Κάθε πρωί που θα ξυπνούσε, θα διάβαζε τα παιχνίδια της ημέρας και θα τοποθετούσε τα τζογαρίσματα. Όσο η μέρα κυλούσε, τσέκαρε συνεχώς τα σκορ, για να παίξει τα βραδινά και μεταμεσονύχτια παιχνίδια. Ακόμα και σε περιόδους που δεν είχε εγχώριους αγώνες, έψαχνε τα ποδοσφαιρικά γεγονότα άλλων χωρών, για να μπορεί να παίξει.
Έτσι περιγράφει την καθημερινότητά του.
«Η δική μου εξάρτηση ήταν το στοίχημα που έπαιζα σε ποδοσφαιρικούς αγώνες. Μέχρι να μπω σε πρόγραμμα απεξάρτησης, δεν πίστευα ότι έχω πρόβλημα, θεωρούσα απλά τον εαυτό μου χομπίστα, έναν άνθρωπο που συμπλήρωνε το εισόδημά του και έκανε την πλάκα του.
Όμως, από ένα σημείο και μετά, έψαχνα αφορμές να παίζω. Όταν είχα μεγάλη χαρά, θα έπαιζα για να το γιορτάσω, όταν είχα στεναχώρια ή θυμό, θα έπαιζα γιατί έτσι θεωρούσα ότι ξεσπούσα», λέει στο reader ο 36χρονος Βασίλης, ο οποίος πια έχει καταφέρει να αφήσει αυτό το κομμάτι της ζωής του στο παρελθόν.
«Η πρώτη μου επαφή με το τζόγο, ήρθε όταν ήμουν φαντάρος. Κάτι σύνηθες, γιατί στο στρατό υπάρχει πολύς κόσμος που παίζει για να περνά η ώρα. Όμως, τότε είχα χάσει χρήματα και επειδή δεν είχα οικονομική άνεση λόγω του φανταρικού, σταμάτησα.

Η έντονη επαφή μου με το τζόγο, ξεκίνησε τέσσερα χρόνια πριν. Κέρδισα μερικά χρήματα και, σκεπτόμενος ότι βρήκα καλό σύστημα με λίγα λεφτά, γλυκάθηκα. Σε συνδυασμό με το ότι τα οικονομικά ήταν σφιχτά, έβλεπα τα τυχερά παιχνίδια σαν αποκούμπι. Ξεκίνησε λίγο για οικονομικούς λόγους, λίγο για χόμπι και για να βγάζω κανένα εξτραδάκι.
Όμως, γίνεται τρόπος ζωής. Σύντομα άρχισα να επιζητώ την αδρεναλίνη της πιθανής νίκης, αλλά, όσο αξύμωρο και αν ακούγεται, αποζητούσα και το συναίσθημα απογοήτευσης της ήττας. Γενικά ζητούσα τα έντονα συναισθήματα. Ακόμα και μετά από μεγάλη ήττα, έλεγα 'πάμε από την αρχή, είναι καινούργια μέρα'. Δεν φοβόμουν, ούτε σκεπτόμουν την καταστροφή που έκανα.
Ήταν μέρος του εθισμού. Δεν είχα ξανά τέτοιο συναίσθημα σε οτιδήποτε είχα δοκιμάσει, οπότε ήθελα να έχω στη ζωή μο αυτή την αδρεναλίνη, αφού συναισθηματικά ήμουν κενός».
«Οι εξαρτήσεις εμπεριέχουν μέσα τους κατάθλιψη»
«Επειδή ήμουν καλός στα μαθηματικά, θεωρούσα πως βάσει αριθμών και πιθανοτήτων, θα μπορούσα να κερδίσω χρήματα εύκολα και γρήγορα. Η γυναίκα μου έχει σαν τραύμα την εικόνα μου να κάθομαι στον καναπέ και να ασχολούμαι όλη μέρα με το κινητό και τα τζογαρίσματα. Ήταν τεράστια αιμορραγία σε προσωπικό, οικονομικό και επαγγελματικό επίπεδο.
Επειδή δούλευα στην οικογενειακή επιχείρηση, είχα κάνει ακόμα και υπεξαίρεση χρημάτων για να μπορώ να παίζω. Έφαγα πολλά χρήματα, ενώ δεν μπορούσα καν να κρατήσω δικά μου, γιατί έτσι όπως έρχονταν, έφευγαν σε μερικές ημέρες ή, ακόμα και σε μερικές ώρες. Αυτό προσπαθούσα με νύχια και με δόντια να το κρατήσω μυστικό, βρίσκοντας συνεχώς δικαιολογίες για τα λεφτά που έλειπα.
