«Να δώσω κάτι αλλιώτικο, μη στρατευμένο πια, που να μην είναι κάτι από μια κομματική σημαία, αλλά κάτι το αντίθετο. Να προβάλλει και να προτείνει μια ελευθερία και αναζήτηση με βάση το συναίσθημα». Αυτή ήταν μια περιγραφή του δίσκου «Φοβάμαι» (1982) από τον ίδιο τον Βασίλη Παπακωνσταντίνου, μιας υπερπαραγωγής με ποπ-ροκ ήχους και τραγούδια από τους Μάνο Λοϊζο, Γιάννη Ζουγανέλη, Παύλο Μάτεσι, Γιάννη Γλέζο, Μανώλη Ρασούλη, μέσα από παρουσίαση του στο περιοδικό «Μουσική». Kανείς δεν ήταν έτοιμος γι' αυτό που θα ακολουθούσε.
Ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου έβαζε τα θεμέλια για να δημιουργήσει κάτι μαγικό, για να γίνει ο απόλυτος Έλληνας ροκ performer. Ο άνθρωπος που μας έδωσε όλες τις πρώτες συναυλίες μας. Ας ξετυλίξουμε τον μίτο αυτού του μύθου.
Άσε με να κάνω λάθος, μην παριστάνεις τον Θεό
«Δεν Υπάρχω», «Άσε Με Να Κάνω Λάθος», «Πριν το Τέλος», «Λεγεωνάριος», «Ο Μαύρος Γάτος»: Μπορεί ένας δίσκος εννέα κομματιών να γεννήσει εννέα θρυλικά hits; Κι όμως, η «Διαίρεση» του Βασίλη Παπακωνσταντίνου, που κυκλοφόρησε το 1984 αποτέλεσε το πρώτο «καύσιμο» του τραγουδιστή/τραγουδοποιού για να ξεκινήσει τις συναυλίες με ακροατήριο δεκάδων χιλιάδων φανατικών.
Μέχρι τα «Χαιρετίσματα» του 1988 (130.000 δίσκοι) ο Βασίλης (περιττό το επώνυμο) είχε εγκαινιάσει το ΣΕΦ (1985), σε ένα ιστορικό live με 16.000 θεατές, είχε γεμίσει την ίδια χρονιά το ΟΑΚΑ, ενώ και το καλοκαίρι του 1987 είχε «βουλιάξει» η Λεωφόρος Αλεξάνδρας από ένα ακόμα ιστορικό live.
«Βασίλη ζούμε για να σ' ακούμε», «Τελεία και παύλα, Βασίλη είσαι κ@υλα»: τα συνθήματα αυτά σφυριλατήθηκαν, έγιναν παβλοφική αντίδραση μετά από κάθε εκρηκτική (συνήθως) performance του.
Κάπως έτσι, μια συναυλία του Βασίλη, σαν αυτή που έκανε χθες για τα 50 χρόνια της μουσικής του πορείας, έγινε γεγονός, πέρασμα στην εφηβεία ή/και στην ενηλικίωση για τους περισσότερους από εμάς.
«Χρόνια πολλά σε σένα, στα παιδιά που ερωτεύονται, στα παιδιά που δεν τρώνε τη φόλα» τραγουδούσε και από την πρώτη κιόλας νότα είχε ξεφύγει από το πάλκο, ήταν δίπλα μας, ή τουλάχιστον αυτό πιστέψαμε και βιώσαμε, με απόλυτη ευλάβεια.
Εμένα η πρώτη μου συναυλία με τον Βασίλη ήταν και η πρώτη της ζωής μου, στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά, το 1992. Ύστερα έγινε η πρώτη της ενηλικίωσης μου, στο Φεστιβάλ της ΚΝΕ.
Το ίδιο συνέβη και με τον Γιάννη, τον Νίκο, τον Ηλία, την Κατερίνα και ένα σωρό αγόρια και κορίτσια που γίναμε φίλοι ή κάναμε σχέσεις. Αδυνατώ να θυμηθώ έναν άνθρωπο που να μην μυήθηκε έστω και μια φορά στο θεσμό των συναυλιών του Βασίλη. Αν δεν πήγε, σίγουρα το ονειρεύτηκε
«Τότε (δεκαετία του `70) τραγουδούσαμε για την εξορία της Μακρονήσου. Σήμερα για την εξορία του σπιτιού μας» έλεγε στο κοινό του ΣΕΦ, ο Παπακωνσταντίνου το 1985. Πώς να μην ταυτιστείς με αυτόν τον άνθρωπο.
Βασίλη, παραμένεις κ@υλα και σήμερα. Ευχαριστούμε.
Με στοιχεία από: Μουσικό Λεύκωμα έτη 1980-1990. Καθημερινή και «Ροκ Παγκοσμιότητα και ελληνική τοπικότητα. Η κοινωνική ιστορία του ροκ στις χώρες καταγωγής του και στην Ελλάδα, Νίκος Μποζίνης, Αθήνα, 2008.
Ακολουθήστε το Reader.gr στα Google News για να είστε πάντα ενημερωμένοι για όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.
Ακολουθήστε το Reader.gr στα Google News για να είστε πάντα ενημερωμένοι για όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.