Ο Χένρι Γουόρσλεϊ θαύμαζε έναν άνθρωπο. Το όνομα του ήταν Έρνεστ Σάκλετον. Ίσως δεν τον θαύμαζε απλά, αλλά τον αντιμετώπιζε ως πρότυπο ζωής. Ποιος ήταν όμως ο Σάκλετον;
Ο Έρνεστ Σάκλετον ήταν ένας Βρετανός εξερευνητής ο οποίος έβαλε στόχο της ζωής του να πάει εκεί που δεν είχε πατήσει κανένας άνθρωπος στον κόσμο. Ήθελε να διασχίσει σπιθαμή προς σπιθαμή την Ανταρκτική, έχοντας στο πλευρό του για συνοδοιπόρους, τους πιο τολμηρούς άντρες στον κόσμο.
Πνευματικό παιδί του εξερευνητή Ρόναλντ Άμουντσεν, ο Σάκλετον, ύστερα από την αποστολή Nimrod, με την οποία πάτησε πρώτος στο Νότιο Πολικό Οροπέδιο (1908-09), έβαλε μπρος για κάτι ακόμα πιο δύσκολο: τον διάπλου της Ανταρκτικής (έκταση 2.900 χιλιόμετρα) με τα πλοία Καρτερία («Endurance») και Aurora.
Η αποστολή ξεκίνησε το 1914, σε κλίμα ενθουσιασμού από την Αγγλία, και το 1915, η Καρτερία συνετρίβη στους πάγους της περιοχής Γουέντελ.
Τότε, το πλήρωμα του Σάκλετον επιχείρησε μια αδιανόητη πεζοπορία. Δεν ήταν λίγα τα μέλη που υπέφεραν από δυνητικά θανατηφόρες αρρώστιες. Τελικά, με ανυπέρβλητη δύναμη ψυχής, κατάφεραν να φτάσουν ως τη νήσο του Ελέφαντα, εκεί όπου τελικά σώθηκαν, ύστερα από μια περιπλάνηση που έμοιαζε να διαρκεί αιώνες.
Ο Σάκλετον, όχι απλώς δεν πτοήθηκε από αυτή την αποτυχία, αλλά τη διαχειρίστηκε ως «καύσιμο» για να επιστρέψει, το 1921, στην Ανταρκτική, για μια ακόμα αποστολή εξερεύνησης, που τέλειωσε ακαριαία, όταν έπαθε καρδιακή προσβολή και πέθανε.
Το πνευματικό παιδί του Σάκλετον
Ο Χένρι Γουόρσλεϊ γεννήθηκε τον Οκτώβριο του 1960 στο Λονδίνο. Θρυλείται πως ο Φρανκ Γουόρσλεϊ, ο καπετάνιος του πλοίου Καρτερία, ήταν μακρινός συγγενής του και αυτή ήταν η αφορμή ώστε καθώς μεγάλωνε, να μελετάει βιβλία και να αναζητά πάσης φύσεως διηγήσεις παράτολμων θαλασσοπόρων.
Υπηρέτησε στον βρετανικό στρατό για 36 χρόνια. Δοκιμάστηκε ως αξιωματικός τάγματος πεζοναυτών στον πόλεμο του Αφγανιστάν, ενώ οι υπηρεσίες του ζητήθηκαν και σε άλλες απαιτητικές εκστρατείες, στο Κόσοβο και στη Βόρεια Ιρλανδία. Συνταξιοδοτήθηκε το 2015, σε ηλικία 55 ετών.
Ήταν καιρός για να βάλει μπρος νέες περιπέτειες, πιο μοναχικές, αλλά το ίδιο συναρπαστικές. Ήταν άλλωστε όλη του η ζωή ένα στοίχημα, είχε μάθει να την παίζει κορώνα γράμματα κάθε που η νύχτα έδινε τη θέση της στο ξημέρωμα.
Το «μικρόβιο» είχε ήδη μπει μέσα του, όταν το 2008 είχε λάβει μέρος σε αποστολή πεζοπορίας στην οροσειρά της Ανταρκτικής, καλύπτοντας μια απόσταση 157 χιλιομέτρων. Ο ενθουσιασμός του για την επίτευξη αυτού του στόχου ήταν διπλός. Είχε αναμετρηθεί με τις αντοχές του και είχε βγει νικητής, ακριβώς 100 χρόνια μετά τη «νίκη» του Σάκλετον, στην αποστολή Nimrod. Λέξεις όπως «αντοχές» και «όρια» ηχούσαν στ' αυτιά του βαρετές.
Το 2011 επέστρεψε στην Ανταρκτική με νέο στόχο, να επαναλάβει την πεζή διαδρομή του Ρόναλντ Άμουντσεν, τα 1.400 χιλιόμετρα που διάνυσε στα οροπέδια του Νοτίου Πόλου, το 1911, πριν ακριβώς έναν αιώνα. Το πέτυχε, δύο φορές.
Ο απόλυτος στόχος ήταν ένας και μοναδικός πια. Να διανύσει μόνος του, πεζός, μια διαδρομή συνολικής έκτασης 1.770 χιλιομέτρων, που περιλαμβάνει ολόκληρο τον παγετώνα Σάκλετον (ναι, πήρε το όνομα του από τον εξερευνητή) κάτι που κανένας άνθρωπος στον κόσμο δεν είχε πετύχει.
Θα ήταν απόλυτα μόνος του σε εκείνο το ταξίδι, χωρίς τη βοήθεια άλλου ανθρώπου, χωρίς κάποιο τροχήλατο όχημα, χωρίς κάποιο ζώο για αρωγή ή συντροφιά.
Μπορούσε να το κάνει σε ογδόντα μέρες, ή τουλάχιστον αυτό πίστευε, περπατώντας και σέρνοντας με σχοινί ένα αυτοσχέδιο έλκηθρο, φορτωμένο με τη σκηνή (το «σπίτι του» όπως την αποκαλούσε), ένα δορυφορικό τηλέφωνο, τα ειδικά για το πολικό κρύο, ενδύματα του, και έναν ειδικό ηλεκτρονικό «φάρο» που θα μπορούσε να γίνει το σήμα του για βοήθεια, σε περίπτωση κινδύνου.
Το άδοξο τέλος
Στις 24 Ιανουαρίου 2016, ο Γουόρσλεϊ πέθανε από βακτηριακή περιτονίτιδα, μια σοβαρή μόλυνση που διέλυσε κυριολεκτικά τον οργανισμό του. Ο πρώην αξιωματικός από το Λονδίνο, βρισκόταν μόλις 48 χιλιόμετρα μακριά από την επίτευξη του στόχου του.
Σε μια από τις τελευταίες του συνομιλίες μέσω του τηλεφώνου, είχε πει:
«Όταν ο ήρωας μου, Έρνεστ Σάκλετον, είχε διανύσει 150 χιλιόμετρα μέσα στον Νότιο Πόλο, το πρωί της 9ης Ιανουαρίου 1909, είχε πει, τέλος, έφτασα στα όρια μου. Λοιπόν, σήμερα, έχω να σας ενημερώσω μετά λύπης, πως κι εγώ, έφτασα στα όρια μου. Θα γλείψω τις πληγές μου, θα γιατρευτούν με τον χρόνο και θα διαχειριστώ την απογοήτευση», είχε προσθέσει.
Πέθανε στην περιοχή Πούντα Αρένας της Χιλής, 13.361 χιλιόμετρα μακριά από το σπίτι του.
Ακολουθήστε το Reader.gr στα Google News για να είστε πάντα ενημερωμένοι για όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.