Είχα αυτολύπηση, γιατί θεωρούσα πως έχω καταστρέψει την οικογένειά μου. Έκανα διάφορες σκέψεις: γιατί να ζω και ότι είμαι άχρηστος. Οι εξαρτήσεις εμπεριέχουν μέσα τους κατάθλιψη.
Η γυναίκα μου έβλεπε πως κάτι δεν πάει καλά. Είχαμε αποξενωθεί και τσακωνόμασταν. Δεν ήξερε όμως ότι παίζω, δεν είχε εικόνα τι σημαίνει οικονομική καταστροφή. Μετά από έρευνα του αδερφού μου στους τραπεζικούς λογαριασμούς της εταιρείας, κατάλαβε ότι έλειπαν χρήματα, είδε κάποιες περίεργες καταθέσεις και ενημέρωσε τους γονείς μου.
Τότε εκείνοι, μαζί με τη γυναίκα μου, μου έκαναν intervention ή αλλιώς, τη λεγόμενη σκηνή του καναπέ. Έκατσαν όλοι και έπαιρναν αποφάσεις για εμένα, σα να μην ήμουν παρών».
«Είναι ΟΚ να ζητάμε βοήθεια»
«Μέχρι τελευταία στιγμή, προσπαθούσα να γλυτώσω την απεξάρτηση και έβρισκα δικαιολογίες. Όμως, κατάλαβα πως δεν έχω άλλα περιθώρια και έτσι το Σεπτέμβρη του 2020, μπήκα στο πρόγραμμα του ΚΕΘΕΑ. Τότε η γυναίκα μου ήταν έγκυος στο παιδί μας. Είχα πολύ άγχος, γιατί θα πήγαινα να πω τόσα πράγματα για την προσωπική μου ζωή, μπροστά σε αγνώστους.
Χρονικά είμαστε σε φάση προ-καραντίνας, οπότε στις ομάδες επέλεγα να φοράω μόνιμα μάσκα, λες να είχα ένα προσωπείο για να με κρύβει από το αίσθημα της ντροπής. Όμως, βρήκα ανθρώπους που είχαν περισσότερα κοινά με μένα, από όποιον είχα γνωρίσει μέχρι τότε. Ανοίχτηκα γρήγορα, χωρίς να φοβάμαι πως θα κριθώ, ένιωσα ότι είναι safe place.

Ο τζόγος και ο εθισμός, είναι μια διαδικασία συναισθημάτων και καταστάσεων. Διαπίστωσα μέσα από τη θεραπεία, ότι δεν εξέφραζα συναισθήματα, δεν έβαζα όρια, ότι δεν είχα δικές μου απόψεις, αλλά ακολουθούσα τις απόψεις άλλων, δεν έμπαινα στη λογική να δω τι θέλω, δεν ήθελα να παίρνω ευθύνες, έμπαινα στη θέση του αδικημένου. Επομένως, άρχισα να παίρνω ευθύνες, να έχω άποψη, ακόμα και αν κοντράρομαι – και αυτό ήταν υγιές.
Απ' όταν ξεκίνησα θεραπεία, δεν ένιωσα ξανά επιθυμία να παίξω. Παρόλα αυτά, είχα δει όνειρα τζόγου σε περιόδους πίεσης και σηκωνόμουν δακρυσμένος. Δεν άφησα ξανά να συσσωρευτούν συναισθήματα. Δημιούργησα ουσιαστικές διαπροσωπικές σχέσεις με ανθρώπους του προγράμματος. Μέτρησε ότι η γυναίκα μου παρακολούθησε το πρόγραμμα των συντρόφων και κατάφερε να διαχειριστεί όλο αυτό το χάος που αραδιάστηκε μπροστά της.
Ό,τι έκανα δεν ξεγράφει, είναι επιλογή με διακυμάνσεις, καυγάδες, σκαμπανεβάσματα. Σήμερα, μετά από δέκα χρόνια σχέσης, χτίσαμε πραγματική επικοινωνία εξαιτίας της θεραπείας.
Ως πρώην εξαρτημένος, θέλω να πω ότι το νομοσχέδιο που πάνε να περάσουν, δε θα πρέπει να αλλάζει τον τρόπο λειτουργίας του ΚΕΘΕΑ, γιατί είναι πολύ σημαντικό για όσους είναι στη φάση θεραπείας, αλλά και για εμάς που έχουμε αποφοιτήσει, για να θυμόμαστε πως ξεκινήσαμε και που έχουμε φτάσει.
Είναι ΟΚ να ζητάμε βοήθεια. Ακόμα και αν κάποιος δεν είναι σίγουρος πως είναι εξαρτημένος, οφείλει να ζητήσει βοήθεια. Ήταν το μεγαλύτερο δώρο που μπορούσα να κάνω στον εαυτό μου».
