Η διαμάχη αυτή ξέσπασε στο Βυζάντιο το 730 από τον Λέοντα Γ', για να διακοπεί από το 787 από την αντιβασίλισσα Ειρήνη. Ξέσπασε όμως και πάλι το 815 από τον Λέοντα Ε' και απαγορεύτηκε για πάντα το 843 από μια νέα αντιβασίλισσα την Θεοδώρα.
Ακολουθήστε τώρα τον καινούργιο λογαριασμό του Reader στο Instagram
Το θέμα της εικονομαχίας ήταν ένα από αυτά που απασχόλησαν μέχρι το τέλος του Βυζαντίου την αυτοκρατορία, αλλά επηρέασε ιδιαίτερα και τη Δύση αφού ήταν προάγγελος για το τι θα ακολουθούσε στην Μεταρρύθμιση και τις διακλαδώσεις του Προτεσταντισμού φτάνοντας μέχρι και την Γαλλική Επανάσταση, 1000 χρόνια μετά.
Η καταδίκη των ιερών εικόνων είχε ιουδαϊκή προέλευση και αποτελούσε βασικό στοιχείο των πρώτων χρόνων της εδραίωσης της εκκλησίας στον χριστιανικό κόσμο. Η χρήση της χριστιανικής εικονογραφίας αρχικά θεωρήθηκε ως μια διδακτική αξία ως η Βίβλος των αγράμματων αλλά με το πέρασμα του χρόνου και ειδικά από τα μέσα του 6ου αιώνα άρχισαν οι εικόνες να μετατρέπονται σιγά σιγά σε αντικείμενα λατρείας, ενώ κάποιες από αυτές συνδέθηκαν με θαύματα. Έτσι, άρχισαν να θεωρούνται ως αντίγραφα των ιερών πρωτοτύπων που είχαν την δυνατότητα να μιλάνε, να εκκρίνουν έλαιο ή και να αιμορραγούν.
Από την άλλη μεριά δεν έλειψαν και μέσα στην ίδια την Εκκλησία εικονοκλαστικές τάσεις ιδιαίτερα ισχυρές στις ανατολικές επαρχίες της αυτοκρατορίας, όπου υπήρχαν σημαντικά υπολείμματα των Μονοφυσιτών και κέρδιζε συνεχώς έδαφος ο Παυλικιανισμός, αίρεση εχθρική προς κάθε μορφή εκκλησιαστικής λατρείας. Επίσης η επαφή με τον αραβικό κόσμο και οι ιδέες που εκπορεύονταν απ’ αυτόν επί του θέματος επιτάχυναν τις εξελίξεις.
Λέοντας Γ', ο πρώτος εικονομάχος
Τον 8ο αιώνα άρχισε να συζητείται έντονα το θεολογικό ερώτημα αν είναι σύμφωνη με τις χριστιανικές παραδόσεις η λατρεία των εικόνων. Δεν είναι σίγουρη ούτε η ημερομηνία ούτε ο τρόπος με τον οποίο ξεκίνησε η αυτοκρατορική καταδίκη των εικόνων. Μάλιστα, υπάρχουν δύο ημερομηνίες για το διάταγμα απαγόρευσης του αυτοκράτορα Λέοντα Γ' το 726 ή το 730.
Σύγχυση υπάρχει ακόμα και για τον τρόπο που ανακοινώθηκε το εν λόγω διάταγμα αφού οι μύθοι της εποχής κάνουν λόγο αρχικά για μια ομιλία του Λέοντα Γ' με την οποία ξεκινούσε η απαγόρευση, ενώ άλλοι αναφέρουν πως ο αυτοκράτορας έστειλε τον αξιωματούχο του Ιουβίνο, να καταστρέψει μια εικόνα του Χριστού πάνω από την πύλη του παλατιού, μια πράξη που εξόργισε τους πιστούς με αποτέλεσμα το λιντσάρισμά του.
Ποια ήταν όμως η αφορμή για τον Λέοντα Γ' να μπει στην διαδικασία να απαγορεύσει την λατρεία των εικόνων; Σύμφωνα με τους ιστορικούς της εποχής μια φυσική καταστροφή, η έκρηξη του ηφαιστείου της Θήρας (Σαντορίνη) το 726. Θα πρέπει κανείς να σκεφτεί πως βρισκόμαστε σε μια εποχή που έχει ξεκινήσει ο Μεσαίωνας και ο άνθρωπος εκείνης της ιστορικής περιόδου ανεξαρτήτως κοινωνικής θέσης, συνδέει όποιο γεγονός δεν μπορεί να εξηγήσει με μια πιθανή τιμωρία του Θεού. Έτσι, και ο Βυζαντινός Αυτοκράτορας έπρεπε να λάβει μέτρα.
