Παλαιότερα, σε μια άλλη Αθήνα, με πιο αργούς ρυθμούς και με τους ανθρώπους να μην είναι κολλημένοι σε μια οθόνη κινητού, στο κέντρο της πρωτεύουσας, «ανθούσε» ένα «επάγγελμα» πολύ διαφορετικό απ' όλα τα άλλα και ολίγον τι... παράνομο. Ο παπατζής είναι ένα «άθλημα» που άνθισε στους κεντρικούς δρόμους της Αθήνας τις δεκαετίες του 60 και το 70. Υπήρχε και μετά και συνεχίζει να υπάρχει και σήμερα αλλά πλέον πολύ σπάνια θα συναντήσεις έναν παπατζή. Ποιος τσιλιαδόρος άλλωστε μπορεί να νικήσει σε γρηγοράδα τις μηχανές της αστυνομίας; Εδώ πλέον δεν έχουμε με κάποιον «πολιτσμάνο». Επιπλέον, ο κόσμος έμαθε τα κόλπα και σταμάτησε να «τσιμπάει».
Σε εκείνα τα χρόνια ένα από τα καλύτερα πόστα ήταν η οδός Κωνσταντίνου, κοντά στην πλατεία Καραΐσκάκη, διότι εκεί κοντά ήταν ο σταθμός Λαρίσης και άρα είχε πολλούς επαρχιώτες που ερχόντουσαν στην πρωτεύουσα με το πορτοφόλι γεμάτο. Επίσης, καλά σημεία θεωρούνταν η πλατεία Κουμουνδούρου, η Αθηνάς, η πλατεία Κάνιγγος, η Ομόνοια, η Μενάνδρου, η Πειραιώς, η Κλεισθένους, η Ζήνωνος και η περιοχή του δημαρχείου. Πολλές φορές χύθηκε αίμα για το καλύτερο πόστο. Πολλά τα θύματα. Η γνωστότερη από τις ιστορίες είναι αυτή με τον διαβόητο Σαλονικιό ο οποίος μαχαίρωσε και σκότωσε έναν παπατζή όταν διαπίστωσε πως του είχε «φάει» το πόστο.
Πώς στηνόταν το κόλπο
Περπατούσες αμέριμνος στο κέντρο της πόλης και ξαφνικά έβλεπες μπροστά σου ένα μπουλούκι ανθρώπων που περιστοίχιζε κάποιον. Πάντα κάπου εκεί κοντά υπήρχε και αυτός που καθόταν σε μια επίκαιρη θέση και με τα μάτια του «σάρωνε» ολόκληρη την περιοχή. «Πω, πω, ρε τον έχουν μαδήσει τον άνθρωπο. Όλα τα λεφτά του έχουν πάρει. Το παίζει και επαγγελματίας», έλεγε φωναχτά κάποιος «δήθεν» περαστικός.
Πλησίαζες και προσπαθούσες να δεις τι κοιτάνε τόσο συνωμοτικά όλοι αυτοί οι άνθρωποι. Και τότε σου ερχόταν παρέα. «Μεγάλε, εδώ γίνεται καλό παιχνίδι. Είσαι»;Τι να «είμαι»; Μέχρι να ανοίξει λίγο ο χώρος και να δεις πως ένας κύριος έχει στα χέρια του τρία χαρτιά τράπουλας και κάνει διάφορα ταχυδακτυλουργικά. Τη μια ανακατεύει τα χαρτιά αργά. Την άλλη πιο γρήγορα. Την τρίτη προσπαθεί να αποσπάσει το βλέμμα του «παίχτη» και να τον κάνει να χάσει την αυτοσυγκέντρωσή του. Και όσο προσπαθείς να καταλάβεις τι γίνεται και κυρίως τι προσπαθεί να κάνει αυτός ο τύπος, έχεις και τον άλλο να σου ψιθυρίζει στ’ αυτιά: «μπες ρε! Εύκολα λεφτά. Θα τα πάρεις. Αφού ξέρεις. Είδες που είναι ο παπάς. Πάρ’ τα μωρέ»!
Και κάπου εκεί αρχίζουν να ξεκαθαρίζουν τα πράγματα. Ο πρώτος κύριος με το περίεργο βλέμμα είναι ο τσιλιαδόρος. Είναι αυτός που περίμενε στη γωνία και σήμαινε συναγερμό όταν εμφανιζόταν στο πεδίο του ο «πολιτσμάνος». Ο δεύτερος κύριος που περνούσε από δίπλα σου, δήθεν τυχαία, ήταν ο κράχτης. Ήταν αυτός που σου άναβε την περιέργεια, ώστε να πλησιάζεις ακόμα πιο κοντά στην παγίδα που είχε στηθεί πάνω σε ένα χαρτόκουτο. Ο τρίτος κύριος που σου έπιανε την κουβέντα, ήταν ο αβανταδόρος που σου «πιπίλαγε» το μυαλό να βάλεις τα λεφτά σου σε ένα παιχνίδι στημένο.
