Μενού
garos
Γάρος | Wikipedia
  • Α-
  • Α+

Γάρος! Ένα όνομα, μια γεύση, μια ιστορία... Τι είναι ο γάρος θα ρωτήσετε και σωστά. Ο γάρος είναι ένα... γκουρμέ καρύκευμα της Αρχαίας Ελλάδας το οποίο, μάλιστα, γινόταν και εξαγωγή στη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία. Σήμερα δύσκολα μπορεί να το βρει κάποιος σε εκείνη τη μορφή. Υπάρχει η βιομηχανοποιημένη έκδοσή του με τις μπόλικες παραλλαγές (όπως η ιταλική σάλτσα αντζούγιας, που μοιάζει αλλά δεν είναι γάρος) αλλά αν θέλετε να το δοκιμάσετε όπως το αναφέρουν τα αρχαία κείμενα θα πρέπει να κάνετε ένα ταξιδάκι μέχρι την Άπω Ανατολή.

Η αρχαία διαδρομή του γάρου

Ο Γάιος Πλίνιος ο Πρεσβύτερος και ο Ισίδωρος της Σεβίλλης ήταν οι πρώτοι που έγραψαν ότι ο γάρος έχει ελληνικές ρίζες. «Νονοί» του συγκεκριμένου ονόματος είναι ο Σοφοκλής, ο Αριστοφάνης ή ο Αισχύλος. Ο γάρος παρασκευάζονταν από σαρδέλες ή γαύρους. Αργότερα χρησιμοποιούνταν και άλλα ψαρικά, όπως τόνοι, χέλια και σκουμπριά!

Τα ψάρια αυτά τα πάστωναν με μπόλικο αλάτι (η αναλογία ψαριών και αλατιού, όπως αναφέρει ο Πλίνιος, ήταν 3 προς 1) και τα άφηναν ολόκληρα και ακαθάριστα με τα εντόσθια στον ήλιο για να ξηραθούν. Μετά από τουλάχιστον μια εβδομάδα περίπου τα συνέθλιβαν, και τον ζωμό τον περνούσαν διαδοχικά από όλο και πιο λεπτό πανί, μέχρι που καθάριζε (όχι εντελώς, καθώς υπάρχουν ευρήματα σε αρχαίους αμφορείς που δείχνουν ότι κόκαλα ή εντόσθια περνούσαν στο τελικό προϊόν) και γινόταν σαν λάδι. Αυτός είναι ο παραδοσιακός ελληνικός τρόπος για να φτιαχτεί ο γάρος και έτσι ακριβώς είναι γραμμένος σε αρχαία κείμενα.

Ο γάρος ήταν πολύ διαδεδομένος στη ρωμαϊκή εποχή. Το ρωμαϊκό βιβλίο μαγειρικής του Απίκιου που γράφτηκε τον 1ο αιώνα και ονομαζόταν «De re coquinaria» αναφέρει τον γαύρο ως συστατικό στις περισσότερες συνταγές. Συναντάται ως σάλτσα με κρασί (oenogarum), ξύδι (oxygarum), με πιπέρι (garum piperatum), με λάδι (oleogarum) ή και με νερό (hydrogarum).

garos1
Μωσαϊκό σε έπαυλη της Πομπηίας. Κάτοχός της ήταν ο φημισμένος παραγωγός γάρου Aulus Umbricius Scaurus. Ο εικονιζόμενος αμφορέας (urceus) περιείχε την καλύτερη μάρκα γάρου της εποχής. Φέρει την επιγραφή: G(ari) F(los) SCOM(bri) SCAURI. | Wikipedia

Κυριότερος παραγωγός και διανομέας στην Ιταλία ήταν ο «Aulus Umbricius Scaurus» στην Πομπηία, τον οποίο συναντάμε σε πολλές πηγές, ενώ το όνομά του συναντάται στο 31% των σχετικών αμφορέων που έχουν ανακαλυφθεί σε ανασκαφές.

Οι αναφορές στο γάρο σε ελληνικές πηγές αρχίζουν στα μέσα του 5ου π.Χ. αιώνα, απ’ τον Κρατίνο, τον Αισχύλο και το Σοφοκλή, όχι όμως πολύ περιγραφικά ή με λεπτομέρειες. Η παραγωγή του γάρου στην αρχαία Ελλάδα ήταν βιομηχανική. Ίσως, μάλιστα, αυτή ήταν μια από τις λίγες βιομηχανίες της εποχής. Τα κέντρα παραγωγής ήταν στην Κόρινθο και τη Δήλο.