Αρχικά είχε διατάξει την υποχρεωτική βάπτιση των Εβραίων και των υπολοίπων αιρετικών και στη συνέχεια για να αντιμετωπίσει την έκρηξη στη Θήρα. Στη συνέχεια, απαγόρευσε την κατασκευή και λατρεία των εικόνων. Η αλήθεια είναι πως η λατρεία των εικόνων από ένα σημείο και μετά είχε φτάσει σε υπερβολικό βαθμό (ανάμεσα στα περίεργα που είχαν καταγραφεί ήταν και η περίπτωση εικόνας που έγινε νονός παιδιού).
Η απάντηση των εικονόφιλων προς το διάταγμα ήρθε από τον Ιωάννη Δαμασκηνό, έναν απ’ τους μεγαλύτερους θεολόγους της εποχής του. Ο Ιωάννης απέκρουσε την κατηγορία ότι η λατρεία των εικόνων αποτελεί ανανέωση της εθνικής ειδωλολατρίας και ανέπτυξε μια ιδιότυπη εικονοσοφία, σύμφωνα με την οποία η εικόνα είναι σύμβολο και μέσο με τη νεοπλατωνική έννοια.
Την απεικόνιση του Χριστού συνδύασε ο Ιωάννης με το δόγμα της ενσαρκώσεως και με τον τρόπο αυτό συνέδεσε το ζήτημα των εικόνων με τη διδασκαλία περί σωτηρίας. Το θεολογικό σύστημα του Δαμασκηνού καθόρισε αποφασιστικά όλη τη μετέπειτα εξέλιξη της διδασκαλίας των εικονόφιλων.
Στη διάρκεια της βασιλείας του Κωνσταντίνου Ε΄ οι εικονολάτρες γνώρισαν τις σκληρότερες διώξεις. Ο ίδιος έκανε λόγο για αίρεση τονίζοντας πως ο Χριστός είχε δύο φύσεις, την θεϊκή και την ανθρώπινη, σε τέλεια ένωση. Από την στιγμή που απεικονιζόταν μόνο η ανθρώπινη φύση σε εικόνα ο άνθρωπος τον διαχώριζε από την θεϊκή του φύση. Για τον Κωνσταντίνο, αυτό αποτελούσε μια ξεκάθαρη αίρεση του Χριστιανισμού.
Στην συλλογική μνήμη έχει μείνει πως η εικονομαχία χαρακτηρίστηκε από διωγμούς, ειδικά των μοναχών που ήταν εικονόφιλοι. Πράγματι οι διωγμοί ήταν μια πραγματικότητα, αλλά περισσότερο για πολιτικούς λόγους και όχι για θρησκευτικούς, αφού δεν ήταν λίγες οι φορές που μοναχοί προσπαθούσαν να εμπλακούν στα πολιτικά δρώμενα της αυτοκρατορίας, όπως ο άγιος Στέφανος ο Νέος, που το όνομα του είχε εμπλακεί σε συνωμοσία κατά του αυτοκράτορα Κωνσταντίνου Ε'.
Για τον λόγο αυτό ο Κωνσταντίνος για να τιμωρήσει το μοναστικό σχήμα, διέταξε τους μοναχούς να κρατάνε ο καθένας από μια γυναίκα από το χέρι και να παρελάσουν στον ιππόδρομο με τους θεατές να τους φτύνουν.
Β' Περίοδος της Εικονομαχίας
Στα τέλη του 814 ο Λέων ζήτησε από τον πατριάρχη Νικηφόρο να γίνει κάτι στο θέμα των εικόνων. Ο Νικηφόρος ήταν άνθρωπος μετριοπαθής και θα μπορούσε να εξευρεθεί μια μέση οδός, αλλά πιεζόταν ασφυκτικά από τους μοναχούς και ιδιαίτερα από τον Θεόδωρο Στουδίτη. Συγκάλεσε αυθημερόν μια σύνοδο εκ των ενόντων, μοναχών κυρίως, αλλά αμέσως ο Λέων την απαγόρευσε και έθεσε τον πατριάρχη σε προσωρινή αργία.
