Μια πόλη χωμένη στην άμμο. Αυτή είναι η Αμμόχωστος, το λατινικό όνομα της οποίας είναι Famagusta. Πήρε το όνομά της εξαιτίας της αμμώδους παραλίας της. Τα χαράματα της 20ης Ιουλίου 1974, λίγο μετά τις 5 το πρωί, η μοίρα αυτής της πανέμορφης πόλης σημαδεύτηκε. Με τον «Αττίλα 1» η Αμμόχωστος βρέθηκε εκτεθειμένη στις ορέξεις του εχθρού. Ξημερώματα της 14ης Αυγούστου, με την εκδήλωση του «Αττίλα 2», η Αμμόχωστος, η Κοσμοπολίττισα της Κύπρου, μετατράπηκε σε προσφυγομάνα. Πόνος, θλίψη, οργή και αίμα. Πολύ αίμα.
Την Κυριακή 21 Ιανουαρίου στις 9 το βράδυ, στο Mega, θα κάνει πρεμιέρα η πολλά υποσχόμενη σειρά «Famagusta» και εκεί θα δούμε μερικές μόνο από τις τραγικές ιστορίες που διαδραματίστηκαν στην Κύπρο εκείνο το μαύρο καλοκαίρι του 1974. Θα δούμε και κάποια ιστορικά πρόσωπα. Ένα από αυτά ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος (θα τον υποδυθεί ο Γρηγόρης Βαλτινός), τότε πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας, ο οποίος βρέθηκε στο μάτι του κυκλώνα όταν η χούντα της Αθήνας θέλησε, με πραξικόπημα, να τον «ρίξει» και τελικά αυτό που κατάφερε ήταν να ανοίξει την «Κερκόπορτα» από την οποία εισέβαλλαν τα τουρκικά στρατεύματα.
Ένα άλλο ιστορικό πρόσωπο το οποίο θα δούμε στη σειρά είναι η Χαρίτα Μάντολες (την οποία θα υποδυθεί η ηθοποιός Δέσποινα Μπεμπεδέλη). Πρόκειται για τη γυναίκα – σύμβολο του κυπριακού δράματος. Μια γυναίκα που είδε μπροστά στα μάτια της να εκτελούνται 12 άνδρες της οικογένειάς της ανάμεσα στους οποίους ο σύζυγός και ο πατέρας της!
«Είμαι 27 χρονών...»
Έχει περάσει σχεδόν μισός αιώνας από εκείνο το ματωμένο καλοκαίρι του «Αττίλα». Αν κάποιος ρωτήσει τη Χαρίτα Μάντολες πόσο χρονών είναι εκείνη θα απαντήσει 27. «Τόσο ήμουν τότε. Δε μεγάλωσα από τότε, τόσα ήμουν όταν έγινε η εισβολή και περιμένω να πάω πίσω στον τόπο μου στην Ελιά για να συνεχίσω να μεγαλώνω και να συνεχίσω τη ζωή μου».
Το χωριό της, η Ελιά, ήταν κοντά σε έναν άλλο μαρτυρικό τόπο. Την Κυρήνεια. Το χωριό της απείχε μόλις 1 χιλιόμετρο από το σημείο που οι Τούρκοι στρατιώτες έκαναν την απόβαση. Στην εισβολή η Χαρίτα έζησε αυτό που για οποιονδήποτε άλλο άνθρωπο πάνω σε αυτό τον πλανήτη θα ήταν ένας αδιανόητος εφιάλτης. Μπροστά στα μάτια της οι Τούρκοι εκτέλεσαν τον σύζυγό της, τον πατέρα της και 10 ακόμα συγγενείς της. Τους είδε. Τους είδε να πυροβολούνται εν ψυχρώ και να πέφτουν νεκροί. Οι Τούρκοι δεν της επέτρεψαν να τους πιάσει, να τους αγγίξει, να διαπιστώσει η ίδια πως δεν έχουν σφυγμό και την έδιωξαν. Την κλότσησαν, τη χτύπησαν και την τράβηξαν μακριά.
Έτσι, για τη Χαρίτα Μάντολες ο χρόνος σταμάτησε σε εκείνη την ημέρα. Γι αυτό δηλώνει ακόμα 27 ετών. Έζησε δεκαετίες ολόκληρες με την ελπίδα πως οι άνθρωποι της, οι συγγενείς της, είναι ζωντανοί. Το μυαλό σε τέτοιες περιπτώσεις «παίζει» άσχημα παιχνίδια. Ναι, είδε να τους πυροβολούν. Σκοτώθηκαν όμως; Και εκείνη επέλεξε να τους θεωρεί αγνοούμενους.
Και βγήκε μπροστά. Έδωσε έναν αδιανόητο αγώνα που τη μετέτρεψε σε ένα σύμβολο. Το σύμβολο ενός ολόκληρου νησιού. Μαζί με τις υπόλοιπες γυναίκες των αγνοούμενων, πρώτη αυτή ζητούσε να μάθει τι απέγιναν οι άνθρωποί της. Και ας ήξερε βαθιά μέσα της.
Για να το καταφέρει αυτό, ωστόσο, έπρεπε να ζήσει και για να ζήσει έπρεπε να περάσει στην ελεύθερη Κύπρο. Πριν από τον αγώνα που έδωσε, έπρεπε να δώσει μια σκληρή μάχη. Αγκαλιά με τα δυο μικρά της παιδιά, έπρεπε μέσα από βομβαρδισμούς και καταιγισμό πυρών, να μαζέψει ότι μπορούσε και να περάσει σε ασφαλές έδαφος.
