Μπορεί ο Κυριάκος Μητσοτάκης και ο Αλέξης Τσίπρας να επιχείρησαν όλο το προηγούμενο διάστημα και μέχρι την τραγωδία των Τεμπών, να ορίσουν, ο καθένας από την πλευρά του και για λογαριασμό του, το διακύβευμα των εκλογών όμως ο Νίκος Ανδρουλάκης ήταν εκείνος, που τελικά έθεσε το βασικό δίλημμα στις κάλπες του Μαΐου. Και αυτό δεν είναι άλλο από την επαναφορά του κλασσικού ερωτήματος προς τους πολίτες σε όλα τα μήκη και πλάτη του κόσμου πριν από κάθε εκλογική αναμέτρηση για τον ποιον θέλουν για κυβερνήτη τους.
Η επιλογή του προέδρου του ΠΑΣΟΚ όμως να βάλει στο τραπέζι με τον πιο επίσημο τρόπο το, «ούτε Μητσοτάκης, ούτε Τσίπρας, αλλά κάποιος άλλος», όχι όμως ο Νίκος Ανδρουλάκης, τη στιγμή που οι τρέχουσες δημοσκοπήσεις φαίνεται ότι δίνουν στο κόμμα του ρόλο ρυθμιστή στις μετεκλογικές διεργασίες, έκρυβε μία μεγάλη παγίδα για τον ίδιο και τη Χαριλάου Τρικούπη. Η θέση Ανδρουλάκη για τρίτο πρόσωπο στην πρωθυπουργία, χωρίς μάλιστα να το κατονομάζει, ως απαραίτητη προϋπόθεση για να μετέχει το ΠΑΣΟΚ σε κυβέρνηση συνεργασίας, κινείται σε μία κατεύθυνση, που ούτε λίγο ούτε πολύ, δείχνει να αγνοεί την επικείμενη ετυμηγορία του ελληνικού λαού.
Οι προθέσεις του Νίκου Ανδρουλάκη
Από την άλλη, η στάση αυτή κάνει σαφές σε όλους ότι ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ αυτόματα εξαιρεί τον εαυτό του από τη θεμιτή φιλοδοξία κάθε πολιτικού αρχηγού να ηγηθεί της χώρας και να εφαρμόσει το κυβερνητικό πρόγραμμα του. Το ΠΑΣΟΚ του Νίκου Ανδρουλάκη λοιπόν, δε θέλει να κυβερνήσει, όπως παραδέχεται ο ίδιος, αλλά ζητά να ψηφιστεί για να συγκυβερνήσει αναθέτοντας τις τύχες της Ελλάδας σε ένα πολιτικό πρόσωπο, που όπως είναι αντιληπτό στον καθένα, δε θα συμμετέχει ως εκλεγμένος αντιπρόσωπος του ελληνικού λαού στην επόμενη βουλή αλλά θα κληθεί να ορκιστεί πρωθυπουργός ως πολύτιμη εθνική εφεδρεία.
Και όλα αυτά όταν το ΚΚΕ, η Ελληνική Λύση του Κυριάκου Βελόπουλου και ο Γιάνης Βαρουφάκης, δηλαδή όλες οι πτέρυγες του κοινοβουλίου από τα αριστερά έως τα δεξιά, με πολύ μικρότερα δημοσκοπικά ποσοστά, ζητούν την ψήφο των πολιτών, ακόμα και αν αυτό φαντάζει απόλυτα ουτοπικό, για να ασκήσουν εξουσία υλοποιώντας τις πολιτικές τους. Η επιμονή των κορυφαίων στελεχών του ΠΑΣΟΚ, εκτός του Ανδρέα Λοβέρδου, σε αυτή τη θέση, αν και έχουν περάσει αρκετές μέρες από την επίμαχη τοποθέτηση Ανδρουλάκη, χωρίς την παραμικρή προσπάθεια για αλλαγή ατζέντας, φανερώνει ότι τα όσα είπε ο πρόεδρος του κόμματος είναι ο κεντρικός πυλώνας της στρατηγικής της Χαριλάου Τρικούπη για τις επερχόμενες εκλογές.
Το ερώτημα, που ανακύπτει φυσικά, είναι εάν ο Νίκος Ανδρουλάκης βάζοντας στο μετεκλογικό κάδρο ένα άγνωστο, προς το παρόν, πρόσωπο για την πρωθυπουργία, αποδυνάμωσε ή ενίσχυσε τελικά το δίλημμα Μητσοτάκης ή Τσίπρας. Το σίγουρο είναι πως η κίνηση του αυτή έχει προβληματίσει τουλάχιστον τους κεντρώους ψηφοφόρους, από τους οποίους φιλοδοξεί να αντλήσει σημαντικές δυνάμεις, καθώς ο όρος, που θέτει, ισοδυναμεί με προαναγγελία ακυβερνησίας. Ο διαφαινόμενος αυτός κίνδυνος, με ευθύνη της επιλογής του ΠΑΣΟΚ να μη στηρίξει για πρωθυπουργό τον νικητή των εκλογών, αποδεικνύεται η καλύτερη πάσα σε Μητσοτάκη και Τσίπρα για να αναπροσαρμόσουν τη στρατηγική τους υπέρ της αναγκαιότητας ενίσχυσης του δικομματισμού καθώς ο πρώτος χάνει δυνάμεις μετά το σιδηροδρομικό δυστύχημα και ο δεύτερος δε δείχνει να αυξάνει τα ποσοστά του.
Στο πλαίσιο αυτό, αν και το, «Μητσοτάκης ή Τσίπρας;», έδειχνε μέχρι πρόσφατα να απέχει αρκετά από τη θεωρητική μέγιστη δυναμική του, η παρέμβαση Ανδρουλάκη για τον «άγνωστο πρωθυπουργό» είναι πολύ πιθανό να λειτουργήσει συσπειρωτικά στις κομματικές βάσεις Νέας Δημοκρατίας και ΣΥΡΙΖΑ ενισχύοντας τα ποσοστά τους και ξανακάνοντας τις επερχόμενες εκλογές ξεκάθαρα παιχνίδι για δύο.
Ακολουθήστε το Reader.gr στα Google News για να είστε πάντα ενημερωμένοι για όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.