Ούτε ο αυτοκράτορας ήθελε να οξύνει τα πράγματα αλλά πιεζόταν κι αυτός ασφυκτικά από τον στρατό ο οποίος είχε αρχίσει να ενεργεί χωρίς να περιμένει εντολές. Διέταξε λοιπόν την καθαίρεση των εικόνων και συγκάλεσε σύνοδο αρχιερέων η οποία αναθεμάτισε τον Νικηφόρο και τους άλλοτε πατριάρχες Γερμανό και Ταράσιο, όλους μετριοπαθείς εικονόφιλους. Ο Νικηφόρος παραιτήθηκε και αποσύρθηκε εξόριστος σε μοναστήρι.
Νέα σύνοδος συγκροτήθηκε το Πάσχα, στην οποία προσκλήθηκαν αλλά δεν προσήλθαν ο Θεόδωρος Στουδίτης και άλλοι εικονόφιλοι. Η σύνοδος αυτή κατήργησε τις αποφάσεις της Ζ΄Οικουμενικής Συνόδου της Νικαίας και ανακήρυξε ως Ζ΄Οικουμενική, τη σύνοδο της Ιερείας του 754. Ο Θεόδωρος Στουδίτης εξορίστηκε αλλά συνέχισε την αντίστασή του γράφοντας προς κάθε κατεύθυνση και επιζητώντας την παρέμβαση και πάλι του Πάπα υπέρ των εικονόφιλων.
Τελικά, το Μάρτιο του 843, η σύνοδος, που συγκλήθηκε στην Κωνσταντινούπολη από τη μητέρα του αυτοκράτορα Μιχαήλ Γ', Θεοδώρα, και τους συνεργάτες της, Βάρδα και Θεόκτιστο, αποφάσισε την αποκατάσταση των εικόνων. Η απόφαση της συνόδου αυτής σήμανε την οριστική αποτυχία του κράτους να υποτάξει ολοκληρωτικά στη βούλησή του την Εκκλησία.
Η επικράτηση των εικονόφιλων ήταν ξεκάθαρη. Καταλυτικό ρόλο έπαιξαν οι δύο αντιβασίλισσες, η Ειρήνη το 780 και η Θεοδώρα το 842. Η πρώτη, με τη βοήθεια ανθρώπων γύρω από το παλάτι που επιθυμούσαν την παραμονή της στην εξουσία, κατάφερε μέσω της Οικουμενικής Συνόδου της Νίκαιας να επιβάλει την θέση της εναντίον των εικονομάχων.
Όσον αφορά τη Θεοδώρα γνωρίζοντας καλά πως υπήρχαν αρκετοί που εποφθαλμιούσαν τον θρόνο από την στιγμή που ο γιος της ήταν ακόμα ανήλικος, ζήτησε και δημιούργησε συμμαχίες με ανθρώπους που ενστερνίζονταν τις απόψεις των εικονόφιλων.
Ο πατριάρχης Ιωάννης ο Γραμματικός απομακρύνθηκε διά της βίας από την πόλη και συγκλήθηκε αμέσως εικονόφιλη σύνοδος που τον καθήρεσε και τον αναθεμάτισε όπως και όλους τους ομόφρονές του, ανόρθωσε το κύρος της Ζ΄Οικουμενικής Συνόδου της Νίκαιας και παρέδωσε τους περισσότερους επισκοπικούς θρόνους σε μοναχούς.
Οι εικόνες αναστηλώθηκαν παντού και όλα τα μοναστήρια ανασυστάθηκαν. Τα εκκλησιαστικά και μοναστηριακά κτήματα που είχαν κρατικοποιηθεί αποδόθηκαν και πάλι στις εκκλησίες και στις μονές, και όλα υποβάλλονταν πλέον μόνο στον έγγειο φόρο.
Τέλος, με την επικράτηση της εικονοφιλίας υπήρξε μια τρομερή ανάπτυξη της βυζαντινής τέχνης, ειδικά στην διακόσμηση των εκκλησιών, ενώ η λατρεία των εικόνων έγινε πλέον υποχρεωτική.
Πηγές: Ιστορία του Βυζαντίου, Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης, Patricia Karlin-Hayter, Βυζάντιο και Βενετία
Ακολουθήστε το Reader.gr στα Google News για να είστε πάντα ενημερωμένοι για όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.