Μενού
paidika xoria SOS
Giorgos Moutafis
  • Α-
  • Α+

Τα τελευταία χρόνια, η προσφυγιά, οι πολεμικές συρράξεις και ο εκφυλισμός της κοινωνίας που τρέφει στα σπλάχνα της μεγάλες ποσότητες βίας, έχουν δημιουργήσει ένα δυσμενές περιβάλλον για πολλά παιδιά στον κόσμο, τα οποία βιώνουν καταπάτηση των δικαιωμάτων τους. Ειδικά τα παιδιά που είναι σε συνθήκες ευαλωτότητας, συνήθως «αντανακλούν» τα κακώς κείμενα του κόσμου και πέφτουν θύματα κακοποίησης. Στη χώρα μας, 7.500 παιδιά κάτω των 5 ετών υποφέρουν από κάποια μορφή βίας κάθε χρόνο, 1 στα 5 παιδιά θα βιώσει τουλάχιστον ένα περιστατικό σεξουαλικής βίας έως τα 18 έτη, ενώ πάνω από 3.000 παιδιά εμπλέκονται σε σεξουαλική εκμετάλλευση στην Αθήνα. Το ερώτημα που προκύπτει, είναι το εξής: Υπάρχει πλέγμα προστασίας για τα δικαιώματα των παιδιών; Ποια είναι τα βήματα για την εξάλειψη της παιδικής κακοποίησης;

«Δεν υπάρχει οργανωμένη εκπαίδευση και ενδυνάμωση των παιδιών, αλλά και των ενηλίκων, όσον αφορά τα δικαιώματα αυτά, τη σημασία τους, και πώς θα τα διεκδικήσουν», λέει στο reader ο Στέργιος Σιφνιός, Διευθυντής Συνηγορίας στα Παιδικά Χωριά SOS, με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα για τα Δικαιώματα του Παιδιού.

Σύμφωνα με τη Διεθνή Σύμβαση για τα Δικαιώματα του Παιδιού, η οποία έχει ψηφιστεί από τα Ηνωμένα Έθνη το 1989 και από την Ελληνική Βουλή το 1992, καθορίζονται τα Δικαιώματα που πρέπει να γίνονται σεβαστά για κάθε παιδί. «Η Σύμβαση στοχεύει να αλλάξει τον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζονται τα παιδιά, χωρίς καμία διάκριση, μετατρέποντάς τα από παθητικούς αποδέκτες φιλανθρωπίας, σε ανθρώπινα όντα με ένα ξεχωριστό σύνολο δικαιωμάτων. Αναγνωρίζει ότι η παιδική ηλικία είναι μία ευάλωτη στιγμή και ότι τα παιδιά χρειάζονται ειδική φροντίδα και προστασία - είναι σημαντικό να υπογραμμίσουμε, και αναφέρεται και στη Σύμβαση, ότι όταν μιλάμε για παιδί, μιλάμε για κάθε άνθρωπο έως 18 ετών. Το πνεύμα της Σύμβασης υπογραμμίζει πως όλα τα δικαιώματα που αναφέρονται στα 52 της άρθρα είναι ουσιαστικά και δε μπορεί να γίνει διάκριση σε ορισμένα από αυτά, ως πιο 'βασικά'. Επίσης, ενώ αυτά τα δικαιώματα είναι εξίσου σημαντικά για όλα τα παιδιά, συχνότερα καταπατώνται για τα πιο ευάλωτα παιδιά», προσθέτει ο ίδιος.

Ποιες είναι οι βασικές αιτίες και οι βασικοί παράγοντες καταπάτησης των δικαιωμάτων των παιδιών;

Στέργιος: Οι αιτίες της μη εφαρμογής της Σύμβασης, άρα και της καταπάτησης δικαιωμάτων των παιδιών είναι δυστυχώς πολλές και διαχρονικές. Σταχυολογούμε ορισμένες: Καταρχάς, υπάρχει διαχρονικό έλλειμα πολιτικής βούλησης, καθώς οι κυβερνήσεις δεν επιθυμούν να θεσμοθετήσουν θεσμικές διαδικασίες και κανόνες, που θα διασφαλίζουν τα δικαιώματα των παιδιών, ιδιαίτερα εκείνα που απαιτούν οικονομικό ή πολιτικό κόστος. Ο σεβασμός των δικαιωμάτων των παιδιών, ιδιαίτερα των πιο ευάλωτων, απαιτεί γενναίες μεταρρυθμίσεις.   

