Αν κάποια στιγμή καθίσετε σε ένα τραπέζι πόκερ και πάρετε στα χέρια σας δύο μαύρους άσσους (ένα σπαθί, ένα μπαστούνι) και δύο μαύρα οχτάρια (επίσης ένα σπαθί κι ένα μπαστούνι) τότε να ξέρετε πως κατά πάσα πιθανότατα... δεν θα πάει καθόλου καλά αυτό! Αυτό το «χέρι» είναι το λεγόμενο «φύλλο του νεκρού» και οφείλει την ονομασία του στον Μπίλι Χίκοκ. Και τώρα θα αναρωτηθείτε, και σωστά δηλαδή, «ποιος στην ευχή είναι αυτός ο Μπίλι Χίκοκ»; Είναι ένας από τους διασημότερους πιστολέρο της Άγριας Δύσης ο οποίος (σωστά μαντέψατε) δολοφονήθηκε κατά τη διάρκεια μιας παρτίδας πόκερ. Ναι! Την ώρα που κρατούσε αυτό το «φύλλο».
Ο διάσημος πιστολέρο Μπίλι Χίκοκ
Αλλά ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. Ο Μπίλι Χίκοκ γεννήθηκε στις 27 Μαΐου στο Χόμερ του Ιλινόι των Ηνωμένων Πολιτειών. Πριν προλάβει να ενηλικιωθεί είχε αναγνωριστεί ως ένας από τους πιο δεινούς σκοπευτές που είχε βγάλει η περιοχή στην οποία μεγάλωσε.
Όταν ήταν 18 ετών ο Χίκοκ αναγκάστηκε να καταφύγει στο Κάνσας διότι έμπλεξε σε έναν καυγά και όταν έπεσε μέσα σε ένα κανάλι μαζί με τον άνθρωπο που πάλευε, θεώρησε (άδικα όπως αποδείχθηκε) πως τον είχε σκοτώσει. Προκειμένου να αποφύγει τα μπλέξιματα με το Νόμο εντάχθηκε σε μια συμμορία αυτόκλητων τιμωρών με το όνομα «Κόκκινα Πόδια» όπου άρχισε να ξεδιπλώνει μέρος του… ταλέντου του στις δολοφονίες και τα ανθρωποκυνηγητά.
Ο μύθος που τον συνόδευε άρχισε να μεγαλώνει από διάφορα περιστατικά που κανείς δε γνωρίζει αν είναι αληθινά ή είναι αποκύημα της φαντασίας των θαυμαστών του. Ένα από αυτά τα περιστατικά διαδραματίστηκε το 1860. Τότε, ο ψιλόλιγνος πιστολέρο, με τα μακριά ξανθά μαλλιά και το περίεργο στόμα, ταξίδευε από το Μιζούρι στο Τέξας και σε κάποιο σημείο βρήκε το δρόμο μπλοκαρισμένο από μία αρκούδα και τα δύο της μωρά.
Σύμφωνα με το μύθο (που σε μεγάλο βαθμό καλλιέργησε και ο ίδιος με τις διηγήσεις του) ο Χίκοκ πλησίασε την αρκούδα και την πυροβόλησε στο κεφάλι. Η σφαίρα εξοστρακίστηκε στο κρανίο της. Η εξαγριωμένη αρκούδα τού επιτέθηκε συνθλίβοντάς τον με το σώμα της. Ο Χίκοκ κατάφερε να πυροβολήσει άλλη μία φορά, αχρηστεύοντας το ένα πόδι της αρκούδας. Η αρκούδα άρπαξε τότε το χέρι του στο στόμα της, αλλά ο Χίκοκ μπόρεσε να πιάσει το μαχαίρι του και να της κόψει το λαιμό, σκοτώνοντάς τη. Βαριά τραυματισμένος με σπασμένο ώμο, χέρι και πλευρά, ο Χίκοκ έμεινε κλινήρης για τέσσερις μήνες πριν αναρρώσει και επιστρέψει στη δράση!
Όταν το 1861 η χώρα βυθίστηκε στη δίνη του εμφυλίου πολέμου, ο Χίκοκ βρίσκεται να ανήκει στον στρατό των Βορείων στο Μιζούρι όπου ήταν επιφορτισμένος με το να μεταφέρει ως οδηγός διάφορα εμπορεύματα στους στρατιώτες. Για άγνωστό λόγο, ωστόσο, περίπου 17 μήνες αργότερα απολύθηκε από τον στρατό και συνέχισε την… καριέρα του. Κατά τη διάρκεια του εμφυλίου ο Χίκοκ γνωρίζεται και γίνεται φίλος και συνεργάτης με τον νεαρό Ουίλιαμ Κόντι που αργότερα θα γίνει γνωστός ως «Μπούφαλο Μπιλ».
