Ενα από τα μεγαλύτερα σκάνδαλα που έχουν αποκαλυφθεί στις ΗΠΑ είναι φυσικά το περιβόητο «σκάνδαλο Watergate», το οποίο είχε ως αποτέλεσμα την παραίτηση του Αμερικανού προέδρου Ρίτσαρντ Νίξον, κάτι πρωτοφανές για τις Ηνωμένες Πολιτείες. Ο Νίξον μετά τα αδιάσειστα στοιχεία που έδειχναν πως γνώριζε για το σκάνδαλο, σαν σήμερα, στις 8 Αυγούστου 1974, εξήγγειλε από το γραφείο του στον Λευκό Οίκο πως παραιτείται από το προεδρικό αξίωμα, παραχωρώντας τη θέση του στον αντιπρόεδρο Τζέραλντ Φορντ. Ο ίδιος ο Νίξον απέφυγε τη δικαστική εμπλοκή όταν ο νέος πρόεδρος Φορντ του έδωσε χάρη για όσα αδικήματα διέπραξε επί της προεδρίας του.
Ηταν 8 Αυγούστου του 1974, όταν ο Ρίτσαρντ Νίξον ανακοίνωσε την παραίτησή του από το αξίωμά του ως προέδρου των ΗΠΑ, λόγω του μεγάλου σκανδάλου του Watergate, το οποίο ταρακούνησε συθέμελα ολόκληρο τον πολιτικό κόσμο της Αμερικής. Παρά το γεγονός ότι ο ίδιος ισχυριζόταν ότι δεν γνώριζε τίποτα εξαρχής, εν τέλει η δημοσιοποίηση μίας κασέτας, στις 5 Αυγούστου, όπου είχαν ηχογραφηθεί συζητήσεις του Προέδρου να δίνει ξεκάθαρα την έγκρισή του για το σχέδιο συγκάλυψης του Watergate, ήταν το τελειωτικό χτύπημα που τον έριξε νοκ άουτ από την προεδρία στον Λευκό Οίκο.
Μόλις δύο χρόνια νωρίτερα, το Νοέμβριο του 1972, είχε επανεκλεγεί με μία από τις πιο σαρωτικές νίκες στην ιστορία των ΗΠΑ. Δυστυχώς όμως για εκείνον, οι μηχανισμοί που θα οδηγούσαν στην ταπεινωτική πτώση του από την προεδρία είχαν ήδη μπει σε τροχιά. Στα μέσα Ιουνίου εκείνο του χρόνου πέντε άντρες είχαν συλληφθεί ενώ επιχειρούσαν να διαρρήξουν το αρχηγείο του Δημοκρατικού Κόμματος στο κτιριακό σύμπλεγμα Watergate της Ουάσινγκτον.
Με τη βοήθεια ενός πληροφοριοδότη, γνωστό και ως «Βαθύ Λαρύγγι», μία ομάδα δημοσιογράφων συνέδεσε τους διαρρήκτες με την κυβέρνηση Νίξον και σταδιακά έγινε σαφές πως ο Λευκός Οίκος ήταν άμεσα αναμεμειγμένος σε μία απόπειρα σαμποτάζ της καμπάνιας των Δημοκρατικών. Καθώς άρχισαν να αποκαλύπτονται οι λεπτομέρειες της συγκάλυψης, δεν απέμενε σχεδόν η παραμικρή αμφιβολία πως ο Νίξον ήταν συνένοχος.
Από την πλευρά του ο Νίξον δήλωνε πεισματικά πως δεν γνώριζε τίποτα. «Οι πολίτες οφείλουν να γνωρίζουν αν ο πρόεδρός τους είναι εγκληματίας» ανέφερε χαρακτηριστικά. Οταν όμως δόθηκε στη δημοσιότητα η κασέτα που έμεινε γνωστή ως «Smoking Gun» ο Νίξον αναγκάστηκε να παραδεχτεί πως είχε παραπλανήσει τη χώρα σχετικά με το πόσα γνώριζε για την ανάμειξη του Λευκού Οίκου στη διάρρηξη. Πλέον βρισκόταν αναπόφευκτα αντιμέτωπος με πρόταση μομφής από τη Γερουσία και ήταν βέβαιος πως δεν είχε τις αναγκαίες ψήφους για να διατηρήσει το αξίωμα του.
