Τα τελευταία χρόνια οι σχέσεις μεταξύ των ελληνικών και των ισραηλινών κυβερνήσεων θεωρούνται άριστες. Υπάρχουν δε πολλές συνεργασίες μεταξύ των δύο κρατών που ξεκινούν από τo επίπεδο της άμυνας και φτάνουν μέχρι τον τουρισμό (η ισραηλινή αγορά θεωρείται από τις πλέον σημαντικές για την ελληνική τουριστική βιομηχανία). Αυτό όμως δεν συνέβαινε πάντοτε.
Στα τέλη του προηγούμενου αιώνα η Ελλάδα είχε σφυρηλατήσει δεσμούς με σημαντικό μέρος του αραβικού κόσμου, πράγμα που δημιουργούσε μία (αναγκαστική) αδιαφορία προς τις επιδιώξεις του νεοσύστατου κράτους του Ισραήλ. Κι ας υπήρχαν παραδοσιακές επίσης σχέσεις μεταξύ του ελληνικού και του εβραϊκού πολιτισμού οι οποίες φανερώνονται και από τις σημαντικές κοινότητες εβραϊκών πληθυσμών στην Ελλάδα.
Χαρακτηριστική ήταν η προσωπική σχέση Αραφάτ-Παπανδρέου, οι ογκώδεις διαδηλώσεις υπέρ του Παλαιστινιακού λαού αλλά και η καθυστέρηση της Ελλάδας να αναγνωρίσει το Ισραήλ de jure. Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή.
Το ζήτημα της αναγνώρισης της Παλαιστίνης
H διεθνής αναγνώριση του κράτους της Παλαιστίνης είναι ουσιαστικά ο απώτερος σκοπός των παλαιστινιακών αρχών από τότε που η Παλαιστίνη διακήρυξε την ανεξαρτησία της στις 15 Νοεμβρίου του 1988 στην Αλγερία, όπου ήταν εξόριστο το Παλαιστινιακό Εθνικό Συμβούλιο.
Έκτοτε το ζήτημα της αναγνώρισης ή μη της Παλαιστίνης έχει, όπως είναι λογικό, δημιουργήσει μία σειρά από συγκρούσεις. Το παλαιστινιακό κράτος αναγνωρίστηκε από 78 χώρες των Ηνωμένων Εθνών κατευθείαν, δηλαδή μέχρι το τέλος του 1988. Πλέον, από τα 193 μέλη του ΟΗΕ, τα 138 την έχουν αναγνωρίσει ως ανεξάρτητο κράτος, ενώ υπάρχουν και δύο κράτη που δεν είναι μέλη του ΟΗΕ και επίσης την αναγνωρίζουν.
Οι περισσότερες από τις χώρες της Αφρικής, της Ασίας και της Λατινικής Αμερικής αναγνωρίζουν την Παλαιστίνη, σε αντίθεση με τις χώρες σε Ευρώπη, Βόρεια Αμερική και Ωκεανία που στη συντριπτική τους πλειοψηφία δεν αναγνωρίζουν την ύπαρξη ανεξάρτητου παλαιστινιακού κράτους.
Πιο συγκεκριμένα ως προς την Ευρώπη, οι περισσότερες από τις χώρες που αναγνωρίζουν την Παλαιστίνη βρίσκονται προς τα ανατολικά (Σερβία, Πολωνία, Αλβανία, Κύπρος, Ουκρανία, Ουγγαρία, Ρουμανία Βουλγαρία κτλ). Αντιθέτως στη δυτική Ευρώπη αναγνωρίζει την Παλαιστίνη μόνο η Σουηδία και η Ισλανδία.
Υπάρχουν χώρες που ακόμη δεν αναγνωρίζουν το Ισραήλ
Ζήτημα όμως κατά μία έννοια υπάρχει και με την αναγνώριση του Ισραήλ ως ανεξάρτητου κράτους, καθώς υπάρχουν ακόμα και σήμερα χώρες που δεν το έχουν αναγνωρίσει. Έτσι, από τα 193 μέλη του ΟΗΕ, το Ισραήλ αναγνωρίζουν τα 165, δηλαδή το 85%.
Οι χώρες που δεν το αναγνωρίζουν είναι: η Αλγερία, τα Κομόρος, το Τζιμπουτί, το Ιράκ, το Κουβέιτ, ο Λίβανος, η Λιβύη, η Μαυριτανία, το Ομάν, το Κατάρ, η Σαουδική Αραβία, η Σομαλία, η Συρία, η Τυνησία, η Υεμένη, το Αφγανιστάν, το Μπαγκλαντές, το Μπρουνέι, η Ινδονησία, το Ιράν, η Μαλαισία, οι Μαλδίβες, το Μάλι, ο Νίγηρας, το Πακιστάν, η Κούβα, η Βόρεια Κορέα και η Βενεζουέλα.
