Το 1989 έχει την ίδια αξία για την ιστορία της Ευρώπης όπως ο γαλλικός Διαφωτισμός του 1789. Όπως οι μεταρρυθμιστές του παλαιού καθεστώτος στην Γαλλία, έτσι και ο Γκρομπατσόφ έσπειρε ανέμους και θέρισε θύελλες. Η Ανατολική Γερμανία πλέον μετρούσε μέρες και στις 3 Οκτωβρίου 1990 η Γερμανία ενώθηκε ξανά.
Στη Σοβιετική Ένωση η αποτυχία της περεστρόικα και η επιτυχία της γκλάσνοστ υπονόμευσαν όχι μόνο τα θεμέλια της κομμουνιστικής εξουσίας στις επιμέρους δημοκρατίες αλλά και τον έλεγχο της Μόσχας σε αυτές. Δίνοντας μάχες οπισθοφυλακών σε δύο μέτωπα παράλληλα, ο Γκορμπατσόφ παραλίγο να ανατραπεί από ένα συντηρητικό πραξικόπημα τον Αύγουστο του 1991, το οποίο καταρράκωσε ανεπανόρθωτα το κύρος του. Στο τέλος του 1991 η Σοβιετική Ένωση έπαψε επίσημα να υπάρχει και αντικαταστάθηκε από μια Κοινοπολιτεία Ανεξαρτήτων Κρατών, τα οποία δοκιμάζονταν άγρια από οικονομική κρίση και πολιτική σύγχυση.
Ο Ψυχρός Πόλεμος έληξε με την κατάρρευση των δύο μπλοκς και μιας από τις δύο υπερδυνάμεις. Πλέον, μόνο δύο θεσμοί της ψυχροπολεμικής Ευρώπης επιβίωσαν της κρίσης, το ΝΑΤΟ και η ΕΟΚ. Το ΝΑΤΟ είχε χάσει το νόημα της ύπαρξής του με τη διάλυση του Συμφώνου της Βαρσοβίας και η δύναμη των συμμάχων που υπήρχε στην Δυτική Γερμανία άρχισε να μειώνεται. Παρόλα αυτά, η δύναμη των ΗΠΑ συνέχιζε να αποτελούσε πηγή σταθερότητας για το μέλλον.
Τόσο το ΝΑΤΟ όσο και η Ευρωπαϊκή Κοινότητα ήταν θεσμοί με πολλά προβλήματα και αδυναμίες, κάτι που φάνηκε ξεκάθαρα από την κατάρρευση του Νομισματικού Συστήματος το 1992. Η επόμενη χρονιά όμως ήταν ιδιαίτερα σημαντική για την Ευρώπη. Και αυτό γιατί πλέον είχε επιτευχθεί ο στόχος της κατάργησης όλων των οικονομικών φραγμών μεταξύ των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, όπως η μετακίνηση εργαζομένων καθώς και κεφαλαίων.
Με την όλο και πιο διευρυμένη λίστα υποψηφίων χωρών προς ένταξη η Ευρωπαϊκή Κοινότητα αποκτούσε τον πιο σημαντικό ρόλο στην καρδιά της Ευρώπης μετά από το τέλος του Ψυχρού Πολέμου. Την αρχή έκαναν οι Αυστρία, Σουηδία και Φινλανδία οι οποίες εντάχθηκαν το 1995 αυξάνοντας τον αριθμό των μελών από τις δώδεκα στις δεκαπέντε. Τα πρώην κομμουνιστικά κράτη έκαναν άνοιγμα προς την Δύση ζητώντας να γίνουν πλήρη ή συνδεδεμένα μέλη της ΕΟΚ.
Μετά το 1989 η έννοια της Ευρώπης ως μια ενιαία οντότητα απέκτησε ξανά σημασία. Φάνηκε ξεκάθαρα πως η όποια διαμάχη Δύσης και Ανατολής ουσιαστικά δεν υπήρχε. Η Τουρκία η οποία και δεν μπορούσε να συγκριθεί με χώρες όπως η Γαλλία ήταν μέλος του ΝΑΤΟ.
Στην Ανατολική Ευρώπη οι δύο αυτές έννοιες έβαζαν στο ίδιο καζάνι χώρες όπως η Βουλγαρία - μια χώρα σλαβική ορθόδοξη χριστιανική και με ισχυρούς δεσμούς με την Ρωσία - και η Ουγγαρία (όχι σλαβική χώρα, ρωμαιοκαθολική στο θρήσκευμα η οποία θεωρούσε τον εαυτό της το τελευταίο ανάχωμα μεταξύ Δύσης και Ρωσίας.
Για χρόνια στην Κεντρική Ευρώπη υπήρχε αυτό το δίπολο μεταξύ Δύσης και Ανατολής, αποκρύπτοντας έτσι τους όποιους ιστορικούς δεσμούς είχαν η Ουγγαρία και η Τσεχία με την Γερμανία. Η κατάρρευση του Ανατολικού Μπλοκ δεν έφερε αυτόματα και την ενότητα που κάποιοι πίστευαν.
