Μενού
serifos
Απεργοί μεταλλωρύχοι | Βιβλίο του Κωνσταντίνου Σπέρα «Η απεργία της Σερίφου»
  • Α-
  • Α+

Πριν από περίπου 107 χρόνια, σε ένα μικρό παραδοσιακό Κυκλαδονήσι, τη Σέριφο, έλαβε σάρκα και οστά το αποκαλούμενο και εργατικό Κιλελέρ. Εκεί, 460 εργάτες των μεταλλείων, εξαθλιωμένοι από τις κακές συνθήκες εργασίας αποφάσισαν να ορθώσουν το ανάστημα τους και να διεκδικήσουν αυτό που σήμερα φαντάζει αυτονόητο: αξιοπρεπή δουλειά. Αρνήθηκαν να μπουν στις στοές και δε φόρτωσαν το μετάλλευμα στο πλοίο «Μανούσι». Η απεργία που έμελλε να αλλάξει τα δεδομένα του εργατικού κινήματος στην Ελλάδα, είχε μόλις ξεκινήσει.

Με τον πλανήτη να βρίσκεται στο μέσο του Α' Παγκοσμίου Πολέμου και τη χώρα, όπως είναι φυσιολογικό, να δοκιμάζεται οικονομικά, οι εργάτες των μεταλλείων αρνήθηκαν να δουλέψουν, αρνήθηκαν να παίξουν, για μια ακόμα ημέρα, τη ζωή τους κορώνα – γράμματα. Οι συνθήκες εργασίας στα μεταλλεία ήταν κάτι παραπάνω από απάνθρωπες. Υπολογίζεται πως μέσα σε μια διετία πάνω από 60 εργάτες είχαν χάσει τη ζωή τους, ενώ πολλοί ακόμα είχαν τραυματιστεί. Μέσα στις στοές ανά διαστήματα εντοπίζονταν ανθρώπινοι σκελετοί. Άνηκαν σε εργάτες που άφησαν την τελευταία τους πνοή πάνω στη δουλειά.

Τα κολασμένα μεταλλεία

Η Σέριφος είχε μεταλλευτική (σιδήρου και χαλκού) δραστηριότητα ήδη από τα αρχαία χρόνια. Άκμασε, ωστόσο, στα τέλη του 19ου και αρχές του 20ού αιώνα, όταν ξεκίνησε η συστηματική εξόρυξη μετάλλων και εγκαταστάθηκαν εταιρείες που εκμεταλλεύονταν το υπέδαφός της. Τον Ιούνιο του 1394, μάλιστα, λέγεται ότι έγινε και η πρώτη απεργία κατά του δυνάστη Ενετού, Νικολάου Αδόλδου.

Η οικονομική ζωή στη Σέριφο ήταν κυρίως αγροτοκτηνοτροφική και η λειτουργία των μεταλλείων ήταν μία ευκαιρία για τους ανθρώπους να βρουν ένα πιο σταθερό μεροκάματο. Αυτή η προσδοκία, ωστόσο, σύντομα διαψεύστηκε αφού, σύμφωνα με παλαιότερη συνέντευξη που είχε δώσει στην ΕΡΤ ο κ. Θοδωρής Λιβάνιος, ερασιτέχνης ερευνητής λαογράφος και απόγονος μεταλλωρύχου, οι συνθήκες εργασίας επί διοικήσεως του Γερμανού μεταλλειολόγου, Αιμίλιου Γρώμανν, (1884-85) ήταν σκληρές και απάνθρωπες, με αποτέλεσμα πολλά εργατικά ατυχήματα. Οι άνθρωποι εργάζονταν από την ανατολή έως τη δύση του ηλίου και το αποτέλεσμα ήταν να οδηγηθεί η αγανάκτηση αυτή σε ξέσπασμα, σε μία μεγάλη απεργία, από ανοργάνωτους εργάτες, στην περιοχή Μεγάλο Λιβάδι. Η απεργία τελείωσε χωρίς να ικανοποιηθούν τα αιτήματα των εργατών, μετά από την σκληρή κατασταλτική παρέμβαση αστυνομικών δυνάμεων που έφτασαν από την Αθήνα.