Σε αυτή τη φάση η Ελλάδα ακολουθεί την πεπατημένη της Δύσης καθώς έχει αναγνωρίσει το Ισραήλ αλλά δεν έχει αναγνωρίσει την Παλαιστίνη. Και αυτό παρόλο που ήταν η μόνη ευρωπαϊκή χώρα που το 1947 καταψήφισε την ίδρυση του κράτους του Ισραήλ και η μόνη που διατηρούσε τόσο στενή σχέση με την παλαιστινιακή αρχή.
Η σχέση Ελλάδας - Ισραήλ και ο Ανδρέας Παπανδρέου
Η Ελλάδα, λοιπόν, ήταν η μόνη ευρωπαϊκή χώρα που το 1947 ψήφισε εναντίον της ίδρυσης του κράτους του Ισραήλ, λόγω των παραδοσιακών δεσμών της με τον αραβικό κόσμο.
Παρότι τον Μάρτιο του 1949 η Ελλάδα αναγνώρισε de facto το Ισραήλ, οι διπλωματικές σχέσεις των Αθηνών με την Ιερουσαλήμ δεν αποκαταστάθηκαν πλήρως παρά μόνο το 1990, όταν η ελληνική πλευρά προχώρησε τελικά στην de jure αναγνώριση του ισραηλινού κράτους, αναπτύσσοντας παράλληλα διπλωματικές σχέσεις με την PLO και τους Παλαιστίνιους.
Είναι ούτως ή άλλως γνωστή η προσωπική σχέση που είχαν ο Ανδρέας Παπανδρέου με τον Γιάσερ Αραφάτ. Η Ελλάδα μάλιστα παρείχε καταφύγιο στον ηγέτη της PLO το 1982. Τότε ο ελληνικός λαός είχε μία σαφή φιλοαραβική με χιλιάδες να κατεβαίνουν στους δρόμους και να υποστηρίζουν την Παλαιστίνη και τον Κωνσταντίνο Καραμανλή να συστήνει ουδετερότητα.
Δεν είναι καθόλου τυχαίο μάλιστα ότι την ίδια την ημέρας της εκλογής του ΠΑΣΟΚ στην κυβέρνηση το 1981, ο Παπανδρέου πήρε τηλέφωνο τον Αραφάτ και τον προσκάλεσε στην Ελλάδα. Εκείνος δέχτηκε και έτσι έγινε ο πρώτος ξένος ηγέτης που υποδέχτηκε ο Ανδρέας Παπανδρέου ως Πρωθυπουργός.
Κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1980 πάντως η προηγούμενη κατάσταση αδιαφορίας της ελληνικής διπλωματίας προς το Ισραήλ αρχίζει να ανατρέπεται. Αποκορύφωμα αυτής της στροφής ήταν η επίσημη επίσκεψη που έκανε ο τότε υπουργός Εξωτερικών της Ελλάδας, Κάρολος Παπούλιας στο Ισραήλ το 1987.
Η συγκεκριμένη επίσκεψη ήταν και η πρώτη επίσημη επίσκεψη Έλληνα υπουργού Εξωτερικών στη χώρα.
Η αναγνώριση του Ισραήλ που έγινε και ας άργησε
Φαίνεται ότι ο απώτερος σκοπός εκείνης της επίσκεψης Παπούλια ήταν να αποκατασταθούν οι διπλωματικές σχέσεις των δύο κρατών μέσω και της de jure αναγνώρισης του ισραηλινού κράτους. Αυτή θα καθυστερήσει μερικά χρόνια και τελικά θα πραγματοποιηθεί το 1990 από την κυβέρνηση του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη στις Βρυξέλλες, οι οποίες επιλέχθηκαν συμβολικά λόγω του ρόλου τους ως το σταυροδρόμι της Ευρώπης. Διαβάζουμε σε εφημερίδα της εποχής:
«Ο πρωθυπουργός κ. Κ. Μητσοτάκης σε δηλώσεις του μετά το τέλος του υπουργικού Συμβουλίου επεσήμανε ότι η de jure αναγνώριση του Ισραήλ έγινε διότι η ελληνική κυβέρνηση “επιθυμεί να συμβάλλει στην προώθηση του πνεύματος συνδιαλλαγής, που είναι απαραίτητο για την αποκατάσταση και εδραίωση της ειρήνης στην περιοχή”. Ο κ. Κ. Μητσοτάκης πρόσθεσε ότι η “ελληνική κυβέρνηση δεν αναγνωρίζει την προσάρτηση ή την κατοχή εκ μέρους του Ισραήλ των αραβικών εδαφών, που κατέλαβε το 1967”».
Έκτοτε οι σχέσεις των δύο κρατών πέρασαν, όπως είναι λογικό, σε νέο επίπεδο, ιδίως από το 2010 και αργότερα. Κορύφωση ήταν η τριμερής αμυντική συνεργασία που υπογράφηκε μεταξύ Ελλάδας, Ισραήλ και Αιγύπτου η οποία θέτει και το πλαίσιο των παρεμβάσεων της ελληνικής κυβέρνησης στο νέο ξέσπασμα βίας της περιοχής.
Ακολουθήστε το Reader.gr στα Google News για να είστε πάντα ενημερωμένοι για όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.