Μενού
1821
Επανάσταση του 1821 | Wikipedia
  • Α-
  • Α+

Στην Επανάσταση του 1821 δεν ήταν όλα καλώς καμωμένα, όπως μαθαίνουμε στο σχολείο. Οι Έλληνες μετά το ξέσπασμα του ένοπλου απελευθερωτικού αγώνα άρχισαν να «τρώγονται» μεταξύ τους. Ήδη από τον πρώτο χρόνο οι κόντρες ανάμεσα σε πολιτικούς και στρατιωτικούς είχαν αρχίσει να κάνουν την εμφάνισή τους.

Μπορεί να μην είχαν τη μορφή της ανοιχτής σύγκρουσης όπως έγινε από το Φθινόπωρο του 1823 και έπειτα αλλά η ένταση ανάμεσα στις δυο πλευρές ήταν μεγάλη. Μέσα στο πλαίσιο αυτό δεν έλειψαν και κάποια γεγονότα που σίγουρα αποτελούν μαύρες σελίδες στο βιβλίο της Επανάστασης.

Μια από αυτές ήταν η σφαγή στη Δρακοσπηλιά του Παρνασσού όπου άνδρες του Οδυσσέα Ανδρούτσου κατέσφαξαν τους απεσταλμένους της κυβέρνησης, Αλέξη Νούτσο και Χρήστο Παλάσκα.

Ο Αλέξης Νούτσος και ο Χρήστος Παλάσκας

«Το σημαντικώτερον σπίτι της Ρούμελης, πρίντζιπας του Ζαγοριού, αγαπημένος πολύ του Αλή Πασά, τίμιος άνθρωπος, καλοθελητής της ανθρωπότης». Έτσι περιέγραφε ο στρατηγός Μακρυγιάννης τον Αλέξη Νούτσο, που γεννήθηκε το 1769 στο Καπέσοβο Ζαγορίου. Ήταν γιος του προεστού Γιαννούτσου Καραμεσίνη που είχε βοηθήσει περισσότερο από οποιονδήποτε άλλο τον Αλή να αποκτήσει το πασαλίκι των Ιωαννίνων.

Έτσι, μετά τον θάνατο του Γιαννούτσου, ο Πασάς (για τον οποίο κάποιες ιστορικές πηγές αναφέρουν πως εμπλέκεται στο θάνατο του Γιαννούτσου) πήρε τον νεαρό Αλέξη υπό την προστασία του. Τον διόρισε, μάλιστα, και προεστό στα Ζαγοροχώρια και σύμφωνα με όλες τις καταγραφές βοήθησε τους συμπατριώτες τους. Ένας από αυτούς και ο Οδυσσέας Ανδρούτσος ο οποίος γλίτωσε τον θάνατο όταν ο Νούτσος φρόντισε να ξεφύγει ο Έλληνας πολέμαρχος όταν πυροβόλησε έναν φρουρό του Αλή.

Παράλληλα, και εξαιτίας της θέσης του αλλά και εκμεταλλευόμενος τη μεγάλη περιουσία που είχε, ο Αλέξης Νούτσος είχε φροντίσει, ώστε, τα Ζαγοροχώρια να αποκτήσουν σχολεία, ενώ επισκεύασε και την πέτρινη γέφυρα που είχε φτιάξει στην περιοχή ο πατέρας του το 1768.

Το 1819 ο Νούτσος μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία και πρότεινε μαζί με άλλους Φιλικούς (όπως ο Ανδρούτσος) να υπάρξει συμμαχία με τον Αλή πασά που βρισκόταν στα «μαχαίρια» με την Υψηλή Πύλη, ενώ με υπόδειξη του Μαυροκορδάτου προσπάθησε και κατάφερε να οργανώσει μια Ελληνοαλβανική συμμαχία ενόπλων στη Δυτική Ελλάδα η οποία, ωστόσο, αποδείχθηκε βραχύβια.

Ο δεύτερος πρωταγωνιστής αυτής της αιματηρής ιστορίας είναι ο σουλιώτης οπλαρχηγός Χρήστος Παλάσκας. «Άνθρωπος γενναίος, τίμιος, από καλό σπίτι» όπως έλεγε ο στρατηγός Μακρυγιάννης για εκείνον.

