Σε εμάς, μπορεί ο αείμνηστος Ντίνος Ηλιόπουλος να έχει μείνει ως ο μεγαλύτερος «ψευταράς» του κινηματογράφου, αλλά υπάρχει και η πραγματική ιστορία ενός επαγγελματία ψεύτη μπροστά στην οποία δεν πιάνει μία. Το 2020 έκλεισαν 100 χρόνια αφότου ο Charles Ponzi κατηγορήθηκε για τη διάπραξη της επονομαζόμενης «απάτης του αιώνα».
Πράγματι, δεν υπάρχουν πολλοί εγκληματίες που έχουν στο ενεργητικό τους τέτοιο έργο. Αλλά αυτό συνέβη με το «σύστημα Ponzi», μια απάτη εμπιστοσύνης δημοφιλούς σε πολλούς λωποδύτες των χρηματιστηρίων μέχρι σήμερα, όπως γράφει το International Banker.
Τα πρώτα χρόνια
Ο Charles Ponzi γεννήθηκε στο Λούγκο της Ιταλίας το 1882. Σε ηλικία 21 ετών, έχοντας ήδη εργαστεί ως ταχυδρομικός υπάλληλος, αποφάσισε να σαλπάρει για τις ΗΠΑ επιδιώκοντας μια καλύτερη ζωή και, όπως θέλουν οι φήμες, έφτασε στις αμερικανικές ακτές με μόνο 2,50 δολάρια στο όνομά του.
Σύντομα μετακόμισε στον Καναδά, όπου έγινε βοηθός στην πρόσφατα ιδρυθείσα τράπεζα Banco Zarossi στο Μόντρεαλ. Εκεί ήταν που έγινε μάρτυρας για πρώτη φορά στον τύπο απάτης που θα έπαιρνε το όνομά του. Η τράπεζα αντιμετώπιζε σοβαρά οικονομικά προβλήματα λόγω μιας σειράς ακάλυπτων δανείων ακινήτων.
Ως εκ τούτου, ο ιδρυτής Luigi «Louis» Zarossi προσπάθησε να παραμείνει στο παιχνίδι χρηματοδοτώντας τις πληρωμές τόκων με τις καταθέσεις των νέων πελατών. Ωστόσο, η τράπεζα πτώχευσε και ο Zarossi κατέφυγε στο Μεξικό με ένα βαρύ δισάκι από ό,τι χρήματα είχαν απομείνει στο θησαυροφυλάκιο.
Οι πρώτες απόπειρες
Βυθισμένος στην ανέχεια μετά την αποτυχία της τράπεζας, ο Ponzi προσπάθησε στη συνέχεια να πλαστογραφήσει μια επιταγή που υπέγραψε ως πληρωτέα στον εαυτό του και φυσικά πιάστηκε και φυλακίστηκε στον Καναδά για σχεδόν τρία χρόνια.
Μετά την απελευθέρωσή του το 1911, επέστρεψε στις ΗΠΑ, όπου ενεπλάκη σε ένα νέο εγκληματικό δίκτυο λαθρεμπορίας Ιταλών μεταναστών μέσω των συνόρων. Και πάλι όμως πιάστηκε και φυλακίστηκε για άλλα δύο χρόνια.

Μέχρι το 1919, ο Ponzi ζούσε στη Βοστώνη, όπου άρχισε να επινοεί διάφορα σχέδια για να βγάλει χρήματα. Εδώ ήταν που ανακάλυψε για πρώτη φορά το διεθνές κουπόνι απάντησης (IRC). Δημιουργήθηκε από την Ταχυδρομική Υπηρεσία των Ηνωμένων Πολιτειών (USPS) και επέτρεπε σε έναν αποστολέα να προαγοράσει και να καλύψει τα ταχυδρομικά τέλη της απάντησης.
Ο παραλήπτης σε άλλη χώρα θα μπορούσε στη συνέχεια να ανταλλάξει το IRC σε ένα τοπικό ταχυδρομείο για γραμματόσημα αεροπορικής αποστολής που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για την αποστολή της απαντητικής αλληλογραφίας.
Το σχέδιο λειτουργούσε ως εξής: Ο Ponzi αγόραζε τεράστιες ποσότητες κουπονιών από πιο αδύναμες ευρωπαϊκές οικονομίες και τα πουλούσε σε υψηλότερες τιμές στις ΗΠΑ. Φυσικά, αυτή η μέθοδος αρμπιτράζ -σύμφωνα με την οποία ένα περιουσιακό στοιχείο αγοράζεται σε μια αγορά και πωλείται σε μια άλλη αγορά σε υψηλότερη τιμή- ήταν απολύτως νόμιμη και παραμένει μέχρι σήμερα. Και αν είχε περιοριστεί σε μια τέτοια μέθοδο, δεν θα είχε λεκιάσει το μητρώο του.