Επιπλέον, ακόμη και όταν υπάρχει η θεσμοθέτηση νόμων ή αποφάσεων και κανόνων με σκοπό την προάσπιση των Δικαιωμάτων του Παιδιού, δεν υλοποιούνται με σωστό τρόπο και η κυριότερη αιτία είναι η υποστελέχωση ή το έλλειμα τεχνογνωσίας των δημόσιων, κυρίως, υπηρεσιών. Ένα σημαντικό παράδειγμα είναι αυτό της λειτουργίας των Κέντρων Κοινότητας, που είναι μια βασική υπηρεσία στην τοπική αυτοδιοίκηση για την υποστήριξη της ευάλωτης οικογένειας, με αποτέλεσμα τα παιδιά να πρέπει να αποχωριστούν τη βιολογική τους οικογένεια, σε μεγάλο βαθμό, λόγω της μη έγκαιρης διάγνωσης και παρέμβασης.

Δεύτερον, ως σημαντικό παράγοντα, αναφέρουμε το έλλειμα κουλτούρας στην Ελληνική κοινωνία, η οποία έχει συχνά συμπεριφορές διάκρισης στη διαφορετικότητα, οι οποίες δημιουργούν προβλήματα στην εφαρμογή των δικαιωμάτων όλων των παιδιών (πχ. στο προσφυγικό). Δεν υπάρχει οργανωμένη εκπαίδευση και ενδυνάμωση των παιδιών, αλλά και των ενηλίκων, όσον αφορά τα δικαιώματα αυτά, τη σημασία τους, και πώς θα τα διεκδικήσουν.

Τρίτον, η εκπαίδευση σε επίπεδο κράτους: όλοι οι εμπλεκόμενοι θεσμοί και επαγγελματίες στο πεδίο της παιδικής προστασίας (εισαγγελείς, αστυνομικές αρχές, εκπαιδευτικοί, κοινωνικές υπηρεσίες κλπ.) οφείλουν να εκπαιδεύονται σταθερά, να γνωρίζουν, αλλά και να έχουν την ευαισθησία της εφαρμογής των Δικαιωμάτων του Παιδιού στην πράξη, στο πεδίο έργου τους, καθημερινά. Δυστυχώς, ούτε αυτό ισχύει σήμερα.  

Υπάρχει σε κρατικό επίπεδο ένα πλέγμα προστασίας ενάντια στην καταπάτηση των δικαιωμάτων των παιδιών; Αν όχι, ποια είναι τα βήματα και οι παρεμβάσεις που πρέπει να γίνουν προς αυτή την κατεύθυνση;

Η Ελληνική πολιτεία έχει θεσπίσει σειρά νόμων, με σκοπό την υποστήριξη Άρθρων της σύμβασης για τα Δικαιωμάτων του Παιδιού (τουλάχιστον ορισμένων). Δυστυχώς, παράλληλα, έχουν θεσμοθετηθεί και νόμοι-αποφάσεις που καταπατούν τα δικαιώματα αυτά, ακόμη και θεσμικά, κυρίως για ειδικές ομάδες πληθυσμού όπως παιδιά πρόσφυγες, παιδιά Ρομά, παιδιά κακοποιημένα κ.ά. Για παράδειγμα, η ελλειμματική εφαρμογή του θεσμού του «Σπιτιού του Παιδιού», για παιδιά θύματα κακοποίησης, αποτελεί μια σοβαρή παράβαση των δικαιωμάτων τους. Το ίδιο συμβαίνει όταν τα περισσότερα παιδιά μειονοτήτων δεν έχουν τη δυνατότητα να πάνε στο σχολείο. Η διαρροή της δικογραφίας περιστατικών κακοποίησης παιδιών είναι άλλη μια σοβαρότατη παράβαση που μένει ατιμώρητη. Δυστυχώς, υπάρχουν πολλά τέτοια παραδείγματα. 

Επιπλέον, υπάρχει μεγάλη καθυστέρηση στη θεσμοθέτηση και την υλοποίηση των νόμων-αποφάσεων που ακολουθούν τις συστάσεις και τις οδηγίες των Ηνωμένων Εθνών και του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου. Αυτές οι συστάσεις δεν είναι υποχρεωτικές για τις χώρες-μέλη, όμως υποστηρίζουν στην πράξη τα Δικαιώματα του Παιδιού και οι περισσότερες χώρες της ΕΕ εφαρμόζουν ήδη σχετικά θεσμικά πλαίσια εδώ και δεκαετίες. Ένα τέτοιο παράδειγμα είναι η Αποϊδρυματοποίηση, που είναι βασική προτεραιότητα για την Ελλάδα, αλλά η εφαρμογή της καθυστερεί ιδιαίτερα στους τομείς της Αναδοχής και της Πρόληψης. Η ιδρυματική φροντίδα των παιδιών χωρίς οικογένεια αποτελεί μια πολύ σκληρή καταπάτηση των δικαιωμάτων τους σε θεσμικό επίπεδο.

