Αντιμέτωπος με την πιο σοβαρή κρίση στην Τουρκία των τελευταίων πολλών δεκαετιών και σίγουρα με την πιο δύσκολη στιγμή της 20ετούς διακυβέρνησης της χώρας από τον ίδιο είναι ο πρόεδρος της Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν παραμονές των εκλογών της 14ης Μαΐου. Ο καταστροφικός σεισμός των 7,8 Ρίχτερ απειλεί να «γκρεμίσει» τους ισλαμιστές από την εξουσία καθώς ο ανυπολόγιστος, μέχρι στιγμής, αριθμός των νεκρών και οι τρομακτικές επιπτώσεις του φυσικού φαινομένου σε περισσότερα από 13 εκατ. πολίτες αποτελούν μία μη διαχειρίσιμη κατάσταση. Στην περίπτωση όμως του Ερντογάν η πολιτική ιστορία δείχνει να επαναλαμβάνεται κατά τρόπο απόλυτο καθώς ένας καταστροφικός σεισμός ήταν ουσιαστικά η αιτία να βρεθεί στο τιμόνι της Τουρκίας.
Τα 7,6 Ρίχτερ, που ισοπέδωσαν τη Νικομήδεια τον Αύγουστο του 1999, αφήνοντας πίσω τους 17.000 νεκρούς, 50.000 τραυματίες και εκατοντάδες χιλιάδες αστέγους, οδήγησαν στην κατάρρευση του πολιτικο-στρατιωτικού κατεστημένου της χώρας και στην πανηγυρική άνοδο στην εξουσία του Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (AKP) στις εκλογές του Νοεμβρίου του 2002. Σήμερα, 24 χρόνια μετά, η πλήρης αντιστροφή της εικόνας βρίσκει τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν στην προεδρία της Τουρκίας να καλείται να διαχειριστεί ένα χαοτικό πεδίο μιας πρωτοφανούς ανθρωπιστικής κρίσης με την αντιπολίτευση να του αποδίδει αποκλειστικά προσωπικές ευθύνες για την εθνική τραγωδία. Πρόκειται για την ίδια ακριβώς στάση, που ο ίδιος κράτησε μετά το σεισμό της Νικομήδειας έναντι της τότε ηγεσίας της χώρας του.
Κατηγορούν το Κράτος για καθυστέρηση
Στην παρούσα φάση ο μεγάλος φόβος του τουρκικού καθεστώτος είναι με ποια μορφή θα εκδηλωθεί η υποβόσκουσα κοινωνική οργή όταν θα γίνει ο τελικός τραγικός απολογισμός της φυσικής καταστροφής. Ηδη υπάρχουν συγκεκριμένες κατηγορίες από τους δοκιμαζόμενους πολίτες κατά της κυβέρνησης για τον τρόπο, με τον οποίο διαχειρίστηκε το σεισμό ο πολυδιαφημισμένος «ετοιμοπόλεμος», υποτίθεται, τουρκικός κρατικός μηχανισμός. Η καθυστέρηση, που παρατηρήθηκε στην αποστολή σωστικών ομάδων στην περιοχή της καταστροφής σε αντιδιαστολή με την αστραπιαία κινητοποίηση ξένων χωρών, με πρώτη τη χώρα μας, έχει εξοργίσει τους συγγενείς των θυμάτων. Οι έντονες πολιτικές και κοινωνικές αντιδράσεις στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης για την αποτυχία συντονισμού και έγκαιρης παρέμβασης και η σπασμωδική απάντηση της κυβέρνησης περί παρέμβασης εισαγγελέων δείχνει το μέγεθος του προβλήματος για τον Τούρκο πρόεδρο.
Οι επικρίσεις εστιάζονται κυρίως στα αργά αντανακλαστικά της κεντρικής διοίκησης να στείλει σωστικά συνεργεία στις περιοχές, που υπέστησαν το μεγαλύτερο πλήγμα από τη σεισμική δόνηση, με αποτέλεσμα να χαθεί πολύτιμος χρόνος για τους εγκλωβισμένους κάτω από τα ερείπια και ενώ επικρατούσε δριμύ ψύχος. Το γεγονός δε, ότι υπήρξαν διασώσεις κατά την τρίτη μέρα μετά το σεισμό μετατρέπει τον πόνο των συγγενών των θυμάτων σε απίστευτο θυμό.