Η αρχή του Ponzi Scheme
Ο Ponzi φυσικά παρασύρθηκε από την ανεξέλεγκτη απληστία του, ιδρύοντας στις αρχές του 1920 μία χρηματιστηριακή εταιρία βασισμένη στα funds από τα γραμματόσημα, τη Securities Exchange Company.
Έπεισε τον κόσμο να επενδύσει στην επιχείρηση με αντάλλαγμα απόδοση 50% σε τόκους εντός 90 ημερών. Τέτοια εξωφρενικά ποσά ήταν πολύ δελεαστικά για να αγνοηθούν, και το ενδιαφέρον από τους επενδυτές αυξήθηκε.
Ο Ponzi ισχυριζόταν επίσης ότι συνεργαζόταν με ένα εκτεταμένο δίκτυο πρακτόρων σε όλη την Ευρώπη που μπορούσαν να αγοράζουν χύμα τα κουπόνια για αυτόν, και ότι θα μπορούσε εύκολα να τα μετατρέψει σε οικονομικά κέρδη στις ΗΠΑ.
Ωστόσο, δεν χρησιμοποίησε αυτόν τον «καταρράκτη» νέων επενδυτικών κεφαλαίων για να αγοράσει περισσότερα IRC, αλλά κράτησε μερικά από τα χρήματα για τον εαυτό του και τα πλήρωσε σε μακροχρόνιους επενδυτές, πολλοί από τους οποίους ήταν τόσο ενθουσιασμένοι με τις αποδόσεις τους που επανεπένδυσαν τα κέρδη, βοηθώντας έτσι ακούσια στη διαιώνιση της απάτης.
Τα θεμέλια καταρρέουν
Καθώς απολάμβανε μια μετεωρική άνοδο στον πλούτο και τη φήμη, σύντομα ακολούθησε καχυποψία για τις συναλλαγές του. Μήνυσε έναν οικονομικό συντάκτη επειδή ισχυρίστηκε ότι του ήταν αδύνατο να εγγυηθεί τόσο υψηλές αποδόσεις σε σύντομο χρονικό διάστημα και κέρδισε τη δίκη.
Μια άλλη ανεπιτυχής μήνυση που υποβλήθηκε εναντίον του Ponzi από έναν κατασκευαστή επίπλων στη Βοστώνη έστριψε όλο και περισσότερα βλέμματα προς τη Securities Exchange Company και τις ύποπτες δραστηριότητές της.

Όσο άρχισαν να εμπλέκονται σε έρευνες και δημοσιογραφικές αυτοψίες εναντίον του έγκριτα μέσα όπως η Boston Post, άρχισαν να εγείρονται ερωτήσεις στα πρωτοσέλιδα για το «πόθεν έσχες» των περιουσιακών στοιχείων και του αποθεματικού της εταιρείας.
Τελικά, το γραφείο του Ponzi δέχθηκε έφοδο από την εφορία. Ένας έλεγχος της επιχείρησής του αποκάλυψε ότι είχε στην κατοχή του ταχυδρομικά κουπόνια συνολικής αξίας μόλις 61 δολαρίων, πράγμα που επαλήθευε ουσιαστικά την ανύπαρκτη οικονομική βάση της χρηματιστηριακής.
Η Post δημοσίευσε επίσης μια άλλη πρωτοσέλιδη ιστορία για τον Ponzi, αυτή τη φορά περιγράφοντας λεπτομερώς τις εγκληματικές του δραστηριότητες στο Μόντρεαλ και τον ρόλο του στην Banco Zarossi. Ο Πόνζι τελικά παραδόθηκε στις αρχές και κατηγορήθηκε για απάτη αλληλογραφίας από την ομοσπονδιακή κυβέρνηση. Εξέτισε τριάμισι χρόνια φυλάκισης συν άλλα εννέα χρόνια με κρατικές κατηγορίες.
Ακόμα και όσο εξέτιε όμως την ποινή του, είχε αναπόφευκτα εμπνεύσει ήδη τις επόμενες γενιές «ψευτών», φτάνοντας στο σήμερα, πάνω από 100 χρόνια μετά, να έχουμε γίνει μάρτυρες σε εκατοντάδες σκάνδαλα χρηματιστηρίου, pyramid schemes και εξωφρενικά startups με βάση τα κρυπτονομίσματα και τα NFTs.
Ακολουθήστε το Reader.gr στα Google News για να είστε πάντα ενημερωμένοι για όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.