Σε ποιο σημείο βρίσκεται η Ελλάδα, σε σχέση πάντα με την Ε.Ε., ως προς την προστασία των παιδικών δικαιωμάτων;

Η Ελλάδα, έστω και καθυστερημένα, έχει κάνει σχετική πρόοδο, όσον αφορά την κατάρτιση νόμων και Εθνικών Στρατηγικών, ιδιαίτερα στον τομέα της Παιδικής Προστασίας, από το 2018 και μετά. Παρόλα αυτά, η Ελλάδα παραμένει ουραγός της Ευρωπαϊκής Ένωσης τόσο σε επίπεδο θεσμικό, όσο και σε επίπεδο εφαρμογής, αλλά και κοινωνικής αντίληψης. Όσον αφορά τα παιδιά χωρίς οικογένεια, που είναι η έμφαση της δικής μας δουλειάς, υστερούμε σημαντικά, τόσο στην εφαρμογή της Αναδοχής, όσο και του σχεδιασμού της Πρόληψης.

Επιπλέον, σε επίπεδο εκπαίδευσης, αλλά και κουλτούρας παιδιών και ενηλίκων για την κατανόηση και τη διεκδίκηση των δικαιωμάτων των παιδιών, έχουμε πολλά να κάνουμε. Νιώθω πως ο περισσότερος κόσμος νομίζει πως η Σύμβαση είναι μια πολυτέλεια ή μια γραφειοκρατία – ενώ αποτελεί θεμελιώδη θεσμική διεκδίκηση πολύ βασικών αρχών της δημοκρατίας μας και απαραίτητο εργαλείο προστασίας όλων των παιδιών, και ιδιαίτερα των πιο ευάλωτων, που είναι προτεραιότητα κάθε κοινωνίας.  

Πόσο σημαντικός είναι ο ρόλος που παίζουν οι φορείς κοινωνικοποίησης - όπως π.χ. το σχολείο - σε ό,τι αφορά την πρόληψη της κακοποίησης; Με ποιους τρόπους θα μπορούσαν να συμβάλλουν στην αποτροπή της;

Στο πλαίσιο της αλλαγής της κουλτούρας στην ελληνική κοινωνία, πρέπει από νωρίς τα παιδιά και οι νέοι να γνωρίσουν τα δικαιώματά τους, το πώς μπορούν να τα διεκδικήσουν και πώς είναι θεσμοθετημένα. Αυτό, μπορεί να γίνει μόνο οργανωμένα, και όχι αποσπασματικά, με την υποστήριξη ενηλίκων που έχουν εκπαιδευτεί για αυτόν τον σκοπό. Παράλληλα, η αλλαγή κουλτούρας περνάει, φυσικά, και από τους ίδιους του γονείς των παιδιών, οι οποίοι επίσης πρέπει να λάβουν υποστήριξη και «εκπαίδευση» για αυτό, πάντα οργανωμένα. 

Όσον αφορά την πρόληψη της κακοποίησης, αλλά κυρίως την έγκαιρη της διάγνωση, οι εκπαιδευτικοί μπορούν - και πρέπει - να παίξουν μείζονα και κομβικό ρόλο. Πολύ συχνά, το σχολείο είναι η μοναδική ευκαιρία για ένα κακοποιημένο παιδί να σωθεί. Όλα τα σχολεία και όλοι οι εκπαιδευτικοί οφείλουν να έχουν, υποχρεωτικά, πρωτόκολλο διαχείρισης και ειδική επαναλαμβανόμενη εκπαίδευση στην κακοποίηση των παιδιών – η οποία συχνά είναι πολύ καλά κρυμμένη. Δε χρειάζεται να εφεύρουμε τον τροχό, τα εργαλεία υπάρχουν και για την Ελλάδα από έγκυρους φορείς: λείπει η πολιτική βούληση για να προχωρήσουμε στα αυτονόητα για την προστασία των παιδιών. Μείζον θεσμικό κομμάτι της έγκαιρης παρέμβασης είναι, φυσικά, οι ψυχοκοινωνικές υπηρεσίες των σχολείων και της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, όπως τα Κέντρα Κοινότητας, τα οποία, δυστυχώς, λειτουργούν υποστελεχωμένα και δεν μπορούν να ανταποκριθούν στο έργο αυτό. 