Στο στόχαστρο η αντίστοιχη Πολιτική Προστασία
Στο επίκεντρο της κριτικής βρίσκεται η Υπηρεσία Διαχείρισης Καταστροφών και Εκτακτης Ανάγκης (AFAD), οι σωστικές ομάδες της οποίας άργησαν 24 ολόκληρες ώρες να βρεθούν στα σημεία με τις περισσότερες καταστροφές. Από την άλλη πλευρά, οι εκτεταμένες ζημιές στο εθνικό οδικό δίκτυο υπήρξαν ανασταλτικός παράγοντας για την έγκαιρη παροχή βοήθειας με Τούρκους εμπειρογνώμονες να υποστηρίζουν ότι στην κατασκευή των σύγχρονων οδικών έργων δεν λήφθηκε καθόλου υπόψη το έντονο σεισμικό υπόβαθρο της περιοχής. Επιπρόσθετα, οι σοβαρές και εκτεταμένες καταστροφές στα δημόσια κτίρια και ειδικά οι καταρρεύσεις κρατικών νοσοκομείων στέρησαν από τους τραυματίες ιατροφαρμακευτική βοήθεια σε κρίσιμες στιγμές χωρίς μάλιστα να υπάρχει διέξοδος αεροπορικής διαφυγής από τις πληγείσες περιοχές μια και οι αεροδιάδρομοι αχρηστεύτηκαν. Σε αυτές τις συνθήκες, η καθυστερημένη ενεργή εμπλοκή του τουρκικού στρατού στην έρευνα και διάσωση αλλά και στην επιχείρηση ανακούφισης των σεισμοπαθών ξεχείλισε το ποτήρι.
Κάθε χρόνο κι ένας σεισμός άνω των 5 Ρίχτερ
Σε κάθε περίπτωση και μέχρι την 6η Φεβρουαρίου, το καθεστώς Ερντογάν εμφανιζόταν έτοιμο να αντιμετωπίσει τις συνέπειες ενός καταστροφικού σεισμού δεδομένου ότι η Τουρκία κατέχει την τρίτη θέση στον κόσμο όσον αφορά στα θύματα, που σχετίζονται με τους σεισμούς και την όγδοη όσον αφορά στο συνολικό αριθμό των πληγέντων. Κάθε χρόνο, στη χώρα καταγράφεται τουλάχιστον ένας σεισμός 5 Ρίχτερ, πραγματικότητα, που καθιστά τη σωστή διαχείριση και τον συντονισμό των καταστροφών απολύτως ζωτικής σημασίας.
Η εθνική στρατηγική της Τουρκίας για τη διαχείριση των φυσικών καταστροφών χρονολογείται στο 1939, όταν ο σεισμός στο Ερζιντζάν στοίχισε τη ζωή σε σχεδόν 33.000 ανθρώπους και άφησε πίσω του τουλάχιστον 100.000 τραυματίες. Δύο δεκαετίες αργότερα, το τουρκικό κοινοβούλιο υιοθέτησε τον νόμο για τις προφυλάξεις, που πρέπει να λαμβάνονται λόγω καταστροφών, που επηρεάζουν τη δημόσια ζωή και την παροχή βοήθειας προκειμένου να καλύψει το μακροχρόνιο νομικό κενό. Η νομοθετική προσπάθεια για την καταστροφή συνεχίστηκε με τον καταστατικό νόμο του 1988 για τις Αρχές Οργάνωσης και Σχεδιασμού της Επείγουσας Βοήθειας για Καταστροφές.
Ο σεισμός του Μαρμαρά του 1999, ωστόσο, σηματοδότησε το σημείο καμπής στον τομέα της διαχείρισης και του συντονισμού των καταστροφών. Το 2018 η Αρχή Διαχείρισης Καταστροφών και Εκτάκτων Αναγκών, υπηρεσία που υπαγόταν στο γραφείο του πρωθυπουργού, επανασχηματίστηκε σε υπηρεσία του υπουργείου Εσωτερικών αποτελούμενη από 81 επαρχιακά παραρτήματα σε όλη την Τουρκία και από 11 μονάδες έρευνας και διάσωσης με την αποτελεσματικότητα της πλέον να έχει μπει στο στόχαστρο των πολιτών και της αντιπολίτευσης.
Ακολουθήστε το Reader.gr στα Google News για να είστε πάντα ενημερωμένοι για όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.