Υπάρχουν πολλοί άνθρωποι που επιδιώκουν με τον τρόπο που ζουν έναν ηρωικό θάνατο. Θέλουν η τελευταία τους πράξη να είναι και η σημαντικότερη. Κάποιοι το καταφέρνουν. Κάποιοι άλλοι όχι. Υπάρχουν και αυτοί που το θέλουν, το επιδιώκουν και όταν δουν πως τελικά δεν το καταφέρνουν, το... σκηνοθετούν! Ένας από αυτούς είναι (ή μάλλον ήταν) και ο διάσημος Ιάπωνας συγγραφέας Γιούκιο Μισίμα ο οποίος, μια ημέρα σαν σήμερα, αυτοκτόνησε κάνοντας χαρακίρι. Ο Μισίμα ήταν ένας εξαιρετικά πετυχημένος άνθρωπος. Αλλά η ευτυχία δε συμβαδίζει απαραίτητα με την επιτυχία. Ήταν τόσο αμφιλεγόμενη προσωπικότητα που ακόμα και σήμερα κάνει πολλούς να αναρωτιούνται αν η διαδρομή του ήταν λαμπρή ή το μονοπάτι του ήταν σκοτεινό.
Ο αμφιλεγόμενος Γιούκιο Μισίμα
Στις 14 Ιανουαρίου 1925 γεννήθηκε ο Κιμιτάκε Χιραόκα. Γόνος δυο αριστοκρατικών οικογενειών της Ιαπωνίας. Οι γονείς του είχαν πολλές επαγγελματικές υποχρεώσεις, που τους κρατούσαν μακριά από τον μικρό ο οποίος μεγάλωσε με τη γιαγιά του. Η Νατσουκο ήταν μια σκληρή γυναίκα. Μέλος μιας οικογένειας, οι πρόγονοι της οποίας ήταν όλοι ατρόμητοι σαμουράι. Είχε μια δική της «φιλοσοφία» για το πως πρέπει να μεγαλώνουν τα παιδιά και κάπως έτσι απαγόρευσε τον μικρό Κιμιτάκε να βγαίνει έξω και να παίζει με τα άλλα παιδιά της ηλικίας του ή να αθλείται. Το μόνο που του επέτρεπε να κάνει είναι να συνομιλεί μαζί της και να διαβάζει πολλά δυτικά αλλά και ιαπωνικά λογοτεχνικά βιβλία. Το μικρό παιδί άρχισε να σκαρώνει τα πρώτα του κείμενα, τα πρώτα του ποιήματα και τέλος πάντων έκανε αυτό που του μάθαινε ο άνθρωπος που τον μεγάλωσε.
Τότε ο πατέρας του, θυμήθηκε πως... είναι πατέρας, αποφάσισε πως πρέπει να ασχοληθεί με το παιδί του, δεν του άρεσε όλα αυτά που έκανε και του γυρνάει όλη τη ζωή τούμπα. Του έσκισε οτιδήποτε είχε γράψει, του απαγόρευσε να διαβάζει και τον ανάγκασε να γυμνάζεται και να αθλείται διαρκώς. Ο μικρός Κιμιτάκε βρέθηκε ανάμεσα σε δύο κόσμους χωρίς να μπορεί να διαλέξει. Του άρεσε η γυμναστική αλλά λάτρευε και το γράψιμο που του είχε απαγορέψει ο πατέρας του. Σε ηλικία 16 ετών έγραψε ένα κείμενο 100 σελίδων με τίτλο «Ολάνθιστο δάσος», το οποίο έκανε αίσθηση στους λογοτεχνικούς κύκλους της χώρας. Τότε, για να τον προστατεύσει, ένας από τους καθηγητές του, του πρότεινε να υιοθετήσει ένα ψευδώνυμο για να γράφει άφοβα. Κάπως έτσι «γεννήθηκε» ο Γιούκιο Μισίμα.
Όταν η Ιαπωνία μπήκε στον Β Παγκόσμιο Πόλεμο, ο Μισίμα θεώρησε πως επιτέλους θα γινόταν αυτό που ήθελε. Ένας ήρωας που θα έχανε τη ζωή του με τρόπο ένδοξο. Και τότε έγινε κάτι που και ο ίδιος δεν μπόρεσε ποτέ να εξηγήσει. Παρουσιάστηκε στους στρατιωτικούς γιατρούς και τους είπε ψέματα πως πάσχει από φυματίωση. Έτσι εκείνοι τον «έκοψαν»! Το ζήτημα είναι πως εκείνη η στιγμιαία δειλία του, τον σημάδεψε. Εκείνος, που από μικρός επιζητούσε έναν ηρωικό θάνατο, την κρίσιμη στιγμή έκανε πίσω. Αφιερώθηκε στο γράψιμο. Έγραψε 34 μυθιστορήματα, 25 βιβλία με διηγήματα, ένα λιμπρέτο, 50 θεατρικά έργα και ένα σενάριο για ταινία. Σε ηλικία μόλις 24 ετών ήταν για πρώτη του φορά υποψήφιος για το Νόμπελ Λογοτεχνίας.