«Ξεκίνησα να παίζω με μικροποσά»
«Μπορεί να μην αντιλαμβανόταν πως το μυαλό ήταν κολημμένο εκεί, αλλά βρισκόταν συνεχώς ανάμεσα σε νούμερα. Έπαιζε ένα, δύο ή πέντε ευρώ, όμως δεν είχε και τόση σημασία. Η εξάρτηση δεν άργησε να έρθει.
Μπορεί να πηγαινοερχόμουν για 2-3 ώρες συνεχόμενες στο πρακτορείο για να παίζω, παραμελώντας όλα τα υπόλοιπα», μου λέει η 59χρονη πλέον Κωνσταντίνα, εξιστορώντας την καθημερινότητά της, όντας εξαρτημένη.
Η ιστορία της, όπως την αφηγήθηκε στο reader: «Δεν είχα καμία επαφή με καζίνο, στοίχημα ή χαρτοπαικτικές λέσχες, όμως ασχολιόμουν με το Σκρατσ και το ΚΙΝΟ. Ο άντρας με τον οποίο παρέμεινα παντρεμένη επί 23 χρόνια, ήταν τζογαδόρος.
Έπαιζε τα πάντα, η εξάρτησή του ήταν πολύ σοβαρή. Προσφερθήκαμε με τα παιδιά μου να τον βοηθήσουμε, όμως εκείνος αρνούταν πεισματικά. Αυτός ήταν και ο λόγος που χωρίσαμε και πούλησε όλη την περιουσία του, με αποτέλεσμα να επωμιστώ ένα σωρό χρέη. Πέθανε πριν από πέντε μήνες και πιστεύω ότι η ζημιά στην υγεία του, προήλθε από το τζόγο.
Η δική μου εξάρτηση, ξεκίνησε πολύ αργότερα. Μπορεί να έπαιρνα ένα λαχείο μια φορά το μήνα, να έπαιζα λόττο ή τζόκερ βάζοντας μικροποσά - 1, 2 ευρώ- με συναδέλφους από τη δουλειά. Αυτή ήταν η ασχολία μου. Κάποια στιγμή, μπήκα σε ένα πρακτορείο και είδα τα νούμερα του ΚΙΝΟ στην οθόνη και ρώτησα τον υπάλληλο τι είναι. Έδωσα λοιπόν ένα πεντάευρω και κέρδισα αρκετά χρήματα, με τα οποία κάλυψα κάποια χρωστούμενα που είχα, οπότε μπήκα σε μια λούπα.
Μπορεί τη μία εβδομάδα να έπαιζα, ενώ την επόμενη όχι. Όμως, όταν έπαιζα καθημερινά, ήταν συνεχόμενο. Δηλαδή μπορεί να πήγαινα στο πρακτορείο επί ώρες και να μη μαγείρευα, να μη μάζευα το σπίτι, να μην έκανα τίποτα πέρα απ' αυτό. Το μόνο σταθερό πράγμα που είχα στη ζωή, ήταν η δουλειά μου. Έπαιρνα γύρω στα 700 με 800 το μήνα κατά μέσο όρο. Όμως, είχα φτάσει σε σημείο που πληρωνόμουν και, μέσα σε μία βδομάδα, δεν είχα χρήματα. Έπρεπε να ζητήσω δανεικά για να τα φέρω βόλτα. Δεν στερούμουν, απλά δεν μπορούσα να κρατήσω χρήματα στην άκρη.
«Ό,τι έκανα στη ζωή μου, ήταν τζογαδόρικη συμπεριφορά»
Η σκέψη να ζητήσω βοήθεια, λίμναζε καιρό μέσα μου. Κάποια στιγμή, αποφάσισα να μιλήσω στα παιδιά μου, που ήταν 36 και 38 χρονών τότε. Δεν είχαν καταλάβει τι συνέβαινε. Ο μικρός μου γιος ήταν πιο συμπονετικός, ενώ ο μεγάλος με βοήθησε, φέρνοντάς με σε επαφή, με μία φίλη του ψυχολόγο, η οποία μου σύστησε το ΚΕΘΕΑ. Μου είπε ότι υπάρχει αναμονή 2-3 μηνών, αλλά είναι το μοναδικό κέντρο που θα μπορέσω να απεξαρτηθώ.
