Μενού
  • Α-
  • Α+

Οι φρικαλεότητες στην Μπούκα είναι η σταγόνα, που ξεχείλισε το ποτήρι της παγκόσμιας κατακραυγής για τα όσα αποδίδονται από την ουκρανική πλευρά στις ρωσικές δυνάμεις εισβολής. Οι μαζικές δολοφονίες αμάχων και οι βασανισμοί, που έχουν αποτυπωθεί στα άψυχα σώματά τους πριν θανατωθούν, οδηγεί σύσσωμη τη Δύση να αποδώσει στο Κρεμλίνο και προσωπικά στον Ρώσο πρόεδρο Βλαντίμιρ Πούτιν την κατηγορία της τέλεσης εγκλημάτων πολέμου. Η στρατιωτική υπηρεσία πληροφοριών του Κιέβου αναγνώρισε στο πρόσωπο του αντισυνταγματάρχη Αζατμπέκ Ομουρμπέκοφ, διοικητή της 64ης Μηχανοκίνητης Ταξιαρχίας των ρωσικών δυνάμεων, που είχαν καταλάβει την περιοχή, τον «χασάπη» της Μπούκα. Το όνομα του αντισυνταγματάρχη Αζατμπέκ Ομουρμπέκοφ θα συμπεριληφθεί στη μαύρη λίστα των εγκληματιών πολέμου δίπλα σε αυτό του Ρώσου συνταγματάρχη Γιούρι Μπουντάνοφ, διοικητή του 160ου Συντάγματος Τεθωρακισμένων, ο οποίος απήγαγε, βίασε, βασάνισε, στραγγάλισε και έθαψε ζωντανή τη 18χρονη Ελζα Κουνγκάγιεβα κατά τη διάρκεια του Δεύτερου Πολέμου της Τσετσενίας. Οι αποτρόπαιες πράξεις του παρασημοφορημένου Ρώσου συνταγματάρχη, που έως τη στιγμή εκείνη θεωρούνταν εθνικός ήρωας, σόκαραν ακόμα και τη ρωσική κοινωνία προκαλώντας έντονες αντιδράσεις. 

Σε αυτό το πλαίσιο, δεν είναι η πρώτη φορά, που η Μόσχα κατηγορείται για εγκλήματα πολέμου καθώς η βαριά αυτή μομφή συνοδεύει τον Ρώσο πρόεδρο από την πρώτη κιόλας στιγμή, που βρέθηκε στην ηγεσία της χώρας του. Ηταν η 9η Αυγούστου του 1999 όταν ο 47χρονος διευθυντής της Ομοσπονδιακής Υπηρεσίας Ασφαλείας της Ρωσίας Βλαντίμιρ Πούτιν διοριζόταν πρωθυπουργός της χώρας από τον τότε πρόεδρο Μπόρις Γιέλτσιν, ο οποίος ουσιαστικά τον έχρισε διάδοχό του. Δύο εβδομάδες αργότερα ξεκινά ο Δεύτερος Πόλεμος της Τσετσενίας με την εκδήλωση της ρωσικής επίθεσης. Τον Οκτώβριο της χρονιάς εκείνης μαιευτήριο στο Γκρόζνι θα γίνει στόχος ρωσικής πυραυλικής επίθεσης. Oπως ακριβώς συνέβη πριν από ένα μήνα με την αεροπορική επιδρομή στο μαιευτήριο της Μαριούπολης. Τουλάχιστον 27 μητέρες με τα νεογέννητά θα σκοτωθούν. Η επίθεση με πυραύλους στο κέντρο της τσετσενικής πρωτεύουσας εκείνη τη μέρα θα αφήσει πίσω της 137 νεκρούς και 260 τραυματίες. Ηταν η δεύτερη φορά, που οι Ρώσοι ισοπέδωναν την πόλη των 500.000 κατοίκων καθώς κατά την πρώτη φάση του πολέμου, που τερματίστηκε το 1996, είχαν σκοτώσει 80.000 Τσετσένους. 