Το 1958, ο Μισίμα παντρεύτηκε τη Γιόκο Σουγιγκιάμα, με την οποία απέκτησε δύο παιδιά. Ο ίδιος δεν ήθελε ποτέ αυτόν τον γάμο που προέκυψε ύστερα από πιέσεις του πατέρα του, ο οποίος ήθελε ο γιος του να τακτοποιηθεί και να γίνει σωστός οικογενειάρχης. Με τη γυναίκα του υπέγραψε προγαμιαίο συμβόλαιο, όχι για περιουσιακά στοιχεία αλλά γιατί της επέβαλε ουσιαστικά να του αφήνει τον προσωπικό χώρο και χρόνο για το γράψιμο, ενώ η ίδια θα έμπαινε σε δεύτερη μοίρα. Εκείνη το δέχθηκε και έμεινε μαζί του, μέχρι και το θάνατό του. Ο Μισίμα, ωστόσο, είχε και κρυφή ερωτική ζωή. Λέγεται πως είχε σεξουαλικές σχέσεις με τον ηθοποιό Ακιχίρο Μαρουγιάμα, ενώ μετά τον θάνατό του Μισίμα, ο συγγραφέας Γίρο Φουκουσίμα αποκάλυψε ότι είχαν πολύχρονη ερωτική σχέση.
Ενα σκηνοθετημένο «ηρωικό» τέλος
Για πολλούς το ότι ο Μισίμα δεν πήρε το Νόμπελ είχε να κάνει ξεκάθαρα με την ακραία εθνικιστική ιδεολογία του. Λάτρης του αυτοκρατορικού θεσμού, ήθελε η Ιαπωνία να αποκτήσει πυρηνικά όπλα. Ήθελε να καταργηθεί το σύνταγμα του 1947, το οποίο ουσιαστικά είχαν επιβάλει οι Αμερικάνοι μετά τη συνθηκολόγηση της Ιαπωνίας, να δημιουργηθεί ένα νέο το οποίο και ο αυτοκράτορας να αποκτήσει και πάλι τη θεϊκή του υπόσταση την οποία είχε αποποιηθεί. Οι απόψεις του, μάλιστα, ήταν τόσο ακραίες που δεν δίστασε να φτιάξει και ένα μικρό στρατό 80 ατόμων. Του έδωσε το όνομα «tatenokai», δηλαδή ασπίδα, και ο ίδιος τον χαρακτήριζε «αυτοκρατορική φρουρά».
Ήταν κάτι παραπάνω από εμφανές πως ο Μίσιμα προσπαθούσε να εξιλεωθεί για την προ ετών δειλία του αλλά και να βρει εκείνο τον ηρωικό θάνατο που τόσο επιζητούσε. Και αφού δεν μπορούσε να τον βρει, τον σκηνοθέτησε. Μια ημέρα σαν σήμερα, στις 25 Νοεμβρίου 1970, αφού τα παιδιά του πήγαν σχολείο, ολοκλήρωσε το τελευταίο το βιβλίο ο «Εκπεσών Άγγελος». Άφησε το χειρόγραφο πάνω στο γραφείο του, για να το βρει ο εκδότης του και μαζί με τέσσερα ακόμα μέλη της «tatenokai» πήγαν στο υπουργείο Άμυνας, στο Τόκιο. Εκεί κράτησαν όμηρο τον διοικητή της φρουράς και τον υποχρεώνουν να παρατάξει κάτω από το γραφείο του 800 στρατιώτες.
Στόχος του Μισίμα ήταν μέσα από έναν πύρινο λόγο περίπου μισής ώρας να προκαλέσει ένα πραξικόπημα για να πετύχει όλα εκείνα που ήθελε. Ο λόγος αυτός, όμως, διήρκεσε μόλις επτά λεπτά. Οι συγκεντρωμένοι στρατιώτες, οι φωτογράφοι, οι καμεραμάν και οι αστυνομικοί που έφτασαν στο σημείο, ωστόσο, τον κοροϊδεύουν και τον χλευάζουν. Εκείνος σταματάει τον λόγο του, λέει δυνατά: «Είναι δυνατόν να δίνεις αξία στη ζωή μέσα σε μια πλάση που το πνεύμα έχει πεθάνει; Ζήτω ο αυτοκράτορας» και μπαίνει και πάλι στο γραφείο. Τα τελευταία του λόγια ήταν: «Νομίζω ότι ούτε καν με προσέχουν…»! Στη συνέχεια ο Μισίμα, με τη βοήθεια των συντρόφων του, αφαίρεσε τη ζωή του κάνοντας χαρακίρι, σε ηλικία, μόλις 45 ετών.
Ακολουθήστε το Reader.gr στα Google News για να είστε πάντα ενημερωμένοι για όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.