Το ζεϊμπέκικο στην πολιτική, είναι ένδειξη λαϊκότητας, φευγαλέα «απόδειξη» ότι ο πολιτικός που το χορεύει έχει φάει τη ζωή με το κουτάλι. Ακόμα κι αν γεννήθηκε μέσα στη χλιδή. Το ζεϊμπέκικο στις παρέες μας είναι αυτός ο λαϊκός χορός που κάποιοι τον χρησιμοποιούν για φιγούρα μπρος στους κολλητούς τους και άλλοι πραγματικά τον νιώθουν, τον χορεύουν αργά, άτεχνα, γλυκά, σαν βάλσαμο για τις ψυχές τους.
Πριν ασχοληθούμε με τις διάφορες εκδοχές της προέλευσης του ζεϊμπέκικου όπως μας τις έχει δώσει η λαογραφία και όχι μόνο, θα θυμηθούμε την υπέροχη περιγραφή του χορού, από τον θρυλικό λαογράφο/ποιητή, Ηλία Πετρόπουλο.
«Οι νεοελληνικοί αιώνες εγκυμονούσαν τα ρεμπέτικα τραγούδια. Στον έρωτα ο χρόνος ετάχθη υπέρ των ανδρών. Αφότου γεννηθήκαμε ο θάνατος αναμένει. Ήπια τα χίλια πικρά όχι, πριν καταπιαστώ με τα ρεμπέτικα.
Οι χαρές, όπως και οι ηδονές, οδηγούν στην γνήσια θλίψη. Σαν χειρονομίες σφοδρού κοπετού μοιάζουν τα φτερουγίσματα αυτουνών που χορεύουν ζεϊμπέκικο. Ο Γιάννης Τσαρούχης ξέρει γιατί αποκαλεί τον ζεϊμπέκικο Χορό των Χορών. Ίσως, μόνον ένας ερωτευμένος μπορούσε να συντάξει τον επικήδειο των ρεμπέτικων τραγουδιών, πού εξακολουθούν να φαντάζουν σαν μαγικός λουλουδότοπος μακρινός, οριστικά χαμένος και απροσπέλαστος.
Ο νους του ανθρώπου (ισχυρός ως ο έρως, πανίσχυρος ως ο θάνατος) εξακοντίζεται προς το παρελθόν. Η θλίψη αποτελεί την ηχώ των ερωτικών λαϊκών ασμάτων».
Ζεϊμπέκικο, παρουσιάσου
Η επικρατέστερη εκδοχή για την προέλευση του ζεϊμπέκικου, μας ταξιδεύει στα βάθη της Μικράς Ασίας, στα τέλη του 17ου αιώνα, και στο τάγμα των Ζεϊμπεκών. Πρόκειται για συμμορίες ληστών που ζούσαν στα βουνά γύρω από την Προύσα, το Αϊδίνι, τη Σμύρνη και άλλες περιοχές της Μικράς Ασίας.
Οι ζεϊμπέκηδες δρούσαν σαν «Ρομπέν των Δασών» του λαού, κλέβοντας αγαθά και σκαρώνοντας δολιοφθορές σε φοροεισπράκτορες και άλλους μικρό-αξιωματούχους της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, ως και τις αρχές του 20υ αιώνα.
Το όνομα τους, Ζeybek εικάζεται πως αποτελεί ένωση των λέξεων sü και bek, που σημαίνουν «στρατιώτης» και «άρχοντας» αντίστοιχα, στην παλαιότερη τούρκικη καθομιλουμένη. Ο χορός αυτών των ληστών, με κινήσεις που θύμιζαν γεράκια και συχνή χρήση και των ίδιων των σπαθιών τους, ο «ζειμπέκικος», φαίνεται πως έφτασε μέχρι τα μέρη μας, σε μια πιο «μετρημένη» εκδοχή.
Ο ζωγράφος Γιάννης Τσαρούχης σε μια συνομιλία του με τον ρεμπέτη Τάκη Μπίνη έχει υποστηρίξει ότι «οι Ζεϊμπέκηδες ήταν Έλληνες κυρίως από την Μακεδονία και αλλού και Θρακιώτες, που ακολούθησαν τον Μέγα Αλέξανδρο στην εκστρατεία του στα βάθη της Ασίας. Τους ονόμαζαν Ζεϊμπέκια δηλαδή ζωέμπορους και Μακελάρηδες γιατί έσφαζαν ζώα και τα πουλούσαν.
Στο πέρασμα των χρόνων θέλησαν να απαθανατίσουν τον ηρωισμό τους και να διατηρήσουν τις παραδόσεις τους και έτσι δημιούργησαν αυτόν το χορό, το ζεϊμπέκικο, που τον χόρευαν ένας ένας με σπαθιά στα χέρια και πότε πότε και στο στόμα: βγάζοντας μουγκρητά ή αλαλαγμούς, σαν τα σημερινά όπα, άλα, γιάλα και διάφορα άλλα». Σήμερα, υπάρχουν τουλάχιστον 150 είδη ζεϊμπέκικου στην Τουρκία, μεταξύ αυτών το ζεϊμπέκικο του τράγου, το ζεϊμπέκικο του Γιουρούκ Αλι Εφε, που κούτσαινε στο δεξί του πόδι (γι' αυτό όσοι το χορεύουν στηρίζονται στο αριστερό) και πολλά ακόμα.