Όταν με πήραν στο ΚΕΘΕΑ, άλλαξαν όλα. Η θεραπεύτριά μου ήταν ένα κίνητρο να συνεχίσω. Όταν άρχισα την ψυχοθεραπεία στο πρόγραμμα, κατάλαβα ότι η τζογαδόρικη συμπεριφορά που είχε ο πρώην σύζυγός μου, μου είχε γίνει βίωμα. Δεν μπορούσα να ελέγξω τον εαυτό μου, δεν έβαζα όρια σε τίποτα. Κάνοντας τον απολογισμό μου, κατάλαβα πως ό,τι έχω κάνει στη ζωή μου, ήταν τζογαδόρικη συμπεριφορά.
Όταν παντρεύτηκα από 17 χρονών, τζογάρισα τη ζωή μου ουσιαστικά. Το ότι δεν έπαιζα τότε τυχερά παιχνίδια, δεν σήμαινε ότι δεν φερόμουν τζογαδόρικα. Ήμουν ανήλικη ακόμα, όμως οι γονείς μου ήθελαν να παντρευτώ, είχαν αυτή τη νοοτροπία. Δεν μετανιώνω γιατί είμαι νέα και έχω δύο μεγάλους γιους, απλά μετανιώνω για όσα έκανα το διάστημα που έπαιζα τζόγο, που διήρκησε γύρω στα δυόμιση χρόνια. Επειδή είχα την προϊστορία με τον πρώην σύζυγο, κατάλαβα αμέσως ότι πρέπει να κάνω κάτι.
Παρακολουθούσα δύο χρόνια το πρόγραμμα -στην αρχή κάθε βδομάδα, μετά ανά 15 ημέρες, ενώ αργότερα, μια φορά το μήνα. Στην αρχή πίστευα ότι δεν είμαι σαν αυτούς, όμως συνειδητοποίησα ότι δεν έχει να κάνει με το βαθμό που είσαι εξαρτημένος, αλλά με το γεγονός ότι είσαι, και χρειάζεσαι βοήθεια. Εν τέλει οι ομαδικές διαδικασίες ήταν οι πιο θεραπευτικές, διότι άκουγα τα βιώματα των υπολοίπων και ταυτιζόμουν. Μπορεί να ήμουν δύο χρόνια στο τζόγο και ο άλλος 30, όμως έχουμε παρόμοια βιώματα και συμπεριφορές και καταλαβαινόμαστε. Εκεί άρχισα να αντιλαμβάνομαι το νόημα του εθισμού.
Κατάλαβα πόσο λάθος έκανα, όχι μόνο στο κομμάτι του τζόγου, αλλά και της στάσης μου απέναντι στα παιδιά μου, καθώς ήταν πολύ άσχημη η κατάσταση που επικρατούσε στο σπίτι.
Στην αρχή της απεξάρτησης, χρωστούσα κάποια λεφτά και το σκεφτόμουν συνέχεια, όμως η θεραπεύτρια μου είπε ότι πρωταρχικό μου μέλημα πρέπει να είναι να γίνω καλά. Τελικά ξεπλήρωσα τα δανεικά και τακτοποίησα τα οικονομικά μου. Τότε μπήκα στη θεραπεία με το νόημα που έπρεπε. Όταν πέρναγα έξω από πρακτορεία, σκεφτόμουν να παίξω, πλέον από όταν πήγα στη θεραπεία, μου περνούσαν αδιάφορα, δεν είχα καμία επιθυμία να παίξω, ούτε έκανα υποτροπή.

Όσοι παλεύουν με τις εξαρτήσεις, πρέπει να εμπιστευτούν τον εαυτό τους και το ΚΕΘΕΑ. Η κάθε θεραπεύτρια, μπορεί να βλέπει 20 άτομα, αλλά μπαίνει στην ψυχή του καθενός.
Στην αρχή, σε όλη διαδρομή, έκλαιγα, ζοριζόμουν. Κατάλαβα ότι δεν ήταν η πίεση της θεραπεύτριας να βγάλω πράγματα από μέσα μου, αλλά η πίεση ότι αυτά ήταν σημαντικά για τη ζωή μου, όμως δεν είχα δώσει ποτέ σημασία. Το να βάλω όρια ήταν πολύ σημαντικό.
Μετά από δύο χρόνια θεραπείας, έχω χάσει και αρκετούς ανθρώπους, επειδή δεν ανέχομαι πια πράγματα. Όταν είμαι με τη θεραπεύτριά μου, γινόμαστε ένα, με καταλαβαίνει, πονάμε μαζί, κλαίμε. Αυτό δεν είναι επάγγελμα, είναι λειτούργημα. Και όλο αυτό που γίνεται με το νομοσχέδιο, δυστυχώς θα τους ακυρώσει το τεράστιο έργο τους».
Ακολουθήστε το Reader.gr στα Google News για να είστε πάντα ενημερωμένοι για όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.