Διαβάστε ακόμη: Πόλεμος στην Ουκρανία - Πεσκόφ: «Αποχώρηση από το Κίεβο για καλύτερες διαπραγματεύσεις - Παραποιημένες οι εικόνες στη Μπούκα»

Αν υπάρχει ένας αξιωματικός, που συμβολίζει τις ρωσικές θηριωδίες, που διαπράχτηκαν στην Τσετσενία, δεν είναι άλλος από τον συνταγματάρχη Γιούρι Μπουντάνοφ. Ο διοικητής του 160ου Συντάγματος Τεθωρακισμένων, βετεράνος του Πρώτου Πολέμου της Τσετσενίας, θεωρούνταν μία σπουδαία στρατιωτική προσωπικότητα στη Ρωσία απολαμβάνοντας το σεβασμό και το θαυμασμό στρατού και κοινωνίας. Του είχε απονεμηθεί το μετάλλιο Θάρρους εξαιτίας της απόφασής του, κόντρα στις διαταγές των ανωτέρων του, να σώσει ρωσικό τάγμα αναγνώρισης 150 στρατιωτών, που είχε πέσει σε ενέδρα, εισβάλλοντας με τα άρματα του συντάγματος του σε απαγορευμένη ζώνη τσετσενικών χωριών, όπου είχαν κυκλωθεί οι ρωσικές δυνάμεις. Η εξουδετέρωση των Τσετσένων μαχητών και η διάσωση του τάγματος αναγνώρισης από βέβαιο θάνατο έκανε το γύρο της Ρωσίας μέσω των τηλεοπτικών σταθμών με Ρώσους στρατιώτες να δηλώνουν υπερήφανοι, που υπηρετούν υπό τις διαταγές του ήρωα διοικητή. 

Στις 26 Μαρτίου του 2000 ο Γιούρι Μπουντάνοφ θέλησε να γιορτάσει τα γενέθλια του πίνοντας βότκα. Τότε ζήτησε από τους στρατιώτες του να του φέρουν την 18χρονη Τσετσένα, που κατά τους μετέπειτα ισχυρισμούς του ήταν ελεύθερη σκοπεύτρια. Πράγματι, οι Ρώσοι στρατιώτες έφτασαν στο χωριό της Ελζα Κουνγκάγιεβα, την έσυραν με τη βία έξω από το σπίτι της και την οδήγησαν ενώπιον του διοικητή τους. Ο συνταγματάρχης, αφού έδιωξε τους υφιστάμενους του, άρχισε να χτυπά την νεαρή για ώρες. Αφού βασανίστηκε και βιάστηκε η Ελζα Κουνγκάγιεβα στραγγαλίστηκε από τον συνταγματάρχη, ο οποίος κάλεσε τότε τους στρατιώτες του να θάψουν το θύμα του. 

Η αγριότητα του εγκλήματος δε μπορούσε να αποσιωπηθεί εξοργίζοντας όχι μόνο τους Τσετσένους αλλά και τους ίδιους τους Ρώσους. Ο συνταγματάρχης τέθηκε υπό κράτηση και από ήρωας μετατράπηκε σε σκληρό δολοφόνο στα μάτια της κοινής γνώμης. Αρχικά κατηγορήθηκε για φόνο και βιασμό ενώ στη συνέχεια οι κατηγορίες, που του απαγγέλθηκαν, αφορούσαν σε απαγωγή, δολοφονία και κατάχρηση εξουσίας. Τα όσα ισχυρίστηκε κατά την ανάκριση του εξόργισαν ακόμα και τους μέχρι τότε υποστηρικτές του. Σύμφωνα με τον ίδιο, η 18χρονη ομολόγησε ότι αισθάνεται μίσος για τους Ρώσους στρατιώτες εξοντώνοντας συμπατριώτες του ως ελεύθερη σκοπεύτρια. Εχοντας αποσπάσει την ομολογία της, όπως υποστήριξε, φώναξε τους άντρες του να την παραλάβουν με το όπλο του να βρίσκεται πάνω στο τραπέζι. Η νεαρή Τσετσένα υποτίθεται ότι άρπαξε το πιστόλι επιχειρώντας να πυροβολήσει τον συνταγματάρχη, ο οποίος τη χτύπησε άγρια. Βέβαια, η ιατροδικαστική εξέταση απέδειξε ότι το κορίτσι όχι μόνο ξυλοκοπήθηκε βάναυσα αλλά και βιάστηκε ενώ τη στιγμή της ταφής της, παρά το ότι ο Γιούρι Μπουντάνοφ την είχε στραγγαλίσει, ήταν ακόμα ζωντανή.