Με την πολιτική του βάση να έχει καταρρεύσει, στις 8 Αυγούστου ο Νίξον έκανε εξαγγελία από το γραφείο για την πρόθεσή του να παραιτηθεί και να δώσει τη θέση του στον αντιπρόεδρο Τζέραλντ Φορντ, πράγμα το οποίο έκανε και επίσημα την επόμενη μέρα. Μετά το σκάνδαλο διατηρούσε την ελπίδα πως η Ιστορία θα τον συγχωρούσε, εστιάζοντας πρωτίστως σε επιτεύγματα του. Σε μία ομιλία του σε φοιτητές μάλιστα είχε πει: «Το έτος 2000 θα βρίσκεστε ακόμα εδώ και τότε θα δούμε ποια θα είναι η αντίληψη για το πρόσωπό μου». Μέχρι τώρα πάντως η Ιστορία δεν φαίνεται να έχει αλλάξει γνώμη για το πρόσωπό του...
Το σκάνδαλο Watergate
Ουσιαστικά πρόκειται για την προσπάθεια του επιτελείου του Ρίτσαρντ Νίξον να αμαυρώσει την προεκλογική εκστρατεία των Δημοκρατικών αλλά και η προσπάθεια συγκάλυψης της όποιας συμμετοχής του προέδρου σε αυτή την προσπάθεια. Το όνομα «Γουότεργκεϊτ» (Watergate) προέρχεται από το ξενοδοχείο και τα γραφεία Γουότεργκεϊτ στην Ουάσινγκτον, όπου το Δημοκρατικό Κόμμα διατηρούσε τα κεντρικά γραφεία του το 1972. Εκεί ήταν που πέντε άνδρες πιάστηκαν να τοποθετούν κοριούς, να φωτογραφίζουν και να κλέβουν έγγραφα νωρίς το πρωί της 17ης Ιουνίου 1972, μετά από τηλεφώνημα στην Αστυνομία ενός φύλακα που είχε παρατηρήσει πως σε αρκετές από τις πόρτες είχε τοποθετηθεί κολλητική ταινία, ώστε να κλείνουν χωρίς να κλειδώνουν.
Αυτές οι συλλήψεις άνοιξαν τον «ασκό του Αιόλου» καθώς αποδείχθηκε πως επρόκειτο για το μέρος ενός προεκλογικού σχεδίου των Ρεπουμπλικάνων, με επικεφαλής της κομπίνας να είναι η επιτροπή επανεκλογής του προέδρου Νίξον. Σε αυτή συμμετείχαν ο πρώην γενικός εισαγγελέας Τζον Μίτσελ και ο προεδρικός σύμβουλος Τζον Ντιν, δουλειά του οποίου ήταν να παρακολουθεί, να κατασκοπεύει και γενικά να σαμποτάρει το Δημοκρατικό Κόμμα. Μάλιστα, τη διάρρηξη είχε οργανώσει ο πρώην πράκτορας του FBI, Τζ. Γκόρντον Λίντι, με τη βοήθεια του πρώην πράκτορα της CIA, Εβ. Χάουαρντ Χαντ, με τους δυο τους να αποτελούν μέρος μιας μυστικής ομάδας γνωστής ως «Υδραυλικοί του Λευκού Οίκου» που σκοπό είχε να αποτρέπει τη διαρροή ευαίσθητων πληροφοριών από την κυβέρνηση προς τα Μέσα Ενημέρωσης.
Σύντομα, το FBI ανακάλυψε το όνομα του πράκτορα Χαντ στις ατζέντες δύο διαρρηκτών, με αποτέλεσμα ο Νίξον να σπεύσει να ζητήσει από τη CIA τον τερματισμό των ερευνών για λόγους εθνικής ασφάλειας. Αυτό όμως στάθηκε αφορμή για να «μυριστούν» οι δημοσιογράφοι πως κάτι δεν πήγαινε καλά, με αποτέλεσμα οι Καρλ Μπέρνστιν και Μπομπ Γούντγουορντ από την εφημερίδα «Washington Post», να έρχονται σε επαφή με έναν πληροφοριοδότη από το FBI που άρχισε να τους δίνει στοιχεία από την έρευνα που είχε τότε τελματώσει.
Οταν έγινε γνωστό από έναν βοηθό του Λευκού Οίκου πως ο πρόεδρος Νίξον είχε εγκαταστήσει ένα σύστημα αυτόματης καταγραφής στα γραφεία του κτιρίου, όλα είχαν πάρει τον δρόμο τους. Παρά τις συνεχείς αρνήσεις του Νίξον να συνεργαστεί με τις έρευνες, η δημοσιοποίηση του «Smoking Gun» αποτέλεσε την ταφόπλακα στη θητεία του Ρόμπερτ Νίξον στην προεδρία των ΗΠΑ αλλά και την πλήρη ολοκλήρωση των ερευνών για το σκάνδαλο Watergate.
Ακολουθήστε το Reader.gr στα Google News για να είστε πάντα ενημερωμένοι για όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.