Όταν το 1906 πέθανε ο Αιμίλιος Γρώμανν (επί των ημερών του εξορύχτηκαν 2.800.000 τόνοι σιδηρομεταλλεύματος), τον διαδέχτηκε ο γιος του Γεώργιος, που ήταν πολύ πιο στυγνός από τον πατέρα του. Είναι ενδεικτικό πως ζητούσε από τους υποψήφιους εργάτες να του παραχωρήσουν (όχι να του πουλήσουν) τα κτήματα τους που βρισκόντουσαν σε περιοχές που είχε μετάλλευμα προκειμένου αυτός να τους προσλάβει! Όσο περνούσε ο καιρός τόσο η κατάσταση χειροτέρευε.

«Ασφάλεια καμία δεν υπάρχει μεταξύ των εργατών μεταλλωρύχων διότι η εταιρεία με τον σκοπόν να καρπωθεί κέρδη εύκολα από δύο μηνών διέταξε κι κρημνίζονται οι στύλοι μεταλλεύματος οίτινες μένουν προς στήριξη των στοών κατά τους κανόνες της μηχανικής. (...) Υποχρεούμεθα να καταβάλλωμεν 2% επί των ημερομισθίων μας διά το ταμείον αλληλοβοήθειάς μας, αλλά κανείς εργάτης δεν ηξεύρει τι ποσόν συνάζεται πού κατατίθεται και ποίος το διαχειρίζεται. Μόνον ιατρική περίθαλψις και τα στοιχειώδη φάρμακα τους παρέχονται και όχι πάντοτε», τονίζει σε υπόμνημά του προς το υπουργείο Εθνικής Οικονομίας ο Εμμανουήλ Γ. Ανδρόνικος, πρώην... «δεξί χέρι» του Γρώμανν.

Το εργατικό Κιλελέρ

Μέσα σε αυτές τις συνθήκες και ενώ τα χρόνια περνούν είναι δεδομένο πως η οργή των εργαζομένων αυξάνεται και ψάχνουν να βρουν τρόπο να αντιδράσουν συλλογικά. Στις 24 Ιουλίου του 1916 «γεννιέται» το Σωματείο Εργατών Μεταλλευτών, κορυφαίο μέλος του οποίου ήταν ο αναρχοσυνδικαλιστής Κωνσταντίνος Σπέρας, μέλος της διοίκησης του Εργατικού Κέντρου Πειραιά με καταγωγή από τη Σέριφο.

Το σωματείο συγκροτήθηκε με πρωταρχικό στόχο και αίτημα τον περιορισμό των αυθαιρεσιών του Γρώμμαν, την καθιέρωση του 8ωρου, την αύξηση των ημερομισθίων και τη λήψη μέτρων προστασίας. Στις 7 Αυγούστου του 1916, και μετά από σειρά υπομνημάτων προς τα αρμόδια υπουργεία, ξεσπά η απεργία. Οι μεταλλωρύχοι αρνούνται να φορτώσουν το ανδριώτικο πλοίο «Μανούσι», που έφτασε εκεί για να παραλάβει σιδηρομετάλλευμα, για τη Γερμανία. Στις 21 Αυγούστου, με εντολή της κυβέρνησης Ζαΐμη, μετά από έκκληση της ιδιοκτήτριας εταιρείας, φτάνουν στη Σέριφο 10 ή 12 χωροφύλακες, με επικεφαλής τον υπομοίραρχο Χαρίλαο Χρυσάνθου ο οποίος βιαιοπραγεί εναντίον των πάντων, σε όλη την πορεία του αποσπάσματος από το λιμάνι του νησιού στο Μέγα Λειβάδι που ήταν ο χώρος συγκέντρωσης των απεργών, ενώ φυλακίζει την ηγεσία του σωματείου - ανάμεσά τους και τον Σπέρα. «Έχω διαλύσει τρεις απεργίες στη Μάνη πέντε – δέκα ξεβράκωτους Σερφιώτες, δεν θα κάμω καλά» επαναλάμβανε φωναχτα ο Χρυσάνθου.

