάστασης. Η θρησκεία δεν επιφέρει τόσο την παρακμή, όσο η παρακμή του καπιταλιστικού status επιφέρει την ανάγκη καταφυγής στη θρησκεία. Στην εφήμερη και βραχυπρόθεσμη ίαση του πόνου, αλλά όχι τη φροντίδα της πληγής ή την αποτροπή του σφαγέα.
Ως εκ τούτου, ο Μαρξ δεν αντιμετωπίζει τη θρησκεία σαν άμεσο εχθρό, αλλά πιστεύει πως η ανάγκη για θρησκευτική έκφραση είναι ένα σύμπτωμα του προλεταριάτου που δεν έχει πρόσβαση στην πραγματική θεραπεία των βασάνων του, τη λαϊκή-εργατική επανάσταση φυσικά.
Σε μία κοινωνία που εξυπηρετεί τις υλικές και πνευματικές ανάγκες των πολιτών, η θρησκεία δεν χρειάζεται να διωχθεί, διότι φυσικά φθίνει όσο φθίνουν οι δύο πυλώνες της, ο φόβος και το μίσος. Ο φόβος είναι στοιχείο της εσωτερικής συνοχής της θρησκείας. Εξασφαλίζει ότι η υπόσχεση της λύτρωσης είναι αποτελεσματική.
Το μίσος είναι στοιχείο εξωτερικής συνοχής, προστατεύει τα όρια του ποίμνιου και του δόγματος από τους «αμαρτωλούς» και τους ξένους. Αλλά όταν αυτά τα συναισθήματα κάμπτονται, αυτό που επικρατεί είναι η ανάγκη του ανθρώπου για αυτοπραγμάτωση και πραγματική ευτυχία.
Η κοινωνική πρόνοια γιατρεύει τα πάθη, η ευζωία εξατμίζει τον φόβο, το θάρρος παραμερίζει το μίσος και ο άνθρωπος ενηλικιώνεται και παίρνει τον έλεγχο της ζωής του, χωρίς την ανάγκη για έναν ουράνιο κηδεμόνα.
Ακολουθήστε το Reader.gr στα Google News για να είστε πάντα ενημερωμένοι για όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.