Ο τέταρτος και τελευταίος κύριος, δε χρειάζεται ιδιαίτερες συστάσεις. Είναι ο «εδώ παπάς, εκεί παπάς, που είναι ο παπάς»; Κι αν στο τέλος δεν μπορούσες να βρεις τον παπά, δεν πρέπει να έχεις παράπονο. Είχες βρει τον παπατζή.
Τσιλιαδόροι, κράχτες, αβανταδόροι και παπατζήδες, έστηναν το κόλπο τους πάνω σε ένα χαρτόκουτο. Το μόνο που χρειάζονταν ήταν τρία τραπουλόχαρτα (ιδανικά το ένα θα έπρεπε να ήταν ρήγας, αλλά και ο κόκκινος άσσος δεν ήταν κακός) και ένα θύμα. Ένα «ψάρι» το οποίο θα τσιμπούσε στο δόλωμα και θα θεωρούσε πως μπορεί να κερδίσει εύκολο χρήμα.
Τα «άχαστα» κόλπα
Στο πόκερ υπάρχει ένα «νόμος» που λέει: κάτσε σε ένα τραπέζι, κοίτα προσεκτικά γύρω σου. Αν μέσα στα επόμενα δυο λεπτά δεν έχεις βρει το κορόιδο σήκω και φύγε. Το κορόιδο είσαι εσύ! Αν τον ήξεραν περισσότεροι αυτόν τον «νόμο» θα είχε σωθεί κόσμος και κοσμάκης. Ειδικά από τους παπατζήδες. Όλοι αυτοί οι κύριοι, άλλωστε, δεν μαζευόντουσαν εκεί για να χάσουν. Εσύ θα έχανες. Απλά σε έκαναν να νομίζεις πως μπορείς να κερδίσεις. Και αυτό ήταν το πρώτο τους κόλπο.
Ο παπατζής ανακάτευε τα χαρτιά με τέτοιο τρόπο ώστε η μοναδική περίπτωση να μη δεις που είναι ο παπάς, ήταν να είσαι τυφλός. Ένας από τους αβανταδόρους, έβαζε πάνω από το χαρτί που θεωρούσε πως είναι ο παπάς, ένα χαρτονόμισμα. Πήγαιναν κι έρχονταν παλιά τα πεντοχίλιαρα. Ο παπατζής το γυρνούσε και «να πληρωθεί ο κύριος». Ξαναέπαιζε ο αβανταδόρος και ξανακέρδιζε. Και όλο και σε έψηνε ο άλλος αβανταδόρος να «μπεις». Και το σκεφτόσουν εσύ. Και έμπαινες. Και κέρδιζες. Και γλυκαινόσουν. Μέχρι που κάποια στιγμή έχανες και ήθελες να ρεφάρεις. Και όσο περισσότερο έπαιζες, τόσο περισσότερο έχανες και στο τέλος έφευγες από εκεί «μαδημένος».
Κόλπα για να σου τα πάρουν, υπάρχουν πολλά. Ίσως πάρα πολλά. Κανένα από αυτά, ωστόσο, δεν κρύβει από πίσω του κάποιο… δράκο. Όλα είναι εξαιρετικά απλά και έχουν να κάνουν με την ταχυδακτυλουργία, την ψυχολογία και τη διάσπαση της προσοχής του υποψήφιου θύματος.
Από τα γνωστότερα κόλπα είναι το τσάκισμα της άκρης του χαρτιού αλλά το σημαντικότερο είναι το λεγόμενο «μεξικάνικο γύρισμα» το οποίο είναι επί της ουσίας είναι ένα ταχυδακτυλουργικό μέσω του οποίου ο παπατζής με μία γρήγορη κίνηση έχει τη δυνατότητα ακόμα και μετά την επιλογή του χαρτιού από το θύμα να τα αλλάξει και να βάλει στη θέση του ένα άλλο. Και επειδή το συγκεκριμένο κόλπο είναι «άχαστο» αν για κάποιο λόγο κάποια στιγμή αποφασίσετε να παίξετε, ζητήστε να γυρίσετε εσείς τα χαρτιά.
Ο παπατζής θα καταλάβει ότι το θύμα ναι μεν τσίμπησε αλλά δεν αστειεύεται, οπότε και θα βάλει το plan b σε εφαρμογή, το οποίο δεν είναι άλλο από το να κλωτσήσει δήθεν νευριασμένος το χαρτόκουτο, το στοίχημα να χαλάσει, να τα μαζέψει και να φύγει.
Αν πάντως, κάποια στιγμή βρεθείτε μπροστά σε κάποιον «παπατζή» να θυμάστε, πάντα, τη συμβουλή που έδιναν οι παλαιότεροι: «Ο μόνος τρόπος για να κερδίσεις τον παπατζή είναι να… μην παίξεις μαζί του».
Ακολουθήστε το Reader.gr στα Google News για να είστε πάντα ενημερωμένοι για όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.