Η Ανατολική Ευρώπη θα έκανε χρόνια για να μπορέσει να αφήσει πίσω σχεδόν μισό αιώνα καθυστέρησης σε όλα τα κοινωνικά επίπεδα. Οι οικονομικές συνέπειες της επανένωσης της Γερμανίας ήταν τεράστιες. Η δημιουργία μιας κοινωνίας στα δυτικά πρότυπα, ήταν δύσκολη σε χώρες που είχαν συνηθίσει σε μη δημοκρατικές μεθόδους. Στα Βαλκάνια οι κομμουνιστές συνέχιζαν να διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στα κοινά των χωρών.
Αυτό σήμαινε πως η Ευρώπη δεν είχε ξεπεράσει ακόμα τις διαφορές που είχαν δημιουργηθεί μεταξύ Δύσης και Σοβιετικής Ένωσης, αφού οι χώρες αυτές που έβγαιναν από την επιρροή των Σοβιετικών δυσκολεύονταν να αποβάλουν από πάνω τους την κληρονομιά των κομμουνιστικών καθεστώτων.
Ειδικά στην βαλκανική χερσόνησο οι όποιες φιλονικίες που είχαν κρυφτεί κάτω από το χαλί από τους κομμουνιστές ηγέτες βγήκαν στην επιφάνεια. Η διαμάχη Καθολικής και Ορθόδοξης Εκκλησίας αλλά και η σύγκρουση Χριστιανισμού και Ισλάμ σε χώρες όπως η Αλβανία και η Βοσνία απόνερα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας έδειξαν πως το πρόβλημα για την Ευρώπη ήταν εκεί.
Η «αναγέννηση της ιστορίας»
Αυτοί οι λόγοι είναι κάποιοι από τους παράγοντες που οι ιστορικοί ονόμασαν την μετάβαση από τα σκληρά κομμουνιστικά καθεστώτα σε μια ανοικτή δυτικού προτύπου κοινωνία ως «αναγέννηση της ιστορίας». Κινήματα που είχαν κρυφτεί κατά την διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου βγήκαν ξανά στην επιφάνεια, με χαρακτηριστικότερο παράδειγμα τον εθνικισμό.
Διάφορα έθνη άρχισαν να ζητάνε την ανεξαρτησία τους, ένα ζήτημα που είχε προκαλέσει πολέμους τόσο τον 19ο αιώνα όσο και στον 20ό (Βαλκανικοί Πόλεμοι, Α' Παγκόσμιος). Μόνο στην Γαλλία υπήρχε αυτό που λέμε σύνδεση του κράτους με το έθνος, σε αντίθεση με την Ανατολική Ευρώπη, όπου η κατάρρευση τόσο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας όσο και της δυναστείας των Αψβούργων είχε δώσει το δικαίωμα σε διάφορα έθνη να ζητήσουν όλο και πιο έντονα την εθνική τους ταυτότητα και τη συγκρότησή τους σε ανεξάρτητο εθνικό κράτος.
Ο Ψυχρός Πόλεμος είχε παγώσει αυτές τις εθνικές συγκρούσεις οι οποίες κάποιες λύθηκαν ειρηνικά όπως η διάσπαση της Τσεχοσλοβακίας σε Τσεχία και Σλοβακία, ενώ σε άλλες χώρες όπως η Γιουγκοσλαβία χρειάστηκε εμφύλιος πόλεμος για να λυθούν τα όποια εσωτερικά ζητήματα (Σερβία-Κροατία-Βοσνία-Σλοβενία).
Όπως μπορεί να καταλάβει κανείς η μετάβαση αυτή μόνο εύκολη δεν ήταν κι έπρεπε να περάσουν πολλά χρόνια για να ξεπεραστούν όλα αυτά που άφησε πίσω του το δεύτερο μισό του 20ου αιώνα. Μπορεί η δημιουργία δύο στρατοπέδων μετά το τέλος του Β' Παγκοσμίου Πολέμου μπορεί να ήταν μια πηγή σταθερότητας, αλλά παράλληλα ήταν και πηγή καταπίεσης. Το τέλος του Ανατολικού Μπλοκ μπορεί να επανέφεραν την απελευθέρωση αλλά παράλληλα δημιούργησαν και μια σύγχυση.
Και αυτό σημαίνει πως η ευρωπαϊκή ενότητα ήταν περισσότερο μια ιδέα και όχι μια πραγματικότητα.
Πληροφορίες: Ιστορία της σύγχρονης Ευρώπης, T.C.W. Blanning
Ακολουθήστε το Reader.gr στα Google News για να είστε πάντα ενημερωμένοι για όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.