Στις οικονομικές επιπτώσεις του πολέμου στην Ουκρανία, τη στάση της Ευρωπαϊκής Ένωσης, την ενεργειακή κρίση και την προσήλωση της χώρας μας στις μεταρρυθμίσεις αλλά και την αναγκαστική αναθεώρηση των στόχων για την ανάπτυξη προς τα κάτω λόγω των δύσκολων συνθηκών εστιάζει ο Κυριάκος Μητσοτάκης κατά τη διάρκεια της συζήτησής του με τον Γενικό Γραμματέα του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης, Mathias Cormann, στο πλαίσιο του 7ου Οικονομικού Φόρουμ των Δελφών.
Διαβάστε ακόμη: Βασίλης Κικίλιας: «Ταβάνι» ημερήσιων αφίξεων σε δημοφιλή νησιά – Αναπτυξιακή προοπτική με βιωσιμότητα
«Βγαίνουμε από την πανδημία και ελπίζαμε όλοι ότι θα μπορέσουμε να επανέλθουμε στην γρήγορη ανάπτυξη. Είχαμε πρόβλεψη ότι η ανάπτυξη θα περνούσε το 5% για το 2022 και κανείς δεν πίστευε ότι θα βρισκόμασταν αντιμέτωποι με μια κατάσταση όπου θα είχαμε πόλεμο στην ευρωπαϊκή Ήπειρο. Είναι ξεκάθαρο ότι η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία θα έχει σημαντικές επιπτώσεις στην παγκόσμια οικονομία» επισήμανε χαρακτηριστικά και συμπλήρωσε: «Περιμένουμε ακόμα η ελληνική οικονομία να αναπτυχθεί ουσιαστικά εντός του 2022 φυσικά θα αναθεωρήσουμε τις προβλέψεις μας για ανάπτυξη προς τα κάτω αλλά η μεγαλύτερη πρόκληση που όλοι αντιμετωπίζουμε σήμερα έχει να κάνει με τις τιμές της ενέργειας. Ειδικά τις τιμές του φυσικού αερίου και την σύνδεση ανάμεσα στις τιμές του φυσικού αερίου και του ηλεκτρικού».
Πρόσθεσε: «Πρέπει να σπάσουν οι δεσμοί ανάμεσα στις τιμές του φυσικού αερίου και τις τιμές της ηλεκτρικής ενέργειας. Αν δεν το κάνουμε αυτό θα επιβαρύνουμε με ένα τεράστιο οικονομικό φορτίο τους πολίτες μας και τις επιχειρήσεις. Ελπίζω ότι θα μπορέσουμε να το αντιμετωπίσουμε αυτό σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Το έχουμε συζητήσει ήδη σε επίπεδο Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, έχουμε μια έκτακτη Σύνοδο Κορυφής στο τέλος Μαΐου και εκεί περιμένω οι αποφάσεις να κινηθούν προς αυτή την κατεύθυνση» και συμπλήρωσε:
«Πρέπει να κινητοποιήσουμε τους ευρωπαϊκούς πόρους για να βοηθήσουμε όλες τις χώρες μέλη να το αντιμετωπίσουν αυτό. Αν δεν συμβεί αυτό για οποιοδήποτε λόγο, τότε θα εναπόκειται στις χώρες – μέλη της Ε.Ε. να ξοδέψουν περισσότερα χρήματα για να στηρίξουν νοικοκυριά και επιχειρήσεις. Το πράττουμε ήδη στην Ελλάδα και θα έχει δημοσιονομικές επιπτώσεις αλλά ελπίζω ότι θα μπορέσουμε να το κάνουμε σε ευρωπαϊκό επίπεδο και το τελικό μου σχόλιο σε αυτό είναι ότι αν δεν το πράξουμε θα επιτρέψουμε στις δυνάμεις του λαϊκισμού στην Ευρώπη να επανέλθουν δριμύτερες. Και όπως φροντίζουμε να στηρίξουμε την Ουκρανία απέναντι στην Ρωσία θα είναι ένα τρομερό λάθος αν για οικονομικούς λόγους χάσουμε στην πορεία την στήριξη των λαών μας, γιατί θα νιώσουν τον πόνο από αυτή την εισβολή τόσο έντονα όσο οι Ρώσοι πολίτες».
