Οι γυναικοκτονίες υπήρχαν ανέκαθεν δυστυχώς, στην ελληνική κοινωνία, και ειδικότερα, σε εποχές όπως αυτή του Μεσοπολέμου, οι σχετικές πράξεις ήταν τόσο ειδεχθείς, που γέννησαν ακόμα κι έναν «βρυκόλακα». Ας δούμε την ιστορία του.
Ο Πέτρος Κουλαξίδης είχε γεννηθεί το 1880 στον Καύκασο. Η εγκληματική του δράση ξεκίνησε στα μέσα της δεκαετίας του 1910, την εποχή που είχε συνάψει σχέση με πλούσια Ρωσίδα. Όταν η γυναίκα αυτή του ζήτησε διαζύγιο, ο Κουλαξίδης τη δολοφόνησε.
Στη συνέχεια, σύναψε δεσμό και με νεαρή χορεύτρια, τη Μαρούσκα. Αφού κατασπατάλησε τα χρήματα της, την ώθησε στην πορνεία. Σύντομα χάθηκαν τα βήματα της. Για να καλύψει τα ίχνη του, ο Κουλαξίδης ήρθε στην Ελλάδα.
Πρώτα έζησε στην Καβάλα. Στη συνέχεια, μετακινήθηκε σε διάφορα χωριά ανά την κεντρική και βόρεια Ελλάδα. Και η επόμενη γυναίκα της ζωής του, δεν είχε καλύτερη τύχη. Η Κυριακούλα γνώρισε τον Πέτρο, όταν εκείνος ζούσε σε ένα χωριό, λίγο έξω από το Κιλκίς. Όταν ένας συγχωριανός του είδε «κάτι» να συμβαίνει ανάμεσα στην Κυριακούλα και τον Κουλαξίδη, και έκανε καυγά μαζί του, εκείνος του προκάλεσε σοβαρά τραύματα.
Η αστυνομία μπήκε στη μέση και τους χώρισε, και ο Κουλαξίδης μπήκε φυλακή. Η ποινή ήταν 3,5 χρόνια, όμως λόγω καλής διαγωγής, αποφυλακίστηκε πολύ νωρίτερα. Η νεαρή κοπέλα, όταν συνάντησε τον Πέτρο, ως δια μαγείας, βρέθηκε νεκρή. Ο ίδιος ισχυρίστηκε, με τρόπο κυνικό, πως μάλλον, μόλις τον είδε, έπαθε απ' τη χαρά της ανακοπή καρδιάς.
Έξι μήνες κράτησε το πένθος του Κουλαξίδη, που βρήκε νέα γυναίκα, τη Δέσποινα, η οποία ήταν κόρη του παπά του χωριού. Ο γάμος τους έληξε άδοξα, όταν η Δέσποινα πέθανε, έχοντας υποφέρει από φρικτούς πόνους στην κοιλιά. Ο Πέτρος διέδωσε πως είχε όγκο στο στομάχι.
Λίγους μήνες μετά, ο Πέτρος είχε μετοικίσει στο Χαμηλό, ένα χωριό του Κιλκίς κοντά στη Βουλγαρία. Εκεί είχε γνωρίσει την Ευθυμία. Η συνύπαρξη τους δεν διήρκεσε παρά μερικούς μήνες. Η Ευθυμία βρέθηκε δολοφονημένη μέσα σε καταφύγιο πολέμου. Τα σημάδια στο σώμα της έδειχναν πως είχε στραγγαλιστεί.
Αυτός δεν ήταν ένας θάνατος από φυσικά αίτια. Όμως, την ίδια στιγμή που η αστυνομία σε έρευνες της, έβρισκε ένα ματωμένο μαχαίρι, καθώς και ρούχα και φωτογραφίες αγνώστων γυναικών στο σπίτι όπου ζούσε η Ευθυμία, ο σύντροφος της ήταν άφαντος.
Ο Κουλαξίδης είχε βάλει σε εφαρμογή το μοτίβο της επιβίωσής του. Είχε κρυφτεί σε άλλο χωριό και είχε ήδη γνωρίσει μια άλλη γυναίκα, τη Θεοδοσία. Με συνοπτικές διαδικασίες είχαν λογοδοθεί. Όμως ο πατέρας της κοπέλας ήταν καχύποπτος. Δεν ήξερε πολλά για τη ζωή αυτού του νέου, που είχε εμφανιστεί στα ξαφνικά στο χωριό τους και ζητούσε το χέρι της κόρης του. Βγήκε στο δρόμο κι άρχισε να κάνει επισκέψεις σε φίλους και γνωστούς σε γειτονικά χωριά.
Ρωτούσε αγρότες, αστυνομικούς, κόσμο άγνωστο, αν ξέρει τον Κουλαξίδη. Για καλή του τύχη, ένας σταθμάρχης ήξερε την περίπτωση του. Ο πατέρας της Θεοδοσίας γύρισε σπίτι με ξεχωριστή παρέα. Το καλοκαίρι του 1930, ο Πέτρος Κουλαξίδης βρισκόταν επιτέλους, αντιμέτωπος με τη δικαιοσύνη.