Το απόσπασμα της χωροφυλακής, σύμφωνα με παλαιότερο δημοσίευμα του «Ριζοσπάστη», όταν έφτασε μπροστά στους απεργούς, έδωσε προθεσμία πέντε λεπτών για να φορτώσουν το πλοίο. Όταν η προθεσμία εκπνέει, πυροβολεί τους απεργούς εν ψυχρώ. Ένας εργάτης, ο Θεμιστοκλής Κουζούπης, πέφτει αμέσως νεκρός, και ακολουθούν άλλοι τρεις. Οι απεργοί δε μένουν με σταυρωμένα τα χέρια: Ακολουθεί γενικευμένη σύρραξη, στην οποία συμμετέχουν ενεργά γυναίκες και παιδιά. Τραυματίζονται 10 χωροφύλακες, ενώ λιθοβολούνται μέχρι θανάτου ο υπομοίραρχος Χρυσάνθου και ο αστυνόμος Σερίφου Τριανταφύλλου, ο οποίος γκρεμίζεται από τη γέφυρα φόρτωσης στη θάλασσα. Κατά την τοπική μάλιστα παράδοση, είναι γυναίκα εκείνη που συνθλίβει με την πέτρα το κεφάλι του υπομοίραρχου! Οι απεργοί αγανακτισμένοι πήραν δυναμίτες, αλλά και όπλα που είχαν παρατήσει οι χωροφύλακες, με στόχο να κάψουν και να ανατινάξουν τα γραφεία της εταιρίας. Οι υπάλληλοι της εταιρίας από τα γραφεία έβγαλαν όπλα και πυροβολούσαν τους απεργούς που κατευθύνονταν στα γραφεία. Συνολικά έπεσαν νεκροί τέσσερις αστυνομικοί και πέντε εργάτες, ενώ δεκάδες ήταν οι τραυματίες. 

Οι κάτοικοι της Σερίφου, απογοητευμένοι από την στάση της ελληνικής κυβέρνησης. Έκοψαν τα τηλεγραφικά σύρματα, κατέλαβαν τις δημόσιες υπηρεσίες (τηλεγραφείο, δήμο και αστυνομία), ύψωσαν τη γαλλική σημαία και κάλεσαν ναυτική πολεμική δύναμη της Γαλλίας, που έδρευε στη Μήλο, να τους βοηθήσει και στη συνέχεια το νησί να... προσχωρήσει στη Γαλλία! Οι Γάλλοι στρατιώτες, προφανώς, και δεν ενεπλάκησαν στη διαμάχη αυτή.

Όταν η απεργία τελείωσε ακολούθησαν δίκες, φυλακίσεις, διώξεις αλλά τα αιτήματα της με πρώτο και κύριο το οκτάωρο είχε κερδηθεί. Για πρώτη φορά στην Ελλάδα εφαρμόστηκε το οκτάωρο που ως νόμος είχε ψηφιστεί ήδη από τις 14 Φεβρουαρίου 1912 αλλά ποτέ δεν είχε εφαρμοστεί. Στη συνέχεια στις 25 Νοεμβρίου 1917 υπήρξε και η πρώτη συμφωνία εργατών – εργοδοσίας για αυξήσεις, οδοιπορικά, προσλήψεις αποκλειστικά ντόπιων εργατών, αλλά και οικονομικά βοηθήματα στις οικογένειες των πέντε θυμάτων που σκοτώθηκαν. 

Google News

Ακολουθήστε το Reader.gr στα Google News για να είστε πάντα ενημερωμένοι για όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.