Γεννήθηκε το 1788 στο χωριό Γότιστα Ιωαννίνων. Ο πατέρας του ήταν γαμπρός των Μποτσαραίων αλλά και πιστός του Αλή Πασά στον αγώνα κατά των Σουλιωτών! Ο Χρήστος Παλάσκας, ωστόσο, συστρατεύτηκε με τους Σουλιώτες και αργότερα κατέφυγε στα Επτάνησα όπου έλαβε στρατιωτική εκπαίδευση ως αξιωματικός του πυροβολικού.

Ο Χρήστος Παλάσκας δεν ήταν μια εύκολη περίπτωση. Όταν επέστρεψε από τα Επτάνησα εκπαίδευσε τον στρατό του Αλή πασά σε θέματα τακτικής αλλά όταν ξέσπασε ο πόλεμος ανάμεσα στον Αλή και την Υψηλή Πύλη, ο Παλάσκας βρήκε «στέγη» στα σουλτανικά στρατεύματα και ήταν στο επιτελείο του Ομέρ Βρυώνη.

Όταν ξέσπασε η Επανάσταση του 1821, ο Παλάσκας συνέχισε να βρίσκεται στο πλευρό του Ομέρ Βρυώνη αν και η πραγματικότητα είναι πως αυτός ήταν πιθανότατα ένας... διπλωματικός ελιγμός καθώς ταυτόχρονα βοηθούσε τους εξεγερμένους Έλληνες. Ήταν, μάλιστα, ανάμεσα σε αυτούς που στάθηκαν ηρωικά στο πλευρό του Οδυσσέα Ανδρούτσου στην ανακατάληψη της Λιβαδειάς τον Ιούλιο του 1821.

Η σφαγή στην Δρακοσπηλιά του Παρνασσού

Όταν οι Έλληνες άρχισαν να «τρώγονται» μεταξύ τους, ο πανίσχυρος Μινίστρος επί των Εσωτερικών και του Πολέμου, Ιωάννης Κωλλέτης, θέλησε να τελειώνει μια για πάντα με τον θανάσιμο εχθρό του, τον Οδυσσέα Ανδρούτσο. Για να το πετύχει αυτό «χρησιμοποίησε» δυο ανθρώπους που γνώριζαν καλά τον Έλληνα οπλαρχηγό: Τον Αλέξη Νούτσο και τον Χρήστο Παλάσκα.

Αρχικά διόρισε τον Παλάσκα στρατιωτικό διοικητή της Ανατολικής Στερεάς Ελλάδας στη θέση του Ανδρούτσου και ως πολιτικό διοικητή τον Νούτσο. Η πρώτη εντολή που έδωσε και στους δυο ο Κωλλέτης ήταν να πάνε στον Παρνασσό που ήταν τα λημέρια του Ανδρούτσου και να τον συλλάβουν προκειμένου να τον οδηγήσουν στη συνέχεια σε δίκη με την κατηγορία της συνωμοσίας κατά της κυβέρνησης. Υπάρχουν κάποιοι ιστορικοί που λένε πως, στην πραγματικότητα, η εντολή που είχαν λάβει ο Νούτσος και ο Παλάσκας ήταν να βρουν τον Ανδρούτσο, να τον συλλάβουν και σε περίπτωση που αντιστεκόταν να τον εκτελέσουν χωρίς δεύτερη σκέψη.

Κάποιοι άλλοι, πάλι, ισχυρίζονται πως αυτή ακριβώς η φήμη περί αιχμαλωσίας και εκτέλεσης του Ανδρούτσου ήταν που όξυνε τα πνεύματα, προκάλεσε την οργή του Έλληνα οπλαρχηγού και τελικά οδήγησε στο μακελειό που θα διαβάσετε στη συνέχεια.

Σε κάθε περίπτωση, Νούτσος και Παλάσκας, ως απεσταλμένοι της κυβέρνησης πήγαν αρχικά στο Δίστομο όπου έδιωξαν τη φρουρά του Ανδρούτσου και τοποθέτησαν τη δική τους, ενώ στη συνέχεια πήγαν στη Στυλίδα για συνομιλίες με τον Υψηλάντη. Αμέσως μετά ξεκίνησαν για τη Δρακοσπηλιά του Παρνασσού όπου είχαν μάθει πως βρισκόταν ο Ανδρούτσος με τους άνδρες του. Όταν, μια ημέρα σαν σήμερα, στις 25 Μαΐου 1822, έφτασαν εκεί, ο Νούτσος, ο Παλάσκας και τα περίπου 30 άτομα της φρουράς τους, περικυκλώθηκαν και αφού για λίγη ώρα κλείστηκαν σε ένα μικρό εκκλησάκι μήπως και γλιτώσουν, τελικά παραδόθηκαν και αφοπλίστηκαν από τους άνδρες του Ανδρούτσου.

