Αντί εισαγωγής, λίγα λόγια για τον Γιάννη Φλωρινιώτη, που έφυγε χθες από τη ζωή σε ηλικία 76 ετών. Ο Μάνος Χατζιδάκις τον περιέγραψε καλύτερα από όλους εμάς:
«Ο αστροναύτης απεδείχθη όχι αστροναύτης, κι έτσι δεν υπάρχει θέμα επιστροφής. Έκανα λάθος. Είναι άστρο και πρώην ναύτης οριστικά. […] Ξεκίνησα να ασχοληθώ με το πρόβλημα της επιστροφής του επί γης, και αγνοούσα ότι υπάρχει παντοδύναμος, πλασμένος με το υλικό ενός μεγάλου τραγουδιστή. Μόνο που δεν το ξέρει ο ίδιος.
Τον Φλωρινιώτη τον ανακάλυψε ένα είδος τραγουδιού που δε θα μας απασχολούσε παρά μονάχα σαν ένα εντατικό σύγχρονο πρόβλημα. Κι όμως, πλησιάζοντας ανακαλύψαμε έναν μεγάλο λαϊκό τραγουδιστή της κλάσεως ενός Gardel ή ενός Μουρουτζή. […] Ο τραγουδιστής σαφώς τραγουδάει με ήθος. Πόσοι τραγουδιστές, λαϊκοί και μη, μπορούν να ισχυριστούν κάτι παρόμοιο;»
Τρολ, αποθέωση, ή συμφιλίωση με το καλτ;
Έχει μείνει ανεπιβεβαίωτο αν όντως ο Μάνος Χατζιδάκις εκτιμούσε όντως τόσο βαθιά τον λαοφιλή performer, αν όντως ήθελε να συνεργαστεί μαζί του, όπως άφηνε να εννοηθεί ύστερα από τη γνωριμία τους, ή αν τελικά, όλα τα παραπάνω συνέβησαν ως αφορμή για να προσεγγίσει τον ανερχόμενο τραγουδιστή - συνεργάτη του Φλωρινιώτη, Βασίλη Λέκκα. Πιστεύω πως ο Μάνος εκείνη την εποχή, στα τέλη των 70s, τρόλαρε, αλλά με έναν πανέμορφο, καμωμένο από αστική ευγένεια, τρόπο. Σαφώς ο προβοκατόρικος λόγος του συνθέτη περισσότερο μας προέτρεπε να αφήσουμε τις αυστηρές βασικές μας αρχές, να κρύψουμε τη σεμνοτυφία μας κάτω από το σεμεδάκι του σαλονιού και να αγκαλιάσουμε την υπερφίαλη, φανταχτερή, μα πάντα τρυφερή, γλυκιά και αληθινή περσόνα του Γιάννη Φλωρινιώτη.
«Μα πώς ντύθηκες; Σαν τον Φλωρινιώτη!»
— Εγώ σας ρωτάω όμως αν δεχτήκατε ρατσισμό λόγω εμφάνισης.
Ε, ναι, εντάξει, λέγανε τα συνηθισμένα, ξέρεις τώρα, αλλά εγώ αδιαφορούσα. Στην αρχή στενοχωριόμουν, κλεινόμουν μέχρι και στην τουαλέτα κι έκλαιγα όταν με πρόσβελνε κανείς απ' το κοινό, αλλά μετά είπα ''Ρε δε χέζονται όλοι;'', αφού αυτό έκανα κι αυτό άρεσε στον κόσμο. Και σήμερα δέχομαι ρατσισμό, τα ίδια λένε, αλλά εμένα μου άρεσε αυτό από τότε, δε μπορούσα να φορέσω κάτι απλό.
Ο ίδιος ο Φλωρινιώτης, πριν από εμάς και τις εμμονές μας με το συμβατικό άρρεν/θήλυ επί του πάλκου, είχε νικήσει το συντηρητισμό, το bullying, τη στολή της σεμνοτυφίας των κυρ-Παντελήδων κάθε εποχής. Τους «έχεσε» όλους όσους ένιωθαν άβολα με την οριακά άφυλη περσόνα του και το κράμα λαϊκού/ρεμπέτικου/παραδοσιακού ήχου με στοιχεία performance που δανείζονταν ακόμα και από τον David Bowie, όπως ο ίδιος είχε παραδεχτεί. Ήταν εκκωφαντικά, αφόρητα pop, σε μια εποχή που η συμπερίληψη και η οικειοποίηση ερωτικών ταυτοτήτων πέρα από την ετεροφυλοφιλία, δεν υπήρχαν σε κανένα βιβλιό.
Ωραίο είναι να νιώθουν έλξη και τα δύο φύλα για σένα. Εγώ τους μπέρδευα όλους. Έρχονταν γυναίκες στο μαγαζί, τις αγκάλιαζα, τις φιλούσα. Έρχονταν άντρες, τα ίδια! Με ρωτάγαν ''Καλά, φιλάς και άντρες και γυναίκες; Τελικά τι ρόλο βαράς;'' ''Μυστήριο'' απαντούσα ''λύστε το μόνοι σας''. […]
Μεγαλώνοντας, μάθαμε ότι εκείνος που ντύνεται και εκφράζεται εκκεντρικά, είναι «σαν τον Φλωρινιώτη». Εκείνος που είναι pop, λαϊκός, glam, ερωτικός, εκφράζεται με ποντιακούς χορούς ή με μπαλέτα α λα «Φτερά και Πούπουλα» είναι ασυνήθιστός, αλλά και συνάμα τόσο περιπετειώδης. Είναι κουλ να είσαι σαν τον Φλωρινιώτη, κι ας σε κοιτάει περίεργα εκείνο το ηλικιωμένο ζευγάρι στο φανάρι της διάβασης. Όχι, δεν πειράζει.
Με στοιχεία από τη συνέντευξη του Γιάννη Φλωρινιώτη στον Αντώνη Μποσκοίτη
Ακολουθήστε το Reader.gr στα Google News για να είστε πάντα ενημερωμένοι για όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.