Αναφορά στο γάρο έχουμε και αργότερα στην εποχή του Βυζαντίου απ’ τον Liutprant και το Γάλλο Pierre Belon. Υπάρχουν επίσης κάποιοι στίχοι του Μαρτιάλη, γραμμένοι για να συνοδέψουν ένα μικρό βάζο με γάρο προορισμένο για δώρο: «Εδώ είναι ο μεγαλοπρεπής γάρος, ένα ακριβό δώρο, φτιαγμένο απ’ το πρώτο αίμα ενός κολιού που ακόμα σπαρταρούσε».

Όπως μπορεί να καταλάβει ο οποιοσδήποτε, η μυρωδιά που ανέδυε η διαδικασία παραγωγής του γάρου ήταν τόσο αποκρουστική, που η παρασκευή του σε αστικές περιοχές ήταν μερικές φορές απαγορευμένη. Η εκλεκτή σάλτσα είχε την αρνητική ιδιότητα να λερώνει και να μην ξεπλένεται. Για το λόγο αυτό έχει παραμείνει σήμερα να λέμε ότι τα ρούχα «γάριασαν», δηλαδή δεν καθαρίζονται πια!

Ο γάρος σήμερα

Η ευρεία χρήση του γάρου φαίνεται να σταματά τον 16ο αιώνα, με την εισαγωγή της ντομάτας στην Ευρώπη. Σήμερα, πλέον, και με τις γκουρμέ συνταγές να γίνονται όλο και περισσότερες υπάρχουν πολλοί που προσπαθούν να αντιγράψουν τη συνταγή του γάρου. Ή έστω να φτάσουν κοντά γευστικά. Ένα καρύκευμα παρόμοιο με τον γάρο παράγεται σήμερα στο χωριό Cetara που είναι κοντά στο Amalfi στην περιφέρεια της Καμπανίας στην Ιταλία. 

O Andrew Dalby, ένας από τους πλέον γνωστούς ιστορικούς του φαγητού, ήταν κατηγορηματικός στο ότι η σημερινή σάλτσα αντσούγιας των Ιταλών δεν έχει καμία σχέση με το αρχαίο γάρο, τουλάχιστον στη γεύση, επειδή δεν έχει υποστεί ζύμωση, δεν είναι προϊόν αλλοίωσης και η χρήση της στην αναβίωση αρχαίων συνταγών καταστρέφει την όλη προσπάθεια.

Είναι γνωστό επίσης, πως πολλοί έχουν προσπαθήσει να δημιουργήσουν το καρύκευμα αυτό στη σύγχρονη Βρετανία και στη Βόρεια Αμερική. Τα «πειράματα» αυτά, ωστόσο, όπως λέει ο Dalby, εάν δεν γίνονται κάτω από καυτό ήλιο και αρκετά μακριά από γείτονες είναι ανόητα και πιθανόν επικίνδυνα.

Αν κάποιος, πάντως, στις ημέρες μας έχει φτάσει πιο κοντά στο να «αναστήσει» την πραγματική γεύση του γάρου, είναι κάποιοι, λίγοι, μάγειρες στην Άπω Ανατολή ή τη Νοτιοανατολική Ασία. Εκεί και μόνο εκεί  η σάλτσα που παράγεται με τη διαδικασία της ζύμωσης είναι όμοια με αυτή που περιγράφεται στις αρχαίες πηγές.

Αυτό που όλοι παραδέχονται είναι πως πολύ κοντά στο γάρο πρέπει να είναι το σπιτικό padek του Λάος και της Βόρειας Ταϊλάνδης που έχει ακόμα μέσα του υπολείμματα απ’ τα ψάρια της ζύμωσης, όπως είχε και ο γάρος. Το nuoc mam των Βιετναμέζων και το nam pla των Ταϊλανδέζων είναι δύο πολύ καλά υποκατάστατα.

Όσοι ξέρουν, πάντως, έχουν να λένε πως αν κάποιος έχει διάθεση να γευτεί ότι πιο κοντινό υπάρχει στον γάρο θα πρέπει να πάει μέχρι την Άπω Ανατολή. Ειδικά στην Ιαπωνία υπάρχουν κάμποσα εστιατόρια που το φτιάχνουν με τον παραδοσιακό τρόπο. Τώρα αν κάποιος δεν μπορεί να πάει μέχρι εκεί υπάρχουν και τα βιομηχανικά προϊόντα που τουλάχιστον θα πλησιάζουν σε γεύση.  Οι Worcestershire sauce, soya sauce και φυσικά η oyster sauce που υπάρχουν στα σουπερ μάρκετ ή οι tuoc mam και nam pla που βρίσκεις στα ανατολίτικα εστιατόρια ή στα μαγαζιά με είδη της Άπω Ανατολής, είναι μερικά από αυτά.

Google News

Ακολουθήστε το Reader.gr στα Google News για να είστε πάντα ενημερωμένοι για όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.