Μενού
  • Α-
  • Α+

Ανοιχτό άφησε ο Τζο Μπάιντεν το ενδεχόμενο να μην κατέβει στις εκλογές του 2024 για την προεδρία των ΗΠΑ, λέγοντας χαρακτηριστικά πως δεν έχει ακόμα αποφασίσει οριστικά αν θα διεκδικήσει την επανεκλογή του στο αξίωμα, παρότι έχει πει επανειλημμένα στο παρελθόν πως θα είναι υποψήφιος. «Αν έχω αποφασίσει οριστικά ότι θα είμαι υποψήφιος; Μένει να το δούμε», είπε στη συνέντευξη που παραχώρησε στην εκπομπή 60 Minutes του τηλεοπτικού δικτύου CBS. Εσπευσε πάντως να συμπληρώσει πως αυτή είναι η «πρόθεσή του».

Ο γηραιότερος πρόεδρος που εξελέγη στην Ιστορία των ΗΠΑ θα γιορτάσει τα 80 του χρόνια την 20ή Νοεμβρίου. Θα ήταν 82 ετών κατά την έναρξη της ενδεχόμενης δεύτερης θητείας του και 86 στο τέλος της. Μετά την εκλογή του τον Νοέμβριο του 2020, ο Δημοκρατικός πρόεδρος έχει διαβεβαιώσει επανειλημμένα ότι θα είναι υποψήφιος το 2024 και ότι θα επιλέξει εκ νέου τη σημερινή αντιπρόεδρό του, την Κάμαλα Χάρις, για να είναι υποψήφια αντιπρόεδρός του.

«Τελειώσαμε με τον κορονοϊό»

Παράλληλα, στη συνέντευξή του στο αμερικανικό τηλεοπτικό δίκτυο, ο κ. Μπάιντεν διαβεβαίωσε ότι η πανδημία του νέου κορονοϊού στις ΗΠΑ έχει «τερματιστεί». «Αν κοιτάξετε γύρω σας, κανένας δεν φοράει μάσκα, και όλος ο κόσμος είναι μάλλον σε καλή φόρμα», είπε ο κ. Μπάιντεν στη συνέντευξη που παραχώρησε στην εκπομπή 60 Minutes του τηλεοπτικού δικτύου CBS. Πρόσθεσε ωστόσο πως, «έχουμε ακόμη πρόβλημα με την COVID. Χρειάζεται να κάνουμε ακόμη πολλή δουλειά. Αλλά η πανδημία τέλειωσε», επέμεινε.

Ο απολογισμός των θυμάτων έχει μειωθεί δραματικά σε ημερήσια βάση σε σύγκριση με τις αρχές της θητείας του κ. Μπάιντεν, το 2021, όταν έφθανε ως ακόμη και τους 3.000 θανάτους την ημέρα. Η βελτίωση της περίθαλψης, των φαρμάκων και κυρίως η διαθεσιμότητα των εμβολίων επέτρεψε να αμβλυνθεί η υγειονομική κρίση.

Όμως σχεδόν 400 άνθρωποι συνεχίζουν να πεθαίνουν καθημερινά εξαιτίας επιπλοκών της COVID-19 στις ΗΠΑ, σύμφωνα με τα επίσημα δεδομένα των Κέντρων Ελέγχου και Πρόληψης Ασθενειών (CDC).

Οι μολύνσεις εξακολουθούν να είναι χιλιάδες, και δεν άφησαν ανεπηρέαστη ούτε την προεδρία. Ο Τζο Μπάιντεν πέρασε πάνω από δύο εβδομάδες σε απομόνωση στον Λευκό Οίκο αφού προσβλήθηκε από τον SARS-CoV-2 δυο φορές από τον Ιούλιο. Η σύζυγός του Τζιλ μολύνθηκε με τη σειρά της τον Αύγουστο. Μολαταύτα, ο αμερικανός πρόεδρος τόνισε πως το γεγονός πως βίωσαν μόνο ήπια συμπτώματα δείχνει πόσο άλλαξαν τα πράγματα κατά τη διάρκεια της θητείας του.

Παρά τη δήλωσή του περί του «τέλους» της πανδημίας, ο Τζο Μπάιντεν έχει ζητήσει από το Κογκρέσο να εγκρίνει κονδύλι 22,4 δισεκ. δολαρίων για την προετοιμασία του συστήματος υγείας ενόψει πιθανής έξαρσης των μολύνσεων το φθινόπωρο.

Οι ΗΠΑ παραμένουν η χώρα που έχει υποστεί μακράν το σκληρότερο χτύπημα από την πανδημία σε παγκόσμια κλίμακα, με 1,05 εκατ. θανάτους επί συνόλου 95,4 εκατ. κρουσμάτων.