Η φρικιαστική υπόθεση έγινε γνωστή διεθνώς φέρνοντας σε δύσκολη θέση τον Βλαντίμιρ Πούτιν, ο οποίος είχε εκλεγεί στην προεδρία της χώρας του. Η έρευνα για τα όσα διέπραξε ο Ρώσος συνταγματάρχης διήρκεσε τρία χρόνια με αλλεπάλληλες ψυχιατρικές διαγνώσεις να επιχειρούν να ερμηνεύσουν τις εγκληματικές πράξεις του αποδίδοντάς τες σε προσωρινή απώλεια ελέγχου λόγω των σοβαρών τραυματισμών στον εγκέφαλο, που είχε υποστεί στα πεδία των μαχών στην Τσετσενία. Τελικά, το Ανώτατο Δικαστήριο της Ρωσικής Ομοσπονδίας εξέδωσε την απόφαση του τον Ιούλιο του 2003 καταδικάζοντας τον Γιούρι Μπουντάνοφ σε 10ετή κάθειρξη παράλληλα με την καθαίρεσή του από αξιωματικός του ρωσικού στρατού.  

Ο Ρώσος διοικητής, που γεννήθηκε σε στρατιωτική οικογένεια στο Ντονέτσκ και ακολούθησε τη στρατιωτική σταδιοδρομία του πατέρα του σπουδάζοντας στη στρατιωτική ακαδημία του Χαρκόβου, υπέβαλε αρκετά αιτήματα προς τον Ρώσο πρόεδρο ζητώντας μείωση της ποινής του. Οι αναφορές τους δεν έγιναν δεκτές καθώς ο ίδιος είχε κηρυχτεί ως εχθρός του τσετσενικού λαού, οπότε η υπόθεσή του αποτελούσε «αγκάθι» στην προσπάθεια αποκατάστασης των σχέσεων Μόσχας-Γκρόζνι. Παρόλα αυτά, στις αρχές του 2009 ο Μπουντάνοφ αποφυλακίστηκε. Τρεις μέρες μετά την έξοδό του από τις φυλακές ο δικηγόρος της οικογένειας της 18χρονης Ελζα Κουνγκάγιεβα, που είχε παρασταθεί στη δίκη του συνταγματάρχη, Στάνισλαβ Μάρκελοφ, δολοφονήθηκε με μία σφαίρα στο κεφάλι λίγο μετά τη συμμετοχή του σε συνέντευξη Τύπου με θέμα την πρόωρη αποφυλάκιση του Ρώσου πρώην αξιωματικού.   

Οι περιπέτειες όμως του Γιούρι Μπουντάνοφ με τη δικαιοσύνη δεν είχαν τελειώσει μια και οι τσετσενικές αρχές τον κατηγόρησαν εκ νέου ότι είχε εμπλακεί στην απαγωγή και δολοφονία 18 ακόμα πολιτών, εγκλήματα, που δεν επιβεβαιώθηκαν κατά τη ρωσική πλευρά. Στις 11 Ιουνίου του 2011, ο πρώην συνταγματάρχης τεθωρακισμένων εκτελέστηκε με 6 σφαίρες στο κέντρο της Μόσχας. Ο δολοφόνος του, ο οποίος συνελήφθη, φέρεται, σύμφωνα τις ρωσικές αρχές, να ισχυρίστηκε ότι το κίνητρο ήταν η εκδίκηση. Ο δικηγόρος του πάντως υποστήριξε ότι ο πελάτης του δεν παραδέχτηκε ποτέ την ενοχή του, αντιθέτως έπεσε θύμα απαγωγής και βασανίστηκε. Μέχρι σήμερα λοιπόν, οι πραγματικοί λόγοι για τους οποίους ο θρυλικός διοικητής του 160ου Συντάγματος Τεθωρακισμένων, που εξελίχθηκε σε διαβόητο εγκληματία πολέμου, βγήκε από τη μέση παραμένουν ανεξιχνίαστοι. Ο ίδιος είχε αντιληφθεί ότι τον παρακολουθούν, ζήτησε προστασία από τις αρμόδιες εθνικές αρχές, η οποία, βάσει των όσων έχουν αναφέρει οι υποστηρικτές του, ουδέποτε του παρασχέθηκε. Η απάντηση στο μυστήριο αυτό ίσως βρίσκεται στη συνέντευξη, που είχε δώσει ο Γιούρι Μπουντάνοφ, μετά την αποφυλάκισή του παραδεχόμενος ότι δολοφόνησε αλλά όχι ότι βίασε την νεαρή Τσετσένα. «Στην Τσετσενία δεν πήγα μόνος μου. Εκτελούσα εντολές».  

Google News

Ακολουθήστε το Reader.gr στα Google News για να είστε πάντα ενημερωμένοι για όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.