Ελεύθερος με περιοριστικούς όρους αφέθηκε ο αστυνομικός που πυροβόλησε και σκότωσε τον 17χρονο Χρήστο στη Βοιωτία. Ο ίδιος φέρεται να ισχυρίστηκε στην απολογία του στον ανακριτή ότι ο πυροβολισμός ήταν ακούσιος και ότι δεν τράβηξε ο ίδιος τη σκανδάλη.
Συγκεκριμένα, ο ίδιος, σύμφωνα με την εκπομπή Tlive του Alpha, φέρεται να είπε για τον 17χρονο Χρήστο: «πιθανότατα από φόβο, λόγω του ότι το όπλο ήταν πολύ κοντά του, έκανε τη μοιραία κίνηση, με το εξωτερικό μέρος της παλάμης του και φέρνοντας το χέρι του μπροστά στην κάννη, απώθησε με βίαιο τρόπο το όπλο μου, με αποτέλεσμα αυτό να εκπυρσοκροτήσει, γιατί αυτή η βίαιη κίνησή του προκάλεσε την ενεργοποίηση της σκανδάλης, χωρίς εγώ ποτέ να την πατήσω».
«Δεν μπορούσαμε να δούμε στο εσωτερικό του αυτοκινήτου» λέει ο αστυνομικός
Μεταξύ άλλων, ο αστυνομικός φέρεται να υποστήριξε στην απολογία του: «Ακριβώς στη συμβολή των δύο αυτών δρόμων εγκλωβίστηκε για λίγο, καθώς αριστερά και δεξιά του υπήρχαν σταθμευμένα αυτοκίνητα, ενώ ακριβώς μπροστά του είχε μόλις σταματήσει άλλο αυτοκίνητο, το οποίο και τού ανέκοψε την πορεία.
Αμέσως σταμάτησα ακριβώς πίσω από το ύποπτο όχημα, ευρισκόμενος σε απόλυτη διέγερση και έχοντας τεταμένη την προσοχή μου στον υπέρτατο βαθμό, λόγω του ότι το περιστατικό είχε χαρακτηριστεί απόλυτα υψηλού κινδύνου και για αυτό είχαν ενεργοποιηθεί να έρθουν προς το μέρος μας όλες οι διαθέσιμες αστυνομικές δυνάμεις της Δ.Α Βοιωτίας».
Ο αστυνομικός συνέχισε: «Ακόμα και όταν σταματήσαμε και από απόσταση λίγων μέτρων, ήταν αδύνατο να δούμε στο εσωτερικό του αυτοκινήτου πόσοι ήταν οι επιβάτες, τι ηλικίας ήταν, αν ήταν οπλισμένοι ή όχι και το κυριότερο, ποια ήταν η προσωπικότητά τους, αν δηλαδή ήταν εγκληματίες ή όχι.
Με αυτές τις σκέψεις κατέβηκα αυτόματα από το υπηρεσιακό αυτοκίνητο, αφήνοντας τον συνάδελφό μου να με καλύπτει και να εξασφαλίσει και την ασφάλεια του υπηρεσιακού αυτοκινήτου, αφού δεν γνωρίζαμε εάν αυτοί που θα αντιμετωπίζαμε ήταν μόνο επιβάτες του συγκεκριμένου αυτοκινήτου ή εφόσον ήταν επικίνδυνοι κακοποιοί, μας είχαν παγιδεύσει σε συγκεκριμένο σημείο, όπου θα τους περίμεναν πιθανοί συνεργοί τους.
Κινήθηκα προς την πλευρά της πόρτας του οδηγού, φωνάζοντας δυνατά "αστυνομία", "σβήσε το", "κατέβα κάτω", "σταμάτα", χωρίς να έχω ακόμα βγάλει από τη θήκη του το όπλο μου».
«Στην ανοιχτή θήκη της πόρτας του οδηγού βρέθηκε ένα επικίνδυνο όπλο με τη μεγάλη λάμα»
Επιπλέον, ο αστυνομικός υποστήριξε: «Όταν ο οδηγός αγνόησε τις σαφείς εντολές μου, αναγκάστηκα, επειδή το όχημα ήταν εγκλωβισμένο και ήταν η μοναδική μου ευκαιρία να τον ακινητοποιήσω, καθώς έδειχνε διάθεση να διαφύγει πάλι, θέτοντας σε κίνδυνο τη ζωή μου, αφού θα μπορούσε ο οδηγός να είναι ένοπλος και να με πυροβολήσει, να κινηθώ από το πίσω μέρος του αυτοκινήτου, χωρίς να κρατάω όπλο αρχικά, να χτυπήσω με το χέρι μου το τζάμι της πόρτας του οδηγού, απαιτώντας για άλλη μία φορά να σβήσει τη μηχανή να ανοίξει την πόρτα και να εξέλθει του αυτοκινήτου».
Ακόμα είπε: «Όταν και για δεύτερη φορά ο οδηγός του ύποπτου οχήματος αδιαφόρησε για τις εντολές μου, (όπως ακούγεται στο βίντεο - ηχητικό ντοκουμέντο, στο οποίο ενώ ακούγονται οι εντολές μου, παράλληλα ακούγεται να είναι αναμμένη η μηχανή του ύποπτου αυτοκινήτου και μάλιστα ακούγονται μαρσαρίσματα) και επειδή δεν μπορούσα να δω πόσα άτομα ήταν μέσα στο αυτοκίνητο, αφού παρά τα φώτα τα τζάμια ήταν κατάματα και δεν έβλεπα τίποτα, έβγαλα το υπηρεσιακό μου όπλο από τη θήκη, το οποίο δεν έχει ασφάλεια, με το δεξί μου χέρι, το όπλισα και συνέχισα να φωνάζω στον οδηγό να βγει έξω και να σβήσει τη μηχανή».
