Δεν θα υιοθετήσω το κυβερνητικό επιχείρημα ότι ο ΣΥΡΙΖΑ θυσιάζει το εθνικό συμφέρον στο κομματικό. Δεν θέλω να το πιστέψω. Αναρωτιέμαι όμως έντονα τις τελευταίες ημέρες αν στην Κουμουνδούρου αντιλαμβάνονται ότι βάζοντας τόσο επίμονα στο «κάδρο» των παρακολουθήσεων τον Αρχηγό ΓΕΕΘΑ «κονταίνοντάς» τον, απλώνουν βούτυρο στο ψωμί του Ταγίπ Ερντογάν σε μια περίοδο που η τουρκική ηγεσία βρίσκεται στα «κάγκελα» εναντίον της χώρας μας, απειλεί διαρκώς ότι θα έρθει «ξαφνικά μία νύχτα» και οι αναλυτές δεν αποκλείουν μία απόπειρα πρόκλησης επεισοδίου αν οι εκλογές στην Τουρκία δεν δείχνουν τα αποτελέσματα που επιθυμεί ο Τούρκος Πρόεδρος για την επιβίωσή του, προσωπική και πολιτική.
Θα μου πει κανείς «και τι πρέπει να κάνουμε; Να σιωπήσουμε σε ένα ζήτημα που θεωρούμε ζήτημα Δημοκρατίας;». Εύλογη παρατήρηση. Προφανώς και όχι απαντώ αβίαστα και ειλικρινά. Είναι αναφαίρετο δικαίωμα αλλά και υποχρέωση της αντιπολίτευσης να ελέγχει την εκάστοτε κυβέρνηση και απολύτως λογικό να δίνει έμφαση σε ένα θέμα που κρίνει ως μείζον.
Ο προβληματισμός μου έγκειται στην ένταση με την οποία διατυπώνεις τα ερωτήματα και κυρίως στην επιλογή να το διατηρείς πρώτο στην ατζέντα της πολιτικής αντιπαράθεσης, με τα στελέχη του κόμματος να σπαταλούν τα ¾ των συνεντεύξεών τους – ερωτηθούν δεν ερωτηθούν – σε αυτό το θέμα, θεωρώντας ως θέσφατο αυτό που γράφει άνευ αποδείξεων ένα δημοσίευμα και επιμένοντας τόσο πολύ, που εγείρει σχόλια περί απώλειας συναίσθησης των εθνικών κινδύνων, του τι συμβολίζει για τη χώρα ο Αρχηγός των Ενόπλων Δυνάμεων και πόσο κρίσιμο είναι να περιβάλλεται από την εμπιστοσύνη όλων των πολιτικών δυνάμεων.
Αν πάντως ο ΣΥΡΙΖΑ ρίξει μια καλύτερη ματιά στις δημοσκοπήσεις, η τακτική αυτή μάλλον δεν ωφελεί το κόμμα. Αντιθέτως οδηγεί στα τάρταρα την εμπιστοσύνη των πολιτών στη διαχείριση των θεμάτων εξωτερικής πολιτικής και ασφάλειας της χώρας
Και με προβληματίζει περισσότερο όταν ακούω τους υπαινιγμούς περί πιθανού εκβιασμού του ΑΓΕΕΘΑ για οικονομικούς λόγους και μόλις χθες την εκπρόσωπο του κόμματος Πόπη Τσαπανίδου να δηλώνει ότι «δεν μπορούμε να εμπιστευτούμε έναν άνθρωπο που είναι υπεύθυνος για το στρατό και παρακολουθείται για λόγους εθνικής ασφάλειας», αμφισβητώντας την ακεραιότητα του Αρχηγού των Ενόπλων Δυνάμεων, ενώ την ίδια στιγμή ο φιλοκυβερνητικός τουρκικός τύπος κάνει «πάρτι» μαύρης προπαγάνδας εναντίον της Ελλάδας αναμασώντας σαν καραμέλα τις δηλώσεις των στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ.
Είναι ενδεικτικό ότι το επίσημο πρακτορείο Anadolu αναπαρήγαγε όλες τις αναφορές του ΣΥΡΙΖΑ σε ενδεχόμενο «μαύρο χρήμα» με το οποίο δήθεν αγόρασε το σπίτι της κόρης του ο Στρατηγός Φλώρος, ενώ το ίδιο έπραξε και το Τουρκικό διεθνές Αγγλόφωνο ειδησεογραφικό κανάλι TRT world. Κι όλα αυτά ενώ ήδη έχουν φάει πολλάκις της «λέζα» της «εθνικής εξαίρεσης» από την κυβέρνηση της ΝΔ με φόντο την αρνητική τους στάση στον προϋπολογισμό των αμυντικών δαπανών, την προμήθεια των πανίσχυρων Rafale και άλλων ανάλογων ρυθμίσεων.
Ενώ και η κυβέρνηση δια του Γιάννη Οικονόμου έχει διαβεβαιώσει ότι δεν περιήλθε ποτέ σε γνώση του Μεγάρου Μαξίμου ή του Πρωθυπουργού τέτοια έκθεση «υποτιθέμενη, πραγματική ή κοπτορατπική» μιλώντας για πιθανή παραθεσμική λειτουργία κάποιων εντός της ΕΥΠ που δεν θα μείνει στη σκιά.
Αν πάντως ο ΣΥΡΙΖΑ ρίξει μια καλύτερη ματιά στις δημοσκοπήσεις, η τακτική αυτή μάλλον δεν ωφελεί το κόμμα. Αντιθέτως οδηγεί στα τάρταρα την εμπιστοσύνη των πολιτών στη διαχείριση των θεμάτων εξωτερικής πολιτικής και ασφάλειας της χώρας, δίνοντας εξτρά πόντους στον Κυριάκο Μητσοτάκη, ο οποίος σύμφωνα με την έρευνα της Opinion Poll για το TheToc, θεωρείται καταλληλότερος από το 58,3% των ερωτηθέντων, ενώ ο Αλέξης Τσίπρας συγκεντρώνει ποσοστό μόλις 18,1%, πίσω κι από τον «κανέναν» που λαμβάνει 20,5%. Αν αυτό δεν συνιστά σήμα για άμεση στροφή… τότε τι;
Ακολουθήστε το Reader.gr στα Google News για να είστε πάντα ενημερωμένοι για όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.