Ο χορός που σήμερα αποκαλούμε «ζεϊμπέκικο» εικάζεται πως έφτασε στην Ελλάδα από τη Σμύρνη στις αρχές της δεκαετίας του `20 και πως αρχικά αποκαλούνταν «τούρκικος».
Η αρχαιοελληνική εκδοχή
Σύμφωνα με τον μελετητή Σίμωνα Καρά, ο χορός αυτός είναι αρχαιοελληνικός, καθότι ο ρυθμός των 9 βημάτων έχει καταβολές στις Ωδές της ποιήτριας Σαπφούς. Μεταξύ άλλων, ο Καράς έχει τονίσει πως το ζεϊμπέκικο είναι παράδοση νησιώτική, που εντοπίζεται στα νησιά Μυτιλήνη και Χίο, καθώς και στα απέναντι μικρασιατικά παράλια, όπου κατοικούσε η παλαιά «μη τουρκική φυλή των Ζεϊμπεκών».
Μεταξύ άλλων έχει πει «Ο ζεϊμπέκικος, πιο αργός και αξιωματικός, έχει ύφος και ήθος αρρενωπό. Είναι για τους νησιώτες ό,τι τα τσάμικα για τους στεριανούς».
Μια άλλη θεωρία υποστηρίζει ότι ο χορός ξεκίνησε από τη Θράκη στην αρχαιότητα και η ονομασία «ζεϊμπέκικος» προέρχεται από τον συνδυασμό των λέξεων «Ζευς» και «μπέκος», που στα φρυγικά σημαίνει ψωμί. Υποτίθεται ότι συμβολίζει, κατά κάποιο τρόπο, την ένωση του πνεύματος με το σώμα και χορευόταν προς τιμήν της Κυβέλης.
Το ζεϊμπέκικο που έγινε ποπ!
Δεν το είπαμε ποτέ εμείς, αλλά η Σωτηρία Μπέλλου, όταν συνεργάστηκε με τον Διονύση Σαββόπουλο για το δικό του «Ζεϊμπέκικο», ένα μουσικό κομμάτι που γεφύρωσε την ανατολίτικη με την δυτική μουσική, με τρόπο μαγικό.
Αξίζει να θυμηθούμε την πρώτη εκδοχή, όπου ο Σαββόπουλος τραγουδάει μόνος του, σε μια ενορχήστρωση που «προσκυνάει» την ιεροτελεστία του μέτρου των 9/8, με μια γοτθική σχεδόν, ροκ μελαγχολία.
Και ο θρύλος της Ευδοκίας
Ο Γιώργος Κουτούζης, υποδυόμενος το νεαρό λοχία χόρευε ένα ζεϊμπέκικο, ήταν το κομμάτι «Άτακτη» του Μάρκου Βαμβακάρη, καθότι δεν είχε ακόμα γραφτεί η μουσική της ταινίας, και η νεαρία Μαρία Βασιλείου, η Ευδοκία της ομώνυμης ταινίας, παρακολουθούσε με θαυμασμό.
Ύστερα, όταν τον Ιούλιο του 1971 ο σκηνοθέτης Αλέξης Δαμιανός συνάντησε το συνθέτη Μάνο Λοϊζο, η μουσική της «Ευδοκίας» άρχισε να παίρνει σάρκα και οστά.
Στο σπίτι του, δίπλα στη γυναίκα και την κόρη του, ο ρεμπέτης Γιώργος Μουφλουζέλης αρχίζει να παίζει τις πρώτες νότες σε ένα ταλαιπωρημένο, σχεδόν ξεκούρδιστο τζουρά. Με βάση αυτή την αυτοσχέδια πρόβα, ο συνθέτης καλεί κι ένα νεαρό μουσικό, τον 23χρονο Θανάση Πολυκανδριώτη, μαζί με τον Χρήστο Νικολόπουλο για να ηχογραφήσουν ξανά το κομμάτι, μαζί, με τον πρώτο να παίζει μπουζούκι και τον δεύτερο τζουρά.
Ο θρύλος της εποχής λέει πως ο Λευτέρης Παπαδόπουλος προσπάθησε να γράψει στίχους για μια διαφορετική εκδοχή του κομματιού,που θα έμπαινε στο δίσκο «Να 'χαμε, τι να ΄χαμε» του 1972, αλλά εν τέλει, δεν τα κατάφερε να γράψει κάτι ταιριαστό με το μουσικό μεγαλείο του κομματιού.
Με πληροφορίες από: Ηλίας Πετρόπουλος - Τα Ρεμπέτικα Τραγούδια, Wikipedia ("zeybeks").
Ακολουθήστε το Reader.gr στα Google News για να είστε πάντα ενημερωμένοι για όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.