Σύμφωνα με τον ΠΟΥ, το 25-50% των παιδιών σε παγκόσμια κλίμακα έχει υποστεί σωματική κακοποίηση, ενώ το 20% των κοριτσιών και το 5-10% των αγοριών κακοποιήθηκαν σεξουαλικά. Στη χώρα μας, 7.500 παιδιά κάτω των 5 ετών υποφέρουν από κάποια μορφή βίας κάθε χρόνο, 1 στα 5 παιδιά θα βιώσει τουλάχιστον ένα περιστατικό σεξουαλικής βίας έως τα 18 έτη, ενώ πάνω από 3.000 παιδιά εμπλέκονται σε σεξουαλική εκμετάλλευση στην Αθήνα. Ποιο είναι το πλέγμα παρεμβάσεων που θα πρέπει να γίνει τόσο σε κρατικό όσο και σε κοινωνικό-οικογενειακό επίπεδο για την εξάλειψη της παιδικής κακοποίησης; 

Η αντιμετώπιση της παιδικής κακοποίησης έχει μερικά στάδια, καθένα από τα οποία είναι εξαιρετικά σημαντικό:

Πρόληψη: Για να προλάβουμε την κακοποίηση ενός παιδιού χρειάζεται να υπάρχει η δυνατότητα παρέμβασης στην ευάλωτη βιολογική οικογένεια. Αυτό, μπορεί να γίνει μόνο με διεπιστημονικές κοινωνικές υπηρεσίες στην Κοινότητα, όπως τα Κέντρα Στήριξης Οικογένειας των Παιδικών Χωριών. Η τεχνογνωσία που υπάρχει από την λειτουργία αυτών των Κέντρων σε όλη την Ελλάδα θα μπορούσε να βοηθήσει στη σωστή λειτουργία των Κέντρων Κοινότητας, με την προϋπόθεση της κατάλληλης στελέχωσης τους.

Διάγνωση: Η έγκαιρη διάγνωση – αναγνώριση  της κακοποίησης έχει τεράστια σημασία για την παροχή βοήθειας σε ένα παιδί που μεγαλώνει σε ένα επικίνδυνο για το ίδιο περιβάλλον (οικογενειακό ή κοινωνικό). Η αρχική διαπίστωση, ή έστω υποψία κακοποίησης, απαιτεί δομές, καθώς και ευαισθητοποιημένους επαγγελματίες (πχ εκπαιδευτικούς) και πολίτες. Εργαλεία υπάρχουν (πχ Πρωτόκολλα του Ινστιτούτου Υγείας του Παιδιού), αλλά χρειάζεται να τα γνωρίζουν και να εκπαιδευτούν σε αυτά, όσοι είναι στην πρώτη γραμμή επαφής με τα παιδιά.

Παρέμβαση: Σε ένα περιστατικό κακοποίησης ή υποψίας, η αντίδραση πρέπει να είναι άμεση και απαραίτητα σωστή. Πρέπει να υπάρχουν οι υποδομές για την επείγουσα φροντίδα του παιδιού (κυρίως η αναδοχή και σε έκτακτες περιπτώσεις μια δομή οικογενειακού τύπου φροντίδας) και οι κατάλληλες υπηρεσίες αναγνώρισης και αντιμετώπισης του πραγματικού προβλήματος στην οικογένεια. Η αντιμετώπιση αυτών των προβλημάτων απαιτούν από τους εμπλεκόμενους (Κοινωνικές υπηρεσίες, Εισαγγελείς, αστυνομικές αρχές, δομές φροντίδας) καλή γνώση νόμων και διαδικασιών, ευαισθησία και, κυρίως, διάθεση υποστήριξης των Δικαιωμάτων του Παιδιού. 

Θεραπεία: Σε όποιο πλαίσιο φροντίδας, εκτός βιολογικής οικογένειας, βρεθούν τα παιδιά που έχουν κακοποιηθεί, απαιτείται θεραπευτική παρέμβαση του τραύματος, αποτέλεσμα όσων έχουν υποστεί. Το είδος της θεραπευτικής παρέμβασης θα το αποφασίσουν οι ειδικοί, η πολιτεία όμως θα πρέπει να έχει επαρκή αριθμό κρατικών θεραπευτικών δομών (Κέντρα Ψυχικής Υγείας) που θα μπορούν να ανταποκριθούν γρήγορα και σωστά. Δυστυχώς στην Ελλάδα υπάρχει μεγάλο έλλειμα τέτοιων δομών, που θα μπορούσαν να υποστηρίξουν μια τέτοια παρέμβαση.

Google News

Ακολουθήστε το Reader.gr στα Google News για να είστε πάντα ενημερωμένοι για όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.