Ο αστυνομικός ανέφερε επίσης: «Μετά από αρκετά δευτερόλεπτα, δεν μπορώ να υπολογίσω πόσα ακριβώς, λόγω και της έντασης των στιγμών, με το αριστερό μου χέρι άνοιξα την πόρτα του οδηγού και για πρώτη φορά είδα, όσο μπορούσα να δω μέσα στο σκοτάδι, ότι στη θέση του οδηγού ήταν ένας άντρας που εκείνη τη στιγμή δεν μπορούσα να υπολογίσω την ηλικία του, ούτε τη σωματική του διάπλαση, αλλά ο οποίος είχε στοιχεία επικινδυνότητας, όπως αυτό αποδεικνύεται από το γεγονός το οποίο προέκυψε αργότερα, κατά την έρευνα στο αυτοκίνητο, κατά την οποία στην ανοιχτή θήκη της πόρτας του οδηγού βρέθηκε ένα επικίνδυνο όπλο με τη μεγάλη λάμα».
Συνέχισε δε λέγοντας: «Στη δε ανοιχτή θήκη της πόρτας του συνοδηγού βρέθηκε ένα μεγάλο κατσαβίδι. Αφού λοιπόν άνοιξα την πόρτα του οδηγού και, έχοντας λάβει προφυλάξεις, ούτως ώστε το σώμα μου να βρίσκεται εκτός του ανοίγματος της πόρτας του οδηγού και συγκεκριμένα στο σημείο που χωρίζεται η πίσω από την μπροστινή πόρτα και κρατώντας στο δεξί μου χέρι το υπηρεσιακό όπλο, επανειλημμένα φώναζα "αστυνομία", "κατέβα κάτω"».
«Η βίαιη κίνησή του προκάλεσε την ενεργοποίηση της σκανδάλης, χωρίς εγώ ποτέ να την πατήσω»
Ακόμα, ο αστυνομικός ισχυρίστηκε: «Με το αριστερό μου χέρι άρπαξα τον αείμνηστο από το δεξιό ώμο, σκύβοντας μέσα στο αυτοκίνητο, αφού αντιστεκόταν και αρνιόταν να εξέλθει του αυτοκινήτου. Σε αυτό το σημείο ο αείμνηστος είχε πλέον με το πάνω μέρος του σώματός του στραφεί σε μία θέση με κλίση αριστερά εμπρός - σκύψιμο και ενώ το δεξί μου χέρι, που κρατούσε το όπλο, βρισκόταν πολύ κοντά, σε απόσταση περίπου 50 - 60 εκατοστών από το σώμα του αειμνήστου μέσα στο αυτοκίνητο, ενώ συγχρόνως συνέχισα να τον τραβώ από τον ώμο για να τον βγάλω έξω, σε εκείνο το χρονικό σημείο που το σώμα του κινούμενο πλησίασε το δεξί μου χέρι, εκείνος, πιθανότατα από φόβο, λόγω του ότι το όπλο ήταν πολύ κοντά του, έκανε τη μοιραία κίνηση, με το εξωτερικό μέρος της παλάμης του και φέρνοντας το χέρι του μπροστά στην κάννη, απώθησε με βίαιο τρόπο το όπλο μου, με αποτέλεσμα αυτό να εκπυρσοκροτήσει, γιατί αυτή η βίαιη κίνησή του προκάλεσε την ενεργοποίηση της σκανδάλης, χωρίς εγώ ποτέ να την πατήσω».
«Για αυτό άλλωστε, όπως προκύπτει από το βίντεο - ηχητικό ντοκουμέντο, η ανθρώπινη αντίδρασή μου είναι η με ουρλιαχτά και λυγμούς φράση "τι έκανες ρε φίλε". Δυστυχώς, το όλο συμβάν οφείλεται σε μία τραγική συγκυρία, αφού εάν η κάννη του όπλου είχε, μετά την ενέργεια του αειμνήστου θύματος μετατοπιστεί, έστω και για ένα εκατοστό πιο εκεί, το αποτέλεσμα θα ήταν διαφορετικό και θα τον είχαμε κοντά μας», ανέφερε επίσης ο αστυνομικός.
Καταληκτικά είπε: «Με το που άκουσα τον πυροβολισμό γύρισα ενστικτωδώς για να δω από πού προήλθε και γυρνώντας ξανά είδα τον οδηγό αιμόφυρτο, οπότε εγώ, ευρισκόμενος σε κατάσταση σοκ και κλαίγοντας φώναζα "φίλε τι λες;", "σε παρακαλώ...", "φίλε...", "τι λες;", "όχι Θεέ μου, δεν μπορώ... όχι δεν μπορώ", "γιατί Θεέ δεν βγήκε έξω;", "γιατί το αμάξι δεν σταμάτησε, γιατί δεν σταμάτησε ρε φίλε, γιατί ρε Θεέ μου;"».
Ακολουθήστε το Reader.gr στα Google News για να είστε πάντα ενημερωμένοι για όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.