Όταν τα κατάφερε ξεκίνησε εκείνον τον ανένδοτο αγώνα για να μάθει τι έγινε στον Αντρίκο, τον σύζυγό της, τον πατέρα της και τους υπόλοιπους συγγενείς της. Άρχισε να διαδηλώνει μαζί με άλλες γυναίκες, στη συνέχεια άρχισε να δίνει τη μια συνέντευξη μετά την άλλη. Άρχισε να μιλάει. Να φωνάζει. Στεκόταν με τις ώρες στο οδόφραγμα στο Λήδρα Παλλάς στη Λευκωσία και αναζητούσε πληροφορίες. Δεν εγκατέλειψε ποτέ τις λιγοστές ελπίδες που είχε να ξαναδεί τον Αντρίκο της ζωντανό. Πήρε τηλέφωνο ακόμα και τον ίδιο τον Ραούφ Ντενκτάς για να τον ρωτήσει τι απέγιναν οι αγνοούμενοι. Το είχε σηκώσει ο γιος του και της είπε να τηλεφωνήσει αργότερα που θα είχε επιστρέψει ο πατέρας του. Δε μίλησε με τον τουρκοκύπριο ηγέτη ποτέ. Δε θέλησε να απαντήσει σε κάποια από τα πολλά τηλεφωνήματα που του έκανε.
Μέχρι που το 2004 ακόμα και αυτές οι λιγοστές ελπίδες που είχε έσβησαν. Εντοπίστηκε στην Ελιά ένας ομαδικός τάφος και ειδοποιήθηκε από μια επιτροπή του ΟΗΕ να πάει μέχρι εκεί και να τους υποδείξει το σημείο που οι Τούρκοι είχαν σκοτώσει τους συγγενείς της. Έσκαβε η μπουλντόζα και εκείνη έσκαβε με τα χέρια της. Στα οστά που βρέθηκαν έγιναν εξετάσεις DNA. Τα αποτελέσματα που βγήκαν έδειξαν πως η Χαρίτα Μάντολες θα έπρεπε, πλέον, να σταματήσει να ψάχνει. Οι άνθρωποί της ήταν εκεί.
«Η ψυχή μου εμαύρισε πλέον, γιε μου...»
Αυτή, όμως, δε σταμάτησε. Συνέχισε να δίνει τον αγώνα της αλλά αυτή τη φορά όχι για την ίδια. Τον έδινε για τις άλλες γυναίκες που ακόμα έχουν αγνοούμενος συγγενείς. Γι αυτό εξακολουθεί και φορά τα μαύρα ρούχα. Θα τα βγάλει μόλις ελευθερωθεί η Κύπρος έχει πει πολλές φορές.
Τον περασμένο Ιούλιο η Χαρίτα Μάντολες έδωσε μια (ακόμα) συγκλονιστική συνέντευξη στην εκπομπή «Ατζέντα» του ραδιοφωνικού σταθμού «Active» στην Κύπρο. Εκεί, μεταξύ άλλων είπε: «Στις 5.20 μας βρήκαν οι Τούρκοι. Μας έβαλαν στη βεράντα του σπιτιού και άρχισαν να χτυπούν τους άντρες. Τα μικρά παιδιά με μπιμπερά, τους πέταξαν το γάλα κάτω. [...] Μας είπαν ότι θα μας έπαιρναν αιχμάλωτους, 40 άτομα, μας πήραν σε ένα αγροτικό δρόμο και μας έβαλαν κάτω από μια Ελιά. Εκεί διαπράχθηκε το έγκλημα, να πυροβολούν τον άντρα μου με το μωρό ενός χρόνου στην αγκαλιά του, κι εγώ με το δίχρονο. Ο αξιωματικός είπε ότι θα μας σκότωναν ως εκδίκηση για τους δικούς τους που σκότωσαν [...] Μας είπαν να περπατούμε δύο δύο στη γραμμή. Άρχισαν να πυροβολούν. Εγώ έπεσα κάτω και όταν σηκώθηκα άρχισα να φωνάζω τον άντρα μου, όταν με χτυπούσαν. Ήταν μπροστά μου μπρούμυτα. Μου πήραν το μωρό μου ήταν πληγωμένο και κρατούσε το κεφάλι του μπαμπά του και φώναζε. Ο Τούρκος πήρε τα παιδιά μας και τα πέταξε μακριά. [...] Το δικό μου το παιδί το έσωσε μια άλλη γυναίκα την οποία στη συνέχεια τη βίασαν τούρκοι στρατιώτες μπροστά στα μάτια μας. «Αυτά δεν μπορούν να ξεχαστούν».
Σε παλαιότερη συνέντευξή της στην εφημερίδα «Φιλελεύθερος» της Λευκωσίας ο δημοσιογράφος η ρώτησε πότε θα βγάλει τα μαύρα και εκείνη του απάντησε: «Ποτέ! Συνεχίζω να αγωνίζουμαι για όλες τις μανάδες που έχουν ακόμα μωρά αγνοούμενους. Η ψυχή μου εμαύρισε πλέον, γιε μου. Γιατί να φκάλω τα μαύρα;»
Ακολουθήστε το Reader.gr στα Google News για να είστε πάντα ενημερωμένοι για όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.