Με κάποιον περίεργο τρόπο που μόνο στην άγρια δύση θα μπορούσε να συμβεί, στα τέλη του 1863 ο Μπίλι Χίκοκ από εκεί που ήταν διαβόητος κακοποιός βρέθηκε να δουλεύει ως ντετέκτιβ της αστυνομίας του Σπρίνγκφιλντ όπου είχε προσληφθεί από τον φρούραρχο του νοτιοδυτικού Μιζούρι!
Τα καθήκοντα του βέβαια δεν ήταν κάτι το ιδιαίτερο (καταμέτρηση των ένστολων που έπιναν εν ώρα υπηρεσίας, έλεγχος των αδειών των ξενοδοχείων για τα οινοπνευματώδη ποτά και εντοπισμός ατόμων που είχαν χρέη), ωστόσο, αυτό έδωσε τη δυνατότητα στον Χίκοκ να περάσει στην άλλη πλευρά του Νόμου από εκείνη που είχε συνηθίσει μέχρι εκείνη την εποχή. Το 1865, ωστόσο, απαλλάσσεται και πλέον αφιερώνεται στις αγαπημένες του συνήθειες. Το πόκερ και τις γυναίκες. Λέγεται, μάλιστα, πως παντρεύτηκε την αντισυμβατική και αδάμαστη καουμπόισσα Καλάμιτι Τζέιν η οποία ήταν δεξιοτέχνης αναβάτης, άριστη σκοπευτής και μοναδική στο πόκερ!
Το «φύλλο του νεκρού»
Στις αρχές Αυγούστου του 1876 ο Χίκοκ έπαιζε πόκερ στο σαλούν Nuttal & Mann’s στο Ντέντγουντ στην Ντακότα. Ο σκληρός πιστολέρο επειδή ήξερε πως είχε πολλούς εχθρούς όταν έπαιζε πόκερ, προκειμένου να έχει… ήσυχο το κεφάλι του, καθόταν πάντα με την πλάτη στο τοίχο. Τη μοιραία μέρα, ωστόσο, η μοναδική διαθέσιμη θέση ήταν με την πλάτη στην πόρτα της εισόδου.
Ο Χίκοκ προσπάθησε να την αλλάξει με κάποιον άλλο παίκτη αλλά εκείνος δε δέχθηκε. Αυτό εκμεταλλεύτηκε και ο «στραβομύτης» Τζον ΜακΚολ, ένας πρώην κυνηγός βουβαλιών, ο οποίος μπήκε μέσα στο σαλούν, πλησίασε τον Χίκοκ και από απόσταση ενός μέτρου, τον πυροβόλησε στο κεφάλι και τον σκότωσε ακαριαία.
Όταν ο Χίκοκ δέχθηκε τη σφαίρα κρατούσε δύο μαύρους άσσους (ένα σπαθί, ένα μπαστούνι) και δύο μαύρα οχτάρια (επίσης ένα σπαθί κι ένα μπαστούνι). Το πέμπτο φύλλο που κρατούσε ο Χίκοκ παραμένει ακόμα και σήμερα ένα μυστήριο (κάποιοι κάνουν λόγο για βαλέ πιθανότατα καρό). Το ζήτημα, ωστόσο, είναι πως οι δυο άσσοι και τα δυο οχτάρια πέρασαν στην ιστορία σαν το «φύλλο του νεκρού» και ακόμα και σήμερα θεωρούνται κακότυχα για τον παίχτη που τα κρατά.
Ποτέ κανείς δεν έμαθε τον πραγματικό λόγο για τον οποίο ο ΜακΚολ σκότωσε τον άγριο Μπίλι. Κάποιοι λένε επειδή το προηγούμενο βράδυ τον είχε «μαδήσει» στο πόκερ. Κάποιοι άλλοι πως εκτελούσε συμβόλαιο θανάτου. Ο ίδιος ο ΜακΚολ ισχυρίστηκε ότι ήταν πράξη εκδίκησης επειδή ο Χίκοκ είχε σκοτώσει τον αδερφό του, γεγονός που μπορεί να είναι αλήθεια αν και ποτέ δεν κατάφεραν να διασταυρωθούν τα στοιχεία που έδωσε.
Σε κάθε περίπτωση ο δολοφόνος αφού καταδικάστηκε σε θάνατο απαγχονίστηκε την 1η Μαρτίου 1877 και τάφηκε στο Ρωμαιοκαθολικό νεκροταφείο στη Νότια Ντακότα. Το 1881 το νεκροταφείο μεταφέρθηκε και όταν έγινε η εκταφή στο σώμα του ΜακΚολ, βρέθηκε να έχει τη θηλιά γύρω από το λαιμό του.
Ακολουθήστε το Reader.gr στα Google News για να είστε πάντα ενημερωμένοι για όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.