Κατά την ακροαματική διαδικασία που διήρκεσε αρκετούς μήνες, ο δράσης παραδέχτηκε τον φόνο, υποστηρίζοντας πως το έκανε «για λόγους τιμής», πιστεύοντας πως η Ευθυμία τον απατούσε. Τα δημοσιεύματα της εποχής τον περιέγραφαν ως «ατάραχο» καθώς ομολογούσε την πράξη του.
Στη δίκη κατέθεσε και η θεία του, που τον χαρακτήρισε «κρυψίνου» και αποκάλυψε πως παρουσίαζε εμμονικές συμπεριφορές με τις γυναίκες. Σύντομα, προέκυψαν στοιχεία και για τη δολοφονία μιας πόρνης στη Λάρισα, που συνδεόταν με τον Κουλαξίδη.
Ένα ολόκληρο γαϊτανάκι ενδοοικογενειακής βίας, κακοποιήσεων και δολοφονιών, πλέχθηκε γύρω από τον 50χρονο άντρα, που προσπαθούσε να διατηρήσει ύφος «ατσαλάκωτου».
Απόσπασμα από την απολογία του Κουλαξίδη:

Κουλαξίδης: «Έφυγα στο Χαμηλό να βρω δουλειά και εκεί βασανιζόμουν από τον καημό μου. Τότε σκέφτηκα να σωφρονίσω μια για πάντα την γυναίκα μου. Πήγα κι έφερα από την Καρατζόβα την Μαρία Πετρίδου και την άφησα στο μύλο του θείου μου. Κατόπιν πήγα στο Χέρσοβο και πήρα την Ευθυμία και την έφερα στο Χαμηλό.
Πρόεδρος δικαστηρίου: «Ήθελες να έχεις δύο γυναίκες μαζί».
Κ: «Όχι, είχα το σχέδιο μου».
Π: «Να το ακούσουμε».
Κ: «Μόλις φτάσαμε με την Ευθυμία στο Χαμηλό άφησα κατά μέρος τον ξάδελφο μου και τον γιό μου και πήρα τη γυναίκα μου για να της μιλήσω ιδιαιτέρως. Την πήγα μέσα στο αμπρί (καταφύγιο πολέμου) και άρχισα να την ελέγχω για την κακή της διαγωγή και για να την τρομοκρατήσω, της είπα ότι αν δεν αλλάξει ζωή, θα την χωρίσω και θα πάρω μια γυναίκα που έφερα από την Καράτζοβα (προηγούμενη ονομασία του Αλμωπού).
Αλλά η Ευθυμία όχι μόνο δεν ήθελε να ακούσει, αλλά νευρική όπως ήταν, άρχισε να με βρίζει και να με απειλεί. Τότε αγρίεψα κι εγώ, και ζαλισμένος από το μεθύσι, τη χτύπησα με μια γροθιά και τη σκότωσα χωρίς να θέλω».
Π: «Καλό το παραμυθάκι σου αυτό, αλλά το μαντήλι που βρέθηκε στο λαιμό της δολοφονηθείσης, τι ήταν;»
Κ: «Δεν ξέρω».
Π: «Αν δεν είχες σκοπό να σκοτώσεις την Ευθυμία παρά να την νουθετήσεις, τότε γιατί την πήγες στο αμπρί και δεν τη νουθέτησες μπροστά στο θείο σου το μυλωνά και τον ξάδελφο σου;»
Κ: «Έτσι μου έκοψε τότε».
Το τέλος

Πέντε γάμοι που κατέληξαν σε ισάριθμους θανάτους. Ο Κουλαξίδης δεν κέρδισε άδικα το ψευδώνυμο «Βρυκόλακας» από τις εφημερίδες της εποχής. Ήταν ένας αμετανόητος σαδιστής, που αντιμετώπιζε τα θύματα του χωρίς έλεος. Δεν του αναγνωρίστηκαν ελαφρυντικά. Στις 3/8/1932, σώμα κομιτατζήδων τουφεκιοφόρων τον εκτέλεσε.
Αξίζει να τονίσουμε ότι ο Κουλαξιδης το βράδυ πριν το θάνατο του, βρισκόταν στο κελί του και τραγουδούσε δυνατά, παραδοσιακά ελληνικά και τούρκικα τραγούδια, αλλά και τον ύμνο του κόμματος του Βενιζέλου. Όταν ρωτήθηκε αν ήθελε να γράψει επιστολή προς τους συγγενείς του, έγραψε δύο λόγια και ύστερα άρχισε να βρίζει εν χορώ τους δημοσιογράφους.

Ακολουθήστε το Reader.gr στα Google News για να είστε πάντα ενημερωμένοι για όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.