Λίγες ώρες αργότερα, οι άνδρες του Οδυσσέα Ανδρούτσου, με ιδιαίτερη αγριότητα, έσφαξαν τόσο τον Αλέξη Νούτσο όσο και τον Χρήστο Παλάσκα. Οργισμένοι ένοπλοι φρουροί του Ανδρούτσου, πήραν τους δυο και τους πήγαν σε μια ρεματιά που υπήρχε εκεί κοντά. Εκεί με συνοπτικές διαδικασίες τους έκοψαν τα κεφάλια και παράτησαν άψυχα στο σημείο τα σώματά τους.

Το πόσο καθοριστική ήταν η συμβολή του Ανδρούτσου σε αυτή τη σφαγή κανείς δεν μπορεί να το πει με σιγουριά. Υπάρχουν κάποιοι ιστορικοί που λένε πως ο Ανδρούτσος ήξερε τον πραγματικό σκοπό της επίσκεψης των δύο και όταν έπεσαν στα χέρια του, έδωσε εντολή να εκτελεστούν προκειμένου με τον τρόπο αυτό να στείλει ένα αιματηρό μήνυμα στην κυβέρνηση.

Υπάρχουν και οι άλλοι ιστορικοί που λένε πως ο Ανδρούτσος επειδή γνώριζε προσωπικά και τον Νούτσο και τον Παλάσκα στην πραγματικότητα δεν έδωσε ποτέ τη διαταγή να σφαχτούν. Το μόνο που έκανε ήταν να διαβάσει στους άνδρες του, κάποιες από τις επιστολές που είχαν μαζί τους και στη συνέχεια τους είπε πως να αποφασίσουν οι ίδιοι για την τύχη των δυο απεσταλμένων της κυβέρνησης.

Ένα από τα πρωτοπαλίκαρα του Ανδρούτσου, ο μετέπειτα συνταγματάρχης του Πεζικού, Παρασκευάς Κουρκουμέλης στα απομνημονεύματα του, παρουσιάζει μια τρίτη εκδοχή. Γράφει πως αφενός η σύγκρουση στο ερημοκλήσι ήταν μια... παρεξήγηση και αφετέρου πως κάποια από τα πρωτοπαλίκαρα του Ανδρούτσου θορυβήθηκαν από τη φιλική συμπεριφορά που έδειξε ο οπλαρχηγός στους δυο απεσταλμένους της κυβέρνησης, φοβήθηκαν πως θα παραδοθεί σε εκείνους και έτσι αποφάσισαν να τους βγάλουν από τη μέση προκειμένου να μη χάσουν τα προνόμια που είχαν οι ίδιοι.

Ο Κουρκουμέλης, μάλιστα, αναφέρει πως όταν ο Ανδρούτσος έμαθε για τη σφαγή και είδε τα κομματιασμένα σώματα των δυο, εξοργισμένος άρχισε να φωνάζει στα πρωτοπαλίκαρά του: «Κερατάδες! Μεγάλο κακό εκάνατε! Μεγάλο!».

Ένα ακόμα ιδιαίτερο στοιχείο αυτής της ιστορίας είναι πως μετά τη διπλή δολοφονία του Νούτσου και Παλάσκα, ο Κωλλέτης αποκάλυψε την ερωτική σχέση που είχε με την πανέμορφη γυναίκα του δεύτερου! Οι «κακές γλώσσες» της εποχής έλεγαν πως ο Κωλλέτης κέρδισε και τη γυναίκα που αγαπούσε και ξεμπέρδεψε με τον μεγάλο του εχθρό αφού μετά το μακελειό στη Δρακοσπηλιά ο Ανδρούτσος καθαιρέθηκε, αφορίστηκε και επικηρύχτηκε ως ληστής για 5.000 γρόσια. «Με έναν σμπάρο, δυο τρυγόνια» θα μπορούσε να πει κάποιος. 

Google News

Ακολουθήστε το Reader.gr στα Google News για να είστε πάντα ενημερωμένοι για όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.