«Αν επιτεθεί η Κίνα στην Ταϊβάν, θα επέμβουμε»

Ο πλανητάρχης έστειλε σαφές μήνυμα στον Κινέζο ομόλογό του, Σι Τζινπίνγκ, ότι οι ένοπλες δυνάμεις των ΗΠΑ θα υπερασπιστούν την Ταϊβάν σε περίπτωση εισβολής του στρατού της Κίνας στη νήσο των 23 εκατομμυρίων κατοίκων κατά τη διάρκεια συνέντευξής του που μεταδόθηκε το βράδυ χθες Κυριακή. Παρά τη δήλωση του αρχηγού του κράτους, ερωτηθείς από το Γαλλικό Πρακτορείο, εκπρόσωπος του Λευκού Οίκου διαβεβαίωσε λίγο μετά τη μετάδοση της συνέντευξης πως η πολιτική της Ουάσινγκτον όσον αφορά το ζήτημα της Ταϊβάν «δεν έχει αλλάξει».

Ερωτηθείς στο πλαίσιο της συνέντευξης που παραχώρησε στην εκπομπή 60 Minutes του τηλεοπτικού δικτύου CBS εάν ο αμερικανικός στρατός θα υπερασπιζόταν την Ταϊβάν, που η Κίνα θεωρεί αποσκιρτήσασα επαρχία της προορισμένη να επανενωθεί με την ηπειρωτική χώρα στο μέλλον, ο κ. Μπάιντεν απάντησε «ναι, εάν πράγματι γινόταν επίθεση άνευ προηγουμένου».

Οταν πιέστηκε να απαντήσει αν εννοεί πως αντίθετα με ό,τι συνέβη στην Ουκρανία, οι αμερικανικές ένοπλες δυνάμεις θα εμπλέκονταν σε πόλεμο εναντίον της Κίνας σε περίπτωση εισβολής στην Ταϊβάν, ο κ. Μπάιντεν απάντησε μονολεκτικά: «ναι».

Ο Αμερικανός πρόεδρος είπε μολαταύτα πως πρόθεσή του δεν είναι να «ενθαρρύνει» τις αρχές της νήσου να ανακηρύξουν την ανεξαρτησία της Ταϊβάν. «Αυτή είναι δική τους απόφαση», δήλωσε. Η Κίνα θεωρεί την Ταϊβάν τμήμα της επικράτειάς της παρά το ότι η νήσος έχει δική της κυβέρνηση μετά το τέλος του κινεζικού εμφυλίου πολέμου το 1949. Σε επτά δεκαετίες, ο Λαϊκός Απελευθερωτικός Στρατός της Κίνας ουδέποτε κατέλαβε στρατιωτικά τη νήσο, επισήμως τη Δημοκρατία της Κίνας, το καθεστώς που κυβερνούσε άλλοτε και την ηπειρωτική Κίνα αλλά πλέον δεν ελέγχει παρά μόνο το νησί.

Ο Τζο Μπάιντεν είχε ξαναπεί στα τέλη του Μαΐου ότι οι ΗΠΑ θα επενέβαιναν στρατιωτικά για να στηρίξουν την Ταϊβάν σε περίπτωση κινεζικής εισβολής, προκαλώντας οργή στο Πεκίνο. Κατόπιν φάνηκε να ανασκευάζει τη δήλωση αυτή, διαβεβαιώνοντας πως παραμένει προσηλωμένος στη «στρατηγική αμφισημία» της Ουάσινγκτον, τακτική εσκεμμένα ασαφή.

Η «στρατηγική αμφισημία» συνίσταται για τις ΗΠΑ στο να απέχουν να πουν καθαρά αν θα επενέβαιναν στρατιωτικά υπέρ της Ταϊβάν σε περίπτωση κινεζικής επίθεσης. Αυτή η προσέγγιση, που ισχύει επί δεκαετίες, επέτρεψε να διατηρηθεί ως αυτό το στάδιο ορισμένη σταθερότητα. Η πίεση στην Ταϊβάν επιτάθηκε αφότου ανέλαβε την εξουσία στο Πεκίνο ο Σι Τζινπίνγκ, πριν από δέκα χρόνια. Ο κ. Σι θεωρεί την «ενοποίηση» της Κίνας με την Ταϊβάν μέρος του σχεδίου του για τη «μεγάλη ανανέωση» της Κίνας.

Οι εντάσεις ΗΠΑ/Κίνας έφθασαν στο υψηλότερο επίπεδο των τελευταίων δεκαετιών τον περασμένο μήνα. Το Πεκίνο προχώρησε σε στρατιωτικά γυμνάσια ευρείας κλίμακας γύρω από την Ταϊβάν, κάνοντας επίδειξη δύναμης άνευ προηγουμένου, σε αντίποινα για την επίσκεψη στην Ταϊπέι που έκανε η πρόεδρος της αμερικανικής Βουλής των Αντιπροσώπων, η Νάνσι Πελόσι.

Google News

Ακολουθήστε το Reader.gr στα Google News για να είστε πάντα ενημερωμένοι για όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.