«Να δώσουμε το μήνυμα στις αγορές ότι μπορούμε να σταθούμε στα πόδια μας»
«Βγήκαμε από την πανδημία και ελπίζαμε ότι θα συνεχίζονταν η μεγάλη ανάπτυξη. Κανείς δεν περίμενε πόλεμο στην Ευρώπη. Είναι ξεκάθαρο ότι θα υπάρξουν μεγάλες επιπλοκές στην παγκόσμια οικονομία», τόνισε στη συνέχεια ο πρωθυπουργός. Επιπλέον ανέφερε ότι η Ελλάδα αποπλήρωσε τα δάνειο του ΔΝΤ νωρίτερα, πήρε την πρώτη δόση από το ταμείο ανάκαμψης, και τον Αύγουστο θα βγούμε από τον μηχανισμό ενισχυμένης εποπτείας. «Έχει σημασία να δώσουμε μήνυμα στις αγορές ότι μπορούμε να σταθούμε στα πόδια μας, ότι είμαστε αξιόπιστοι» είπε και ο Κυριάκος Μητσοτάκης σημειώνοντας ότι ο επόμενος εφικτός στόχος είναι να αναβαθμιστεί η χώρα σε επενδυτική βαθμίδα.
Καταλήγοντας, ο κ. Μητσοτάκης υπογράμμισε ότι η ελληνική οικονομία πορεύεται προς τη σωστή κατεύθυνση, έχει φιλόδοξη ατζέντα που την υλοποιεί σε συνθήκες δημοσιονομικής αξιοπιστίας.
Ρένγκλινγκ: Καλή η δομή του ελληνικού χρέους
Στο μεταξύ, την ανάγκη προσήλωσης της Ελλάδας στις μεταρρυθμίσεις, στην προσεκτική δημοσιονομική πολιτική και τη βιωσιμότητα του χρέους, υπογράμμισε, από το βήμα του 7ου Οικονομικού Φόρουμ των Δελφών, ο επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας, Κλάους Ρέγκλινγκ.Ο κ. Ρέγκλινγκ επιπλέον διατύπωσε την εκτίμηση ότι η δομή του ελληνικού χρέους είναι καλή και ότι η βιωσιμότητά του επιδιώκεται από την κυβέρνηση με τον κατάλληλο τρόπο.
«Ο πόλεμος στην Ουκρανία σημαίνει ότι η ανάπτυξη στην Ελλάδα, την Ευρώπη και τον κόσμο θα επιβραδυνθεί και ο πληθωρισμός θα αυξηθεί. Αυτό έχει αντίκτυπο και στο χρέος φυσικά. Ευτυχώς η Ελλάδα τα πήγε πολύ καλά πέρυσι και σχεδόν έχει ανακτηθεί ό,τι χάθηκε το 2020 (…) Οι μεταρρυθμίσεις πρέπει να συνεχιστούν, η κυβέρνηση να είναι προσεκτική στη δημοσιονομική της πολιτική και το χρέος να παραμείνει βιώσιμο» υπογράμμισε ο κ. Ρέγκλινγκ, κατά τη διάρκεια συζήτησης με τον δημοσιογράφο Φοίβο Καρζή.
Όσον αφορά το πρωτογενές πλεόνασμα, επισήμανε ότι η Ελλάδα βρίσκεται στο σωστό μονοπάτι για την επίτευξή του τo 2023. Η επαναφορά σε πρωτογενές πλεόνασμα είναι, όπως είπε, ένα από τα αναγκαία βήματα για να μείνει το χρέος βιώσιμο και, με βάση και τις συνομιλίες που είχε πρόσφατα στην Αθήνα, «αυτό είναι το πλάνο (της ελληνικής κυβέρνησης) για το 2023» και επιδιώκεται με τον κατάλληλο τρόπο.
Ως προς το ελληνικό χρέος, επισήμανε ότι η δομή του είναι καλή: «Η μέση ωριμότητα του ελληνικού χρέους είναι 20 χρόνια και τα επιτόκια επίσης εξαιρετικά χαμηλά, περίπου 1,5%. Αυτό είναι καλή "ασφαλιστική πολιτική" (insurance policy) για την Ελλάδα. Πιστεύω ότι η σχέση αυτή (του χρέους προς το ΑΕΠ) μπορεί να μειωθεί κι άλλο τα επόμενα χρόνια, αλλά η κυβέρνηση πρέπει να εξακολουθήσει να είναι πάντα πολύ προσεκτική σε σχέση με τη δημοσιονομική πολιτική και τις μεταρρυθμίσεις» τόνισε.
Ο κ. Ρέγκλινγκ εκτίμησε ακόμα πως, συνεπεία του πολέμου στην Ουκρανία, η ανάπτυξη θα είναι φέτος χαμηλότερη σε όλη την Ευρώπη, επισημαίνοντας πάντως ότι δεν αναμένει αυτή να είναι αρνητική: «Δεν αναμένω αρνητική ανάπτυξη για την Ευρώπη ως σύνολο φέτος, γιατί έχουμε και πολύ σημαντικό "carryover" από πέρυσι» είπε και πρόσθεσε ότι και το αναπτυξιακό μομέντουμ της εξόδου από την πανδημία ήταν πολύ ισχυρό πριν ενσκήψει ο πόλεμος.
Ακολουθήστε το Reader.gr στα Google News για να είστε πάντα ενημερωμένοι για όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.